ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                            (Πολιτική Αίτηση Αρ.107/2013)

 

20 Ιουνίου, 2013

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 15/03/2013 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 4726/04

 

ΜΕΤΑΞΥ:

ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Ενάγοντας,

και

ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ,

Εναγομένων.

ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 19/10/2005

 

ΜΕΤΑΞΥ:

ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Ενάγοντας,

και

1.    ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ,

2.    ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Εναγομένων.

 

ΔΥΝΑΜΕΙ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΕΩΣ:

 

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Ενάγουσας/Εξ' ανταπαιτήσεως,

και

1.    ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ,

2.    ΑΝΔΡΕΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

Εναγομένων.

 

 

Στ. Πολυβίου (κα) και Θ. Καουτζάνη (κα) για Π. Πολυβίου, για τους Αιτητές.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:  Οι Αιτητές, στο εξής «η Τράπεζα Κύπρου», ζητούν άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με απώτερο σκοπό: (α) να ακυρώσουν την ενδιάμεση απόφαση ημερ. 15.3.2013, με την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας απέρριψε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης απόφασης του και (β) να ακυρώσουν ή αναστείλουν την εκτέλεση του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας που εκδόθηκε στις 20.2.2012 στα πλαίσια της Αγωγής 4726/04, εναντίον της Τράπεζας Κύπρου Λτδ, η οποία ήταν η εναγομένη 1.

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα που περιέχονται στην Έκθεση και στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση και στα έγγραφα που επισυνάπτονται σ' αυτήν ως τεκμήρια, προκύπτει ότι ο Αντρέας Δημητρίου ήταν νυμφευμένος με την Αικατερίνη Δημητρίου και ζούσαν στις ΗΠΑ.  Αφού υπήρξε μεταξύ τους συμφωνία επίλυσης των περιουσιακών τους διαφορών, το 2001 ο γάμος τους διαλύθηκε με απόφαση Αμερικανικού Δικαστηρίου.  Το 2003 ο Δημητρίου επέστρεψε στην Κύπρο για μόνιμη κατοίκηση.

 

Το 1999 ενώ ακόμη ζούσε στην Αμερική, ο Δημητρίου επισκέφθηκε την Κύπρο και κατάθεσε στην Τράπεζα Κύπρου σε εμπρόθεσμη κατάθεση στο όνομά του, το ποσό των £200.000 στο Λογαριασμό «Α».  Στις 14.7.2003 αποτάθηκε στην Τράπεζα Κύπρου και ζήτησε να αποσύρει το πιο πάνω ποσό.  Η Τράπεζα αρνήθηκε ισχυριζόμενη ότι μετέφερε το ποσό σε άλλο κοινό λογαριασμό στο όνομα του Δημητρίου και της πρώην συζύγου του (Λογαριασμό «Β»).

 

