ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:A787
(2014) 1 ΑΑΔ 2258
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 348/2009)
17 Οκτωβρίου 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
EUROGAL SURVEYS LTD,
Εφεσείοντες
- ΚΑΙ -
D. TRADE INTERANIONAL LTD,
Εφεσιβλήτων
-------------------------------------
Α. Γιωρκάτζης με Μ. Γιωρκάτζη (κα), για τους Εφεσείοντες.
Γ. Νικολάου (κα), για τους Εφεσίβλητους.
--------------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι ομόφωνη. Η απόφαση της πλειοψηφίας με την οποία συμφωνεί και ο Παρπαρίνος, Δ., θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
Απόφαση μειοψηφίας θα δοθεί από τον Δικαστή Γιασεμή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η διαφορά των διαδίκων εστιάζεται στην κατ΄ ισχυρισμόν των εφεσιβλήτων-εναγόντων ύπαρξη συμφωνίας με τους εφεσείοντες-εναγομένους για την ποσοτική και ποιοτική επιθεώρηση ξυλείας την οποία οι εφεσίβλητοι αγόραζαν από την εταιρεία East Timber Industries Limited που ενεργοποιείτο στην Ουκρανία, μετά από θετική επιθεώρηση από τους εφεσείοντες και μεταπωλούσαν σε τρίτους στην Άπω Ανατολή.
Οι εφεσείοντες είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στην Κύπρο παρέχοντας διεθνώς υπηρεσίες επιθεώρησης προϊόντων, φορτίων, απώλειες εμπορευμάτων και ζημιές. Οι εφεσίβλητοι είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους ασχολούμενη με την αγορά, πώληση και εμπορεία ξυλείας. Σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης επήλθε μεταξύ τους συμφωνία τον Ιούνιο του 2004 για την εργοδότηση των εφεσειόντων και/ή αγορά υπηρεσιών εκ μέρους τους με αντάλλαγμα την ανάλογη αμοιβή για εργασίες επιθεώρησης ξυλείας που οι εφεσίβλητοι θα αγόραζαν τμηματικά από την East Timber Industries Ltd. Οι εφεσείοντες παρέβησαν το προς τους εφεσίβλητους καθήκον επιμέλειας και δεξιότητας κατά την επιθεώρηση της ξυλείας με αποτέλεσμα οι τελικοί αγοραστές να αποστείλουν προς αυτούς χρεωστικές σημειώσεις ύψους €212.395,23 ποσό που οι εφεσίβλητοι κατέβαλαν, για αριθμό διαπιστωθέντων προβλημάτων: η ξυλεία δεν ήταν δρυς, αλλά αποτελείτο από μεικτή ξυλεία διαφορετικών ειδών ξύλου• υπήρχε μεγάλο ποσοστό υγρασίας μη αποδεκτό από τα πρότυπα εμπορίας ξυλείας• υπήρχαν διαφορετικά μεγέθη και διαστάσεις από τα παραγγελθέντα και τα αναφερόμενα στους καταλόγους συσκευασίας και τα φορτωτικά έγγραφα• η συσκευασία στα εμπορευματοκιβώτια ήταν ακατάλληλη για μεταφορά ξυλείας• γενικώς η ξυλεία ήταν σε μη χρησιμοποιήσιμη κατάσταση και/ή ακατάλληλη για τους σκοπούς των εφεσιβλήτων που ήταν ουσιαστικά η εμπορία.
