ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 1352
20 Ιουνίου, 2012
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
1. ΤΑΣΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
2. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΜΠΕΛΟΟΙΝΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ,
ΩΣ ΜΕΤΟΝΟΝΟΜΑΣΘΕΝ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
v.
ΑΘΗΝΟΥΛΛΑΣ ΤΤΑΒΑ,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 25/2009)
Αστικά αδικήματα ― Αμέλεια ― Απρόβλεπτο φυσικό συμβάν ― Act of God ― Η ουσία της υπεράσπισης του ασυνήθους φυσικού συμβάντος είναι ότι πρόκειται για έλευση φυσικών δυνάμεων των οποίων καμιά ανθρώπινη προβλεπτικότητα δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει, τη δυνατότητα έλευσης της οποίας η ανθρώπινη σωφροσύνη δεν θα μπορούσε να αναμένει ― Αποτελεί υπεράσπιση αν ήταν αδύνατον να υπάρξουν προφυλάξεις έναντι του συμβάντος και δεν είναι αρκετό να αποδειχτεί ότι δεν ήταν εύλογα δυνατόν να αντιμετωπιστεί ― Αποτελεί θέμα πραγματικό κατά πόσο μια εξαιρετικά βίαιη βροχόπτωση ή μια ασυνήθιστη ψηλή παλίρροια ή ένας κατ' εξαίρεση δυνατός άνεμος είναι συμβάντα που θα μπορούσαν να προβλεφθούν.
Αστικά αδικήματα ― Αμέλεια ― Αναπόφευκτο δυστύχημα ― Δεν διαφοροποιεί τις νομικές αρχές που εφαρμόζονται όταν αιτία της αγωγής είναι η αμέλεια ― Ο ισχυρισμός ουσιαστικά ισοδυναμεί με άρνηση για αμέλεια με την εισήγηση ότι δεν μπορούσε να αποφευχθεί το δυστύχημα με την επίδειξη της δέουσας επιμέλειας και προσοχής από τον μέσο άνθρωπο.
Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν πρωτόδικη απόφαση με την οποία επιδικάστηκαν αποζημιώσεις στην εφεσίβλητη- ενάγουσα.
Σύμφωνα με τα γεγονότα που τέθησαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η ενάγουσα μαζί με τον εναγόμενο αρ. 1 και άλλη συνάδελφο τους, υπάλληλοι και οι τρεις στους Εφεσείοντες 2 βρίσκονταν για υπηρεσιακούς σκοπούς στο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο εφεσείων 1, ιδιοκτησίας των εφεσειόντων 1, για υπηρεσιακούς λόγους. Το όχημα οδηγείτο από τον εναγόμενο εφεσείοντα 1 και συνεπεία μεγάλης κακοκαιρίας που ενέσκηψε, ο εφεσείων 1 έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου με αποτέλεσμα τον τραυματισμό της εφεσίβλητης.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τις υπερασπίσεις του απρόβλεπτου φυσικού συμβάντος και του αναπόφευκτου ατυχήματος που προέβαλαν οι εφεσείοντες, βρήκε τους εφεσείοντες - εναγόμενους υπεύθυνους αμέλειας, και επιδίκασε αποζημιώσεις στην εφεσίβλητη-ενάγουσα.
Με την έφεσή τους οι εφεσείοντες υποστήριξαν ότι ήταν εσφαλμένη η κατάληξη του δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία δεν αποδείχθηκε ότι το ατύχημα επισυνέβη λόγω απρόβλεπτου φυσικού συμβάντος.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το δικαστήριο δεν μπορούσε να επιληφθεί του θέματος αξιοπιστίας με μόνο λόγο το ότι περιέχονταν τέτοιοι ισχυρισμοί στην αιτιολογία λόγου έφεσης, εφόσον δεν υπήρχε συγκεκριμένος λόγος που να προσέβαλλε τα ευρήματα αυτά ως εσφαλμένα.
