ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:A361
(2014) 1 ΑΑΔ 1061
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 195/2009)
30 Μαΐου, 2014
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π., ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
SWEPCO CONSTRUCTION LIMITED,
Εφεσείοντες/Ενάγοντες,
ν.
1. ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ, ΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ
ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
HOB ENTERTAINMENT LTD.,
2. ΓΙΑΝΝΑΚΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ,
Εφεσιβλήτων/Εναγομένων.
Α. Ιωάννου (κα) με Μ. Αριστοτέλους (κα), για Δ. Αριστείδη,
για τους Εφεσείοντες.
Φ. Τσαγγαρίδης, για τους Εφεσιβλήτους.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με αγωγή την οποία καταχώρισαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού οι εφεσείοντες, αξίωναν εναντίον αμφότερων των εφεσιβλήτων ποσό Λ.Κ.12.500,00 (€21.357,52) ως προηγούμενα καθυστερημένα ενοίκια, ποσό Λ.Κ.24.500,00 (€41.860,74) ως καθυστερημένα ενοίκια ή/και ως αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση από 1/7/2003 μέχρι 31/1/2004, ποσό Λ.Κ.3.500,00 μηνιαίως (€5.980,11) ως ενοίκια ή/και ως αποζημιώσεις ή ενδιάμεσα κέρδη από 1/2/2004 μέχρι παράδοσης κατοχής του υποστατικού τους το οποίο βρίσκεται στο οικοδομικό συγκρότημα SWEPCO SHOPPING CENTER, στη Λεωφόρο Αμαθούντας στην περιοχή Παρεκκλησιάς, στη Λεμεσό. Οι εφεσείοντες αξίωναν επίσης τιμωρητικές αποζημιώσεις, τόκους και έξοδα. Πρόσθετη αξίωση των εφεσειόντων όπως τους χορηγηθεί και διάταγμα ανάκτησης κατοχής του υποστατικού, εγκαταλείφθηκε, καθότι εκκρεμούσης της αγωγής η κατοχή ανεκτήθη.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή στο σύνολο της, διατάσσοντας παράλληλα τους εφεσείοντες να καταβάλουν τα έξοδα. Την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης οι εφεσείοντες αμφισβητούν με την παρούσα έφεση, στα πλαίσια της οποίας προβάλλουν δύο λόγους έφεσης.
Για να καταδειχθούν τα επίδικα θέματα, αλλά και για να γίνουν κατανοητές οι θέσεις και τα επιχειρήματα που οι εφεσείοντες προβάλλουν στα πλαίσια των λόγων έφεσης, επιβάλλεται κατά τη γνώμη μας, η σε κάποια έκταση αναφορά στο περιεχόμενο των δικογράφων. Αναφορά στο περιεχόμενο των εκατέρωθεν δικογράφων και μάλιστα με περισσή λεπτομέρεια, κάμνει και το πρωτόδικο δικαστήριο στην απόφαση του, στην οποία μάλιστα παραθέτει και εκτεταμένα αποσπάσματα από την έκθεση απαίτησης. Η σχετική περικοπή από την πρωτόδικη απόφαση έχει ως πιο κάτω:
"..... οι ενάγοντες είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με έδρα τη Λεμεσό και ιδιοκτήτες του οικοδομικού συγκροτήματος SWEPCO SHOPPING CENTER που βρίσκεται στη Λεωφόρο Αμαθούντας στην περιοχή Παρεκκλησιάς στη Λεμεσό. Στο εν λόγω οικοδομικό συγκρότημα περιλαμβάνεται και υπόγειος χώρος ειδικά διαρρυθμισμένος και εξοπλισμένος ως δισκοθήκη μαζί με τον κλιματισμό, ηλεκτρικό εξοπλισμό, έπιπλα, μουσικά όργανα και άλλα εφόδια και εξαρτήματα. Οι ενάγοντες δυνάμει ενοικιαστηρίου εγγράφου που έγινε στη Λεμεσό την 22.9.99 ενοικίασαν ως δισκοθήκη το ως άνω υποστατικό μαζί με τον εξοπλισμό στον κ. Άριστο Μοσχοβάκη (Α.Μ.) για ένα χρόνο από 1.11.99 μέχρι 31.10.2000 προς ΛΚ3.000,00 (€5.125,80) μηνιαίως και με δικαίωμα παράτασης της ενοικίασης από χρόνο σε χρόνο για ακόμα δύο χρόνια τον πρώτο χρόνο της παράτασης αντί του μηνιαίου ενοικίου των ΛΚ3.500,00 (€5.980,11) και το δεύτερο χρόνο της παράτασης αντί ΛΚ4.000,00 (€6.834,41) τον μήνα. Η ως άνω ενοικίαση μετά τη λήξη του πρώτου χρόνου παρατάθηκε από τον ενοικιαστή για ακόμα ένα χρόνο και το ποσό της ενοικίασης αυξήθηκε από ΛΚ3.000,00 (€5.125,80) σε ΛΚ3.500,00 (€5.980,11) τον μήνα όπως προνοούσε και η συμφωνία ενοικίασης. Την 10.10.01 οι ενάγοντες λόγω καθυστέρησης στην πληρωμή των ενοικίων των μηνών Μαίου - Οκτωβρίου 2001 που ανέρχονταν στο ποσό των ΛΚ21.000,00 (€35.880,63) τερμάτισαν την ενοικίαση με επιστολή του δικηγόρου τους ημερομηνίας 10.10.01. Εν συνεχεία και μετά που ο Α.Μ. πλήρωσε τα ενοίκια των μηνών Μαίου και Ιουνίου 2001, οι ενάγοντες καταχώρισαν εναντίον του Α.Μ. στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων την αίτηση Ε35/2002 με την οποία απαιτούσαν την πληρωμή των τότε καθυστερημένων ενοικίων από 1.7.01 μέχρι 31.10.01 που ανέρχονταν στο ποσό των ΛΚ14.000,00 (€23.920,42) και το ποσό των ΛΚ4.000,00 (€6.834,41) μηνιαίως ως ενδιάμεσα κέρδη ή και ενοίκια από 1.11.01 μέχρι εκκένωσης και παράδοσης ελεύθερης της κατοχής του πιο πάνω υποστατικού και του εξοπλισμού.
