ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 786
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 53/2013)
27 Μαρτίου, 2013
[ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ALPHA BANK CYPRUS LTD, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 08/03/2013 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 1560/12
ΜΕΤΑΞΥ
ALPHA BANK CYPRUS LTD
ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ
ΚΑΙ
1. MOSS BERNARD PETER
2. MOSS CAROLYN ANNE
3. ALPHA PANARETI PUBLIC LTD
ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΙ
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ:
ALPHA BANK CYPRUS LTD
ΑΙΤΗΤΕΣ
ΚΑΙ
1. MOSS BERNARD PETER
2. MOSS CAROLYN ANNE
3. ALPHA PANARETI PUBLIC LTD
ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ
- - - - - -
Π. Πολυβίου, Ξ. Κόκκινου και Γ. Μίτλεττον, για τους Αιτητές.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, τόσο η παροχή άδειας για καταχώρηση, όσο και η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων επαφίεται πάντα στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της σχετικής Αίτησης. Όπως τονίστηκε και στην υπόθεση Θεοδούλου (Αρ.1) (1990) 1 ΑΑΔ 438, πρόσωπο θιγμένο από δικαστική απόφαση μπορεί δικαιωματικά να αποταθεί για την αναθεώρησή της, εφόσον αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως υπέρβαση δικαιοδοσίας. Αναφορικά με κάθε άλλο λόγο, η παροχή άδειας είναι προαιρετική και το θέμα εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Ακόμα δε και μετά την εκ πρώτης όψεως κατάδειξη έλλειψης ή υπέρβασης δικαιοδοσίας, δεν είναι αυτοδίκαιη η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης έκδοσης προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition, εκτός αν διαπιστωθεί ότι συντρέχουν ικανοποιητικά εξαιρετικές περιστάσεις. [Hellenger Trading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 1965, Μαρκίδης (2004) 1(Α) ΑΑΔ 552]. Γενικά μπορεί να λεχθεί ότι αίτηση για χορήγηση άδειας μπορεί μόνο να επιτύχει στις περιπτώσεις όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας του, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη, μη τήρηση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης κλπ. [Αλέκος Κωνσταντινίδης (2003) 1 ΑΑΔ 1298, Τζένναρο Περρέλα (Αρ.2) (1995) 1 ΑΑΔ 692].
Είναι δε σαφές από τη νομολογία ότι, εν πάση περιπτώσει, άδεια για καταχώρηση αίτησης δεν παραχωρείται εκεί που προσφέρεται εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία. Παρέκκλιση μπορεί να γίνει μόνον αφ΄ης στιγμής στοιχειοθετηθεί με επάρκεια η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. [Botrov (1996) 1 ΑΑΔ 889, Μαρκίδης (2004) 1 ΑΑΔ 552].
Στην υπό εξέταση περίπτωση, όπως διαπιστώνεται από τα τεθέντα στην αίτηση στοιχεία, το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία, ήτοι στις 6.3.2013, είχε ενώπιόν του μια αίτηση η οποία είχε καταχωρηθεί από τους εναγόμενους 1 και 2 ως αιτητές, με αίτημα τον παραμερισμό του κλητηρίου και/ή της ειδοποίησής του και/ή της επίδοσής τους, λόγω κατ΄ ισχυρισμό παρατυπιών οι οποίες είχαν σημειωθεί με την επίδοση στο εξωτερικό ελλιπών εγγράφων. Κατά την ίδια ημερομηνία, το Δικαστήριο είχε ενώπιόν του αίτηση δια κλήσεως, η οποία είχε καταχωρηθεί εκ μέρους της ενάγουσας ως αιτήτριας, με αίτημα τη θεραπεία ενδεχόμενων παρατυπιών οι οποίες είχαν σημειωθεί στη διαδικασία της επίδοσης του κλητηρίου και/ή της ειδοποίησής του στο εξωτερικό καθώς και για την αναστολή εκδίκασης της αίτησης των εναγομένων 1 και 2 μέχρι τη διενέργεια κανονικής επίδοσης όλων των απαραίτητων εγγράφων στο εξωτερικό.
Όπως αποκαλύπτεται από το υλικό που τέθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το πρωτόδικο Δικαστήριο επιλήφθηκε πρώτα της αίτησης της ενάγουσας για τη θεραπεία των ενδεχόμενων παρατυπιών, στην απουσία οποιασδήποτε εκπροσώπησης ή εμφάνισης στο Δικαστήριο εκ μέρους των εναγομένων 1 και 2 - καθ΄ων η αίτηση. Όπως φαίνεται να έκρινε το Δικαστήριο, και αυτό αποκαλύπτεται από το περιεχόμενο της ενδιάμεσής του απόφασης ημερομηνίας 6.3.2013, μπορούσε να επιληφθεί της αίτησης και μονομερώς και προέβηκε στη δικαιολόγηση της μη εμφάνισης εκ μέρους των εναγομένων 1 και 2 - καθ΄ων η αίτηση. Για τους λόγους δε τους οποίους εξήγησε στην ενδιάμεση απόφασή του, απέρριψε το αίτημα της ενάγουσας για θεραπεία των ενδεχόμενων παρατυπιών αφού το εξέτασε στην ουσία του. Ακολούθως, κατά την ίδια ημερομηνία, το Δικαστήριο εξεδίκασε την αίτηση των εναγομένων 1 και 2 για παραμερισμό και επιφύλαξε την έκδοση της ενδιάμεσης απόφασής του.