2. Ο εναγόμενος οδηγός του αυτοκινήτου γνώριζε, και όφειλε να λάβει υπόψη κατά την οδήγηση του, τις άσχημες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν, και η καταρρακτώδης βροχή, η ομίχλη και ο άνεμος, όχι μόνο δεν οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι έλαβαν χώρα απρόβλεπτα φυσικά γεγονότα, αλλά κατεδείκνυαν ότι ο εναγόμενος 1 θα έπρεπε να επιδείκνυε ιδιαίτερη προσοχή κατά την οδήγηση.
3. Η ταχύτητα του, στην οποία ο ίδιος αναφέρθηκε στη μαρτυρία του, ότι δηλαδή ήταν 100χλ/ώρα και όχι περισσότερο, όσο δηλαδή ήταν το όριο ταχύτητας, όχι μόνο δεν αποδείκνυε ότι αυτό δεν συνιστούσε αμέλεια, αλλά, αντίθετα, έδειχνε πως κάτω από τις συνθήκες, τέτοια ταχύτητα ήταν υπερβολική.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μαρκίτσης v. Thanos Hotels Ltd (2005) 1(Α) Α.Α.Δ. 449,
Καμέρης v. Σούλη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 880.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Τσιβιτανίδου-Κίζη, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 1623/05) , ημερομηνίας 10/12/2008.
Α. Πολυδώρου, για τους Εφεσείοντες.
Φ. Αποστολίδης, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π..
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής, όπως κατέληξε σε αυτά η πρωτόδικη δικαστής μετά από ανάληψη και αξιολόγηση της μαρτυρίας, είναι τα ακόλουθα:
«Η ενάγουσα μαζί με τον εναγόμενο αρ. 1 και την συνάδελφο τους Στέλλα Στυλιανού, υπάλληλοι και οι τρεις στο Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων, μετέβαιναν στις 20.1.2004 από τη Λεμεσό στη Λευκωσία, με το αυτοκίνητο με αριθμούς εγγραφής ΗΒΕ 716, ιδιοκτησίας του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων, για υπηρεσιακούς λόγους. Το όχημα οδηγείτο από τον εναγόμενο αρ. 1. Συνοδηγός ήταν η Στέλλα Στυλιανού και στο πίσω κάθισμα καθόταν η ενάγουσα. Από την ώρα που ξεκίνησαν από τη Λεμεσό μέχρι και την ώρα του ατυχήματος, σ' όλη τη διαδρομή επικρατούσε κακοκαιρία. Έβρεχε καταρρακτωδώς, είχε ομίχλη και φυσούσε. Η βροχή ήταν συνεχής και είχε την ίδια ένταση. Σε κάποιο σημείο του αυτοκινητόδρομου, και συγκεκριμένα στο 41ο χλμ. παρά την Σκαρίνου, ο εναγόμενος αρ. 1 έχασε τον έλεγχο του οχήματος, παρεξέκλινε της πορείας του προς τα αριστερά, με αποτέλεσμα το όχημα να καταλήξει σε παρακείμενο χαντάκι, αφού προηγουμένως κτύπησε σε πινακίδα τροχαίας. Το όχημα ακινητοποιήθηκε σε απόσταση 29 μέτρων περίπου από την πινακίδα τροχαίας. Συνεπεία του ατυχήματος η ενάγουσα τραυματίστηκε και προξενήθηκαν σ' αυτήν ζημιές και απώλειες.»
Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι πρόβαλαν την υπεράσπιση του απρόβλεπτου φυσικού συμβάντος και του αναπόφευκτου ατυχήματος. Όπως προκύπτει από την Έκθεση Υπεράσπισής τους και την μαρτυρία που δόθηκε, δεν προβλήθηκαν οποιαδήποτε επιπρόσθετα γεγονότα για την υπεράσπιση του αναπόφευκτου ατυχήματος, αλλά τέθηκε μόνο ενώπιον του δικαστηρίου ο ισχυρισμός ότι το αυτοκίνητο βρέθηκε εκτός πορείας, προφανώς από ξαφνικό δυνατό άνεμο. Σημειώνουμε ότι κατά την ώρα του ατυχήματος επικρατούσε σφοδρή κακοκαιρία με ανέμους και βροχές καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού από Λεμεσό προς Λευκωσία.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τις πιο πάνω υπερασπίσεις, βρήκε τους εφεσείοντες - εναγόμενους υπεύθυνους αμέλειας, και επιδίκασε αποζημιώσεις στην εφεσίβλητη-ενάγουσα.
