ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 1143
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2013)
3 Ιουνίου, 2013
[ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1Α, 15, 17, 30 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ, ΤΟ ΝΟΜΟ 183(Ι)/07, ΝΟΜΟ 92(Ι)/96 ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2006/24/ΕΚ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΣΦΙΛΩΤΗ - ΛΑΡΝΑΚΑ, ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
- KAI -
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ TO ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ, ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΤΗΝ 29/10/12 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ 35/12 ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ν. ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΤΝ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ CYTA.
__________________
Α. Πελεκάνος και Γ. Πολυχρόνης, για τον Αιτητή.
Ι. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Στα πλαίσια διερεύνησης ποινικών αδικημάτων η Αστυνομία εξασφάλισε πρόσβαση σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, μεταξύ άλλων, του αιτητή, με διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας που εκδόθηκε στις 29.10.2012, στην Αίτηση 35/12, η οποία καταχωρήθηκε από τις ανακριτικές αρχές με βάση τον περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων και Δικτύων την Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμο του 2007 (Ν. 183(Ι)/07). Το διάταγμα διέτασσε τους Γενικούς Διευθυντές των εταιρειών ΜΤΝ και CYTA όπως παράσχουν στην Αστυνομία δεδομένα των κατόχων των συνδρομητικών καρτών με συγκεκριμένους αριθμούς κλήσης που αναφέρονται στην αίτηση της Αστυνομίας, ειδικότερα τα ονοματεπώνυμα και διευθύνσεις τους, καθώς και άλλες πληροφορίες για την περίοδο 22.10.2012 - 27.10.2012.
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του Λοχ.1783 Σ. Ζαχαρίου, η οποία υποστήριζε την αίτηση ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, ως ύποπτοι στην υπόθεση συνελήφθησαν διάφορα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ο Γιάννης Κιλινκαρίδης και ο αιτητής, οι οποίοι τέθηκαν υπό κράτηση και τελούσαν υπό κράτηση κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης της Αστυνομίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Στην ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση καταγράφονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«.από προκαταρκτική εξέταση κάποιων από τα τεκμήρια που παραλήφθηκαν από την κατοχή των προσώπων που τελούν υπό κράτηση, διαπιστώθηκε ότι: 1) στην λίστα επαφών του τηλεφώνου του Κιλινκαρίδη υπάρχουν καταχωρημένα τα τηλέφωνα των Βαρνάβα Σταύρου και Jamal Mohammed, 2) ο Κιλινκαρίδης έχει συνομιλία μέσω γραπτών μηνυμάτων με τον Βαρνάβα Σταύρου αφού διεφάνει ότι του αποστέλλει γραπτά μηνύματα, 3) ανευρέθηκε κόλλα Α4 στην οποία μεταξύ άλλων τηλεφώνων αναγράφονται τα ονόματα και οι αριθμοί τηλεφώνου του Βαρνάβα Σταύρου και Jamal Mohammed και 4) Υπάρχουν πάρα πολλές αναπάντητες κλήσεις από το κινητό του Βαρνάβα Σταύρου προς το κινητό του Κιλινκαρίδη.
Από τις έρευνες που διεξήχθησαν παρελήφθησαν από τους συλληφθέντες τα πιο κάτω κινητά τηλέφωνα:
(1) Κινητό τηλέφωνο μάρκας ΝΟΚΙΑ με αρ. κλήσης 96332965,
(2) Κινητό τηλέφωνο μάρκας Blackberry με αρ. κλήσης 99798747,
(3) Κινητό τηλέφωνο μάρκας ΝΟΚΙΑ με αρ. κλήσης 99143650,
(4) Κινητό τηλέφωνο μάρκας Sony Ericsson με αρ. κλήσης 96498246,
(5) Κινητό τηλέφωνο μάρκας ΝΟΚΙΑ με αρ. κλήσης 95181860,
Από τις εξετάσεις προέκυψε επίσης ότι ο Βαρνάβας Σταύρου χρησιμοποιεί και το κινητό τηλέφωνο μάρκας με αρ. κλήσης 99767685 με το οποίο είχε επικοινωνία με τον Κιλινκαρίδη .
.....