Οι εφεσίβλητοι αξίωσαν επίσης US$1.685, ως αμοιβή της εταιρείας ITS Testing Services (M) SDN Β HD που επιθεώρησε την ξυλεία στον τελικό της προορισμό δικαιολογώντας έτσι την απόρριψη της από τους αγοραστές που συμβλήθηκαν με τους εφεσιβλήτους, US$31.500 έξοδα μεταφοράς της ξυλείας και €42.479 ως ζημιά και απώλεια κέρδους που οι εφεσίβλητοι θα πραγματοποιούσαν από τους δικούς τους πελάτες.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δικαίωσε τους εφεσίβλητους και εξέδωσε υπέρ τους και εναντίον των εφεσειόντων απόφαση για €167.172.22 ως απώλεια που υπέστησαν λόγω ελαττωματικής ξυλείας, καθώς και για US$1.685 ως αμοιβή των εκτιμητών που ανέλαβαν να εξετάσουν την προβληματική ξυλεία. Οδηγήθηκε στην κατάληξη του αυτή αφού απέρριψε τη μαρτυρία των δύο μαρτύρων των εφεσειόντων Ανδρέα Λοΐζου, εμπειρογνώμονα σε θέματα ξυλείας και για πολλά έτη εργοδοτούμενου στον οίκο Lloyds στην Κύπρο και Gennadii Markov, διευθυντή του γραφείου των εφεσειόντων στην Ουκρανία. Αμφότεροι δεν έπεισαν το Δικαστήριο για την ειλικρίνεια τους. Για τον πρώτο, παρότι «έδωσε την εντύπωση ενός έμπειρου εκτιμητή με πολύ καλή γνώση του αντικειμένου του, καθώς και των ιδιοτήτων του ξύλου», το Δικαστήριο διέκρινε προσπάθεια μεροληψίας υπέρ των θέσεων των εφεσειόντων, ενώ μεγάλο μέρος της μαρτυρίας του αφορούσε θέματα μη επίδικα που δεν χρειάζονταν να σχολιαστούν. Προχώρησε δε να εξηγήσει τη θέση του με αναφορά σε ζητήματα συναρτώμενα με την ξυλεία, τις επισημάνσεις του μάρτυρα ως προς την υγρασία, τη μούχλα και τις διαστάσεις της ξυλείας, η οποία προοριζόταν για παρκέ. Ως προς τον δεύτερο, η γενική παρατήρηση του Δικαστηρίου ήταν ότι εμφανώς προσπάθησε να βοηθήσει τους εργοδότες του χωρίς να διστάσει να διαφοροποιηθεί σε αρκετές περιπτώσεις κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας του ανάλογα με την εξέλιξη της και τα διάφορα τεκμήρια που καταθέτονταν. Και πάλι επεξηγήθηκε η απόρριψη της μαρτυρίας με αναφορά σε διάφορα τεκμήρια που κατά την κρίση του Δικαστηρίου απεδείκνυαν την εμπλοκή των εφεσειόντων και την ανάληψη ευθύνης έναντι των εφεσιβλήτων.
Αντίθετα, η μαρτυρία των δύο μαρτύρων των εφεσιβλήτων, Irfan Cetinok, διευθυντή των εφεσιβλήτων και Khoo Khay Theam εκτιμητή και εργοδοτούμενου στη ITS Testing Services συνδεδεμένης εταιρείας με την εταιρεία Intertek Labtest, η οποία ασχολείται με επιθεωρήσεις και συναφείς εργασίες, κρίθηκε αποδεκτή ως πειστική, σαφής, ικανοποιητική και θετική. Η κρίση του Δικαστηρίου αφορούσε κυρίως τη μαρτυρία τους επί των δεδομένων της επιθεώρησης και των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν στη ξυλεία. Και ότι η επιθεώρηση αφορούσε τόσο τον ποσοτικό, όσο και τον ποιοτικό έλεγχο. Επίσης το Δικαστήριο αποφάσισε ότι όντως υπήρξε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων και άρα κατευθείαν υπεύθυνοι για τις παρατηρηθείσες ανωμαλίες και τις επακολουθήσασες ζημιές ήταν οι εφεσείοντες.
Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου βάλλεται με διάφορους λόγους έφεσης. Ότι υπήρξε λανθασμένη καθοδήγηση ως προς το θέμα των αποζημιώσεων, ότι παραγνωρίστηκε η υποχρέωση των εφεσιβλήτων ως εναγόντων να λάβουν μέτρα μείωσης της ζημιάς τους, ότι λανθασμένα επετράπη η κατάθεση εγγράφων ως τεκμηρίων για τα οποία ουδεμία αναφορά στα δικόγραφα υπήρχε, ότι ήταν λανθασμένη η θεώρηση ότι ο έλεγχος της ξυλείας ήταν και ποιοτικός και όχι μόνο ποσοτικός, ότι οι εφεσείοντες γνώριζαν ότι η ξυλεία θα κατέληγε σε τρίτους αγοραστές, ότι η ξυλεία ήταν μη εμπορεύσιμη και ακατάλληλη, ότι χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικά κριτήρια για την αξιολόγηση των μαρτύρων της κάθε πλευράς και ότι λανθασμένα κρίθηκε ότι συνομολογήθηκε η συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων και των εφεσιβλήτων και όχι μεταξύ των εφεσειόντων και της εταιρείας Kuehne & Nagel.
Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι ο λόγος έφεσης που σχετίζεται με την καταρχήν συνομολόγηση της συμφωνίας είναι επιβεβλημένο να εξεταστεί πρώτα, εφόσον τυχόν επιτυχία του θα αναιρέσει την αναγκαιότητα εξέτασης όλων των υπόλοιπων λόγων.
Οι εφεσίβλητοι ως ενάγοντες στην έκθεση απαίτησης τους έθεσαν το θέμα ως εξής:
«3. Με συμφωνία που έγινε στις ή κατά τον Ιούνιο του 2004 μεταξύ της ενάγουσας και της Εναγόμενης, η Ενάγουσα διόρισε και/ή εργοδότησε την Εναγόμενη και/ή αγόρασε τις υπηρεσίες της με αντάλλαγμα πληρωμής από την Ενάγουσα προς την Εναγόμενη για να ενεργήσει η τελευταία ως επιθεωρητής (surveyor) της ξυλείας που η Ενάγουσα τμηματικά θα αγόραζε στην Ουκρανία από την Εταιρεία EAST TIMBER INDUSTRIES LIMITED.
...........
5. Κάτω από τις περιστάσεις, ήταν όρος του διορισμού και/ή της συμφωνίας και/ή της εργοδότησης και/ή η Εναγόμενη παράστησε ότι η Εναγόμενη είχε καθήκον επιμέλειας προς την Ενάγουσα και/ή ότι θα επιδείκνυε όλη την εύλογη επιμέλεια και/ή δεξιότητα στις εκτελέσεις των επιθεωρήσεων και/ή στις υποβολές των αναφορών, και ειδικότερα ότι θα παρατηρούσε και θα ανέφερε όλα τα υπαρκτά και/ή πιθανά ελαττώματα και/ή ατέλειες στη ξυλεία και/ή ότι θα παρατηρούσε και θα ανέφερε αν η ποιότητα και/ή ποσότητα της ξυλείας ήταν αυτή που είχε παραγγείλει η Ενάγουσα από την Εταιρεία EAST TIMBER INDUSTRIES LIMITED και/ή σύμφωνα με τις καταλόγους συσκευασίας (packing lists) και/ή τα φορτωτικά έγγραφα.
6. Η Ενάγουσα επιφυλάσσεται να αναφερθεί λεπτομερέστερα στην πιο πάνω συμφωνία και/ή διορισμό και/ή εργοδότηση κατά τη δικάσιμο της παρούσας.»
Στην υπεράσπιση τους οι εφεσείοντες ως εναγόμενοι αρνήθηκαν την ύπαρξη συμφωνίας. Στις παραγράφους 3, 4 και 5, έθεσαν τα γεγονότα ως εξής:
«3. Η Εναγόμενη αρνείται τους ισχυρισμούς της Ενάγουσας που περιέχονται στην παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησης και ισχυρίζεται ότι κατόπιν παράκλησης και/ή μετά από συμφωνία με την εταιρεία Kuehne & Nagel Ltd της Γερμανίας που παρέχει διεθνώς υπηρεσίες διαμεταφορέων και υπηρεσίας υποστήριξης στον τομέα των μεταφορών (που στην συνέχεια θα αναφέρεται ως "Kuehne & Nagel" κατά ή περί τον Ιούνιο του 2004 συνεφώνησε όπως ενεργεί για λογαριασμό των και/ή παρέχει υπηρεσίας επιθεωρητή (surveyor) ως προς την ποσότητα συγκεκριμένων φορτίων ξυλείας στην βάση των γενικών όρων παροχής υπηρεσιών της Εναγομένης (General Terms and Conditions of Trading).
4. Ήταν όρος της μεταξύ της εναγομένης και της Kuehne & Nagel συμφωνίας ότι, εκτός εάν ειδικά συμφωνείτο γραπτώς διαφορετικά, η σχέση ης Εναγομένης με την Kuehne & Nagel θα διέπετο από τους γενικούς όρους παροχής υπηρεσιών της Εναγομένης.