Με την έφεσή τους οι εφεσείοντες πρόβαλαν δύο λόγους. Πρώτον, αμφισβήτησαν την κατάληξη του δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε ότι το ατύχημα επισυνέβηκε λόγω απρόβλεπτου φυσικού συμβάντος και, με τον δεύτερο τους λόγο, πρόσβαλαν το ύψος των αποζημιώσεων. Ο δεύτερος όμως λόγος έφεσης αποσύρθηκε στο στάδιο της ακρόασης.
Επισημαίνουμε σε αυτό το σημείο της απόφασής μας πως, παρόλο ότι δεν προβλήθηκαν λόγοι έφεσης για τα ευρήματα αξιοπιστίας του δικαστηρίου, εντούτοις, στην αιτιολογία του πρώτου λόγου προβλήθηκαν τέτοιοι ισχυρισμοί. Στον πρώτο λόγο έφεσης αναφέρονται κατά λέξη τα ακόλουθα:
«Το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα και/ή αυθαίρετα έκρινε ότι η πρόκληση του δυστυχήματος στην υπό έφεση αγωγή, δεν οφειλόταν σε ασυνήθιστο φυσικό φαινόμενο (act of God) αλλά στην αμέλεια του εναγόμενου 1-εφεσείοντα.»
Έτσι, δηλώνουμε αμέσως πως το δικαστήριο δεν μπορεί να επιληφθεί του θέματος αξιοπιστίας με μόνο λόγο το ότι περιέχονται τέτοιοι ισχυρισμοί στην αιτιολογία λόγου έφεσης, εφόσον δεν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος που να προσβάλλει τα ευρήματα αυτά ως εσφαλμένα.
Με βάση το Άρθρο 56(β) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ.148, σε αγωγή που εγείρεται για αμέλεια συνιστά υπεράσπιση, ανεξαρτήτως της αμέλειας του εναγόμενου, το ότι η ζημιά οφειλόταν σε επέλευση ασυνήθους φυσικού συμβάντος, απρόβλεπτου για τον λογικό άνθρωπο, του οποίου η συνέπεια δεν μπορεί να αποτραπεί με την επίδειξη ευλόγου επιμέλειας.
Στην υπόθεση ναυτοδικείου Μαρκίτσης v Thanos Hotels Ltd (2005) 1 Α.Α.Δ. 449 ο Νικολαΐδης, Δ. αναφέρει τα ακόλουθα στη σελίδα 455, τα οποία και μας βρίσκουν σύμφωνους.
«Η ουσία της υπεράσπισης του ασυνήθους φυσικού συμβάντος είναι ότι πρόκειται για έλευση φυσικών δυνάμεων των οποίων καμιά ανθρώπινη προβλεπτικότητα δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει, τη δυνατότητα έλευσης της οποίας η ανθρώπινη σωφροσύνη δεν θα μπορούσε να αναμένει (κατά τον Lord Westbury στην Tennent v. Earl of Glascow [1864] 2 Macq. (H.I.) 22). Αποτελεί υπεράσπιση αν ήταν αδύνατον να υπάρξουν προφυλάξεις έναντι του συμβάντος και δεν είναι αρκετό να αποδειχτεί ότι δεν ήταν εύλογα δυνατόν να αντιμετωπιστεί. Αποτελεί θέμα πραγματικό κατά πόσο μια εξαιρετικά βίαιη βροχόπτωση (Greenock Corp. v. Caledonian Ry. [1917] A.C. 556) ή μια ασυνήθιστη ψηλή παλίρροια ή ένας κατ΄εξαίρεση δυνατός άνεμος (Cushing v. Walker & Son [1941] 2 All E.R. 693, 695) είναι συμβάντα που θα μπορούσαν να προβλεφθούν.»
