ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 2542
21 Νοεμβρίου, 2012
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ
ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ MARGARET FONYUY MANJONG (ΑΡ. 2) ΑΙΤΟΥΣΑ ΑΣΥΛΟ ΥΠΗΚΟΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ 10 ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2005/85/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 1ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2005 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΧΟΡΗΓΟΥΝ ΚΑΙ ΑΝΑΚΑΛΟΥΝ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΑ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ, ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 11/10/2012 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ 129/12,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
3. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
4. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜ. ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ 10 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΗΝ MARGARET FONYUY MANJONG ΑΙΤΟΥΣΑ ΑΣΥΛΟ ΥΠΗΚΟΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2005/85/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 1ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2005 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΧΟΡΗΓΟΥΝ ΚΑΙ ΑΝΑΚΑΛΟΥΝ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΑ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ, ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 11/10/2012 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ 129/12.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2012)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Απορρίφθηκε αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus επί τω ότι, το ζήτημα της κράτησης της αιτήτριας για σκοπούς απέλασης, ενέπιπτε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και όχι του ιδιωτικού δικαίου, στο οποίο ανήκει το προνομιακό ένταλμα Habeas corpus ― Εκείνο το οποίο ελέγχεται είναι μόνο η διάρκεια της κράτησης ― Ο συνολικός χρόνος κράτησης της αιτήτριας δεν υπερέβαινε τον ανώτατο προβλεπόμενο.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη ― Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη.
Δεδικασμένο ― Res Judicata ― Υπάρχει επί δικαστικής κρίσεως επί της ουσίας της διαφοράς και όχι επί καταλήξεων, όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας ― Προϋποθέτει τελεσίδικη απόφαση, ταύτιση διαδίκων και ταύτιση επιδίκων θεμάτων ― Για να υπάρξει δεδικασμένο, θα πρέπει το ζήτημα να έχει κριθεί ― Ως κριθέν θεωρείται εκείνο το ζήτημα, το οποίο, αφού διαγνωστεί και κριθεί, αποτελεί το αναγκαίο στήριγμα του συμπεράσματος της απόφασης.
Δεδικασμένο ― Res Judicata ― Δημιουργείται όχι μόνο σε σχέση με όσα έχουν προβληθεί στην πρώτη διαδικασία αλλά και σε σχέση με εκείνα που θα μπορούσαν να προβληθούν, ως ενταγμένα στο πλαίσιο του αντικειμένου της, αλλά δεν έχουν προβληθεί.
Η αιτήτρια, επιδίωξε την έκδοση εντάλματος της φύσεως habeas corpus, με το οποίο να ελεγχόταν η νομιμότητα της κράτησής της και να διατασσόταν η αποφυλάκισή της.
Σύμφωνα με τα όσα έθεσε στο Δικαστήριο, η Αιτήτρια ετέθη υπό κράτηση ενώ ανέμενε απόφαση από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας στο αίτημά της για την αναγνώριση σ' αυτήν του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα.
Οι καθ' ων η αίτηση, μεταξύ άλλων ήγειραν προδικαστικά με την ένστασή τους, ότι η αιτήτρια κωλύετο να αιτηθεί την έκδοση εντάλματος της φύσεως habeas corpus, καθότι αυτή κρατείτο δυνάμει Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης, δηλαδή διοικητικών πράξεων, η νομιμότητα των οποίων ελέγχεται μόνο στα πλαίσια προσφυγής.
Κατέστη αδιαμφισβήτητο, ότι η αιτήτρια κρατείτο στη βάση Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης, ημερομηνίας 11/10/2012, και ότι η Υπουργός Εσωτερικών έχει εγκρίνει την παράταση της κράτησής της, για σκοπούς απέλασης, για περίοδο έξι μηνών, επειδή αυτή αρνείτο να συνεργαστεί. Η έκδοση των εν λόγω Διαταγμάτων γνωστοποιήθηκε την ίδια ημέρα στην αιτήτρια, η οποία έλαβε γνώση, αρνήθηκε, όμως, να υπογράψει τη σχετική επιστολή, γεγονός το οποίο δεν επιδρούσε στη γνώση της για την ύπαρξή τους.