5. Σε περαιτέρω αναφορά στην παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησης η Εναγομένη ισχυρίζεται ότι το αίτημα για διεξαγωγή επιθεώρησης εγίνετο από την Kuehne & Nagel, η δε Ενάγουσα με διεύθυνση στο Kuala Lumpur της Μαλαισίας εμφανιζόταν ως ο παραλήπτης του φορτίου, ο οίκος East Timber Industry του Ηνωμένου Βασιλείου ως οι αγοραστές, η δε Έκθεση Επιθεώρησης αποστέλλετο στους Kuehne & Nagel μέχρι και 1/9/04 όταν ζητήθηκε όπως αποστέλλεται στην Ενάγουσα, η δε πληρωμή της Εναγομένης εγίνετο από τους Kuehne & Nagel μέχρι και την 21/9/04 οπότε για λόγους που αφορούσαν την αποφυγή χρέωσης Φόρου Προστιθέμενης Αξίας στην Ουκρανία, η πληρωμή εγίνετο από την Ενάγουσα.»
Αποτέλεσε κοινό έδαφος ότι μεταξύ των διαδίκων ουδέποτε υπήρξε οποιαδήποτε ολοκληρωμένη ή έστω κάποια γραπτή συμφωνία. Το Δικαστήριο συμπέρανε ότι υπήρχε συμβατική σχέση επιμαρτυρούμενη από διάφορα ηλεκτρονικά μηνύματα που αντηλλάγησαν μεταξύ των διαδίκων. Σ΄ αυτό το θέμα είναι που το Δικαστήριο έκρινε ότι ο Gennadii Markov, Μ.Υ.2, διευθυντής των εφεσειόντων στην Ουκρανία, εμφανώς προσπαθούσε μέσα από τη μαρτυρία του να βοηθήσει τον εργοδότη του, διαφοροποιούμενος αρκετές φορές και ότι εν τέλει δέχθηκε ότι οι Kuehne & Nagel ενεργούσαν για λογαριασμό των εφεσιβλήτων.
Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Και σ΄ αυτό δεν βοήθησε ούτε το σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ούτε και η δομή της απόφασης του. Μεγάλη σημασία για την κατανόηση της σχέσης των διαδίκων έχει η ιδιότητα της Kuehne & Nagel. Κατά τους εφεσείοντες στην παρ. 3 της έκθεσης υπεράσπισης τους, η εταιρεία αυτή εδρεύει στη Γερμανία και παρέχει διεθνώς υπηρεσίες διαμεταφορέων και υποστήριξης. Ήταν μεταξύ των εφεσειόντων και της εν λόγω εταιρείας που τον Ιούνιο του 2004 συμφωνήθηκε όπως η Kuehne & Nagel ενεργεί για λογαριασμό των εφεσειόντων παρέχοντας υπηρεσίες επιθεώρησης για την ποσότητα συγκεκριμένων φορτίων ξυλείας με βάση τους γενικούς όρους παροχής υπηρεσιών των ιδίων των εφεσειόντων.
Το πρώτο που παρατηρείται είναι ότι μόνο μετά την καταχώρηση της υπεράσπισης ήταν που οι εφεσίβλητοι στην απάντηση τους, στην παρ. 3ii, αποκαλύπτουν ότι αγόρασαν ή προσέλαβαν ή διόρισαν ως αντιπρόσωπο τους για τη φόρτωση και/ή αποστολή της ξυλείας τη «θυγατρική και/ή ελεγχόμενη και/ή συνδεδεμένη εταιρεία και/ή το παράρτημα της KUEHNE & NAGEL INTERNATIONAL AG στην Ουκρανία, δηλαδή την KUEHNE & NAGEL LTD». Και περαιτέρω το επαναλαμβάνουν στην παρ. 3iii της απάντησης, ότι:
«Ο εν λόγω διορισμός και/ή εργοδότηση και/ή αγορά υπηρεσιών της Εναγόμενης από την Ενάγουσα έγινε από την Ενάγουσα με την αποδοχή από την Ενάγουσα της προσφοράς που περιέχετο στο ηλεκτρονικό μήνυμα (email) της κας JULIA ZELIKSKAYA του εγγεγραμμένου και/ή αντιπροσωπευτικού γραφείου και/ή παραρτήματος και/ή εταιρείας της Εναγομένης στην Ουκρανία και/ή μέσω των πιο πάνω αντιπροσώπου και/ή πράκτορα, δηλαδή της KUEHNE & NAGEL, όπως είναι και το εμπορικό έθιμο στην αγορά και/ή βιομηχανία της διεθνούς εμπορίας.»