Την 8.3.02 και ενώ εκκρεμούσε η πιο πάνω αίτηση, ο εναγόμενος 2 μαζί με τον Α. Μοσχοβάκη έκαμαν νέα προφορική συμφωνία με τους ενάγοντες και από κοινού ή και ξεχωριστά συμφώνησαν την από μήνα σε μήνα ενοικίαση του πιο πάνω υποστατικού και του εξοπλισμού του έναντι του μηνιαίου ενοικίου των ΛΚ3.500,00 (€5.180,11) και ταυτόχρονα αναγνώρισαν ότι το ύψος των προηγούμενων καθυστερημένων ενοικίων που χρωστούσε ο Α.Μ. ανερχόταν στο ποσό των ΛΚ24.500,00 (€41.860,74) και δεσμεύτηκαν τόσο από κοινού όσο και ξεχωριστά στη πληρωμή του με το ποσό των ΛΚ1.000,00 (€1.708,60) το μήνα, παράλληλα με την πληρωμή κάθε νέου ενοικίου. Ήτο ρητός όρος αυτής της συμφωνίας ότι οι ενάγοντες δεν θα προχωρούσαν στην έκδοση απόφασης εφόσον ο Α.Μ. και ο εναγόμενος 2 θα πλήρωναν κανονικά και εμπρόθεσμα το συμφωνηθέν ενοίκιο και τα προηγούμενα καθυστερημένα ενοίκια. Ο εναγόμενος 2 κατά τον ουσιώδη χρόνο ενεργούσε τόσο προσωπικά όσο και ως αντιπρόσωπος των εναγομένων 1 πράγμα που οι ενάγοντες δεν γνώριζαν και ούτε είχαν λόγους να υποπτεύονται κάτι τέτοιο. Εν συνεχεία των πιο πάνω ο Α. Μοσχοβάκης, ο εναγόμενος 2 και οι εναγόμενοι 1 ανέλαβαν από κοινού και ξεχωριστά την κατοχή και εκμετάλλευση του πιο πάνω υποστατικού και του εξοπλισμού.
Την 10.7.02 λόγω της παράλειψης ή και άρνησης των εναγομένων 1 και 2 να πληρώσουν κανονικά τα ενοίκια τους, οι ενάγοντες προχώρησαν την πιο πάνω αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων και έλαβαν απόφαση εναντίον του Α.Μ., ως καθ'ου η αίτηση η οποία διαλάμβανε τα πιο κάτω:
«α) Όπως ο Καθ'ου η αίτηση και/ή οι αντιπρόσωποι και/ή υπαλλήλοι του εκκενώσουν και παραδώσουν στους αιτητές άδειο και ελεύθερο κατοχής τον υπόγειο χώρο στην οικοδομή SWEPCO SHOPPING CENTER, που βρίσκεται στην Λεωφόρο Αμαθούντας ως δισκοθήκη, μαζί με τον κλιματισμό, τον ηλεκτρικό εξοπλισμό και τα αντικείμενα που περιγράφονται πιο πάνω.
β) Ο Καθ'ου η αίτηση καταβάλει ΛΚ10,000 καθυστερημένα ενοίκια από 1.7.01 μέχρι 31.10.01 με τόκο 8% από 7.2.02.
γ) Ο Καθ'ου η αίτηση καταβάλει ΛΚ20,000 καθυστερημένα ενοίκια από 1.11.01 μέχρι 28.2.02 και Ιούλιο του 2002 με τόκο 8% από 1.8.02.
δ) Ο Καθ'ου η αίτηση καταβάλει ΛΚ4,000 μηνιαίως ενδιάμεσα οφέλη από 1.8.02 μέχρι παράδοσης ελεύθερης κατοχής με τόκο 8% από 1.8.02.
