ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 1211
6 Ιουνίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 4 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1Α, 12, 15, 30, 113(2) ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1(10), (2), (3) ΚΑΙ (4) ΤΟΥ Ν.183(1)/2007 ΚΑΙ ΤΙΣ ΥΠΟΛΟΙΠΕΣ ΠΡΟΝΟΙΕΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΥΤΟΥ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΕ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡ. 18.4.2012,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ RAMI YIACOUB
ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ
ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI.
(Πολιτική Aίτηση Αρ. 81/2012)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για παραχώρηση άδειας προς καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari, με στόχο την ακύρωση διατάγματος πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα που εκδόθηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων κατώτερων Δικαστηρίων ― Και αν ακόμη ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, δεν είναι αρκετό για να του δοθεί άδεια καταχώρισης αίτησης προνομιακού εντάλματος, όταν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις.
Ο Αιτητής επιδίωξε την παραχώρηση άδειας προς καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari, με στόχο την ακύρωση του διατάγματος πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά του δεδομένα το οποίο εκδόθηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο.
Περαιτέρω, αιτήθηκε και την έκδοση ενδιαμέσου διατάγματος με το οποίο να απαγορευόταν στην Αστυνομία Κύπρου, ή σε οποιοδήποτε μέλος της να κάνει χρήση των εν λόγω δεδομένων. Το επίδικο διάταγμα εξεδόθη στο πλαίσιο διερεύνησης από την Αστυνομία των Βρετανικών Βάσεων υπόθεσης απαγωγής προσώπου, ύστερα από καταγγελία που υποβλήθηκε εναντίον του αιτητή και άλλων προσώπων.
Ως αποτέλεσμα τούτου, η Αστυνομία των Βάσεων ζήτησε από το ΤΑΕ της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λεμεσού βοήθεια, η οποία περιλάμβανε την υποβολή, αναλόγου αιτήσεως, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για την εξασφάλιση του σχετικού διατάγματος πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, η οποία και προωθήθηκε δεόντως με κατάληξη την έκδοση του ζητηθέντος διατάγματος από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.
Με την αίτηση υποστηρίχθηκε ότι:
α) Το διάταγμα έπασχε, επειδή στερείτο νομιμότητας και διαφαινόταν ότι εξασφαλίστηκε με δόλο και πλάνη ή ακόμη και ψευδορκία εκ μέρους των αστυνομικών.
β) Απουσίαζε νομοθετική ρύθμιση ή συμβατική υποχρέωση των δικαστικών αρχών να εκδίδουν διατάγματα, όπως άρσης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων με στόχο τα αποτελέσματα να δοθούν στην αστυνομία των Βρετανικών Βάσεων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Στη σχετική ένορκη δήλωση του αστυφύλακα που αποτέλεσε τη βάση για την έκδοση του διατάγματος πρόσβασης, γινόταν αναφορά στα γεγονότα και στην εμπλοκή της αστυνομίας των Βάσεων στη διερεύνηση της υπόθεσης. Συναφώς, το επιχείρημα για παραπλάνηση του Επαρχιακού δικαστή δεν είχε έρεισμα.
2. Με γνώμονα το Άρθρο 15 του Παραρτήματος Ο του Συντάγματος, η συνεργασία μεταξύ αστυνομικών αρχών της Δημοκρατίας και των βρετανικών Βάσεων, είναι θεσμοθετημένη.
3. Το Άρθρο 15 του Παραρτήματος Ο του Συντάγματος, επιτρέπει στην αστυνομία και δει στο ΤΑΕ Λεμεσού, να αιτηθεί την έκδοση διατάγματος πρόσβασης ικανοποιώντας αίτημα των βάσεων, βασιζόμενο στη συνεργασία που συμφωνήθηκε με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συνακόλουθα το επιχείρημα του αιτητή, για έλλειψη νομοθετικής ή συμβατικής υποχρέωσης παρέμενε χωρίς έρεισμα.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Σάββα (2011) 1 Α.Α.Δ. 2001,
Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,
Λυσιώτης (1996)1 Α.Α.Δ. 1066,
Botrov (1996) 1 A.A.Δ. 889,
Hellenger Trading Ltd (2000)1 A.A.Δ. 1965.
Αίτηση.
Xρ. Χριστάκης, για Χρ. Πουργουρίδης, για τον Αιτητή.
Α. Μαππουρίδης, Aν. Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής κατάγεται από την Αίγυπτο και βρίσκεται στην Κύπρο ως μόνιμος κάτοικος, είναι δε παντρεμένος με ελληνοκύπρια και ζει στην Επισκοπή Λεμεσού.
