ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Γρηγορίου Δέσποινα (Αρ. 1) (2002) 1 ΑΑΔ 1815
Γρηγορίου Δέσποινα (Αρ. 2) (2002) 1 ΑΑΔ 1821
Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 ΑΑΔ 878
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΤΙΜΙΝΝΗ κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 33/2013, 15/2/2013
Τίμιννης Σωκράτης και Άλλη (Αρ. 1) (2013) 1 ΑΑΔ 383
Κρασοπούλη Αναστάσιος (2013) 1 ΑΑΔ 492
Jakab Csaba ν. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 204
SINGH KHUSHWANT , Αρ. Aίτησης 31/2013, 23/12/2013
SHIRIN MOHAMMADI (FATEMEH SAIKHANI GHAZVINI), Αίτηση Αρ. 33/2013, 11/12/2013
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.8
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2013) 1 ΑΑΔ 661
20 Μαρτίου, 2013
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΑ, ΔΙ' ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΩΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ CERTIORARI KAI PROHIBITION,
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΑΡΘΡΟ 22(4) ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Θ.40 Δ.8,
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 874/1996 ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 2.2.2012 ΓΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ Π.Ε.Δ. κ. Γ. ΑΡΕΣΤΗ ΗΜΕΡ. 1.7.1998 ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ/ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΗΜΕΡ. 25.9.2012 ΤΟΥ Ε.Δ. κ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ ΑΡ. 33/2013 ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ ΑΡ. 31/2013.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 43/2013)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Prohibition ― Απόρριψη αίτησης παραχώρησης άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari, προς ακύρωση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία διατάχθηκε η ανανέωση εκτέλεσης τελικής απόφασης αγωγής, ως επίσης και για καταχώρηση αίτησης Prohibition για έκδοση απαγόρευσης προς το Επαρχιακό Δικαστήριο να προχωρήσει με την ενώπιον του διαδικασία σε Ειδοποίηση και σε Αίτηση Πτώχευσης που είχαν καταχωρηθεί συνεπεία της ανανέωσης εκτέλεσης απόφασης ― Απουσία εξαιρετικών περιστάσεων συνεπεία μη βάσιμου ισχυρισμού περί έλλειψης δικαιοδοσίας.
Η Αιτήτρια επιδίωξε την παραχώρηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης για την έκδοση δύο προνομιακών ενταλμάτων, ένα της φύσεως Certiorari και ένα Prohibition, με στόχο την ακύρωση της απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκε η ανανέωση εκτέλεσης τελικής απόφασης αγωγής και την έκδοση απαγόρευσης προς Επαρχιακό Δικαστήριο να προχωρήσει με την ενώπιον του διαδικασία σε Ειδοποίηση Πτώχευσης και σε Αίτηση Πτώχευσης που είχαν καταχωρηθεί συνεπεία της ανανέωσης εκτέλεσης απόφασης.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, οι ενάγοντες σε αγωγή στην οποία εκδόθηκε απόφαση εναντίον της Αιτήτριας, έλαβαν μέτρα εκτέλεσης της απόφασης, με αποτέλεσμα η Αιτήτρια να πληρώσει έναντι του χρέους της διάφορα ποσά.
Παραταύτα, η τελευταία, συνέχισε να οφείλει μέχρι 2.2.2012, που καταχωρήθηκε η αίτηση για άδεια εκτέλεσης, το ποσό των €20.332,40, πλέον €1.739,36 έξοδα της αγωγής, πλέον τόκο.
Επειδή σε κάποιο στάδιο είχαν παρέλθει 10 χρόνια από την ημερομηνία έκδοσης της πιο πάνω απόφασης, οι Ενάγοντες στην εν λόγω αγωγή αιτήθηκαν από Επαρχιακό Δικαστήριο την παραχώρηση άδειας για εκτέλεση της απόφασης στην πιο πάνω αγωγή την οποία και έλαβαν.
Ύστερα από την παραχώρηση άδειας, οι Ενάγοντες στην Αγωγή, επέδωσαν στην Αιτήτρια Ειδοποίηση Πτώχευσης και η Αιτήτρια καταχώρησε ακολούθως αίτηση παραμερισμού της.
Η συγκεκριμένη αίτηση επιδόθηκε στους δικηγόρους των Εναγόντων δύο μέρες αργότερα, και πριν ακόμα ακουστεί η αίτηση της Αιτήτριας για παραμερισμό, οι Ενάγοντες καταχώρησαν εναντίον της, την Αίτηση Πτώχευσης.
Με την αίτηση για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων η Αιτήτρια υποστήριξε ότι:
α) Υπήρχε εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση για υπέρβαση δικαιοδοσίας και έκδηλης παρανομίας.