Είναι το κύριο παράπονο της ενάγουσας - αιτήτριας στην παρούσα διαδικασία, ότι κακώς και κατά παράβαση των Διαδικαστικών Κανονισμών το πρωτόδικο Δικαστήριο χειρίστηκε την αίτησή της ως αίτηση η οποία είχε καταχωρηθεί μονομερώς, ενώ επρόκειτο για αίτηση δια κλήσεως. Όπως υποστηρίζουν, κακώς κρίθηκε ότι η επίδοση η οποία έγινε στο γραφείο επίδοσης των δικηγόρων των εναγομένων 1 και 2 δεν ήταν νομότυπη και δεν θα έπρεπε το Δικαστήριο να προχωρήσει μονομερώς χωρίς επίδοση, αν έκρινε ότι η διενεργηθείσα επίδοση ήταν κακή.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, το πρωτόδικο Δικαστήριο προτού αποφασίσει να επιληφθεί μιας αίτησης που είχε καταχωρηθεί δια κλήσεως ως αίτησης μονομερούς, δε φαίνεται να προέβηκε σε οποιοδήποτε ξεχωριστό πρακτικό, σε διακρίβωση αναφορικά με το εάν και κατά πόσο η αίτηση είχε ή όχι επιδοθεί στην πλευρά των καθ΄ων η αίτηση. Επίσης, δε διαφαίνεται κατά πόσο το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπήρχε μεν επίδοση της αίτησης εντός του φακέλου αλλά η επίδοση ήταν κατά την κρίση του κακή, όχι δηλαδή σύμφωνη με τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς.
Δε φαίνεται να δόθηκε η ευκαιρία στην πλευρά της ενάγουσας-αιτήτριας να ακουσθεί ως προς το εάν και κατά πόσο η επίδοση της αίτησής της, η οποία ήταν δια κλήσεως, ήταν ή όχι κακή. Ούτε και ως προς το εάν ήταν πράγματι κακή η επίδοση, γιατί δεν έπρεπε να επιχειρηθεί άλλη επίδοση σύμφωνη με τους Θεσμούς.
Όπως περαιτέρω προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης ενδιάμεσης απόφασης, η ένορκη δήλωση επίδοσης από τον επιδότη, ανέφερε ότι η αίτηση αφέθηκε στο δικηγορικό γραφείο επίδοσης των εναγομένων, αλλά ο δικηγόρος αρνήθηκε να την παραλάβει και να υπογράψει παραλαβή της. Όπως δε αναφέρεται στην απόφαση, ο δικηγόρος των εναγομένων ήταν παρών στο Δικαστήριο για σκοπούς εκδίκασης της δικής του αίτησης στις 6.3.2013 και εξήγησε γιατί δεν έκρινε ορθό να εμφανισθεί στη διαδικασία της αίτησης της ενάγουσας. Μετά τούτο, το Δικαστήριο κάλεσε τη συνήγορο της ενάγουσας να αγορεύσει, εκδικάζοντας έτσι την αίτηση μονομερώς και χωρίς να επιληφθεί του άλλου αιτήματος στην αίτηση, με το οποίο εζητείτο αναστολή της εκδίκασης της αίτησης των εναγομένων για παραμερισμό, μέχρι την επίδοση όλων των αναγκαίων εγγράφων στο εξωτερικό.
Προκύπτει κάτω από αυτές τις περιστάσεις, το διαδικαστικό θέμα κατά πόσο το Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να μεταχειριστεί την αίτηση η οποία είχε καταχωρηθεί δια κλήσεως με ειδοποίηση προς την άλλη πλευρά, ως μονομερή.
Γενικά μπορεί να λεχθεί ότι στην υπό εξέταση περίπτωση αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση αναφορικά με έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ή έκδηλη νομική πλάνη αναφορικά βέβαια με την τήρηση των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και/ή των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
Για τούτο η αίτηση εγκρίνεται και παραχωρείται η αιτούμενη άδεια για την καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως προς το σκοπό της έκδοσης εντάλματος τύπου Certiorari ως η παράγραφος (α) του αιτητικού της Αίτησης.
Η αίτηση δια κλήσεως για έκδοση του προνομιακού εντάλματος να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών και να οριστεί από το Πρωτοκολλητείο στις 17.4.2013, η ώρα 9.00π.μ. Να επιδοθεί εν τω μεταξύ στους εναγομένους 1 και 2 - καθ΄ων η αίτηση.
Κ. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