Επειδή βάσει των πιο πάνω υπάρχει εύλογη υποψία ότι έχουν διαπραχθεί τα προαναφερόμενα αδικήματα, παρακαλώ όπως, το Σεβαστό Δικαστήριο εκδώσει Διάταγμα Πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά Δεδομένα από την 22/10/12 μέχρι τις 27/10/12, με το οποίο να διατάσσονται οι καθ' ων η αίτηση.να αποκαλύψουν/παραδώσουν στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων Λάρνακας τα πιο κάτω τηλεπικοινωνιακά δεδομένα τα οποία διατηρούν/έχουν στη κατοχή τους και αφορούν: . (ακολουθούν τα αιτητικά)
Η εξασφάλιση των πιο πάνω τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, είναι ουσιαστικής σημασίας στις έρευνες για τις οποίες έχει υποβληθεί η αίτηση για τους πιο κάτω λόγους.
Η αποκάλυψη των εν λόγω τηλεπικοινωνιακών δεδομένων είναι προς το δημόσιο συμφέρον και λαμβανομένου υπόψη του οφέλους το οποίο ενδέχεται να προκύψει από αυτήν, η εν λόγω αποκάλυψη θα βοηθήσει στη διερεύνηση και συνεπώς στην πάταξη του εγκλήματος...»
Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι την αίτηση συνόδευε έγκριση του Γενικού Εισαγγελέα για την υποβολή της αίτησης έκδοσης διατάγματος πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα.
Μετά την εξασφάλιση σχετικής άδειας, ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση Certiorari, επιδιώκοντας την ακύρωση του διατάγματος, καθότι, ως ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων:
(1) Υπήρξε δόλος των καθ' ων η αίτηση στην αρχική διαδικασία και/ή το διάταγμα είναι προϊόν απόκρυψης και/ή ψευδορκίας και/ή ανυπαρξίας και /ή μη συμπερίληψης από μέρος του ενόρκως δηλούντα ουσιωδών στοιχείων που του ήταν γνωστά, με αποτέλεσμα την παραπλάνηση του Δικαστηρίου και/ή την αθέμιτη επίδραση στην ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, δεδομένου ότι ο ενόρκως δηλών δεν πήγε ενώπιον του Δικαστηρίου με καθαρά χέρια.
(2) Το Δικαστήριο βασίστηκε σε παρανόμως ληφθείσα μαρτυρία, κατά παράβαση του Άρθρου 17 του Συντάγματος και/ή κατά παράβαση των άρθρων 3(1) (α)(γ)(δ) και 16(1) του Ν.92(Ι)/1996.
Από την άλλη, οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε νομότυπα από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας και σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του Νόμου 183(Ι)/07 - οι οποίες συνάδουν με τις πρόνοιες της παραγράφου 2Γ του Άρθρου 17 του Συντάγματος (όπως τροποποιήθηκε) - επειδή συνέτρεχαν όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την έκδοση του.
Θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω κατά προτεραιότητα την θέση του αιτητή, ότι το εκδοθέν διάταγμα είναι το προϊόν απόκρυψης, με αποτέλεσμα την παραπλάνηση του Δικαστηρίου, η οποία σχετίζεται και με τη θέση του ότι το Δικαστήριο βασίστηκε σε παρανόμως ληφθείσα μαρτυρία, αφού είναι πρόδηλο ότι σε περίπτωση επιτυχίας του συγκεκριμένου λόγου δεν θα παρίσταται ανάγκη εξέτασης οποιουδήποτε άλλου λόγου.
Στο βαθμό που αφορούσε τον αιτητή, το πραγματικό υπόβαθρο της αίτησης των ανακριτικών αρχών βασιζόταν σε στοιχεία που προέκυψαν από προκαταρκτική εξέταση κινητού τηλεφώνου του Κιλινκαρίδη τα οποία, ως έχει ήδη σημειωθεί πιο πάνω, συνίσταντο σε συνομιλία μεταξύ του τελευταίου και του αιτητή μέσω γραπτών μηνυμάτων, αναπάντητες κλήσεις από το κινητό του αιτητή προς το κινητό τηλέφωνο του Κιλινκαρίδη, σε λίστα επαφών του τηλεφώνου του Κιλινκαρίδη στην οποία ήταν καταχωρημένο το τηλέφωνο του αιτητή και σε χαρτί Α4, στο οποίο επίσης αναγράφεται ο αριθμός τηλεφώνου του τελευταίου.
