ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 1202
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 236/2010)
13 Ιουνίου 2013
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π/ρος, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ/στές]
INVESTYLIA PUBLIC COMPANY LTD,
Εφεσείουσα
- ΚΑΙ -
ΤΖΟΖΕΦΙΝ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΟΥ,
Εφεσίβλητης
---------------------------------
Αίτηση ημερ. 25 Ιανουαρίου 2013
Λ. Λουκαΐδης, για την Αιτήτρια-Εφεσείουσα.
Τ. Κουκούνης, για την Καθ΄ ης η αίτηση-Εφεσίβλητη.
-------------------------------------
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Επί της αποφάσεως ημερ. 31.5.2010 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, με την οποία εκδόθηκε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας για το ποσό των €12.831,60 πλέον τόκο και έξοδα, ασκήθηκε έφεση που περιέχει 16 συναπτούς λόγους.
Η έφεση τέθηκε ενώπιον του Εφετείου το οποίο έδωσε οδηγίες για την καταχώρηση των σχετικών περιγραμμάτων, τα οποία και καταχωρήθηκαν. Πριν τον ορισμό της έφεσης για ακρόαση, καταχωρήθηκε αίτηση ημερ. 25.1.2013 για τροποποίηση των λόγων εφέσεως με την προσθήκη και 17ου λόγου, ο οποίος θα αφορά την, κατά την άποψη της εφεσείουσας, λανθασμένη απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να μην απορρίψει την ενώπιον του αγωγή λόγω μακράς καθυστέρησης εκ μέρους της εφεσίβλητης στην έγερση της αξίωσης της.
Η βάση της αίτησης, η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου που εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο του δικηγόρου της εφεσείουσας, είναι ότι η προσθήκη και 17ου λόγου εφέσεως είναι αναγκαία γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε την υπάρχουσα νομολογία, ενώ ενισχύεται η πεποίθηση περί λάθους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, μετά την έκδοση άλλης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας σε παρόμοια υπόθεση και συγκεκριμένα στη G.PH. Ioannides Finance and Investments Limited v. Investylia Public Company Limited, αγωγή υπ΄ αρ. 642/08, ημερ. 30.3.2012, στην οποία το εκεί Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή λόγω καθυστέρησης. Πίστη της ομνύουσας είναι ότι θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης η εξέταση όλων των νομικών θεμάτων που σχετίζονται με την παρούσα έφεση και θα ήταν ορθό και δίκαιο να δοθεί η ευκαιρία στην εφεσείουσα να αναπτύξει και τον προτεινόμενο πρόσθετο λόγο, με δεδομένο ότι η έφεση δεν έχει ακόμη οριστεί για ακρόαση.
Η αίτηση αντιμετώπισε την ένσταση της εφεσίβλητης, η οποία ουσιαστικά εισηγείται ότι ο επιπρόσθετος αυτός λόγος έφεσης αφορά ζήτημα το οποίο ουδέποτε ηγέρθηκε στο δικόγραφο της υπεράσπισης της εφεσείουσας, ούτε ηγέρθηκε στο στάδιο των αγορεύσεων της ακροαματικής διαδικασίας πρωτοδίκως και δεν αποτέλεσε επίδικο θέμα ενώπιον του. Συνεπώς, καταχρηστικά και αδικαιολόγητα επιδιώκεται τώρα η προσθήκη αυτού του λόγου έφεσης. Περαιτέρω, η προτεινόμενη τροποποίηση εισάγεται μετά την εκπνοή της προβλεπόμενης προθεσμίας για καταχώρηση έφεσης, εν πάση δε περιπτώσει επιδιώκει την εισαγωγή ενός εντελώς νέου λόγου έφεσης που δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τους υπόλοιπους 16 λόγους έφεσης. Τα περιγράμματα αγόρευσης έχουν ήδη καταχωρηθεί και, επομένως, θα υπάρξει ανατροπή στον προγραμματισμό της έφεσης, ενώ δεν δικαιολογείται επαρκώς η καθυστέρηση στην καταχώρηση της αίτησης αυτής. Τέλος, η όμνυση της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση, έγινε παράτυπα και αντικανονικά από δικηγόρο χωρίς να εξηγείται ο λόγος για τον οποίο δεν ορκίστηκε η ίδια η εφεσείουσα (μια Κυπριακή εταιρεία), μέσω των διευθυντών της, οι οποίοι και διαμένουν στη Δημοκρατία.
Η πλευρά της εφεσείουσας θεωρεί την αίτηση τροποποίησης ως ένα μέτρο που θα θέσει ενώπιον του Εφετείου όλα τα θέματα προς συζήτηση περιλαμβανομένου και του λόγου της καθυστέρησης, χωρίς να ζημιώνεται η πλευρά της εφεσίβλητης καθ΄ οιονδήποτε τρόπο εφόσον θα αποζημιωθεί με έξοδα. Αντίθετα, στην εκτεταμένη αγόρευση του ο κ. Κουκούνης υποστήριξε τους λόγους ένστασης με αναφορά σε σχετική νομολογία επιμένοντας ότι δεν θα πρέπει να τροποποιηθεί σε αυτό το στάδιο το εφετήριο με την προσθήκη ενός εντελώς ξένου προς τους υπόλοιπους λόγους έφεσης νέου θέματος, ιδιαιτέρως εφόσον με την αίτηση σκοπείται η αναμόρφωση των λόγων έφεσης μετά την εκπνοή της προθεσμίας για την καταχώρηση έφεσης και επί θέματος το οποίο δεν απασχόλησε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Η σχετική νομολογία αποκαλύπτει, και επιβεβαιώνει ταυτόχρονα, ότι η τροποποίηση λόγων εφέσεως αποτελεί ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του Εφετείου, η οποία ευχέρεια ασκείται με γνώμονα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης (Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 323 και Ιωάννου ν. Θεοδούλου κ.ά. (Αρ. 2) (2000) 1 Α.Α.Δ. 12). Αναμφίβολα η τροποποίηση εφόσον υποβάλλεται εγκαίρως και δεν επηρεάζει δυσμενώς τα συμφέροντα της άλλης πλευράς γίνεται αποδεκτή με περισσότερη ευκολία. Αν η τροποποίηση επιζητεί τη διεύρυνση της αιτιολογίας των υφισταμένων λόγων έφεσης προς καλύτερη παρουσίαση των θεμάτων και δεν επηρεάζει το αντίδικο μέρος, τότε δυνατόν να γίνει δεκτή, (Φακοντή ν. Βρυώνη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1714). Μεγαλύτερη δυσκολία αντιμετωπίζεται από τον αιτούμενο την τροποποίηση εάν τα προτεινόμενα προς προσθήκη θέματα αποτελούν ξέχωρα και ανεξάρτητα των υφισταμένων ζητημάτων, ενώ το εγχείρημα είναι έτι δυσκολότερο εάν οι επιδιωκόμενες τροποποιήσεις αφορούν εντελώς νέα ζητήματα που ουδέποτε ηγέρθησαν προηγουμένως, (Κυριακίδης ν. Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Στροβόλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 9 και Muskita Aluminium Industries Ltd κ.ά. ν. Alsako Aluminium Ltd κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 59).
Ο χρόνος υποβολής της σκοπούμενης τροποποίησης επίσης αποτελεί σχετικό κριτήριο και τα Δικαστήρια αρνούνται κατά κανόνα διεύρυνση θεμάτων στην υπάρχουσα βάση της έφεσης, όταν η ακρόαση έχει ήδη αρχίσει, (Λύρατζης ν. Χαραλάμπους (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 193 και F. Kassab Golf Solair France Ltd v. Δ. Βασιλείου & Συνεργάτες και άλλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 552). Η έκταση της τροποποίησης έχει περαιτέρω τη δική της σημασία εφόσον έχει επίπτωση επί της τροχιοδρόμησης του προγραμματισμού της ακρόασης. Ενδεικτική υπόθεση όπου το Εφετείο αρνήθηκε την τροποποίηση είναι η Βερεγγάρια Παπακόκκινου κ.ά. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολ. Έφ. αρ. 242/2011, ημερ. 19.7.2012.
Παραμένει, όμως, η έγκριση ή μη της τροποποίησης, πάντοτε ζήτημα διακριτικής ευχέρειας υπό το πρίσμα του γενικότερου κανόνα ότι είναι επιθυμητό να αποτιμούνται δικαστικώς όλα τα δικαιώματα των διαδίκων εκατέρωθεν ώστε η δικαστική διαδικασία να αποβαίνει τελεσφόρος, χωρίς να αισθάνεται διάδικος ότι του έχουν αποστερηθεί δικαιώματα. Η αρχή αυτή πρέπει να ιδωθεί συνδυαστικά και με τη σύγχρονη θεώρηση της νομολογίας ότι η τάση πλέον είναι να εγκρίνονται οι τροποποιήσεις, εκτός εάν σοβαροί λόγοι κατατείνουν προς το αντίθετο, (Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. ν. Βιομηχανίας Χαρίλαος Αλωνεύτης Λτδ (2002 1 Α.Α.Δ. 237).
Έχοντας εξετάσει επισταμένα τις όλες συνθήκες της αιτηθείσας τροποποίησης, δεν διαπιστώνεται βάσιμος λόγος άρνησης της. Ιδιαιτέρως υπό το φως και της υπόδειξης που έγινε προς τον κ. Κουκούνη κατά τη συζήτηση της έφεσης, ότι δεν είναι ορθή η προβαλλόμενη κύρια ένσταση του ως προς τη θέση ότι η σκοπούμενη τροποποίηση αποτελεί νεοφανές ζήτημα ουδέποτε προηγουμένως εγερθέν. Αντίθετα διαπιστώνεται ότι στην παρ. 6 της τροποποιημένης έκθεσης υπεράσπισης ημερ. 25.11.2008, εγείρεται θέμα ως προς το καθυστερημένο κατά πέντε χρόνια της αποστολής από την εφεσίβλητη της επιστολής της ημερ. 22.8.2005, από την ημερομηνία που η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων της εφεσείουσας είχε απορριφθεί. Η εισήγηση ήταν ότι η τόσο μεγάλη καθυστέρηση ήταν καταχρηστική, «στερώντας το δικαίωμα προώθησης της αγωγής ..». Μπορεί το θέμα της καθυστέρησης να μην ηγέρθηκε δικογραφικά με τον πλέον καλύτερο τρόπο, αλλά αποτέλεσε και αντικείμενο της αγόρευσης της εφεσείουσας πρωτοδίκως, όπως αποκαλύπτει το σκεπτικό του Δικαστηρίου σελ. 17, έστω και αν το Δικαστήριο δεν φαίνεται να το αποφάσισε.
Πρόσθετα, δεν υπάρχει απαγορευτικός κανόνας ότι ένας νέος προτεινόμενος λόγος έφεσης πρέπει κατ΄ ανάγκη να συνδέεται με τους υφιστάμενους. Η σύνδεση αποτελεί βοηθητικό στοιχείο προς έγκριση, αλλά η απουσία σύνδεσης δεν αποτελεί καταλύτη προς το αντίθετο. Ούτε και η ένσταση για την προώθηση νέου λόγου μετά την εκπνοή της προθεσμίας εδράζεται σε κάποιο απόλυτα απαγορευτικό κανόνα, παρόλο που προσμετρά σ΄ αυτό η επιδίωξη ανάπλασης της έφεσης, (Καμένος ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 24).
Είναι γεγονός ότι έχει γίνει ήδη η ανταλλαγή περιγραμμάτων, αλλά η έφεση δεν έχει ακόμη οριστεί για ακρόαση, όπως δε υποδείχθηκε στην Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας - ανωτέρω -, αλλά και στην Flecha Contracting Ltd v. M.C. Michael Development Ltd (2001) 1 Α.Α.Δ. 495, η καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης για τροποποίηση δεν εξετάζεται κατ΄ απομόνωση ως ορισμένης σημασίας και μάλιστα αποφασιστικής.
Όσον αφορά την όμνυση της υποστηρικτικής δήλωσης από δικηγόρο χωρίς να εξηγείται ο λόγος για τον οποίο δεν ορκίστηκε διοικητικός σύμβουλος ή γραμματέας της ίδιας της εφεσείουσας, αναμφίβολα η νομολογία έχει κατ΄ επανάληψη επισημάνει το ανεπιθύμητο της πρακτικής αυτής, αλλά δεν έχει φθάσει στο σημείο της απαγόρευσης ώστε να αγνοείται ή να απορρίπτεται η ένορκη αυτή δήλωση, (Dmitry Rybolovlev v. Elena Rybolovleva (2010) 1 Α.Α.Δ. 82). Η απαγόρευση αφορά την όμνυση ένορκης δήλωσης από δικηγόρο, ο οποίος είναι ή στη συνέχεια της διαδικασίας, καθίσταται μάρτυρας γεγονότων οπότε και θεωρείται ασυμβίβαστος ο περαιτέρω εκ μέρους του χειρισμός της υπόθεσης, (In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R,. 319 και Thanos Hotels Ltd ν. Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036). Επί όλου του θέματος της εκ μέρους δικηγόρου όρκισης ένορκης δήλωσης, σχετική είναι και η εντελώς πρόσφατη απόφαση στη Nikitin Alexander v. Grigorey Alexander, Πολ. Έφ. 66/2011, ημερ. 28.5.2013).
Εν κατακλείδι, η εφεσίβλητη δύναται να αποζημιωθεί με τα έξοδα της τροποποίησης, ενώ η εφεσείουσα θα έχει το ευεργέτημα να προβάλει τη θέση της και επί της καθυστέρησης, εξαντλώντας έτσι πλήρως το δικαίωμα της να θέσει την άποψη της, επί της οποίας θα υπάρξει βεβαίως αντίλογος.
Η αίτηση συνεπώς επιτρέπεται. Τροποποιημένο εφετήριο να καταχωρηθεί εντός μιας εβδομάδας από τη σύνταξη του παρόντος διατάγματος, μετά δε την καταχώρηση του τροποποιημένου εφετηρίου, η εφεσείουσα θα δύναται να καταχωρήσει τροποποιημένο περίγραμμα εντός 21 ημερών μετέπειτα, η δε εφεσίβλητη εντός 21 ημερών μετά ταύτα. Το Πρωτοκολλητείο θα ορίσει την υπόθεση για ακρόαση μετά τα πιο πάνω.
Τα έξοδα της αίτησης τροποποίησης και όσα προκύπτουν εξ αυτής, θα βαρύνουν την εφεσείουσα ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, πληρωτέα στο τέλος της έφεσης.
Π.
Δ.
Δ.
/ΕΘ