Σύμφωνα όμως με τους ορθούς δικογραφικούς κανόνες και τις επιταγές της Δ.19 θ.22 και Δ.19 θ.20, όπου γίνεται επίκληση της ύπαρξης σχέσης μεταξύ των διαδίκων και η σχέση αυτή εξυπακούεται από μια σειρά επιστολών ή επικοινωνιών ή άλλως πως, θεωρείται αρκετό να καταγραφεί ο ισχυρισμός αυτός ως γεγονός και να γίνει γενική αναφορά στις επιστολές ή τις επικοινωνίες αυτές. Όπως περαιτέρω εξηγείται στον Bullen & Leake: Precedents of Pleadings 12η έκδ. σελ. 57, όπου η αγωγή βασίζεται στη ρήξη συμβολαίου ή συμφωνίας, τόσο οι ουσιώδεις όροι της συμφωνίας, όσο και αν η συμφωνία έγινε γραπτώς ή μερικώς γραπτώς και μερικώς προφορικώς, θα πρέπει να αναφέρονται. Ιδιαίτερα πρέπει η απαίτηση να δείχνει με τις αναγκαίες λεπτομέρειες ότι διαρρήχθηκε το συμβόλαιο και με ποιο τρόπο ώστε να καταλήξει ο ενάγων στο μέρος εκείνο του δικογράφου του όπου επιδιώκει τις ανάλογες θεραπείες. Επίσης στο Annual Practice 1970, σελ. 262, αναγράφεται ότι όπου η βάση της αγωγής εδράζεται σε συμφωνία πρέπει να αναφέρεται η ημερομηνία, τα ονόματα των μετεχόντων σ΄ αυτή και η αντιπαροχή. Και περαιτέρω σε εξυπακουόμενα συμβόλαια ή συμφωνίες όταν αυτά συνάγονται από διαβουλεύσεις, συναντήσεις ή γενικές περιστάσεις είναι αρκετή η ένθεση του ισχυρισμού ότι έγινε το συμβόλαιο ή η συμφωνία και η συναγωγή του γενικά από έγγραφα.
Έπεται ότι οι εφεσίβλητοι ως ενάγοντες δεν επιτέλεσαν ορθά το καθήκον τους για την εξαρχής καταγραφή ορθής δικογράφησης στην έκθεση απαίτησης που περιέχετο στο ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο που καταχωρήθηκε με το έντυπο της Δ.2 θ.6. Η απάντηση, («reply») ως δικογραφικό όχημα, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υποκατάστατο μιας ορθά και εξ αρχής δικογραφημένης απαίτησης. Ο σκοπός της απάντησης είναι να απαντήσει στους ισχυρισμούς της έκθεσης υπεράσπισης και όχι να αλλοιώσει ουσιαστικά την πρωταρχική της θέση όπως καταγράφηκε στην έκθεση απαίτησης. Εδώ αυτό ακριβώς έγινε. Ενώ η έκθεση απαίτησης ισχυριζόταν ως γεγονός ότι συνομολογήθηκε απευθείας σύμβαση μεταξύ των εφεσιβλήτων και των εφεσειόντων με την οποία μάλιστα διορίστηκαν οι τελευταίοι για να ενεργήσουν ως επιθεωρητές της ξυλείας, στην απάντηση δόθηκε μια διαφορετική εικόνα, με αναφορά στο ότι οι εφεσίβλητοι έχουν διορισμένο αντιπρόσωπο και ναυτιλιακό πράκτορα τους την Kuehne & Nagel και περαιτέρω ότι ο διορισμός αυτός ή η εργοδότηση έγινε με την αποδοχή από τους εφεσιβλήτους της προσφοράς που περιεχόταν σε ηλεκτρονικό μήνυμα της Julia Zelinskaya του αντιπροσώπου και/ή εγγεγραμμένου γραφείου ή παραρτήματος των εφεσειόντων στην Ουκρανία και/ή μέσω του αντιπροσώπου και/ή πράκτορα των Kuehne & Nagel.