Ο κ. Α.Μ. και οι εναγόμενοι 1 και 2 στη συνέχεια της έκδοσης της πιο πάνω απόφασης έκαμαν έντονες παραστάσεις προς τους ενάγοντες για να μην προχωρήσουν σε έξωση τους και πράγματι οι ενάγοντες πείσθηκαν και συνέχισαν την ως άνω συμφωνία που έκαμαν μαζί τους.
Ο Α.Μ. και οι εναγόμενοι 1 και 2 πλήρωσαν ΛΚ12,000 (€20.503,22) έναντι των προηγούμενων καθυστερημένων ενοικίων και τα ενοίκια των μηνών από 1.3.2002 μέχρι 30.6.2003 και κατά παράβαση της συμφωνίας που είχαν με τους ενάγοντες αρνήθηκαν ή και παρέλειψαν να πληρώσουν ΛΚ12,500 (€21.357,52) από τα προηγούμενα ενοίκια τους και τα ενοίκια από 1.7.2003 μέχρι 31.1.2004 που ανέρχονται σε ΛΚ24,500 και (€41.860,74) ως επίσης να παραδώσουν ελεύθερη την κατοχή του υποστατικού και του εξοπλισμού του και οι ενάγοντες από 1.2.04 υφίσταντο ζημιά ή και απώλεια ενοικίων ή και ενδιάμεσων κερδών προς ΛΚ3.500,00 (€5.980,11) το μήνα.
Την 11.4.2003 εναντίον του κ. Α.Μ. εξεδόθηκε από το Δικαστήριο Λεμεσού, διάταγμα παραλαβής της περιουσίας του και έκτοτε είναι πτωχεύσας. Όμως παρά το εν λόγω διάταγμα ο Α.Μ. δεν παρέδωσε την κατοχή του υποστατικού και του εξοπλισμού στους ενάγοντες ή και στον επίσημο παραλήπτη ή και εκκαθαριστή της περιουσίας του και τόσο ο ίδιος όσο και οι εναγόμενοι 1 και 2 συνέχιζαν την ενοικίαση και εξακολουθούσαν να έχουν στην κατοχή τους το πιο πάνω υποστατικό και τον εξοπλισμό του και τα εκμεταλλεύονταν.
Οι ενάγοντες προφορικά και με επιστολή του δικηγόρου τους την 26.1.04 κάλεσαν τους εναγομένους 1 και 2 και προφορικά κάλεσαν τον Α.Μ. ή και τον παραλήπτη της περιουσίας του ή και τον εκκαθαριστή να παραδώσουν το εν λόγω υποστατικό και τον εξοπλισμό και να καταβάλουν τα απλήρωτα ενοίκια πλην όμως αυτοί αρνούντο ή και παράλειπαν να συμμορφωθούν.
Διαζευκτικά οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι οι εναγόμενοι 1 και 2 οφείλουν να αποζημιώσουν τους ενάγοντες με το ποσό των ΛΚ3,500 το μήνα ως παράνομοι επεμβασίες και ως παράνομα και αδικαιολόγητα αποστερούντες τους ενάγοντες την κατοχή του υποστατικού και του εξοπλισμού πράγμα που τους προκάλεσε ζημιές και/ή απώλειες προς ΛΚ3.500,00 (€5.980,11) το μήνα που αντιπροσώπευε το αγοραίο ενοίκιο."
Στην αντίπερα όχθη, οι εφεσίβλητοι αρνούνται ότι μεταξύ αυτών και των εφεσειόντων υπήρχε οποιασδήποτε μορφής συμβατική σχέση. Ειδικότερα αρνούνται ότι συνήψαν με τους εφεσείοντες οποιασδήποτε μορφής συμφωνία, δυνάμει των όρων της οποίας, μεταξύ των ιδίων και των εφεσειόντων, δημιουργήθηκε σχέση ενοικιαστή - ιδιοκτήτη ή ότι ανέλαβαν ποτέ δέσμευση αναφορικά με υποχρεώσεις του Α. Μοσχοβάκη σε σχέση με οφειλόμενα από τον τελευταίο στους εφεσείοντες καθυστερημένα ενοίκια ή αναφορικά με οποιασδήποτε μορφής υποχρεώσεις του πρώτου προς τους δεύτερους. Ισχυρίζονται ότι τα ποσά που κατά καιρούς κατέβαλαν στους εφεσείοντες σε σχέση με το υποστατικό, τα κατέβαλλαν κατ' εντολή και για λογαριασμό του Μοσχοβάκη στην κατοχή του οποίου το υποστατικό συνέχισε να βρίσκεται. Σχετικές είναι οι αποδείξεις είσπραξης τις οποίες οι εφεσείοντες εξέδιδαν. Η οποιαδήποτε συνεργασία τους με το Μοσχοβάκη τερματίστηκε με την πτώχευση του τελευταίου.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, θεωρώντας την ενέργεια των εφεσειόντων να προωθήσουν στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων την Αίτηση Ε35/02, εναντίον του Μοσχοβάκη και να πετύχουν απόφαση και διάταγμα έξωσης εναντίον του, ως αποδοχή από πλευράς τους ότι ενοικιαστής και κάτοχος του υποστατικού ήταν ο Μοσχοβάκης και κανένας άλλος, έκρινε την εκδοχή τους περί σύναψης συμφωνίας ενοικίασης του υποστατικού στο Μοσχοβάκη και τους εφεσιβλήτους, ως αντιφατική προς την εκδοχή που παρουσίασαν ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων και ως τέτοια την απέρριψε. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής επισημαίνει στην απόφαση του:
"Οι ενάγοντες με την απόφαση ημερομηνίας 10.7.02 πέτυχαν, εκτός από το διάταγμα έξωσης εναντίον του Α.Μ. την επιδίκαση υπέρ τους του ποσού των £20.000,00 (€34.172,03) πλέον τόκων για καθυστερημένα ενοίκια αλλά και την επιδίκαση υπέρ τους και εναντίον του Α.Μ. ποσού £4.000 (€6.834,41) μηνιαίως ως ενδιάμεσα οφέλη μέχρι παράδοσης ελεύθερης κατοχής του εν λόγω υποστατικού πλέον τόκους. Δηλαδή οι ενάγοντες εν σχέσει με τις αξιώσεις τους εναντίον των εναγομένων στην παρούσα αγωγή (πλην της αξίωσης για τιμωρητικές αποζημιώσεις η οποία εν πάση περιπτώσει δεν προωθήθηκε στα πλαίσια της παρούσας αγωγής) έχουν ήδη πετύχει την έκδοση απόφασης υπέρ τους και εναντίον του Α.Μ. η οποία καλύπτει όλη την περίοδο μέχρι την ανάκτηση της κατοχής εκ μέρους τους του εν λόγω υποστατικού που έλαβε χώρα στην 25.6.04.
Επομένως αφού δεν υπάρχει οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η απόφαση ημερομηνίας 10.7.02 έχει ακυρωθεί ή παραμεριστεί δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η εκδοχή των εναγόντων όπως έχει παρουσιαστεί στην παρούσα αγωγή."
Την περί αντιφατικής εκδοχής των εφεσειόντων, κρίση του, ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής ενισχύει και με αναφορά τόσο στο γεγονός, το οποίο να σημειωθεί συνιστά κοινό έδαφος ανάμεσα στις δύο πλευρές, ότι, σύμφωνα με τις 14 από τις 16 αποδείξεις είσπραξης που οι εφεσείοντες εξέδωσαν για είσπραξη ενοικίων μετά από έκδοση επιταγών του εφεσίβλητου 1, τα χρήματα καταβάλλοντο για λογαριασμό του Μοσχοβάκη, ενώ σύμφωνα με όλες τις αποδείξεις, τα χρήματα εισπράττοντο από τους εφεσείοντες «Άνευ βλάβης της Αίτησης Ε35/02 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως», όσο και στην αδυναμία του βασικού μάρτυρα των εφεσειόντων να δώσει πειστική απάντηση για τη συγκεκριμένη συμπεριφορά των εφεσειόντων αλλά και στην υπεκφυγή του μάρτυρα να εξηγήσει γιατί οι εφεσείοντες αποτάθηκαν στον Επίσημο Παραλήπτη, ο οποίος υπενθυμίζουμε ήταν ο διαχειριστής της περιουσίας του Μοσχοβάκη, για ανάκτηση της κατοχής του υποστατικού, εφόσον η θέση τους ήταν ότι συμβατική σχέση ενοικίασης υπήρχε μεταξύ των εφεσειόντων και των εφεσιβλήτων.
Επίσης, αντιπαραβάλλοντας τον ισχυρισμό του βασικού μάρτυρα των εφεσειόντων, ότι κατά το χρόνο σύναψης της κατ' ισχυρισμό προφορικής συμφωνίας δυνάμει της οποίας οι εφεσείοντες ενοικίασαν το υποστατικό και στους εφεσιβλήτους, ο εφεσίβλητος 2 δεν αποκάλυψε στους εφεσείοντες ότι ενεργούσε εκ μέρους του εφεσίβλητου 1, με το περιεχόμενο συγκεκριμένης απόδειξης είσπραξης που εκδόθηκε την ίδια μέρα από τους εφεσείοντες και αφορούσε καταβολή από τον εφεσίβλητο 1 στους εφεσείοντες ποσού ΛΚ4.500,00 (€7.688,71), σύμφωνα με την οποία το ποσό καταβλήθηκε για λογαριασμό του Μοσχοβάκη, απέρριψε τον εν λόγω ισχυρισμό ως αντιφατικό και μη συνάδοντα με το περιεχόμενο της απόδειξης. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής, προχωρώντας είπε και τα εξής επί της συγκεκριμένης εκδοχής των εφεσειόντων:
".... Ως εκ τούτου και αν ακόμη γινόταν δεκτή η εκδοχή των εναγόντων για ύπαρξη συμβατικής σχέσης μεταξύ των εναγόντων και οποιουδήποτε από τους εναγομένους (που δεν γίνεται δεκτή) αυτή η συμβατική σχέση θα ήτο μεταξύ των εναγόντων και των εναγομένων 1 μόνο αφού ο εναγόμενος 2 αποκάλυψε κατά τη δημιουργία της συμβατικής σχέσης ότι ενεργούσε ως αντιπρόσωπος των εναγομένων 1. (Ευαγγελίδης (Isiro Hotel Assoc.) ν. Κοσμά κ.α. (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 932)."