Εκ μέρους της αιτήτριας υποστηρίχθηκε ότι:
α) Υπήρξε δεδικασμένο από προηγούμενη αίτηση που η Αιτήτρια είχε καταχωρήσει και εκδόθηκε προνομιακό ένταλμα Habeas Corpus συνεπεία μη υποστήριξης από πλευράς Δημοκρατίας, της νομιμότητας της κράτησης της.
β) Η κράτησή της ήταν παράνομη, καθ' ότι αυτή παραβίαζε το Άρθρο 15(5) της Οδηγίας και το Άρθρο 18ΠΣΤ(7) του Νόμου. Ο συνολικός χρόνος, που η αιτήτρια τελούσε υπό κράτηση υπερέβαινε τους έξι μήνες - ανώτατη περίοδο που προβλέπεται από την Οδηγία και το Νόμο.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ήταν φανερό, ότι δεν υπήρξε δικαστική κρίση, αφού το Δικαστήριο, στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 129/12, που επίσης είχε προωθήσει η Αιτήτρια, δεν είχε οτιδήποτε ενώπιόν του για να σταθμίσει. Οι καθ' ων η αίτηση δεν έθεσαν οτιδήποτε, ώστε να ισχύει η νομολογιακή αρχή με βάση την οποία δεδικασμένο δημιουργείται και σε σχέση με εκείνα που θα μπορούσαν να προβληθούν, ως ενταγμένα στο πλαίσιο του αντικειμένου της, αλλά δεν έχουν προβληθεί. Η απόφαση στην προηγούμενη αίτηση δεν είχε δημιουργήσει οποιοδήποτε δεδικασμένο.
2. Από τη στιγμή που η αιτήτρια κρατείτο στη βάση Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης, αυτή, εάν ήθελε να αμφισβητήσει τη νομιμότητά τους, έπρεπε να το πράξει με προσφυγή.
3. Το θέμα της κράτησης ενός προσώπου για σκοπούς απέλασης, εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και όχι του ιδιωτικού δικαίου, στο οποίο ανήκει το προνομιακό ένταλμα habeas corpus.
4. Στην παράγραφο 3(α) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεων Νόμου Κεφ.105 ως έχει τροποποιηθεί, προβλέπεται ότι το διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και, με την παράγραφο 5(α) αυτού, παρέχεται σε υπήκοο τρίτης χώρας δικαίωμα να υποβάλει αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, αναφορικά με τη διάρκεια της κράτησής του.
5. Εκείνο το οποίο ελέγχεται είναι η διάρκεια της κράτησης και τίποτε πέραν τούτου. Σκοπός της Οδηγίας και του Νόμου δεν είναι υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος συλλαμβάνεται για σκοπούς απέλασης και ελευθερώνεται να μην μπορεί, ανάλογα με τις περιστάσεις, να συλληφθεί εκ νέου και να κρατηθεί για τους ίδιους σκοπούς, νοουμένου ότι η συνολική περίοδος κράτησής του δεν υπερβαίνει τους 18 μήνες.
6. Ούτε τίθετο, στην παρούσα περίπτωση, θέμα παραβίασης προνοιών της Οδηγίας, αφού ο συνολικός χρόνος κράτησης της αιτήτριας δεν υπερβαίνει τον ανώτατο προβλεπόμενο.