Είναι ακριβώς αυτό που δεν επιτρέπεται. Στον Odgers´ Principles of Pleading and Practice 21η έκδ., σελ. 208-209, επεξηγείται ότι στο στάδιο της απάντησης επενεργεί για πρώτη φορά η αρχή της μη απόκλισης από την προηγούμενη δικογραφία. Όπως επί λέξει αναφέρεται:
«It is at this stage that the rule against what is called "a departure in pleading" applies for the first time. A party shall not in any pleading make any allegation of fact, or raise any new ground of claim, inconsistent with any previous pleading of his." (Order 18, r.10; and see Herbert v. Vaughan (1972) 1 W.L.R. 1128).»
Η ορθή πορεία είναι για τον ενάγοντα να τροποποιήσει την έκθεση απαίτησης του. Δίδεται το παράδειγμα από την υπόθεση Kingston v. Corker (1892) 29 LR.Ir. 364, ότι:
«If the statement of claim alleges a negligent breach of trust, the reply must not assert that such breach of trust was fraudulent. The statement of claim must be amended.»
Η σημασία των πιο πάνω στην παρούσα περίπτωση είναι εμφανής. Όπως θα εξηγηθεί στην πορεία, η αρχή της δημιουργίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μόνο μεταξύ των συμβαλλομένων («privity of contract»), υπόκειται σε εξαιρέσεις και μια κλασσική εξαίρεση είναι η συνομολόγηση συμφωνίας μέσω αντιπροσώπου («agency»).
Όπως αναφέρεται και εξηγείται στο σύγγραμμα των Koffman & Macdonald: The Law of Contract, 6η έκδ., σελ. 498-499, παρ. 18.43-18.47, η συνομολόγηση σύμβασης με τη μεσολάβηση αντιπροσώπου είναι μια από τις μεθόδους περιορισμού της αρχής του «privity of contract». Όμως τα Δικαστήρια είναι διστακτικά στο να εφαρμόσουν σύμβαση με εξυπακουόμενη αντιπροσώπευση, απλώς και μόνο για να εξαγάγουν τέτοια σύμβαση. Πρέπει να αποδεικνύεται με μαρτυρία ότι ο αντιπρόσωπος έχει εξουσία από τον αντιπροσωπευόμενο να ενεργεί εκ μέρους του είτε ρητά είτε εξυπακουόμενα ως αποτέλεσμα της σχέσης των διαδίκων. Όταν υπάρχει αυτή η ρητή ή εξυπακουόμενη σχέση δημιουργείται «πραγματική» εξουσία αντιπροσώπευσης. Διαφορετικά μπορεί η αντιπροσώπευση να εγερθεί και υπό το φως των άλλων συνθηκών όποτε και μπορεί να ομιλεί κάποιος για «φαινομενική» («apparent») αντιπροσώπευση.
Και περαιτέρω στο σύγγραμμα του Ewan Mckendrick: Contract Law, 6η έκδ., σελ. 163, αναφέρεται ότι:
«It would cause great commercial hardship if a businessman who appointed an agent to enter into a contract on his behalf was prevented by the doctrine of privity from suing upon that contract himself. So the doctrine of agency exists to give the businessman such a right of action. An agency relationship arises where one party, the agent, is authorised by another, the principal, to negotiate and to enter into contracts on behalf of the principal. Once an agency relationship is created, the agent is thereby authorised to commit the principal to contractual relationships with third parties. Agency is now a specialised area of law ....»
Επομένως είναι πολύ διαφορετικός ο ισχυρισμός της άμεσης και απευθείας σύνδεσης των διαδίκων με συμφωνία και πολύ διαφορετική η σύναψη συμφωνίας μέσω αντιπροσώπου, εφόσον βέβαια αυτό αποδεικνύεται. Και ακριβώς στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην Cheeseline Ltd v. Ανθούλλης Θωμά & Υιοί Λτδ, Πολ. Έφ. αρ. 45/2009, ημερ. 14.5.2014, ECLI:CY:AD:2014:A319, υπομνήσθηκε τόσο προς τους διαδίκους, όσο και προς τα Δικαστήρια, η «απόλυτη ανάγκη εκδίκασης στα αυστηρά πλαίσια των δικογράφων.». Εκεί πρόκειτο για υπόθεση όπου υπήρξε σύγχυση ως προς το πραγματικό επίδικο θέμα, όπου η δικογραφική απαίτηση αφορούσε συγκεκριμένα απλήρωτα τιμολόγια, ενώ η μαρτυρία και η απόφαση επεκτάθηκε και σε κατάσταση και υπόλοιπο λογαριασμού.
