ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:A109
(2014) 1 ΑΑΔ 371
13 Φεβρουαρίου, 2014
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ,
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3
ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ALPHA BANK CYPRUS LTD, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ
ΣΤΙΣ 10.10.2013 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 3308/13,
ΜΕΤΑΞΥ:
WILLIAM THOMAS WINKLESS,
Ενάγοντα,
ΚΑΙ
1. ALPHA BANK CYRPUS LTD,
2. ΛΟΥΙΖΑΣ ΖΑΜΠΑΡΤΑ,
3. ΣΥΜΕΩΝ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εναγομένων,
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ:
ALPHA BANK CYPRUS LTD,
Αιτητές-Εφεσείοντες,
ΚΑΙ
1. WILLIAM THOMAS WINKLESS,
2. ΛΟΥΙΖΑΣ ΖΑΜΠΑΡΤΑ,
3. ΣΥΜΕΩΝ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Καθ' ων η Αίτηση-Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 313/2013)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Έφεση εναντίον απορριπτικής πρωτοβάθμιας απόφασης, σε αίτηση για παραχώρηση άδειας προς καταχώρηση αίτησης προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, η οποία σκοπούσε στην ακύρωση απόφασης/διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου, που εκδόθηκε σε αγωγή λόγω παράλειψης καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης ― Επιτρεπτική κατάληξη και παραχώρηση άδειας.
Η εφεσείουσα είχε υποβάλει αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με σκοπό την ακύρωση απόφασης/διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου που εκδόθηκε ερήμην, εναντίον του εναγομένου 3 σε αγωγή Επαρχιακού Δικαστηρίου, λόγω παράλειψης του τελευταίου να καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης.
Στην αγωγή η εφεσείουσα τράπεζα είναι πρώτη εναγόμενη. Ο ενάγων εμφανίζεται να είναι Άγγλος αγοραστής ακίνητης περιουσίας στην Κύπρο, ο οποίος δανείστηκε χρήματα από την πρώτη εναγόμενη τράπεζα. Δεύτερη εναγόμενη, είναι πρόσωπο προς το οποίο ο ενάγων υπέγραψε πληρεξούσιο έγγραφο και τρίτος εναγόμενος προσετέθη, πιστοποιών υπάλληλος, ο οποίος πιστοποίησε το προαναφερόμενο πληρεξούσιο έγγραφο.
Η εφεσείουσα προέβαλε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου του Ανωτάτου, ότι με την προαναφερόμενη απόφαση-διάταγμα, που εκδόθηκε εναντίον του εναγομένου 3 λόγω μη καταχωρήσεως εμφανίσεως, επηρεάζονταν δικαιώματα δικά της, εφόσον ουσιαστικά ακυρώνονταν συναλλαγές που έγιναν μεταξύ του ενάγοντα και της εφεσείουσας τράπεζας με τη χρήση του προαναφερόμενου πληρεξουσίου εγγράφου. Σχετικό ήταν το λεκτικό της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου το οποίο διακήρυσσε, την εν λόγω ακυρότητα.
Στην αίτηση για παραχώρηση άδειας προς καταχώρηση αίτησης προνομιακού εντάλματος, εκρίθη σε πρώτο βαθμό με αναφορά σε σχετική νομολογία, ότι δεν επηρεάζονταν τα δικαιώματα της εφεσείουσας από την προαναφερόμενη απόφαση/διάταγμα. Και τούτο εφόσον η εφεσείουσα δεν ήταν διάδικος στην προαναφερόμενη διαδικασία μεταξύ ενάγοντα και εναγόμενου 3, αυτή ήταν απόλυτα ελεύθερη να προβάλει την υπεράσπιση της στην επίδικη αγωγή και παράλληλα να προωθήσει και την απαίτηση της σε άλλη σχετική αγωγή που είχε ήδη εγείρει.
Συνακόλουθα η αίτηση για χορήγηση άδειας απερρίφθη και ασκήθηκε έφεση.
Με την έφεση υποστηρίχθηκε ότι:
α) Παραβιάστηκαν τα δικαιώματα της αιτήτριας να ακουστεί στην προαναφερόμενη διαδικασία, ενώ στην πραγματικότητα επηρεάζονται και δικά της ζωτικά συμφέροντα.