Το Μάιο του 2004 ο Δημητρίου καταχώρησε την αγωγή 4726/04, διεκδικώντας από την Τράπεζα Κύπρου να του καταβάλει ολόκληρο το ποσό και τόκους.  Στο μεταξύ η πρώην σύζυγος του καταχώρησε στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας Αίτηση για επίλυση περιουσιακών διαφορών στα πλαίσια της οποίας εξασφάλισε προσωρινό διάταγμα με το οποίο ο Δημητρίου εμποδιζόταν να εισπράξει το πιο πάνω ποσό από τον επίδικο λογαριασμό.  Το ποσό τότε ανερχόταν στις £253.779.  Στη συνέχεια το προσωρινό διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου τροποποιήθηκε κατά τρόπο που η απαγόρευση απόσυρσης από το Λογαριασμό «Β» να περιοριστεί στο ποσό των £125.000.  Ενόψει της τροποποίησης του διατάγματος, ο Αντρέας Δημητρίου στις 22.9.2004 εξάσκησε το δικαίωμά του και απέσυρε από το Λογαριασμό «Β» το υπόλοιπο ποσό, με αποτέλεσμα να παραμείνει στο λογαριασμό το ποσό των £125.000, στο οποίο περιορίστηκε και η αξίωση του Δημητρίου εναντίον της Τράπεζας.  Στη συνέχεια η πρώην σύζυγος του, στα πλαίσια της αγωγής 4726/04 εξασφάλισε άδεια και προσετέθη ως Εναγόμενη 2, καταχωρώντας ανταπαίτηση διεκδικώντας μερίδιο επί του ποσού της επίδικης κατάθεσης.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο στην Αγωγή 4726/04 στις 14.1.2011 εξέδωσε απόφαση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου ότι όφειλε να αποδώσει στον Αντρέα Δημητρίου το εναπομείναν ποσό που υπήρχε στο Λογαριασμό «Β», εκδίδοντας απόφαση για €213.575,18 το οποίο ήταν το αντίστοιχο ποσό των £125.000 που παρέμεινε στο λογαριασμό.  Επίσης απέρριψε την ανταπαίτηση της πρώην συζύγου, κρίνοντας ότι η θεραπεία που διεκδικούσε συμπεριλαμβανόταν στις αξιώσεις που προωθούσε με την Αίτηση Περιουσιακών Διαφορών που είχε καταχωρήσει στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας και η οποία τότε εκκρεμούσε.  Το Επαρχιακό Δικαστήριο καταλήγοντας σημείωσε ότι η έκδοση απόφασης εναντίον της Τράπεζας δεν θα επηρέαζε τα δικαιώματα της πρώην συζύγου, αφού ο Δημητρίου εμποδιζόταν από το Προσωρινό Διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου από του να αποσύρει το ποσό που υπήρχε στο Λογαριασμό «Β».

 

Στις 25.2.2011 τόσο οι Αιτητές όσο και η Αικατερίνη Δημητρίου καταχώρησαν τις εφέσεις 76/11 και 41/11, αντίστοιχα, προσβάλλοντας ως λανθασμένη την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.

Στις 20.2.2012 επιδόθηκε στην Τράπεζα Κύπρου ένταλμα κατάσχεσης και εκποίησης κινητής περιουσίας προς είσπραξη του ποσού των €213.575,18 για το οποίο εξεδόθη απόφαση στην αγωγή 4726/04.  Στις 6.8.2012 η Τράπεζα Κύπρου καταχώρησε μονομερή αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 14.1.2011, καθώς και για αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας ημερ. 20.2.2012.  Στις 7.8.2012 εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα όπως η εκτέλεση του προαναφερθέντος εντάλματος κατάσχεσης ανασταλεί μέχρι εκδικάσεως της κυρίως Αίτησης που είχε καταχωρήσει η Τράπεζα Κύπρου με την οποία αξίωνε ακύρωση του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας.

 

Στις 15.3.2013 το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου ημερ. 6.8.2012 για αναστολή της απόφασής του, κρίνοντας μεταξύ άλλων ότι η απόφαση ημερ. 14.1.2011 δεν επέβαλλε στην Τράπεζα Κύπρου «οποιαδήποτε θετική υποχρέωση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής σύμφωνα με τη Δ.35 θ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας».  Η ευπαίδευτη δικαστής ανέφερε περαιτέρω και τα πιο κάτω:-

«Ως αντιλαμβάνομαι την απόφαση του αδελφού δικαστή το επίδικο ποσό, ο ενάγοντας θα δικαιούται να το εισπράξει μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου μεταξύ της εναγομένης 2 και του ιδίου.».

 

Την πιο πάνω απόφαση είναι που η Τράπεζα Κύπρου, ως Αιτητές στην παρούσα διαδικασία, επιδιώκουν να ακυρώσουν με την εξασφάλιση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari.  Η ευπαίδευτη δικηγόρος για την Τράπεζα Κύπρου, εισηγήθηκε ότι θα πρέπει να δοθεί η αιτούμενη άδεια, καθότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις.  Όπως ανέφερε, στην ίδια την απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου υπάρχει εμφανές λάθος και πέραν τούτου είναι φανερό ότι το Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση των εξουσιών του και/ή κάτω από νομική πλάνη.  Όπως ισχυρίζεται η Τράπεζα Κύπρου, το Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένα ότι η απόφαση ημερ. 14.1.2011 δεν επέβαλλε σ' αυτήν οποιαδήποτε θετική υποχρέωση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής, σύμφωνα με τη Δ.35 θ.18.  Περαιτέρω, ενώ αποφάσισε ότι ο Αντρέας Δημητρίου δεν εδικαιούτο να εισπράξει το επίδικο ποσό για το οποίο εκδόθηκε απόφαση υπέρ του, καθότι εμποδιζόταν από το προσωρινό διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου, εντούτοις, εσφαλμένα κατέληξε στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι η αίτηση των Αιτητών για αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κινητής περιουσίας δεν μπορούσε να πετύχει.