Όσον αφορά το θέμα της υπεράσπισης του αναπόφευκτου ατυχήματος, στη νομολογία μας υπάρχει μεγάλος αριθμός αποφάσεων. Αρκεί, κατά την άποψη μας, να παραπέμψουμε στην υπόθεση Καμέρης v Σούλη κ.ά. 1990 1 Α.Α.Δ. 880, και να παραθέσουμε σχετικό απόσπασμα από τη σελίδα 884.
«Η προβολή της υπεράσπισης από εναγόμενο ότι ένα ατύχημα ήταν αναπόφευκτο αποτελεί, στην κρίση μας, μια εξειδικευμένη περίπτωση που όμως εμπίπτει στη νομοθεσία και στις γενικότερες αρχές της νομολογίας που αφορούν στο αστικό αδίκημα της αμέλειας. Στην υπόθεση The Tunnel Portland Cement Co. Ltd. v. The Prince Line Limited and Another (1963) 2 A.A.Δ. 181 το Ανώτατο Δικαστήριο κάμνει αναφορά και υιοθετεί τις αρχές πάνω στο ζήτημα, όπως διατυπώθηκαν στις υποθέσεις «The Merchant Prince» και «The Saint Angus», που παρατίθενται στη σελίδα 187 της απόφασης.
«The burden rests on the defendants to show inevitable accident. To sustain that, the defendants must do one or other of two things. They must either show what was the cause of the accident, and show that the result of that cause was inevitable; or they must show all the possible causes, one or other of which produced the effect, and must further show with regard to every one of these possible causes that the result could not have been avoided. Unless they do one or other of these two things, it does not appear to me that they have shown inevitable accident.»
Η ειδική αναφορά σε «αναπόφευκτο δυστύχημα», δεν διαφοροποιεί τις νομικές αρχές που εφαρμόζονται όταν αιτία της αγωγής είναι η αμέλεια. Υποδεικνύει όμως τα στοιχεία της μαρτυρίας που έχει την ευθύνη να προσκομίσει ο εναγόμενος για να αποδείξει τον ισχυρισμό του για αναπόφευκτο δυστύχημα. Αυτός δε ο ισχυρισμός ουσιαστικά ισοδυναμεί με άρνηση για αμέλεια με την εισήγηση ότι δεν μπορούσε να αποφευχθεί το δυστύχημα με την επίδειξη της δέουσας επιμέλειας και προσοχής από τον μέσο άνθρωπο.»
Με βάση τις πιο πάνω αρχές και τα γεγονότα, όπως αυτά διαπιστώθηκαν από την πρωτόδικο δικαστή, θεωρούμε ότι δεν υπάρχει πεδίο επέμβασής μας στην κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου. Ο εναγόμενος οδηγός του αυτοκινήτου γνώριζε, και όφειλε να λάβει υπόψη κατά την οδήγηση του, τις άσχημες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν, και συμφωνούμε με την πρωτόδικο δικαστή πως η καταρρακτώδης βροχή, η ομίχλη και ο άνεμος, όχι μόνο δεν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έλαβαν χώρα απρόβλεπτα φυσικά γεγονότα, αλλά δείχνουν ότι ο εναγόμενος 1 θα έπρεπε να επιδείκνυε ιδιαίτερη προσοχή κατά την οδήγηση. Θα θέλαμε επίσης να υποδείξουμε πως η ταχύτητα του, στην οποία ο ίδιος αναφέρθηκε στη μαρτυρία του, ότι δηλαδή ήταν 100χλ/ώρα και όχι περισσότερο, όσο δηλαδή ήταν το όριο ταχύτητας, όχι μόνο δεν αποδεικνύει ότι αυτό δεν συνιστούσε αμέλεια, αλλά, αντίθετα, δείχνει πως κάτω από τις συνθήκες, τέτοια ταχύτητα ήταν υπερβολική.
Με βάση τα πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων, πλέον Φ.Π.Α., τα οποία να υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή.
Η έφεση απορρίπτεται.