Mετά από καταγγελία που υποβλήθηκε στην Αστυνομία των Βρετανικών Βάσεων, εναντίον του παρόντος αιτητή και άλλων ομοεθνών του, ότι στις 31 Μαρτίου 2012, κάποιος Tamer Imbrahim Farag Halil είχε απαχθεί, η εν λόγω Αστυνομία ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης. Ως αποτέλεσμα τούτου ζήτησε από το ΤΑΕ της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λεμεσού βοήθεια, η οποία περιλάμβανε την υποβολή, αναλόγου αιτήσεως, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για εξασφάλιση διατάγματος πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα. Υπεβλήθη προς τούτο στις 18 Απριλίου 2012 αίτηση συνοδευόμενη με ένορκη δήλωση που υπογράφηκε από τον αστυφύλακα 3936 Φίλιππο Ανδρέου, του ΤΑΕ Λεμεσού. Αυθημερόν εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού το ζητηθέν διάταγμα αναφορικά με τους εγγεγραμμένους συνδρομητές διαφόρων τηλεφωνικών αριθμών, μεταξύ των οποίων, και του τηλεφώνου 99602338, το οποίο ανήκει στον αιτητή.
Όπως προβάλλεται από τα γεγονότα που συνοδεύουν την αίτηση, το ΤΑΕ Λεμεσού παρέδωσε τα εν λόγω δεδομένα στην Αστυνομία των Βάσεων. Μετά το πέρας της διερεύνησης της υπόθεσης καταχωρήθηκε ποινική δίωξη εναντίον του αιτητή και δύο άλλων προσώπων στο δικαστήριο, των Βρετανικών Bάσεων. Ο αιτητής διόρισε δικηγόρο του τον κ. Χρίστο Πουργουρίδη ο οποίος, αφού παρέλαβε το μαρτυρικό υλικό της υπόθεσης, διαπίστωσε ότι σ' αυτό είχαν συμπεριληφθεί και τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα που εξασφαλίστηκαν με βάση το πιο πάνω αναφερόμενο διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.
Ως αποτέλεσμα τούτου, ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα αίτηση, με την οποία επιδιώκει την εξασφάλιση αδείας για καταχώριση αιτήσεως για έκδοση εντάλματος certiorari, με στόχο την ακύρωση του διατάγματος πρόσβασης στα τηλεπικοινωνιακά του δεδομένα που εκδόθηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 18 Απριλίου 2012. Περαιτέρω, υπό στοιχείο (Β) ζητείται η έκδοση ενδιαμέσου διατάγματος με το οποίο να απαγορεύεται στην Αστυνομία Κύπρου, ή σε οποιοδήποτε μέλος της να κάνει χρήση των εν λόγω δεδομένων.
Η υπόθεση ήταν προγραμματισμένη στις 28 Μαΐου 2008, στις 9.00π.μ. για ακρόαση. Άρχισε να αγορεύει για τη χορήγηση της εν λόγω αδείας ο συνήγορος του αιτητή και εμφανίστηκε ο κ. Α. Μαππουρίδης, δικηγόρος της Δημοκρατίας, ο οποίος, όπως ανέφερε, πληροφορήθηκε για την ύπαρξη της παρούσας αίτησης και επιθυμούσε να εμφανιστεί με πρόθεση να καταχωρήσει ένσταση. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή δήλωσε την αντίθεση του και επιχειρηματολογώντας υποστήριξε ότι δεν ήταν εφικτό, σε διαδικασία προνομιακού εντάλματος και δει στο στάδιο της υποβολής αίτησης για χορήγηση αδείας, να επιτραπεί σε οποιονδήποτε να εμφανιστεί. Αφού άκουσα επιχειρηματολογία επί του προκειμένου επέτρεψα στο δικηγόρο της Δημοκρατίας να εμφανιστεί και να δηλώσει οτιδήποτε επιθυμεί ώστε να μην εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης έθεσα στο συνήγορο το ερώτημα κατά πόσο θα ήταν εφικτό, λαμβανομένου υπόψη ότι τα εν λόγω δεδομένα, όπως ο ίδιος παραδέχεται, ήδη δόθησαν στις βρετανικές αρχές και η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον δικαστηρίου, αν θα ήταν εφικτό να εκδοθεί το αιτούμενο ενδιάμεσο διάταγμα λαμβανομένου υπόψη ότι θα απευθυνθεί σε δικαστήριο άλλο, από τα προβλεπόμενα από τον περί Δικαστηρίων Νόμο 14/60, Δικαστήρια της Δημοκρατίας.
Η υπόθεση συνεχίστηκε την επόμενη μέρα και ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι το εκδοθέν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ημερ. 18 Απριλίου 2012, διάταγμα πάσχει, γιατί στερείται αφενός νομιμότητας και αφετέρου διαφαίνεται ότι εξασφαλίστηκε με δόλο και πλάνη ή ακόμη και ψευδορκία εκ μέρους των αστυνομικών. Τα αδικήματα τα οποία ήταν υπό διερεύνηση, είχαν διαπραχθεί εντός της δικαιοδοσίας των βρετανικών βάσεων από αλλοδαπούς. Δεν υπήρχε υπό διερεύνηση αδίκημα από το ΤΑΕ Λεμεσού έτσι ώστε να δικαιολογείται η υποβολή αιτήσεως. Στο στάδιο αυτό, είπε, εκείνο το οποίο το Δικαστήριο εξετάζει είναι εάν υπάρχει θέμα προς συζήτηση και δει παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων του αιτητή.