7. Ήταν φανερό ότι η αιτήτρια κρατείτο στη βάση Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης. Στα πλαίσια αυτής της αίτησης, επιδιώχθηκε να γίνει έλεγχος της νομιμότητάς τους, κάτι, όμως, το οποίο δεν ήταν δυνατό.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054,
Νικολάου ν. Βασιλείου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1566,
Κλεάνθους κ.ά. ν. Α.ΤΗ.Κ. (2001) 3 Α.Α.Δ. 1005,
Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 3 Α.Α.Δ. 19,
Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349,
Carter (Αρ. 3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 403,
Υπόθεση C-357/09 PPU Said Shamilovich Kadzoev (Huchbarov) του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 30/11/09,
Χ"Σάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102,
Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55,
Oktru (2004) 1 Α.Α.Δ. 608,
Ndianefo v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 1185.
Αίτηση.
Μ. Παρασκευάς, μαζί με Α. Νεοφύτου και Γ. Βαρνάβα, Ασκούμενο Δικηγόρο, για την Αιτήτρια.
Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η Αίτηση.
Αιτήτρια παρούσα.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια, υπήκοος Καμερούν, με την παρούσα αίτηση, ζητά την έκδοση εντάλματος της φύσεως habeas corpus, με το οποίο να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησής της και να διαταχθεί η αποφυλάκισή της.
Νομική βάση της αίτησης αποτελούν τα Άρθρα 5 και 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, τα Άρθρα 11, 30, 34 και 35 του Συντάγματος, το Άρθρο 9 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα, η Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, (η «Οδηγία»), και το Άρθρο 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»).
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι αναμένει την απόφαση από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας στο αίτημά της για την αναγνώριση σ' αυτήν του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα και ότι, καίτοι στις 11/10/2012 το Ανώτατο Δικαστήριο, στα πλαίσια αίτησής της, Αρ. 129/12, για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως habeas corpus, διέταξε την απελευθέρωσή της, λίγα λεπτά αργότερα αυτή συνελήφθη εκ νέου και κρατείται παράνομα.
Οι καθ' ων η αίτηση, με την ένστασή τους, εγείρουν προδικαστικά ότι η αιτήτρια κωλύεται να αιτηθεί την έκδοση εντάλματος της φύσεως habeas corpus, καθότι αυτή κρατείται δυνάμει Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης, δηλαδή διοικητικών πράξεων, η νομιμότητα των οποίων ελέγχεται μόνο στα πλαίσια προσφυγής, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Προβάλλουν, επίσης, ότι, εφόσον στην αιτήτρια παρέχεται η υπαλλακτική θεραπεία της καταχώρισης προσφυγής εναντίον των Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασής της, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει. Ως προς την ουσία της αίτησης, υποστηρίζουν το καθ' όλα νόμιμο της κράτησης, στη βάση γεγονότων που παραθέτουν. Δε συμφωνούν με τον ισχυρισμό ότι η αιτήτρια αναμένει απάντηση στο αίτημά της για πολιτικό άσυλο. Τα γεγονότα, όπως αυτά δίδονται με την ένορκη δήλωση της Άντρης Θεοφάνους, Διοικητικού Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έχουν ως εξής:-
«3. Αφίχθηκε στη Δημοκρατία παράνομα σε άγνωστο χρόνο προφανώς από τα κατεχόμενα και στις 28.08.2009 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο (Τεκμήριο 2).
4. Στις 04.12.2009 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημά της για άσυλο (Τεκμήριο 3) και στη συνέχεια καταχώρισε διοικητική προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στις 12.05.2011 (Τεκμήριο 4).
5. Το Τμήμα με επιστολή ημερομηνίας 05.07.2011 κάλεσε την αιτήτρια να αναχωρήσει από τη Δημοκρατία, αφού η Διευθύντρια έκρινε ότι δεν τίθεται θέμα επαναπροώθησής της (Τεκμήριο 5) και στις 29.08.2011 τα στοιχεία της καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων, καθώς δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί από την Αστυνομία (Τεκμήριο 6).