 

Σύμφωνα με τις νομολογιακές αρχές, όπως τις έχω συνοψίσει πρόσφατα στην υπόθεση Παναγιώτη Καμηλάρη, Πολιτική Αίτηση 76/2013, ημερ. 26.4.2013:

 

« .. για να χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση Certiorari, ο Αιτητής θα πρέπει να αποδείξει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση.  Συζητήσιμη υπόθεση μπορεί να υπάρξει όταν διαπιστώνεται εκ πρώτης όψεως από το πρακτικό του δικαστηρίου, υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη, δόλος και παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. .. Όμως η διαπίστωση εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης δεν είναι αρκετή.  Σύμφωνα  με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου φαίνεται ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, δεν δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εκτός εάν αποδειχθεί από τον Αιτητή, ο οποίος έχει το σχετικό βάρος, ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παρέκκλιση από το γενικό κανόνα.  Η συγκεκριμένη αρχή επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από την Ολομέλεια στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου, Π.Ε. 2/2009, ημερ. 14.5.2012, στην οποία έγινε ανασκόπηση της νομολογίας επί του θέματος και των διαφόρων νομολογιακών τάσεων που επικρατούν.  Ζητήθηκε από την Ολομέλεια να αναγνωρίσει μια ευρύτερη προσέγγιση όταν το θέμα που τίθεται είναι δικαιοδοτικό.  Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, ακόμη και αν υπήρχε άλλο διαθέσιμο εναλλακτικό μέσο όπως αυτό της έφεσης, δεν υπάρχει ανάγκη να διακριβώνονται εξαιρετικές περιστάσεις.  Η πλειοψηφία της Ολομέλειας απέρριψε την εισήγηση, επιβεβαιώνοντας την πάγια θέση της νομολογίας, ότι όταν υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα θα πρέπει απαραίτητα να αποδεικνύεται η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.  Η Ολομέλεια διαφοροποιήθηκε από τις θέσεις που εκφράζονται στο Σύγγραμμα Halsbury´s Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος 11, σελ. 140, παρ. 265 και επιβεβαίωσε επί του θέματος την αυστηρότερη άποψη της δικής μας νομολογίας, όπως εκφράστηκε στις υποθέσεις Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ 41, Μεστάνα (2000) 1 ΑΑΔ 1469, Hellenger Trading Ltd (2000) 1 AAΔ 1965 και Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.α. (2004) 1 ΑΑΔ 1535

 

Το δικαστήριο εξετάζοντας κατά πόσο θα πρέπει να χορηγήσει άδεια ή όχι δεν υπεισέρχεται στην ορθότητα της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου, αλλά περιορίζεται στην εξέταση της νομιμότητας γι' αυτό και η νομολογία υιοθετεί αυστηρή άποψη όταν υπάρχουν άλλα εναλλακτικά ένδικα μέσα.»

 

Στην προκειμένη περίπτωση η Τράπεζα Κύπρου (Αιτητές), στην ουσία αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου για την οποία σαφώς υπάρχει το ένδικο μέσο της έφεσης.  Τα όσα ανέφερε η κα Καουτζάνη κατά τη διάρκεια της αγόρευσης της, καθόλου δεν συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως ο όρος έχει ερμηνευθεί νομολογιακά (βλ. Lucan Invest Ltd κ.α., Πολιτική Αίτηση 124/11, ημερ. 31.10.2011).  Ούτε διαπιστώνω από το πρακτικό να υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης, όπως ισχυρίζονται οι Αιτητές.

 

Η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί και απορρίπτεται.

 

 

 

                                                                  (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

/ΕΠς   


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο