ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 1226
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 135/2011
13 Ιουνίου, 2013
[Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
D. J. KARAPATAKIS & SONS LTD
Εφεσείουσα/εναγομένη
ΚΑΙ
ΔΗΜΟΥ ΣΤΡΟΒΟΛΟΥ
Εφεσιβλήτου/ενάγοντα
........
Μ. Κυριακίδης, για την εφεσείουσα
Γρ. Λεοντίου, για τον εφεσίβλητο
.........
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Π: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα
δώσει ο Δικαστής Παρπαρίνος
...........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος/ενάγοντας με τρεις συνενωμένες αγωγές αρ. 9310/04, 5803/06 και 1485/07 που καταχώρησε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αξιώνει από την εφεσείουσα/εναγόμενη τρία καθορισμένα ποσά ως τέλος θεάματος για τρεις συγκεκριμένες περιόδους. Η εφεσείουσα καταχώρησε έκθεση υπεράσπισης και στις τρεις αγωγές. Κατόπιν αιτήσεως το πρωτόδικο δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 30/11/09 διέταξε τη διαγραφή των παραγρ. 2-7 των εκθέσεων υπερασπίσεων διότι έκρινε ότι ήταν «επιπόλαιες, παρενοχλητικές, στερούμενες οποιασδήποτε βάσης και μόνο στόχο είχαν την πρόκληση αμηχανίας από την καθυστέρηση της δίκαιης δίκης της αγωγής.»
Με τη διαγραφή των άνω παραγράφων οι εκθέσεις υπεράσπισης και στις τρεις αγωγές παρέμειναν με δυο μόνο παραγράφους και συγκεκριμένα με τις παραγρ. 1 και 8 που είναι πανομοιότυπες σε όλες. Σ' αυτές η εφεσείουσα προβάλλει γενική άρνηση, όλων των ισχυρισμών του εφεσιβλήτου που περιέχονται στην έκθεση απαιτήσεως και όλων των αιτουμένων θεραπειών αξιώνοντας την απόρριψη των αγωγών.
Εναντίον της άνω ενδιάμεσης απόφασης κατεχωρήθη έφεση υπό της ενάγουσας η οποία δεν προωθήθηκε και απερρίφθη. Στις 30/9/10, ο εφεσίβλητος καταχώρησε αίτηση με την οποία ζητούσε την αποσυνένωση των τριών αγωγών και ταυτόχρονα την έκδοση συνοπτικής απόφασης στην κάθε μια εξ αυτών. Εκκρεμούσης της αίτησης αυτής, περίπου δυο μήνες μετά, η εφεσείουσα καταχώρησε την 3/12/10 αίτηση τροποποίησης των τριών εκθέσεων υπεράσπισης αιτούμενη την πρόσθεση των ακολούθων τριών παραγράφων 2-4.
«2. Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι οι αγωγές εγέρθησαν πρόωρα ή/και παράτυπα, καθ' όσον κατά το χρόνο καταχώρισης των ανωτέρω αγωγών εκκρεμούσαν οι προσφυγές 997/2005, 543/2006 και 584/2007, οι οποίες αφορούσαν τα επίδικα θέματα ή/και πρόβαλλαν ισχυρισμούς ή/και θέσεις ή/και θεραπείες σε σχέση με τη νομιμότητα της απαίτησης των εναγόντων.
3. Άνευ βλάβης ή/και επιπρόσθετα με την πλήρη άρνησή τους υπό 1, είναι η θέση των εναγομένων ότι το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησης είναι αβάσιμο και ότι οι εναγόμενοι δεν εισέπραξαν τα ποσά που ισχυρίζονται οι ενάγοντες, ούτε τα ποσά που ισχυρίζονται οι ενάγοντες επιβλήθηκαν ή/και κατά νόμο όφειλαν να επιβληθούν σε θεατές ως φόρος θεάματος.
4. Άνευ βλάβης ή/και επιπρόσθετα με την πλήρη άρνησή τους υπό 1, είναι η θέση των εναγομένων ότι η αναφορά στην παράγραφο 4 της αγωγής 9310/2004 περί επιβολής φόρου θεάματος στους εναγόμενους είναι αβάσιμη. Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο είναι οι θεατές και όχι οι εναγόμενοι και, συνεπώς, η απόφαση των εναγόντων αφορά είσπραξη και όχι επιβολή, ως άλλωστε ορθά δικογραφείται στις παραγράφους 4 των αγωγών 5803/2006 και 1485/2007.»
Ο εφεσίβλητος ενέστη στην αίτηση τροποποίησης και στην καταχωρηθείσα υπό αυτού ένσταση προβλήθηκαν συνολικά 16 λόγοι. Η επανάληψη τους δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό.
Το πρωτόδικο δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 29/3/11 απέρριψε την αίτηση και έκρινε ότι αυτή συνιστούσε κατάχρηση διαδικασίας, οι προτεινόμενες παράγραφοι τροποποιήσεων δεν διαφοροποιούντο από αυτές που είχαν διαγραφεί με την ενδιάμεση απόφαση ημερ. 30/11/09 και ότι περιεστρέφοντο γύρω από τη νομιμότητα διοικητικών πράξεων που δεν μπορούσαν να εκδικασθούν από το Επαρχιακό Δικαστήριο. Τέλος έκρινε ότι δεν εφαρμόζετο ο λόγος της Sigma Radio T.V. Public Ltd. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2009) 1 ΑΑΔ 140, όπου κρίθηκε ότι συνιστούσε υπεράσπιση σε αίτηση για συνοπτική απόφαση το πρόωρο καταχώρησης αγωγής εκκρεμούσης προσφυγής με την οποία προσβάλλετο η νομιμότητα της απόφασης, απ' όπου προέκυψε η οφειλή, καθ' ότι εδώ προηγήθηκε της καταχώρησης των προσφυγών η καταχώρηση των αγωγών.
Η εφεσείουσα με έξι λόγους έφεσης προσβάλλει την απορριπτική απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Σύμφωνα δε με αυτούς το Δικαστήριο λανθασμένα, άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια απορρίπτοντας την αίτηση, έκρινε ότι η αίτηση συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας και ότι υπήρχε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώρηση της. Επίσης ότι λανθασμένα έκρινε ότι το προτεινόμενο περιεχόμενο των τροποποιήσεων περιεστρέφετο γύρω από τη νομιμότητα διοικητικών πράξεων και ως τέτοιο δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο εκδίκασης από Επαρχιακό Δικαστή. Οι δυο τελευταίοι λόγοι αφορούν την μη αιτιολογημένη κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι η προτεινόμενη τροποποίηση της παραγρ. 2 ήταν νόμω αβάσιμες, προσέγγιση που ισοδυναμεί με στέρηση του δικαιώματος ακρόασης της εφεσείουσας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την εφεσείουσα προώθησε τους λόγους έφεσης με κύριο άξονα την απόφαση της Ολομέλειας στην Α.Ο.Μ.Μ. Γαλαξίας Παραγωγές Λτδ. ν. Δήμου Στροβόλου (2009) 3 Α.Α.Δ. 291, όπου κρίθηκε ότι υποκείμενος στο τέλος θεάματος είναι ο θεατής και όχι ο διοργανωτής ο οποίος κατά τα λοιπά υπέχει υποχρέωση της απόδοσης των τελών. Με δεδομένο τα πιο πάνω οι προσφυγές της εφεσείουσας απερρίφθησαν εφόσον δεν νομιμοποιούντο να προσβάλουν την επιβολή του φόρου θεάματος. Συνεπεία αυτού η εφεσείουσα έκρινε αναγκαίο να προχωρήσει με αίτηση τροποποίησης της έκθεσης υπεράσπισης ώστε να καταστεί δυνατό ν' αμφισβητήσει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου το ποσό που διατείνεται ο εφεσίβλητος ότι η εφεσείουσα εισέπραξε από τους θεατές. Αυτό αφορά ουσιαστικά και το μόνο επίδικο θέμα που αφορά τις εκκρεμούσες συνεκδικαζόμενες αγωγές.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον εφεσίβλητο υποστήριξε όπως ήταν φυσικό την πρωτόδικη απόφαση. Εισηγήθηκε μεταξύ άλλων ότι ο λόγος της Sigma Radio Public Ltd T.V. (ανωτέρω) δεν εφαρμόζεται στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης λόγω του ότι οι τρεις αγωγές καταχωρήθηκαν πριν τις αντίστοιχες προσφυγές. Επίσης ότι η μη ύπαρξη έννομου συμφέροντος της εφεσείουσας να αμφισβητήσει διοικητική πράξη (επιβολή τέλους θεάματος) δεν δημιουργεί δικαιοδοσία στο Επαρχιακό Δικαστήριο να εκδικάσει θέματα τα οποία ρητώς δεν ανάγονται στη δική του δικαιοδοσία. Άλλη εισήγηση του ήταν ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις καλύπτονται από δεδικασμένο εν' όψει της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερ. 30/11/09 με την οποία διέγραψε τις παραγρ. 2-7, το περιεχόμενο των οποίων τις κάλυπτε.
Σειρά αποφάσεων διαμόρφωσε τις αρχές που διέπουν το θέμα τροποποίησης δικογράφων κάτω από τη Δ.25 των Διαδικαστικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η τροποποίηση ή μη δικογράφου, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται με πρωταρχικό μέλημα, το συμφέρον της δικαιοσύνης. Οι παράγοντες που επενεργούν στον προσδιορισμό των συμφερόντων της δικαιοσύνης είναι πολλοί, όπως πολλοί είναι και οι παράγοντες που θα μπορούσαν να επιδράσουν στον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Το βέβαιο είναι ότι δεν μπορούν να καθοριστούν εξαντλητικά. Στην Παπαχρυσοστόμου ν. Κ. Γρηγοριάδης & Συνέταιροι, κ.α., Π.Ε. 79/09, ημερ. 4/5/12, αναφέρονται τ' ακόλουθα:
«Το συμπέρασμα που μπορεί με ασφάλεια να συναχθεί από τη σχετική νομολογία, είναι ότι το θέμα, τροποποίησης δικογράφων, ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου η οποία ασκείται φιλελεύθερα και δεν διέπεται από άκαμπτους κανόνες, αλλά από διάφορους παράγοντες, η βαρύτητα των οποίων ποικίλει ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η βασική αρχή η οποία πηγάζει μέσα από την εν λόγω νομολογία είναι ότι στις περιπτώσεις όπου ο προσδιορισμός της ουσίας της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων και η αποτροπή της πολλαπλότητας των νομικών διαδικασιών επιβάλλουν την τροποποίηση των δικογράφων, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται υπέρ της έγκρισης της αίτησης νοουμένου ότι δεν θα προκληθεί βλάβη ή αδικία στην άλλη πλευρά η οποία δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα ή ο αιτητής δεν ενεργεί κακόπιστα. Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος και της οποιασδήποτε καθυστέρησης στη διατύπωση των θέσεων του αιτητή, ποικίλει ανάλογα με το στάδιο κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Η έναρξη της δίκης δεν δημιουργεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στην επιδίωξη τροποποίησης δικογράφων, όμως η άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου στο στάδιο αυτό, ασκείται με φειδώ. Τέλος μπορεί να λεχθεί ότι η εισαγωγή ενός νέου θέματος δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκη και την απόρριψη της αίτησης, νοουμένου όμως ότι δεν έχει καταλυτικές συνέπειες για την αντίδικη πλευρά.»
Εξετάσαμε με πολύ προσοχή όλα τα στοιχεία ενώπιον μας σε συνάρτηση των όσων εισηγήθηκαν οι ευπαίδευτοι δικηγόροι με τις ικανές αγορεύσεις τους.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απορρίπτοντας την αίτηση απέδωσε στην εφεσείουσα έλλειψη καλής πίστης στις ενέργειες της και ότι η αίτηση συνιστούσε κατάχρηση διαδικασίας. Το σχετικό απόσπασμα έχει ως ακολούθως:
«Η υπό κρίση Αίτηση εισήχθη το Δεκέμβριο του 2010, αφού προηγήθηκε, κατά ένα χρόνο, η έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου, με την οποία διαγράφηκε το σύνολο σχεδόν της υπεράσπισης, αφού αποσύρθηκε, μήνες προηγουμένως, η έφεση που ασκήθηκε κατά της ορθότητας εκείνης της απόφασης και αφού καταχωρήθηκε, δύο μήνες πριν, αίτηση της άλλης πλευράς για αποσυνένωση και έκδοση συνοπτικής απόφασης. Οι παράγοντες αυτοί, η φύση των αιτούμενων τροποποιήσεων, όπως επεξηγείται κατωτέρω, και οι ιδιάζουσες περιστάσεις που καλύπτουν την υπόθεσή μας, δημιουργούσαν ακόμη πιο έντονη την ανάγκη παροχής εξήγησης από την άλλη πλευρά των Αιτητών, για τους λόγους καθυστέρησης προσφυγής στο Δικαστήριο. Καταδεικνύουν έλλειψη καλής πίστης στις ενέργειες τους και επιμαρτυρούν ότι η όλη προσπάθειας τους καλύπτεται από ανυπαρξία καλής πίστης, αφού τα γεγονότα που προηγήθηκαν στο μόνο συμπέρασμα που μπορούν να οδηγήσουν είναι ότι η όλη ενέργειά τους έγινε με σκοπό, όχι την καλόπιστη προώθηση θέσεων υπεράσπισης, αλλά την εξασφάλιση περαιτέρω χρόνου. Είναι, εν τέλει, κλασσική περίπτωση κατάχρησης της διαδικασίας.»
Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί ότι το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια. Βλ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ κα. ν. Βιομηχ. Χαρ. Αλωνεύτης Λτδ. κ.α. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 237. Όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας από πλευράς εφεσείουσας δεν δικαιολογούν τέτοια συμπεράσματα. Η απόφαση στην Α.Ο.Μ.Μ. Γαλαξίας Παραγωγές Λτδ. (ανωτέρω), πάνω στην οποία στήριξε το μεγαλύτερο μέρος της εισήγησης του ο συνήγορος της εφεσείουσας, δόθηκε την 4/7/08.
Ως αποτέλεσμα, όπως είναι παραδεκτό από την εφεσείουσα, την 16/2/09 απερρίφθησαν οι προσφυγές της με αρ. 997/05 και 543/06. Στις 6/5/09 η εφεσείουσα για τον ίδιο άνω λόγο απέσυρε και την τρίτη προσφυγή της (με αρ. 584/07) η οποία και απερρίφθηκε. Από αυτά φαίνεται ξεκάθαρα ότι η εφεσείουσα στις 30/11/09 όταν το πρωτόδικο δικαστήριο διέγραψε το μεγαλύτερο μέρος της ένορκης υπεράσπισης της γνώριζε ότι δεν είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την επιβολή τέλους θεάματος. Από το χρόνο αυτό, 30/11/09, μέχρι το χρόνο καταχώρησης της υπό εξέταση αίτησης στις 3/12/10, η εφεσείουσα ελέγχεται για καθυστέρηση, για την οποία ουδεμία δικαιολογία προσέφερε. Προσπάθησε να πείσει το δικαστήριο ότι η αναγκαιότητα για την τροποποίηση προέκυψε μετά από τη μελέτη της απόφασης της Ολομέλειας στην Α.Ο.Μ.Μ. Γαλαξίας Παραγωγές Λτδ. (ανωτέρω) και ενδιάμεσης απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 30/11/09. Αυτά αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση τροποποίησης και παρουσιάζονται ως γεγονότα πρόσφατα, επισυμβάντα λίγο πριν την καταχώρηση της αίτησης για τροποποίηση στις 3/12/10. Αυτό βέβαια δεν είναι ορθό.
Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη και τ' άλλα στοιχεία όπως, ότι ο εφεσίβλητος καταχώρησε 6 μήνες πριν την καταχώρηση της αίτησης για τροποποίηση, αίτηση για αποσυνενωση των αγωγών και έκδοση συνοπτικής απόφασης και ότι οι προσφυγές της εφεσείουσας καταχωρήθηκαν μετά και όχι πριν την αντίστοιχη καταχώρηση των αγωγών, αναμφίβολα φανερώνουν έλλειψη καλής πίστης και κατάχρηση της διαδικασίας. Να σημειωθεί ότι η εφεσείουσα παρόλο που γνώριζε την σειρά καταχώρησης των αγωγών και προσφυγών προσπάθησε με την αίτηση της να παρουσιάσει το αντίθετο. Επίσης το περιεχόμενο της παραγράφου αρ. 3 των προτεινομένων τροποποιήσεων είναι το ίδιο με αυτό της παραγρ. 5 της έκθεσης υπεράσπισης που η διαγραφή της οποίας διετάχθη από το δικαστήριο στις 30/11/09. Όλα τα στοιχεία δικαιολογούν πλήρως την πρωτόδικη απόφαση η οποία κρίνεται ορθή από κάθε άποψη.
Είναι η κατάληξη μας ότι η εκκαλούμενη απόφαση είναι ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. Αρτέμης, Π.
Στ. Ναθαναήλ, Δ.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
/ΚΑΣ