Το βάσιμο αμφότερων των λόγων έφεσης, διέρχεται, κατά πρώτο λόγο μέσα από την ορθότητα της αξιολόγησης από το πρωτόδικο δικαστήριο της ενέργειας των εφεσειόντων να προωθήσουν την Αίτηση Ε35/2002 και του συμπεράσματος στο οποίο το δικαστήριο κατέληξε στη βάση της εν λόγω αξιολόγησης, ορθότητα την οποία οι εφεσείοντες αμφισβητούν έντονα, και κατά δεύτερο λόγο, μέσα από την πρωτόδικη κρίση ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων, την ορθότητα της οποίας οι εφεσείοντες επίσης αμφισβητούν έντονα.
Σχετικά με τον πρώτο λόγο έφεσης, το παράπονο των εφεσειόντων, βασικά, εστιάζεται στο γεγονός ότι, στη διαμόρφωση της πρωτόδικης κρίσης, καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η προώθηση από τους εφεσείοντες, μετά την κατ' ισχυρισμό ενοικίαση του υποστατικού στους εφεσιβλήτους, της Αίτησης Ε35/02 και η εξασφάλιση, εναντίον του Μοσχοβάκη, απόφασης, για καθυστερημένα ενοίκια και ενδιάμεσα οφέλη, όπως και διατάγματος εκκένωσης και παράδοσης της κατοχής του υποστατικού, στους εφεσείοντες. Προσδίδοντας στη συγκεκριμένη ενέργεια τους, υπέρμετρη, όπως οι εφεσείοντες την χαρακτηρίζουν, βαρύτητα, το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλλε, καθότι στην ουσία αγνόησε την υπόλοιπη μαρτυρία. Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται παράλληλα ότι, ερμηνεύοντας την αναφορά «Άνευ βλάβης της Αίτησης Ε35/02 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως», στις αποδείξεις είσπραξης ενοικίων που οι εφεσείοντες έκδωσαν, ως ενισχυτική της θέσης των εφεσιβλήτων ότι ενεργούσαν για λογαριασμό του Μοσχοβάκη, τον οποίο οι εφεσείοντες θεωρούσαν ως το μόνο ενοικιαστή του υποστατικού, ο πρωτόδικος Δικαστής, όχι μόνο παρερμήνευσε τη συγκεκριμένη αναφορά, αλλά και αγνοώντας τις αντιφάσεις στις οποίες περιέπεσε ο εφεσίβλητος 2, εσφαλμένα απέρριψε την εκδοχή τους ως αναξιόπιστη.
Οι εφεσείοντες υποστήριξαν επίσης, ότι η μαρτυρία του εφεσίβλητου 2, κρινόμενη υπό το φως των αντιφάσεων στις οποίες περιέπεσε, αλλά και υπό το φως του περιεχομένου των τεκμηρίων 16 και 17, το οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο, ως ισχυρίζονται, αγνόησε, θα έπρεπε να είχε απορριφθεί ως αναξιόπιστη. Να σημειωθεί ότι, το τεκμήριο 16 είναι η δήλωση του Μοσχοβάκη στο διαχειριστή της περιουσίας του, ενώ το τεκμήριο 17 αφορά δήλωση του εφεσίβλητου 2 στον Επίσημο Παραλήπτη, εκκαθαριστή της εφεσίβλητης 1 εταιρείας, εκ μέρους της.
Σύμφωνα με τη δήλωση Μοσχοβάκη - σημειώνουμε ότι ο Μοσχοβάκης δεν κλήθηκε να καταθέσει ως μάρτυρας στην πρωτόδικη διαδικασία - η εφεσίβλητη 1 ανέλαβε τη διαχείριση της επιχείρησης με τον εξοπλισμό της, την εξόφληση των διαφόρων πιστωτών της, όπως και την καταβολή του ενοικίου, ενώ εργοδότησε τον ίδιο ως υπάλληλο. Στη δήλωση του εφεσίβλητου 2 στον Επίσημο Παραλήπτη, γίνεται αναφορά από τον εφεσίβλητο 2, σε αγορά της επιχείρησης από την εφεσίβλητη 1 έναντι συγκεκριμένου ποσού. Σημειώνουμε επίσης ότι στην ένορκη μαρτυρία του ο εφεσίβλητος 2 κάμνει αναφορά σε συμφωνία μεταξύ της εφεσίβλητης 1 και του Μοσχοβάκη για διαχείριση της επιχείρησης, χαρακτηρίζοντας το έγγραφο που περιέχει τη σχετική συμφωνία με το Μοσχοβάκη ως «τυπικό έγγραφο ανάληψης». Οι συγκεκριμένες αναφορές, συνιστούν, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, αντιφάσεις ουσιαστικής μορφής οι οποίες πλήττουν την αξιοπιστία του εφεσίβλητου 2 και φανερώνουν διάθεση από πλευράς του να ψευσθεί.