Αποτελεί κοινό έδαφος ότι οι ανακριτικές αρχές δεν είχαν εξασφαλίσει την συγκατάθεση του Κιλινκαρίδη ούτε οποιοδήποτε σχετικό δικαστικό διάταγμα για την άντληση αυτών των στοιχείων από το κινητό τηλέφωνο του Κιλινκαρίδη. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε ότι, υπό τις περιστάσεις, πρόκειται για «υποκλοπές στοιχείων επικοινωνίας» επί των οποίων η Αστυνομία βασίστηκε για να ζητήσει την έκδοση του επίδικου διατάγματος. Η δε παράλειψη των ανακριτικών αρχών να επιστήσουν την προσοχή του Δικαστηρίου στο γεγονός της μη εξασφάλισης δικαστικού διατάγματος ή συγκατάθεσης του Κιλινκαρίδη σχετικά με τα τηλεπικοινωνιακά του δεδομένα, παραπλάνησε το Δικαστήριο και μόλυνε την κρίση του ως προς την αναγκαιότητα έκδοσης του εν λόγω διατάγματος. Από την άλλη, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση υποστήριξε ότι πρόκειται για στοιχεία που λήφθηκαν νόμιμα αφού αφορούσαν αποκλειστικά εξωτερικά στοιχεία επικοινωνίας και όχι το περιεχόμενο οποιασδήποτε επικοινωνίας.
Ο περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου του 2007, Ν.183(Ι)/2007, στις πρόνοιες του οποίου βασίστηκε η αίτηση των ανακριτικών αρχών, θεσπίστηκε για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 2006/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006. Με το άρθρο 22 του εν λόγω Νόμου, ο νομοθέτης διατήρησε τις διατάξεις του περί Προστασίας του Απορρήτου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας (Παρακολούθηση Συνδιαλέξεων) Νόμου του 1996, Ν.92(Ι)/1996, που αφορά στην προστασία του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας. Το άρθρο 2 του εν λόγω Νόμου προβλέπει (στο βαθμό που ενδιαφέρει για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης):
«"ιδιωτική επικοινωνία" σημαίνει οποιαδήποτε επικοινωνία ή οποιαδήποτε τηλεπικοινωνία γίνεται από πρόσωπο κάτω από περιστάσεις κατά τις οποίες είναι λογικό το πρόσωπο αυτό να αναμένει ότι δε θα υποκλαπεί ή θα παρακολουθηθεί από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός από εκείνο το οποίο σκοπείται να λάβει την επικοινωνία αυτή και περιλαμβάνει τη ραδιοεπικοινωνία και την ενσύρματη επικοινωνία.»
«"περιεχόμενο" όταν χρησιμοποιείται σε σχέση με οποιαδήποτε ιδιωτική επικοινωνία, περιλαμβάνει οποιαδήποτε πληροφορία αναφορικά με την ταυτότητα των ατόμων που συνδιαλέγονται ή συμμετέχουν στην επικοινωνία ή την ύπαρξη ..της επικοινωνίας αυτής και περιλαμβάνει τους αριθμούς κλήσεων, όταν πρόκειται για τηλεπικοινωνία.»
Το άρθρο 16(1) του ιδίου Νόμου αποκλείει την προσαγωγή μαρτυρίας αναφορικά με ιδιωτική επικοινωνία η οποία προκύπτει μετά από υποκλοπή της επικοινωνίας ή παρακολούθηση του περιεχομένου της.
Η νομολογία η οποία διέπει το θέμα είναι δεδομένη. Στην υπόθεση Αναφορικά με τον Χρίστο Μάτσια, Πολ. Αίτηση 65/2009 κ.ά. ημερ. 1.2.2011 τονίστηκε ότι κάθε παρακολούθηση ή πληροφορία που σχετίζεται ή αντλείται από την επικοινωνία πολιτών που δεν εμπίπτει στις εξαιρέσεις του άρθρου 17.2 του Συντάγματος, δεν γίνεται αποδεκτή ως μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου. Ταυτόχρονα υπογραμμίστηκε, με αναφορά στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Συμιανού κ.ά (1999) 2 Α.Α.Δ. 537, ότι οι όροι «υποκλοπή» και «παρακολούθηση» που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 του Ν. 92(Ι)/96, περιλαμβάνουν, εκτός από το περιεχόμενο της επικοινωνίας, και κάθε στοιχείο που σχετίζεται με αυτή, ενώ υπογραμμίζεται ότι το «περιεχόμενο» της τηλεφωνικής επικοινωνίας, του οποίου η προσαγωγή ως μαρτυρίας απαγορεύεται, περιλαμβάνει και τους αριθμούς κλήσεων, όταν πρόκειται για τηλεπικοινωνία.