6. Στις 03.11.2011 η αιτήτρια συνελήφθηκε από μέλη της ΥΑ&Μ Λευκωσίας, μετά από έλεγχο που διενεργήθηκε την ίδια μέρα από τον ΟΠΕ Λευκωσίας σε διαμέρισμα στο οποίο υπήρχε πληροφορία ότι διεξαγόταν πορνεία (Τεκμήριο 7). Στις 04.11.2011 εκδόθηκαν εναντίον της αιτήτριας διατάγματα κράτησης και απέλασης (Τεκμήριο 8(α) & (β)). Η έκδοσή τους γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 04.11.2011, η οποία της επιδόθηκε στις 05.11.2011 και την οποία αρνήθηκε να υπογράψει και να παραλάβει (Τεκμήριο 9).
7. Στις 23.05.2012 η Υπουργός Εσωτερικών ενέκρινε τη συνέχιση της κράτησης της αιτήτριας για περαιτέρω περίοδο 6 μηνών, επειδή αρνείτο να συνεργαστεί και επειδή αναμένετο η εξασφάλιση των αναγκαίων εγγράφων από τρίτη χώρα (Τεκμήριο 10).
8. Στις 28.05.2012 δόθηκαν οδηγίες από το Υπουργείο Εσωτερικών όπως η αιτήτρια παραμείνει υπό κράτηση και να προωθηθεί άμεσα η απέλασή της (Τεκμήριο 11).
9. Στις 11.10.2012 το Δικαστήριο διέταξε την απόλυση της αιτήτριας στα πλαίσια της πολιτικής αίτησης για habeas corpus με αρ. 129/2012 (Τεκμήριο 12), καθότι δεν είχαν ετοιμαστεί έγκαιρα τα γεγονότα της υπόθεσης από το Τμήμα μας και κατ' επέκταση η ετοιμασία και καταχώριση ένστασης και ως εκ τούτου το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα δεν μπορούσε να υπερασπιστεί την υπόθεση.
10. Στις 11.10.2012 εκδόθηκαν εναντίον της αιτήτριας νέα διατάγματα κράτησης και απέλασης δεδομένου ότι πρόκειται για απαγορευμένη μετανάστρια και η Υπουργός είχε από τις 23.05.2012 εγκρίνει την παράταση της κράτησής της για σκοπούς απέλασης (Τεκμήρια 13(α) και (β)). Η έκδοσή τους γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 11.10.2012, η οποία της επιδόθηκε την ίδια μέρα και αφού τη διάβασε αρνήθηκε να την υπογράψει (Τεκμήριο 14).»
Η αιτήτρια, για την επιτυχία της αίτησης, με αναφορά σε νομολογία - (βλ. Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054 και Νικολάου ν. Βασιλείου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1566) - υποστηρίζει ότι οι καθ' ων η αίτηση, στη βάση της αρχής του δεδικασμένου, εμποδίζονται να προβάλουν οποιαδήποτε θέματα. Είναι η εισήγησή της ότι η απόφαση του Δικαστηρίου στην Αίτησή της Αρ. 129/12, ημερομηνίας 11/10/2012, με την οποία αυτή αφέθηκε ελεύθερη, έχει δημιουργήσει δεδικασμένο και δεν είναι δυνατό να γίνεται επίκληση γεγονότων που προϋπήρχαν της πιο πάνω απόφασης και δεν προβλήθηκαν από τους καθ' ων η αίτηση στα πλαίσια της εν λόγω αίτησης.
Στην Κλεάνθους κ.ά. ν. Α.ΤΗ.Κ. (2001) 3 Α.Α.Δ. 1005, αναφέρεται ότι δεδικασμένο προϋποθέτει τελεσίδικη απόφαση, ταύτιση διαδίκων και ταύτιση επιδίκων θεμάτων. Για να υπάρξει δεδικασμένο, θα πρέπει το ζήτημα να έχει κριθεί. Ως κριθέν θεωρείται εκείνο το ζήτημα, το οποίο, αφού διαγνωστεί και κριθεί, αποτελεί το αναγκαίο στήριγμα του συμπεράσματος της απόφασης - (βλ. Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 3 Α.Α.Δ. 19). Δεδικασμένο υπάρχει επί δικαστικής κρίσεως επί της ουσίας της διαφοράς και όχι επί καταλήξεων, όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας - (βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349).
Στην Αίτηση Αρ. 129/12, οι καθ' ων η αίτηση εκπροσωπήθηκαν από δικηγόρο και δήλωσαν ότι θα καταχωρίσουν ένσταση εντός καθορισμένης προθεσμίας που έθεσε το Δικαστήριο. Κατά την ημερομηνία που ήταν ορισμένη η αίτηση για ακρόαση, η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση δήλωσε ότι υπήρχε αδυναμία στην ετοιμασία των γεγονότων και, κατ' επέκταση, στην καταχώριση της ένστασης και, ως εκ τούτου, δεν είχε πρόθεση να υπερασπιστεί την αίτηση. Το Δικαστήριο, στη βάση των όσων τέθηκαν ενώπιόν του, κατέληξε ως εξής:-
«Στην προκειμένη περίπτωση, οι Καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι η κράτηση της Αιτήτριας ήταν νόμιμη. Ενόψει της εξέλιξης αυτής, δεν υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε νόμιμη δικαιολογία για συνέχιση της κράτησης της Αιτήτριας. Υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν έχω άλλη επιλογή από του να διατάξω την απόλυσή της.»
Είναι φανερό, από τα πιο πάνω, ότι δεν υπήρξε δικαστική κρίση, αφού το Δικαστήριο, στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 129/12, δεν είχε οτιδήποτε ενώπιόν του για να σταθμίσει. Οι καθ' ων η αίτηση δεν του έθεσαν οτιδήποτε, ώστε να ισχύουν τα λεχθέντα στην Carter (Αρ. 3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 403, δηλαδή ότι δεδικασμένο δημιουργείται όχι μόνο σε σχέση με όσα έχουν προβληθεί στην πρώτη διαδικασία αλλά και σε σχέση με εκείνα που θα μπορούσαν να προβληθούν, ως ενταγμένα στο πλαίσιο του αντικειμένου της, αλλά δεν έχουν προβληθεί. Η απόφαση στην προηγούμενη αίτηση δεν έχει δημιουργήσει οποιοδήποτε δεδικασμένο.
Σε ό,τι αφορά την ουσία της αίτησης, είναι η εισήγηση του συνηγόρου της αιτήτριας ότι η κράτησή της είναι παράνομη, καθ' ότι αυτή παραβιάζει το Άρθρο 15(5) της Οδηγίας και το Άρθρο 18ΠΣΤ(7) του Νόμου. Ο συνολικός χρόνος, υπέβαλε, που η αιτήτρια τελεί υπό κράτηση υπερβαίνει τους έξι μήνες - ανώτατη περίοδο που προβλέπεται από την Οδηγία και το Νόμο. Είναι η θέση του ότι, μετά την απελευθέρωσή της από το Δικαστήριο στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 129/11, αυτή δεν μπορούσε να συλληφθεί εκ νέου. Περαιτέρω, με αναφορά σε σημείωμα της Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, (η «Διευθύντρια»), ημερομηνίας 30/6/2012*, υπέβαλε ότι η αιτήτρια, εφόσον δεν υπάρχει πλέον, λογικά, προοπτική απομάκρυνσής της - αυτή δεν είναι κάτοχος διαβατηρίου ή οποιουδήποτε άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου - θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερη σύμφωνα με το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου. Παρέπεμψε, σχετικά, στην Υπόθεση C-357/09 PPU Said Shamilovich Kadzoev (Huchbarov) του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 30/11/09.
Το προνομιακό ένταλμα της φύσεως habeas corpus ad subjiciendum είναι καλά γνωστό ότι διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Η δικαιοδοσία για την έκδοση τέτοιου εντάλματος ασκείται μόνο στην περίπτωση που ο αιτητής τελεί υπό παράνομη κράτηση ή φυλάκιση. Όπως έχει αναφερθεί στη Δημητράκης Χ"Σάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102:- (σελ. 106-107)
«Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη.»
Η έκδοση του εν λόγω εντάλματος προϋποθέτει την εκ μέρους του αιτητή απόδειξη του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισής του - (βλ. Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55).
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η αιτήτρια κρατείται στη βάση Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης, ημερομηνίας 11/10/2012, και ότι η Υπουργός Εσωτερικών έχει εγκρίνει την παράταση της κράτησής της, για σκοπούς απέλασης, για περίοδο έξι μηνών, επειδή αυτή αρνείτο να συνεργαστεί. Η έκδοση των εν λόγω Διαταγμάτων γνωστοποιήθηκε την ίδια ημέρα στην αιτήτρια, η οποία έλαβε γνώση, αρνήθηκε, όμως, να υπογράψει τη σχετική επιστολή, γεγονός το οποίο δεν επιδρά στη γνώση της για την ύπαρξή τους.
Από τη στιγμή που η αιτήτρια κρατείται στη βάση Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης, αυτή, εάν ήθελε να αμφισβητήσει τη νομιμότητά τους, έπρεπε να το πράξει με προσφυγή. Το θέμα της κράτησης ενός προσώπου για σκοπούς απέλασης, όπως αναφέρθηκε στην Oktru (2004) 1 Α.Α.Δ. 608, εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και όχι του ιδιωτικού δικαίου, στο οποίο ανήκει το προνομιακό ένταλμα habeas corpus.
Στην παράγραφο 3(α) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου, προβλέπεται ότι το διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και, με την παράγραφο 5(α) αυτού, παρέχεται σε υπήκοο τρίτης χώρας δικαίωμα να υποβάλει αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, αναφορικά με τη διάρκεια της κράτησής του. Ανάλογο ζήτημα είχα την ευκαιρία να εξετάσω στη Ndianefo v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 1185, απ' όπου παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα, το οποίο υιοθετώ και για τους σκοπούς της παρούσας:-
«Είναι φανερό από τα πιο πάνω, ότι, στα πλαίσια αυτής της αίτησης, εκείνο το οποίο ελέγχεται είναι η διάρκεια της κράτησης και τίποτε πέραν τούτου. Σκοπός της Οδηγίας και του Νόμου δεν είναι υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος συλλαμβάνεται για σκοπούς απέλασης και ελευθερώνεται να μην μπορεί, ανάλογα με τις περιστάσεις, να συλληφθεί εκ νέου και να κρατηθεί για τους ίδιους σκοπούς, νοουμένου ότι η συνολική περίοδος κράτησής του δεν υπερβαίνει τους 18 μήνες.»
Ούτε τίθεται, στην παρούσα περίπτωση, θέμα παραβίασης προνοιών της Οδηγίας, αφού ο συνολικός χρόνος κράτησης της αιτήτριας δεν υπερβαίνει τον ανώτατο προβλεπόμενο.
Είναι φανερό ότι η αιτήτρια κρατείται στη βάση Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης. Στα πλαίσια αυτής της αίτησης, επιδιώκεται, όπως αντιλαμβάνομαι, να γίνει έλεγχος της νομιμότητάς τους, κάτι, όμως, το οποίο δεν είναι δυνατό. Ούτε τα όσα η Διευθύντρια σημείωσε έχουν την έννοια που τους αποδίδει ο συνήγορος της αιτήτριας, δηλαδή ότι αυτή δεν μπορεί να απελαθεί. Η Διευθύντρια, υιοθετώντας την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική προσφυγή της εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, κατέληξε ότι, εφόσον η ίδια δεν αντιμετώπιζε κίνδυνο να υποστεί απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση στη χώρα της, δεν ετίθετο θέμα επαναπροώθησής της.
Ενόψει των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται, με €500,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.