Οι εφεσείοντες προώθησαν τις πιο πάνω θέσεις τους και γενικά συζήτησαν την υπόθεση τους, σε σχέση με τον πρώτο λόγο έφεσης, στη βάση των αρχών της «παράπλευρης συμφωνίας (collateral contract)» και της «μη προώθησης (forbearance)» και διαζευκτικά, της «αντικατάστασης (novation)».
Ήταν η θέση των εφεσειόντων ότι είχαν αναλάβει και αυτό είτε δυνάμει ρητού όρου της μεταξύ αυτών και των εφεσιβλήτων προφορικής συμφωνίας ημερομηνίας 8/3/2002, με την οποία υπενθυμίζουμε, ενοικίασαν, όπως ισχυρίζονται, στους εφεσιβλήτους το υποστατικό, είτε δυνάμει παράπλευρης συμφωνίας (collateral contract), την υποχρέωση να μην προωθήσουν την Αίτηση Ε35/02, εναντίον του Μοσχοβάκη, αν οι εφεσίβλητοι τηρούσαν τη δική τους συμβατική υποχρέωση να καταβάλλουν το ενοίκιο. Εφόσον οι εφεσίβλητοι δεν τήρησαν τη συγκεκριμένη συμβατική υποχρέωση τους, οι εφεσείοντες δεν υποχρεούντο, σύμφωνα με την εισήγηση τους, στην τήρηση της δικής τους συμβατικής υποχρέωσης. Επομένως, το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλλε, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσε την ενέργεια τους να προωθήσουν τη συγκεκριμένη αίτηση και πολύ περισσότερο έσφαλλε προσδίδοντας στην εν λόγω ενέργεια τους, τη βαρύτητα που της προσέδωσε.
Διαζευκτικά και σε περίπτωση που η θέση των εφεσιβλήτων ότι με τη συμφωνία εφεσίβλητης 1 - Μοσχοβάκη, στην οποία ο εφεσίβλητος 2 στη μαρτυρία του, αναφέρθηκε ως «τυπικό έγγραφο ανάληψης», η εφεσίβλητη 1 δεν αγόρασε αλλά απλά ανέλαβε τη διαχείριση της επιχείρησης, γίνει δεκτή, οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι με την εν λόγω συμφωνία, αντικαταστάθηκε η συμφωνία δυνάμει της οποίας είχαν ενοικιάσει αρχικά το υποστατικό στο Μοσχοβάκη, με αποτέλεσμα η εφεσίβλητη 1 «να βρεθεί σε απ' ευθείας συμβατική σχέση με τους ενάγοντες (εφεσείοντες) εις αντικατάσταση του Μοσχοβάκη». Σε τέτοια περίπτωση, το πρωτόδικο δικαστήριο απέτυχε, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, να εντοπίσει και να αξιολογήσει τη συμβατική σχέση εφεσίβλητης 1 - Μοσχοβάκη, άσχετα αν αυτή, στην πορεία, εγκαταλείφθηκε και αντικαταστάθηκε με την προφορική συμφωνία 8/3/2002. «Αυτό που είναι σημαντικό», υποστηρίζει η επί του προκειμένου εισήγηση των εφεσειόντων, «είναι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο απέτυχε να αξιολογήσει τη νομική υπόσταση του εγγράφου ανάληψης και ζήμιωσε την υπόθεση των εναγόντων (εφεσειόντων) διότι, εφόσον απέρριψε τον ισχυρισμό τους περί της μεταγενέστερης νέας συμφωνίας ημερομηνίας 8/2/02 με τους 2 εναγόμενους (εφεσίβλητους) ως μέρη, αποστέρησε από τους ενάγοντες (εφεσείοντες) την ευκαιρία να επιτύχουν στην αγωγή τους, έστω και μόνο εναντίον των εναγόμενων 1 (εφεσίβλητης 1), ως εχόντων απ' ευθείας συμβατική σχέση με τους ενάγοντες (εφεσείοντες), λόγω novation ......».
Έχουμε ήδη επισημάνει τις πτυχές της μαρτυρίας μέσα από τις οποίες διέρχεται το βάσιμο των προβαλλόμενων στα πλαίσια αμφότερων των λόγων έφεσης, θέσεων των εφεσειόντων.
Στην κρινόμενη περίπτωση, όντως το γεγονός που βάρυνε, καθοριστικά στη διαμόρφωση της κρίσης του πρωτόδικου δικαστηρίου σχετικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων, ήταν η προώθηση από τους εφεσείοντες της Αίτησης Ε35/02. Έχουμε την άποψη ότι ορθά κατά τη γνώμη μας, το πρωτόδικο δικαστήριο προσέδωσε στη συγκεκριμένη ενέργεια των εφεσειόντων τη βαρύτητα που της προσέδωσε και συνεπώς, ορθά κατέληξε ότι η εκδοχή των εφεσειόντων περί ενοικίασης του υποστατικού στους εφεσιβλήτους, αντιπαραβαλλόμενη, με την ενέργεια τους να προωθήσουν την Αίτηση Ε35/02 εναντίον του Μοσχοβάκη είναι, κρινόμενη υπό το φως του συνόλου της μαρτυρίας, αντιφατική. Είναι πιστεύουμε αρκετό να επισημάνουμε: Ότι η προώθηση της αίτησης έλαβε χώρα μετά την κατ' ισχυρισμό ενοικίαση του υποστατικού στους εφεσιβλήτους, ότι η απόφαση που εξασφαλίστηκε στα πλαίσια της αφορούσε καθυστερημένα ενοίκια και ενδιάμεσα οφέλη αναφορικά και με περίοδο κατά την οποία το υποστατικό ήταν, σύμφωνα με την εκδοχή των εφεσειόντων, ενοικιασμένο στους εφεσιβλήτους και τέλος, τόσο το γεγονός ότι τα ενοίκια καταβάλλοντο από τους εφεσιβλήτους για λογαριασμό του Μοσχοβάκη και εισπράττοντο από τους εφεσείοντες άνευ βλάβης των δικαιωμάτων τους αναφορικά με την Αίτηση Ε35/02, όσο και την αδυναμία του βασικού μάρτυρα των εφεσειόντων να δώσει πειστικές απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα που αφορούσαν τη συμπεριφορά των εφεσειόντων και στα οποία έχουμε ήδη αναφερθεί με λεπτομέρεια πιο πάνω.
Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν βέβαια, όπως έχουμε ήδη επισημάνει και ότι η ένορκη μαρτυρία του εφεσίβλητου 2 θα έπρεπε να είχε απορριφθεί ως αναξιόπιστη. Πιστεύουμε ότι κοινοτυπούμε επαναλαμβάνοντας την αρχή ότι το θέμα αξιολόγησης μαρτυρίας ανήκει κατά κύριο λόγο στο πρωτόδικο δικαστήριο και ότι επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο εκεί όπου οι διαπιστωθείσες αντιφάσεις είναι ουσιαστικής μορφής και δημιουργούν ρήγμα στην υπόθεση, φανερώνοντας διάθεση του μάρτυρα να ψευσθεί ή οι διαπιστώσεις του δικαστηρίου δεν βρίσκουν έρεισμα στη μαρτυρία που έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη από το πρωτόδικο δικαστήριο. (Βλ. Γεωργία Παναγιώτου κ.ά. ν. Επίσημου Παραλήπτη ως Προσωρινού Εκκαθαριστή της περιουσίας της Westside Engineering Ltd., Πολιτική Έφεση Αρ. 48/2007, ημερομηνίας 17/10/12).
Διεξήλθαμε την εν λόγω μαρτυρία και γενικά το ενώπιον μας υλικό, ιδιαίτερα τις πτυχές εκείνες στις οποίες μας έχουν παραπέμψει οι ευπαίδευτες συνήγοροι. Στις εν λόγω πτυχές, έχουμε κάμει αναφορά πιο πάνω. Δεν εντοπίσαμε τίποτε παράλογο ή αυθαίρετο στα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου που θα μπορούσε να δικαιολογήσει επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή της επί του προκειμένου κρίσης του. Ιδιαίτερα, όσον αφορά κάποιες παραδοχές του εφεσίβλητου 2, όπως η παραδοχή ότι κατά την περίοδο 1/2/2002 - 31/12/2003 ο Μοσχοβάκης είχε δηλωθεί από τους εφεσίβλητους 1 ως υπάλληλος τους, όπως και αναφορικά με κάποιες πτυχές της μαρτυρίας των Μ.Ε.2 και Μ.Ε.3, οι οποίες δεν αμφισβητήθηκαν από τους εφεσιβλήτους, έχουμε την άποψη ότι αυτές δεν μπορούν να διαφοροποιήσουν τα δεδομένα και ειδικότερα να οδηγήσουν, είτε από μόνες τους, είτε σε συνδυασμό με την υπόλοιπη μαρτυρία, στο συμπέρασμα ότι μεταξύ των διαδίκων υπήρχε η ισχυριζόμενη από τους εφεσείοντες συμβατική σχέση. Επίσης, δεν διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στον τρόπο με τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο προσέγγισε κάποιες αναφορές στη γραπτή δήλωση Μοσχοβάκη στο διαχειριστή της περιουσίας του και ιδιαίτερα την αναφορά περί ανάληψης της επιχείρησης από τους εφεσίβλητους 1 και της εργοδότησης του ως υπαλλήλου τους. Οι εν λόγω αναφορές δεν μπορούν να εξομοιωθούν με αναφορές στα πλαίσια ένορκης μαρτυρίας, εφόσον ο Μοσχοβάκης δεν κλήθηκε να καταθέσει ως μάρτυρας. Οι συγκεκριμένες αναφορές συνιστούν εξ ακοής μαρτυρία, αποδεκτή μεν και υπαγόμενη σε αξιολόγηση, πλην όμως το μέγεθος της βαρύτητας που δίνεται σε τέτοια μαρτυρία αποτελεί θέμα που εμπίπτει στη διακριτική εξουσία του πρωτόδικου δικαστηρίου, διακριτική εξουσία η οποία στην προκείμενη περίπτωση, ασκήθηκε ορθά.
Δεν διαφεύγει της προσοχής μας τα όσα περί των αρχών της «αντικατάστασης» και της «παράπλευρης συμφωνίας», επικαλέστηκαν ενώπιον μας οι εφεσείοντες. Επί τούτου, θα περιοριστούμε στην επισήμανση ότι οι θέσεις αυτές όχι μόνο δεν προβλήθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, αλλά ούτε και δικογραφήθηκαν, γεγονός που σφραγίζει και τη μοίρα τους. Αντίθετα, το υποστατικό, σύμφωνα με τη δικογραφημένη θέση των εφεσειόντων, ενοικιάστηκε στους εφεσιβλήτους και το Μοσχοβάκη δυνάμει προφορικής συμφωνίας ημερομηνίας 8/3/2002, ρητός όρος της οποίας ήταν η ανάληψη υποχρέωσης από πλευράς εφεσειόντων να μην προωθήσουν την Αίτηση Ε35/02 εφόσον οι εφεσίβλητοι κατέβαλλαν το ενοίκιο. Καμιά αναφορά στην έκθεση απαίτησης περί «αντικατάστασης» ή περί «παράπλευρης συμφωνίας». Εξάλλου, ο όρος «Αντικατάσταση» (Novation) όπως αυτός χρησιμοποιείται στο άρθρο 62 του Κεφ. 149, υποδηλεί, σύμφωνα με τη νομολογία, τη δημιουργία μεταξύ των συμβαλλομένων και/ή άλλων νέας σύμβασης σε αντικατάσταση της ήδη υφιστάμενης (Ελληνική Τράπεζα Λτδ. ν. Πολυδωρίδης (1993) 1 Α.Α.Δ. 68, Τράπεζα Κύπρου Λτδ. ν. Κουδουνάρης (1995) 1 Α.Α.Δ. 641 και σύγγραμμα Pollock & Mulla, Indian Law of Contract and Specific Relief Acts, 9η Έκδοση σελ. 434 κ.έ.). Και στην κρινόμενη περίπτωση η σύναψη νέας συμφωνίας και δη συμφωνίας δυνάμει της οποίας η εφεσίβλητη 1 ανέλαβε τη διαχείριση της επιχείρησης από το Μοσχοβάκη προς αντικατάσταση της συμφωνίας ημερομηνίας 8/3/2002 μεταξύ εφεσειόντων - Μοσχοβάκη δεν είναι παραδεκτή από τους εφεσείοντες.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, ο πρώτος λόγος έφεσης δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Η κατάληξη μας αναφορικά με τον πρώτο λόγο έφεσης σφραγίζει ουσιαστικά και τη μοίρα του δεύτερου λόγου έφεσης, με τον οποίο αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης κρίσης αναφορικά με τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων περί παράνομης επέμβασης από τους εφεσιβλήτους στο υποστατικό των εφεσειόντων, ισχυρισμούς τους οποίους το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε ως ατεκμηρίωτους.
Ούτε και ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης μπορεί να επιτύχει. Οι σχετικοί ισχυρισμοί των εφεσειόντων έχουν σαν υπόβαθρο τη μαρτυρία του Μ.Ε.1, η οποία όμως για λόγους που εξειδικεύονται στην πρωτόδικη απόφαση, ορθά απορρίφθηκε ως μη πειστική. Συγκεκριμένα, ο ισχυρισμός του μάρτυρα ότι φορτηγό της εφεσίβλητης 1, θεάθηκε από τρίτα πρόσωπα, ενοίκους του κτιριακού συγκροτήματος επί του οποίου βρίσκεται το υποστατικό έξω από την πολυκατοικία στις 8/1/2004 να φορτώνει έπιπλα, απορρίφθηκε, ορθά κατά τη γνώμη μας, γιατί, πέραν του γεγονότος ότι αυτός αποτελούσε εξ ακοής μαρτυρία, η ταυτότητα των ενοίκων δεν είχε αποκαλυφθεί στο δικαστήριο, ούτε και τα εν λόγω πρόσωπα κλήθηκαν να καταθέσουν ως μάρτυρες, ενώ ο ισχυρισμός του ιδίου μάρτυρα ότι τα κλειδιά του υποστατικού τα είχε στην κατοχή του ο εφεσίβλητος 2, απορρίφθηκε, ορθά και πάλι κατά τη γνώμη μας, ως εδραζόμενος επί ανεπαρκούς μαρτυρίας.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, ούτε ο λόγος έφεσης 2 μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται στο σύνολο της, με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
/ΔΓ