β) Το πρωτόδικο δικαστήριο τελώντας υπό έκδηλη νομική πλάνη εξέδωσε διάταγμα παραχωρώντας άδεια για εκτέλεση της απόφασης με αποτέλεσμα να υπερβεί τις εξουσίες που παρέχει το Άρθρο 22(4) του περί Δικαστηρίων Νόμου, καθότι το αμφισβητούμενο ποσό ή η αξία του ακινήτου υπερέβαινε τα όρια της δικαιοδοσίας του Δικαστού που επιλήφθηκε της απόφασης.
γ) Δεν υπήρχε εναλλακτικό ένδικο μέσο, αλλά ακόμα και αν θεωρείτο ότι υπήρχε, στην προκειμένη περίπτωση υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες δικαιολογούσαν την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Στην προκειμένη περίπτωση η Αιτήτρια δεν είχε αποδείξει ότι υπήρχε εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση για έλλειψη δικαιοδοσίας.
2. Η αίτηση των Εναγόντων για άδεια για εκτέλεση απόφασης, καταχωρήθηκε και ορθά τέθηκε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή, εφόσον το μέτρο εκτέλεσης που επιθυμούσαν να λάβουν οι Ενάγοντες αφορούσε σε ποσό που ήταν εντός της αρμοδιότητας του, όπως αυτή προσδιορίζεται στο Άρθρο 22(3)(α) του Νόμου 14/60, το οποίο εφαρμόζεται δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 87, του Κεφ. 5.
3. Ο Επαρχιακός Δικαστής που επιλήφθηκε της αίτησης και εξέδωσε το σχετικό διάταγμα, είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει διαφορές μέχρι €100.000. Η επίδικη διαφορά που παρέμεινε μετά την παράδοση της οικίας, ήταν πολύ πιο κάτω από το ποσό των €100.000.
4. Δεν ήταν ορθή η εισήγηση του συνηγόρου της Αιτήτριας ότι στο ποσό της επίδικης διαφοράς θα έπρεπε να συμπεριληφθεί και η αξία της οικίας που ήταν επίδικη στην πρωτόδικη υπόθεση, παρά το γεγονός ότι η κατοχή είχε ήδη παραδοθεί στους Ενάγοντες.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κρασοπούλης (2013) 1 Α.Α.Δ. 492,
Τράπεζα Κύπρου (2012) 1 Α.Α.Δ. 878,
Γρηγορίου (Αρ. 1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1815,
Γρηγορίου (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1821.
Αίτηση.
Φρ. Χατζηχάννας, για την Αιτήτρια.
Cur. adv. vult.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την αίτηση η Αιτήτρια ζητά άδεια για να καταχωρήσει αίτηση για την έκδοση δύο προνομιακών ενταλμάτων, ένα του τύπου Certiorari και ένα του τύπου Prohibition. Με το πρώτο επιδιώκεται η εξασφάλιση άδειας για καταχώρηση αίτησης με στόχο την ακύρωση της απόφασης ημερ. 25.9.2012 Επαρχιακού Δικαστή, με την οποία διατάχθηκε η ανανέωση εκτέλεσης της τελικής απόφασης ημερ. 1.7.1998 στα πλαίσια της Αγωγής Αρ. 874/96 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Με τη δεύτερη, επιδιώκεται η εξασφάλιση άδειας για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος τύπου Prohibition, με στόχο να απαγορευθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να προχωρήσει με την ενώπιον του διαδικασία στην Ειδοποίηση Πτώχευσης Αρ. 33/2013 και στην Αίτηση Πτώχευσης Αρ. 31/2013, ημερ. 31.1.2013.
Σύμφωνα με τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μου, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την 1.7.1998 εξέδωσε απόφαση στην Αγωγή Αρ. 874/96, με την οποία διατάχθηκε η Αιτήτρια (Εναγόμενη στην αγωγή) όπως παραδώσει ελεύθερη κατοχή μιας οικίας στους Ενάγοντες στην αγωγή, με αναστολή εκτέλεσης για περίοδο 18 μηνών από τότε. Περαιτέρω, το Δικαστήριο διέταξε την Αιτήτρια να πληρώνει στους Ενάγοντες στην αγωγή το ποσό των £200 μηνιαίως από 1.7.1998 και για όση περίοδο διαρκεί η αναστολή εκτέλεσης του διατάγματος υπό μορφή αποζημιώσεων. Περαιτέρω, διατάχθηκε να καταβάλει τα έξοδα, πλέον τόκο.
Όπως προκύπτει από το Τεκμήριο 2 που επισυνάπτεται στην αίτηση, η Αιτήτρια στις 18.2.2000 αιτήθηκε και εξασφάλισε αναστολή της εκτέλεσης της πιο πάνω απόφασης, μέχρι τις 17.3.2000. Την 1.11.2001 φαίνεται ότι η Αιτήτρια εγκατέλειψε και παρέδωσε ελεύθερη κατοχή της οικίας, με αποτέλεσμα να παραμείνει προς εκτέλεση μόνο το δεύτερο σκέλος της απόφασης, το οποίο αφορούσε στα ενοίκια κατά την περίοδο από 1.7.1998 μέχρι 1.11.2001 που παραδόθηκε η κατοχή της οικίας. Φαίνεται ότι γι' αυτό το μέρος της απόφασης δόθηκε περαιτέρω αναστολή, η οποία τελικά ακυρώθηκε από το δικαστήριο στις 14.2.2003. Μετά την άρση της αναστολής οι Ενάγοντες στην αγωγή έλαβαν μέτρα εκτέλεσης της απόφασης, με αποτέλεσμα η Αιτήτρια να πληρώσει έναντι του χρέους της διάφορα ποσά. Όμως παρά τα μέτρα εκτέλεσης που λήφθηκαν εναντίον της, συνέχισε να οφείλει μέχρι 2.2.2012, που καταχωρήθηκε η αίτηση για άδεια εκτέλεσης, το ποσό των €20.332,40, πλέον €1.739,36 έξοδα της αγωγής, πλέον τόκο.
Επειδή σε κάποιο στάδιο είχαν παρέλθει 10 χρόνια από την ημερομηνία έκδοσης της πιο πάνω απόφασης, οι Ενάγοντες στην Αγωγή Αρ. 874/96, στις 2.2.2012 αιτήθηκαν από Επαρχιακό Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας όπως τους παραχωρήσει άδεια για εκτέλεση της απόφασης στην πιο πάνω Αγωγή. Στις 25.9.2012 εκδόθηκε το αιτούμενο διάταγμα, με το οποίο δίδετο άδεια για εκτέλεση της απόφασης ημερ. 1.7.1998 για 2 έτη από 25.9.2012.
Μετά την άδεια που δόθηκε, στις 21.1.2013 οι Ενάγοντες στην Αγωγή 874/96, επέδωσαν στην Αιτήτρια την Ειδοποίηση Πτώχευσης με Αρ. 33/2013 για το ποσό των €16.262,48 το οποίο σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, συνέχισε να οφείλεται (βλ. Τεκμήριο 2). Η Αιτήτρια καταχώρησε στις 25.1.2013 αίτηση παραμερισμού της Ειδοποίησης Πτώχευσης. Η συγκεκριμένη αίτηση επιδόθηκε στους δικηγόρους των Εναγόντων στις 29.1.2013, όμως δύο μέρες αργότερα, δηλαδή στις 31.1.2013 και πριν ακόμα ακουστεί η αίτηση της Αιτήτριας για παραμερισμό της Ειδοποίησης Πτώχευσης, οι Ενάγοντες καταχώρησαν εναντίον της την Αίτηση Πτώχευσης 31/2013.
Στο μεταξύ η Ειδοποίηση Πτώχευσης 33/2013 που ήταν ορισμένη για οδηγίες στις 7.3.2013, ορίστηκε για ακρόαση στις 11.3.2013, ενώ στην Αίτηση Πτώχευσης 31/2013 η Αιτήτρια είχε χρόνο μέχρι τις 22.3.2013, για να καταχωρήσει την ένστασή της.
Μπροστά σ' αυτές τις εξελίξεις, η Αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα αίτηση. Όπως υποστηρίζει στην ένορκη δήλωσή της, θα πρέπει να της παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια για να καταχωρήσει αίτηση για έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Prohibition, καθότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση για υπέρβαση δικαιοδοσίας και έκδηλης παρανομίας. Όπως ισχυρίζεται, το πρωτόδικο δικαστήριο τελώντας υπό έκδηλη νομική πλάνη εξέδωσε διάταγμα παραχωρώντας άδεια για εκτέλεση της απόφασης για περίοδο δύο ετών, με αποτέλεσμα να υπερβεί τις εξουσίες που παρέχει το Άρθρο 22(4) του περί Δικαστηρίων Νόμου, καθότι το αμφισβητούμενο ποσό ή η αξία του ακινήτου υπερέβαινε τα όρια της δικαιοδοσίας του Δικαστού που επιλήφθηκε της απόφασης. Όπως εξήγησε ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αιτήτριας κατά την αγόρευση του, ο Δικαστής που επιλήφθηκε της αίτησης για ανανέωση της απόφασης δεν είχε δικαιοδοσία, αφού η αίτηση δεν ενέπιπτε εντός της καθορισμένης κλίμακας ως προς την καθ' ύλη αρμοδιότητα, όπως αυτή καθορίζεται από το Άρθρο 22(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου. Όπως ανέφερε, δικαιοδοσία για έκδοση διατάγματος ανανέωσης της εκτέλεσης, έχει μόνο ομοβάθμιος με το δικαστή που εξέδωσε την απόφαση στην αγωγή, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν ο κ. Γ. Αρέστης, Π.Ε.Δ., όπως ήταν τότε και όχι ο Επαρχιακός Δικαστής που επιλήφθηκε της αίτησης. Η Αιτήτρια αναφέρει ότι ο δικηγόρος της εντόπισε το νομικό σφάλμα στις 7.2.2013, όταν προετοιμαζόταν για την ακρόαση της Ειδοποίησης Πτώχευσης, γι' αυτό και αποτάθηκε στο Δικαστήριο με κάποια καθυστέρηση.
Τέλος, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αιτήτριας στην αγόρευσή του εισηγήθηκε ότι η αίτηση θα πρέπει να εγκριθεί, καθότι πληροί όλες τις προϋποθέσεις, δεν υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο, αλλά ακόμα και αν θεωρηθεί ότι υπάρχει, το Δικαστήριο θα πρέπει να βρει ότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες δικαιολογούν την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.
Οι αρχές της νομολογίας με βάση τις οποίες παραχωρείται άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari και Prohibition είναι καλά γνωστές και δεν θα τις επαναλάβω (βλ. πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην Κρασοπούλης (2013) 1 Α.Α.Δ. 492, και Τράπεζα Κύπρου (2012) 1 Α.Α.Δ. 878).
Στην προκειμένη περίπτωση δεν έχω ικανοποιηθεί ότι η Αιτήτρια έχει αποδείξει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση για έλλειψη δικαιοδοσίας. Το Άρθρο 87 του περί Πτώχευσης Νόμου, Κεφ. 5, προβλέπει ότι δικαιοδοσία σε πτώχευση έχουν τα επαρχιακά δικαστήρια και κατά την ενάσκηση της δικαιοδοσίας τους δυνάμει του Κεφ. 5 θα έχουν όλες τις εξουσίες που παρέχονται σε Επαρχιακά Δικαστήρια, όπως κατά την εκδίκαση «αστικής αγωγής». Το Άρθρο 22(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, μεταξύ άλλων προβλέπει ότι έκαστος Επαρχιακός Δικαστής (όπως είναι ο δικαστής που έχει επιληφθεί της αίτησης για ανανέωση της εκτέλεσης) έχει αρμοδιότητα να ακούει και αποφασίζει για:-
«22(3)(α) Οποιαδήποτε αγωγή στην οποία το αμφισβητούμενο ποσό ή η αξία της επίδικης διαφοράς δεν υπερβαίνει προκειμένου περί Ανώτερου Επαρχιακού Δικαστή τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000,00) και προκειμένου περί Επαρχιακού Δικαστή τις εκατόν χιλιάδες ευρώ (€100.000,00).»
Επίσης το Άρθρο 22(5) προβλέπει ότι το αμφισβητούμενο ποσό ή η αξία της επίδικης διαφοράς «..θα είναι το ποσό ή η αξία η πραγματικώς εν αμφισβητήσει μεταξύ των διαδίκων..».
Στην προκειμένη περίπτωση η αίτηση των Εναγόντων για άδεια για εκτέλεση της απόφασης ημερ. 1.7.1998, καταχωρήθηκε και ορθά τέθηκε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή, εφόσον το μέτρο εκτέλεσης που επιθυμούσαν να λάβουν οι Ενάγοντες αφορούσε σε ποσό που ήταν εντός της αρμοδιότητας του, όπως αυτή προσδιορίζεται στο Άρθρο 22(3)(α) του Νόμου 14/60, το οποίο όπως έχω αναφέρει εφαρμόζεται δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 87, του Κεφ. 5. Ο Επαρχιακός Δικαστής που επιλήφθηκε της αίτησης και εξέδωσε το σχετικό διάταγμα, είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει διαφορές μέχρι €100.000. Όπως έχω αναφέρει, η επίδικη διαφορά που παρέμεινε μετά την παράδοση της οικίας, ήταν πολύ πιο κάτω από το ποσό των €100.000.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αιτήτριας προβάλλει ότι στο ποσό της επίδικης διαφοράς θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η αξία της οικίας, παρά το γεγονός ότι η κατοχή έχει ήδη παραδοθεί στους Ενάγοντες. Δεν συμφωνώ με την εισήγηση, την οποία θεωρώ αυθαίρετη και αβάσιμη. Οι υποθέσεις στις οποίες έκαμε αναφορά, καθόλου δεν υποστηρίζουν τη θέση του. Στις δύο υποθέσεις Γρηγορίου (Αρ. 1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1815 και Γρηγορίου (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1821 αντίστοιχα, το ποσό για το οποίο ζητήθηκε η εκτέλεση της απόφασης, υπερβαίνει τη δικαιοδοσία που είχε τότε Επαρχιακός Δικαστής, δυνάμει του Άρθρου 22(3) του Νόμου 14/60.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.