β) Δεν ελήφθη υπόψη η αιτήτρια ότι είχε καταχωρήσει και σημείωμα εμφανίσεως και υπεράσπιση στην προαναφερόμενη αγωγή τα οποία ουδόλως λήφθηκαν υπόψη.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η πρωτόδικη απόφαση ήταν εσφαλμένη. Από το προαναφερόμενο διάταγμα-απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στη σχετική αγωγή, τουλάχιστον, εκ πρώτης όψεως, φαινόταν ότι επηρεάζονται αρνητικά (συμβατικά) δικαιώματα της εφεσείουσας που απορρέουν από συναλλαγές που έγιναν μεταξύ της εφεσείουσας και του ενάγοντα, με τη χρήση του προαναφερόμενου (γενικού) πληρεξουσίου εγγράφου.
2. Αυτό προέκυπτε από το ότι στο προαναφερόμενο διάταγμα, αναγράφεται ότι οποιαδήποτε συναλλαγή έλαβε χώραν κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, είναι άκυρη εξ υπαρχής και μη δυνάμενη να προσδώσει στον ενάγοντα υποχρέωση και κατά συνέπεια, στην εφεσείουσα, δικαιώματα.
3. Η νομολογία που επικαλέστηκε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο διακρινόταν από την παρούσα.
4. Με το προαναφερόμενο διάταγμα-απόφαση εναντίον του εναγομένου 3 φαινόταν στην προκειμένη περίπτωση να επηρεάζονταν, άμεσα, δικαιώματα και επομένως και η υπεράσπιση της εφεσείουσας-εναγόμενης 1.
5. Εκ πρώτης όψεως φαινόταν ότι παραβιάστηκε το νόμιμο και θεμιτό δικαίωμα της εφεσείουσας να ακουστεί, πριν από την έκδοση απόφασης που επηρεάζει αρνητικά τα συμφέροντα της και περαιτέρω δεν προσφερόταν διαζευκτική θεραπεία.
6. Έστω, όμως και αν παρεχόταν διαζευκτική θεραπεία, τα στοιχεία που παρατίθεντο και τα οποία περιστρέφονταν γύρω από την αδικία που προκλήθηκε στην εφεσείουσα, κατά παράβαση του δικαιώματος της να ακουστεί, συνιστούσαν, εκ πρώτης όψεως, και εξαιρετικές περιστάσεις.
7. Παραχωρήθηκε άδεια στην εφεσείουσα για καταχώριση αιτήσεως για προνομιακό ένταλμα της φύσεως Certiorari.
8. Εκδόθηκε περαιτέρω διάταγμα για αναστολή της ισχύος της επίδικης απόφασης στη σχετική αγωγή, μέχρι την έκδοση απόφασης στην αίτηση για προνομιακό ένταλμα Certiorari.
Η έφεση επιτράπηκε.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Γ & Κ Βιονευρολογική Λτδ κ.ά. (2011) 1 Α.Α.Δ. 234.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα εναντίον της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Πασχαλίδης, Π.Ε.Δ.), (Αίτηση Αρ. 199/13), ημερομηνίας 12/11/2013.
Στ. Πολυβίου (κα) με Ξ. Κόκκινου (κα), για την Εφεσείουσα.
Ex tempore
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η απόφαση αδελφού Δικαστή στην Πολιτική Αίτηση 199/13, ημερ. 12.11.13.
Η εφεσείουσα είχε υποβάλει αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με σκοπό την ακύρωση της απόφασης-διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, που εκδόθηκε, ερήμην, εναντίον του εναγομένου 3 στην Αγωγή 3308/13 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, λόγω παράλειψης του τελευταίου να καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης.
Στην Αγωγή 3308/13, η εφεσείουσα τράπεζα είναι πρώτη εναγόμενη. Ο ενάγων εμφανίζεται να είναι Άγγλος αγοραστής ακίνητης περιουσίας στην Κύπρο, ο οποίος δανείστηκε χρήματα από την πρώτη εναγόμενη τράπεζα. Δεύτερη εναγόμενη εμφανίζεται να είναι πρόσωπο προς το οποίο ο ενάγων υπέγραψε πληρεξούσιο έγγραφο και τρίτος εναγόμενος εμφανίζεται να είναι πιστοποιών υπάλληλος, ο οποίος σφράγισε (πιστοποίησε) το προαναφερόμενο πληρεξούσιο έγγραφο.
Το διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην Αγωγή 3308/13, αναφορικά με το οποίο υποβλήθηκε η προαναφερόμενη αίτηση, προνοεί, μεταξύ άλλων, ότι οιαδήποτε συναλλαγή έλαβε χώραν, η οποία αφορά τον ενάγοντα και δια της οποίας αυτός απεκόμισε υποχρέωση προς την εναγομένη 1 και/ή δόθηκαν δικαιώματα στην εναγομένη 1 και για την οποία χρησιμοποιήθηκε το προαναφερόμενο πληρεξούσιο έγγραφο, είναι άκυρη εξ υπαρχής και μη δυνάμενη να προσδώσει στον ενάγοντα υποχρέωση (και στην εναγομένη 1 δικαιώματα).
Το παράπονο της εφεσείουσας είναι ότι, με την προαναφερόμενη απόφαση-διάταγμα, που εκδόθηκε εναντίον του εναγομένου 3 λόγω μη καταχωρήσεως εμφανίσεως, επηρεάζονται δικαιώματα δικά της, εφόσον ουσιαστικά ακυρώνονται συναλλαγές που έγιναν μεταξύ του ενάγοντα και της εφεσείουσας τράπεζας με την χρήση του προαναφερόμενου πληρεξουσίου εγγράφου. Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματα της να ακουστεί στην προαναφερόμενη διαδικασία, ενώ στην πραγματικότητα επηρεάζονται και δικά της ζωτικά συμφέροντα. Προς ενίσχυση της θέσης της η εφεσείουσα επέσυρε την προσοχή της Ολομέλειας στο γεγονός ότι είχε καταχωρήσει και σημείωμα εμφανίσεως και υπεράσπιση στην προαναφερόμενη Αγωγή 3308/13, τα οποία ουδόλως λήφθηκαν υπόψη.
Ο ευπαίδευτος Δικαστής που επιλήφθηκε της αιτήσεως για άδεια, θεώρησε ότι δεν επηρεάζονταν τα δικαιώματα της εφεσείουσας από την προαναφερόμενη απόφαση-διάταγμα. Εφόσον η εφεσείουσα δεν ήταν διάδικος στην προαναφερόμενη διαδικασία μεταξύ ενάγοντα και εναγόμενου 3, αυτή ήταν απόλυτα ελεύθερη να προβάλει την υπεράσπιση της στην Αγωγή 3308/13 και παράλληλα να προωθήσει και την απαίτηση της σε άλλη σχετική αγωγή, την Αγωγή 2064/13 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, την οποία η τράπεζα και εδώ αιτήτρια είχε εγείρει εναντίον του Άγγλου αγοραστή και άλλου προσώπου . Προς τούτο έκαμε αναφορά στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Γ & Κ Βιονευρολογική Λτδ κ.ά. (2011) 1 Α.Α.Δ. 234. Κατά συνέπεια απέρριψε την αίτηση για άδεια.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και, με όλον τον προσήκοντα σεβασμό, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη. Το συμπέρασμα μας βασίζεται στο γεγονός ότι από το προαναφερόμενο απόφαση-διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην Αγωγή 3308/13, τουλάχιστον, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι επηρεάζονται αρνητικά (συμβατικά) δικαιώματα της εφεσείουσας που απορρέουν από συναλλαγές που έγιναν μεταξύ της εφεσείουσας και του ενάγοντα, με τη χρήση του προαναφερόμενου (γενικού) πληρεξουσίου εγγράφου. Αυτό φαίνεται από το ότι στο προαναφερόμενο διάταγμα αναγράφεται ότι οποιαδήποτε συναλλαγή έλαβε χώραν κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, είναι άκυρη εξ υπαρχής και μη δυνάμενη να προσδώσει στον ενάγοντα υποχρέωση και κατά συνέπεια, στην εφεσείουσα, δικαιώματα.
Η υπόθεση Βιονευρολογική (ανωτέρω) διακρίνεται από την παρούσα, καθότι σε εκείνη την περίπτωση λήφθηκε απόφαση εναντίον εγγυητή, στη βάση εκκαθαρισμένης απαίτησης και αποφασίστηκε ότι η απόφαση εναντίον του εγγυητή δεν αποστερούσε τον πρωτοφειλέτη από το δικαίωμα του να προβάλει την υπεράσπιση του. Στην προκείμενη περίπτωση, με το προαναφερόμενο διάταγμα-απόφαση εναντίον του εναγομένου 3 φαίνεται να επηρεάζονται, άμεσα, δικαιώματα και επομένως και η υπεράσπιση της εφεσείουσας-εναγόμενης 1.
Με δεδομένο λοιπόν ότι, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι παραβιάστηκε το νόμιμο και θεμιτό δικαίωμα της εφεσείουσας να ακουστεί, πριν την έκδοση απόφασης που επηρεάζει αρνητικά τα συμφέροντα της, προχωρούμε στην εξέταση της ύπαρξης εναλλακτικής θεραπείας.
Στην προκείμενη περίπτωση, η ευπαίδευτη συνήγορος για την εφεσείουσα υπέδειξε στην Ολομέλεια ότι δεν προσφέρεται διαζευκτική θεραπεία. Η προσέγγιση αυτή είναι ορθή. Η θεραπεία που παρέχεται από τη Δ.48.8 (4) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με σκοπό τον παραμερισμό ενδιάμεσης απόφασης που εκδόθηκε ερήμην, δεν προσφέρεται στην προκείμενη περίπτωση καθότι η παρούσα απόφαση εναντίον του εναγομένου 3 είναι τελική απόφαση. Επιπρόσθετα δεν φαίνεται να προσφέρεται και το ένδικο μέσο της έφεσης στην εφεσείουσα εναντίον της προαναφερόμενης απόφασης-διατάγματος, εφόσον η εφεσείουσα δεν ήταν διάδικος στη διαδικασία μεταξύ ενάγοντα και εναγόμενου 3.
Έστω, όμως και αν παρείχετο διαζευκτική θεραπεία, επίκληση εξαιρετικών περιστάσεων γίνεται από την εφεσείουσα στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για παροχή άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari και ειδικά στις παραγράφους 6, 7 και 8 της ενόρκου δηλώσεως. Τα στοιχεία που παρατίθενται και τα οποία περιστρέφονται γύρω από την αδικία που προκλήθηκε στην εφεσείουσα από την έκδοση απόφασης ερήμην, υπέρ του ενάγοντα και εις βάρος του εναγόμενου 3, κατά παράβαση του δικαιώματος της να ακουστεί, συνιστούν, εκ πρώτης όψεως, και εξαιρετικές περιστάσεις.
Κατά συνέπεια και για τους προαναφερόμενους λόγους θεωρούμε ορθό και δίκαιο να παραμερίσουμε την πρωτόδικη απόφαση, την οποία και παραμερίζουμε και παραχωρείται άδεια στην εφεσείουσα για καταχώριση αιτήσεως για προνομιακό ένταλμα της φύσεως Certiorari σύμφωνα με την αίτηση για άδεια που είχε καταχωρήσει ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου. Η αίτηση να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών από της συντάξεως της παρούσας απόφασης και να τεθεί, από το Πρωτοκολλητείο, ενώπιον του ιδίου Δικαστή για τα περαιτέρω, στις 12.3.2014, η ώρα 9.00 π.μ..
Ενόψει των όσων αναφέρθηκαν, εκδίδεται περαιτέρω διάταγμα όπως η ισχύς της δηλωτικής απόφασης-διατάγματος, ημερ. 10.10.13, στην Αγωγή 3308/13, ανασταλεί μέχρι την έκδοση απόφασης στην αίτηση για προνομιακό ένταλμα Certiorari.
Η έφεση επιτρέπεται.