Περαιτέρω, το άρθρο 4(1)(α) του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου του 2007, Ν.183(Ι)/2007, προβλέπει την εξασφάλιση από αστυνομικό ανακριτή δεδομένων που έχουν σχέση με τη διερεύνηση σοβαρού ποινικού αδικήματος, εφόσον αυτός προηγουμένως εξασφαλίσει από το Δικαστήριο σχετικό διάταγμα. Ο όρος «δεδομένα», σύμφωνα με το άρθρο 2(1) του ίδιου Νόμου σημαίνει «τα δεδομένα κίνησης και θέσης και τα συναφή δεδομένα που είναι αναγκαία για την αναγνώριση του συνδρομητή ή/και του χρήστη» και που προσδιορίζονται στα άρθρα 6,7,8,9, 10 και 11 του εν λόγω Νόμου. Στα δεδομένα αυτά συγκαταλέγονται ο τηλεφωνικός αριθμός του καλούντος, ο καλούμενος αριθμός και η χρησιμοποιηθείσα τηλεφωνική υπηρεσία (βλ. άρθρα 6,7 και 9).
Στην προκείμενη περίπτωση, η αίτηση της Αστυνομίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο, στο βαθμό που αφορούσε τον αιτητή, βασιζόταν σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα του Κιλινκαρίδη για την άντληση των οποίων η Αστυνομία δεν είχε εξασφαλίσει προηγουμένως τη συγκατάθεση του Κιλινκαρίδη ή σχετικό δικαστικό διάταγμα. Η μη εξασφάλιση της συγκατάθεσης του Κιλινκαρίδη ή δικαστικού διατάγματος - για την οποία καμία αναφορά δεν γίνεται στην ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση - ήταν στοιχείο ουσιώδες για σκοπούς άσκησης της κρίσης του Επαρχιακού Δικαστηρίου, ενώ η αποκάλυψη του γεγονότος τούτου επιβαλλόταν και ως εκ της φύσης της αίτησης ως μονομερούς. Η παράλειψη αναφοράς στο ζήτημα εκ μέρους των ανακριτικών αρχών στέρησε το Επαρχιακό Δικαστήριο από σημαντικό υλικό ευθέως σχετικό προς την διαμόρφωση της δέουσας υπό τις περιστάσεις κρίσης του αναφορικά με την ενώπιον του αίτηση και με γνώμονα το σύνολο των δεδομένων (Βλ. Πολιτική Αίτηση 32/2009, Αναφορικά με την Αίτηση Certiorari της Ουλιάνας Ζερβού, ημερομηνίας 4/11/2009).
Δεν παραγνωρίζω ότι έγινε επίκληση και στην ύπαρξη χαρτιού στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, «Βάκις νίχτα 99767685», που οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι είναι το όνομα και αριθμός τηλεφώνου του αιτητή. Η αναφορά αυτή από μόνη της και απογυμνωμένη από οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ή μαρτυρία, ούτως ή άλλως δεν θα επέτρεπε εύλογα τη διασύνδεση του εν λόγω αριθμού και ονόματος με τα υπό διερεύνηση αδικήματα και κατά τρόπο μάλιστα που θα επέτρεπε την συνταγματικά, πάντα, επιτρεπόμενη παραβίαση του δικαιώματος του απορρήτου των επικοινωνιών.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, κρίνω ότι το εκδοθέν διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί. Ενόψει της κατάληξης μου παρέλκει η εξέταση άλλων θεμάτων που έχουν εγερθεί και απασχολήσει στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.
Η αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται διάταγμα certiorari με το οποίο ακυρώνεται το εκδοθέν διάταγμα ημερομηνίας 29.10.2012.
Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του αιτητή και εις βάρος των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Π. Παναγή, Δ.
/ΣΓ