Το προαναφερθέν ηλεκτρονικό μήνυμα προσφοράς από το οποίο εξήχθη η συνομολόγηση της σύμβασης περιέχεται στο κατατεθέν πρωτοδίκως Τεκμήριο 6 και έχει επί λέξει ως εξής:
«Date: Wednesday, June 23, 2004
Dear Irfan Cetinok,
We have been already contracted by Kuehne & Nagel Ltd regarding this inspection and agreed to carry out this survey on they behalf. (διατηρείται η σύνταξη: προφανώς εννοείται «on their behalf»).
Inspection of first 2 x 40´ containers will be held in Lvov 28/06/04.
With best regards,
Julia Zelinskaya
Eurogal Surveys Ltd/G.S.L.»
Το μήνυμα στάληκε στις 23.6.2004 από τους εφεσείοντες προς τους εφεσίβλητους σε απάντηση του πιο κάτω μηνύματος ιδίας ημερομηνίας που επίσης περιέχεται στο Τεκμήριο 6:
«DTIC› Dear Mr. Alexander Zakharov and/or Mr Gennadiy Markov
DTIC› Please see the attached survey reports which has been prepared by yourselves on 08.06.2004.
DTIC› We are planning to load 4-5 containers of kiln dried oak lumber per month from Lvov-Ukraine to mostly Far East.
DTIC› Please inform what would be costing of having such a survey report of each container?
DTIC› Your early reply is greatly appreciated
DTIC› best regards,
DTIC› Irfan Ceninok»
Στο Τεκμήριο αυτό δόθηκε μεγάλη σημασία από τους εφεσίβλητους και το Δικαστήριο αποδέχθηκε ότι ήταν ένα καταλυτικό και κομβικό σημείο που επιβεβαίωνε την ύπαρξη συμφωνίας. Θεώρησε ότι το τεκμήριο αυτό εμφάνιζε τους εφεσίβλητους από το πρώτο στάδιο της συνεργασίας στην επίδικη συναλλαγή. Όμως το Τεκμήριο 6 δεν επιβεβαιώνει τη θέση αυτή του Δικαστηρίου. Το μόνο που δείχνει είναι ότι οι εφεσίβλητοι ήθελαν πληροφορίες από τους εφεσείοντες για τις τιμές τους για την επιθεώρηση φορτίου ξυλείας μηνιαίως από το Lvov - Ουκρανία, κατά κύριο λόγο προορισμένου για την Άπω Ανατολή. Το φορτίο θα ήταν της τάξης των τεσσάρων ή πέντε εμπορευματοκιβωτίων κατά μήνα. Καμιά αναφορά δεν έγινε από τους εφεσίβλητους στην εταιρεία Kuehne & Nagel που οι ίδιοι παρουσίασαν εκ των υστέρων και μόνο ως τους ναυτιλιακούς τους αντιπροσώπους ή γενικά, αντιπροσώπους. Η βάση δε της αναζητούμενης κοστολόγησης από τους εφεσείοντες ήταν άλλες επιθεωρήσεις που διενήργησαν οι εφεσείοντες στις 8.6.2004, τις εκθέσεις των οποίων επισύναψαν στο ηλεκτρονικό τους μήνυμα. Οι εκθέσεις αυτές είχαν γίνει για την Transocean Express Ltd και οι εφεσίβλητοι εκεί παρουσιάζονταν ως «consignees» και μόνο του φορτίου.
Ήταν οι εφεσείοντες που απαντώντας στο μήνυμα του Cetinok στο Τεκμ. 6, ανέφεραν στους εφεσίβλητους ότι γα τα φορτία αυτά είχαν ήδη προσεγγιστεί από τους Kuehne & Nagel. Και αυτό ακριβώς απάντησε στον Cetinok η Julia Zelinskaya με οδηγίες του Markov, προς τον οποίο και απευθυνόταν, όπως ήταν ακριβώς και η σχετική μαρτυρία του κατά την κύρια εξέταση σύμφωνα με τη δήλωση που κατατέθηκε ως έγγραφο «Δ». Εξήγησε εκεί, αλλά και κατά την αντεξέταση του ότι η συσχέτιση των εφεσειόντων με τους εφεσείοντες δεν είχε ποτέ ενδυθεί τη δέσμευση συμφωνίας διότι ποτέ δεν συμβλήθηκαν μεταξύ τους, ούτε και ποτέ συνάντησε ή συνομίλησε με τον Cetinok, Μ.Ε.1. Την επομένη 24.6.2004, οι Kuehne & Nagel τους απέστειλαν επιστολή για να αναλάβουν την επιθεώρηση φορτίου, ως πρώτο αίτημα, σύμφωνα με το Τεκμήριο Δ.3 στη δήλωση Markov. Το αίτημα ήταν από τους ίδιους τους Kuehne & Nagel και όχι οποιουδήποτε άλλου, όπως τους εφεσίβλητους και ως «consignors» παρουσιαζόταν μια εταιρεία ονόματι Private Enterprise Denariy. Ζητήθηκε μάλιστα όπως το αποτέλεσμα της έρευνας και ελέγχου καταγραφεί σε «official survey report of Eurogal Surveys Ltd». Όπως σταθερά εξηγήθηκε στη μαρτυρία του Markov, αποδεικνυόμενο με παραπομπή σε σχετικά έγγραφα, ουδέποτε οι εφεσείοντες αρχικά ήταν γνώστες της οποιασδήποτε ανάμειξης των εφεσιβλήτων, ούτε και αναφερόταν το όνομα τους οπουδήποτε. Ο Markov ήταν ειλικρινής στη μαρτυρία του ότι αργότερα ήταν που αντιλήφθηκε ότι οι Kuehne & Nagel λάμβαναν οδηγίες από τους εφεσίβλητους, οι οποίοι σε κάποιο στάδιο ζήτησαν, για σκοπούς ευκολίας, να αποστέλλουν πρώτα σ΄ αυτούς τις εκθέσεις επιθεώρησης ώστε να αποφεύγονται καθυστερήσεις. Και ακόμη αργότερα έγινε μια διευθέτηση όπως για σκοπούς αποφυγής καταβολής Φ.Π.Α. εκ μέρους των εφεσιβλήτων στην Ουκρανία, οι εφεσείοντες πληρώνονταν απευθείας απ΄ αυτούς, αντί από την Kuehne & Nagel.
Το ότι ουδέποτε υπήρξε συνομολόγηση σύμβασης, ούτε και μπορούσε να εξαχθεί τέτοια σύμβαση από την όποια αλληλογραφία των μερών διαπιστώνεται και από τα όσα επόμενα μηνύματα με ηλεκτρονική αλληλογραφία στάλησαν από τον Cetinok εκ μέρους των εφεσιβλήτων. Στο Τεκμήριο 7, ημερ. 8.7.2014. ζητήθηκε από την Julia Zelinskaya έκπτωση στο κόστος της επιθεώρησης και προτάθηκε συγκεκριμένη εισήγηση. Ακολούθησε αντιπρόταση από τους εφεσίβλητους λέγοντας μάλιστα ότι δεν διέθεταν σχετικό ή αρμόδιο τμήμα στην περιοχή. Ακόμη και μεταγενέστερα στις 10.9.2004, υπήρξε αλληλογραφία για καθορισμό των τιμών.
Έχοντας υπόψη την όλη δομή της υπόθεσης και τη δοθείσα μαρτυρία πρωτοδίκως, η οποία έχει εξεταστεί ενδελεχώς κρίνεται λανθασμένη η προσέγγιση του Δικαστηρίου. Αφενός ανεπίτρεπτα αφέθηκε να δοθεί μαρτυρία εκτός δικογραφημένων ισχυρισμών με βασικό βεβαίως άξονα τη συνομολόγηση απευθείας συμβατικής σχέσης μεταξύ των διαδίκων. Αλλά και αφετέρου η συνακόλουθη αξιολόγηση της μαρτυρίας ήταν λανθασμένη, εμφανώς επηρεασθείσα από την εκτροπή που έλαβε η όλη εκδίκαση της υπόθεσης.
Υπό το φως της επιτυχίας του συγκεκριμένου λόγου έφεσης δεν παρίσταται ανάγκη ενασχόλησης με οποιοδήποτε περαιτέρω ζήτημα.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση μαζί με τα έξοδα παραμερίζεται. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας,
καθώς και τα έξοδα κατ΄ έφεση επιδικάζονται υπέρ των
εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων, ως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
Λ. Παρπαρίνος,
Δ.
/ΕΘ