Ως προς το θέμα του αιτητικού (Β), ο κ. Χριστάκη υποστήριξε ότι εκείνο το οποίο επιδιώκει ο αιτητής είναι να περιορίσει τη δυνατότητα χρήσης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων από σήμερα και στο εξής. Το ποία θα είναι η αντίκριση από το δικαστήριο των Βάσεων αυτό θα συζητηθεί από το συνήγορο του αιτητή σε εκείνο το στάδιο.
Ο κ. Μαππουρίδης αγορεύοντας ενώπιον του Δικαστηρίου υποστήριξε ότι, η συνεργασία των αστυνομικών δυνάμεων της Δημοκρατίας με την Αστυνομία των Βρετανικών Βάσεων βασίζεται στις πρόνοιες του Άρθρου (15) του Παραρτήματος Ο του Συντάγματος. Αυτή η συνεργασία επιβεβαιώθηκε και στην αίτηση για έκδοση διατάγματος τύπου Quo Warranto Μαρία Σάββα (2011) 1 Α.Α.Δ. 2001.
Τα εν λόγω τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, ανέφερε ο κ. Μαππουρίδης, παραδόθηκαν από εκπροσώπους της εταιρείας ΜΤΝ και CYTA, τους οποίους και κατονόμασε, σε ανακριτές των βρετανικών βάσεων και στη συνέχεια κατατέθηκαν ως τεκμήρια στην ποινική υπόθεση που εκδικάζεται στις βάσεις. Θα ήταν συνεπώς ατελές να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, υποστήριξε ο συνήγορος.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων κατώτερων Δικαστηρίων. Αυτή ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου αποτελεί το πλαίσιο εξέτασης σε αιτήσεις αυτής της μορφής (In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αν από τα γεγονότα προκύπτει εκ πρώτης όψεως υπόθεση που να δικαιολογεί την παραχώρηση αδείας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari (Ξάνθος Λυσιώτης (1996)1 Α.Α.Δ. 1066).
Και αν ακόμη ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, δεν είναι αρκετό για να του δοθεί άδεια καταχώρισης αίτησης προνομιακού εντάλματος, όταν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις (Botrov (1996) 1 A.A.Δ. 889 και Hellenger Trading Ltd (2000)1 A.A.Δ. 1965).
Από το σύνολο του περιεχομένου της ενόρκου δηλώσεως που κατατέθηκε και του κειμένου των γεγονότων, που κατατέθηκαν για υποστήριξη της αίτησης, καταφαίνεται με ευκρίνεια ότι το βασικό και μοναδικό, θα έλεγα, παράπονο του αιτητή, έγκειται στην απουσία νομοθετικής ρύθμισης ή συμβατικής υποχρέωσης των δικαστικών αρχών να εκδίδουν διατάγματα, όπως άρσης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων με στόχο τα αποτελέσματα να δοθούν στην αστυνομία των Βρετανικών Βάσεων.
Δεν υπάρχει διεθνής σύμβαση υποστηρίχθηκε, ούτε κρατική συνεργασία μπορεί να τεκμηριωθεί αφού στις βάσεις δεν εφαρμόζεται το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Η ενέργεια των αστυνομικών αρχών της Δημοκρατίας να συνεργαστεί με την αστυνομία των βάσεων, στηρίζεται, όπως προτάθηκε από πλευράς αιτητή, σε άτυπη συνεργασία. Αυτό, καθιστά την ενέργεια του ΤΑΕ, παράνομη, όπως αναγράφεται.
Πρέπει κατ' αρχήν να επισημανθεί ότι στην ένορκη δήλωση του αστυφ.3936 Φ. Ανδρέου, που αποτέλεσε τη βάση της έκδοσης του διατάγματος πρόσβασης, γίνεται αναφορά στα γεγονότα και στην εμπλοκή της αστυνομίας των Βάσεων στη διερεύνηση της υπόθεσης. Συναφώς, το επιχείρημα για παραπλάνηση του Επαρχιακού δικαστή δεν έχει έρεισμα.
Με γνώμονα το Άρθρο 15 του Παραρτήματος Ο του συντάγματος, η συνεργασία μεταξύ αστυνομικών αρχών της Δημοκρατίας και των βρετανικών Βάσεων, είναι θεσμοθετημένη. Η υπόθεση Μαρία Σάββα (ανωτέρω) είχε τα εξής δεδομένα. Η αιτήτρια, στην υπόθεση εκείνη επιθυμούσε την ακύρωση διαταγών που εκδόθηκαν προς διευθυντές τραπεζών, κατ' επίκληση του Άρθρου 6(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155. Οι εν λόγω διαταγές εξασφαλίστηκαν μετά από παράκληση της αστυνομίας των Βρετανικών Βάσεων, η οποία διερευνούσε υπόθεση εναντίον αγγλίδας υπηκόου. Τα εξασφαλισθέντα, δυνάμει, των πιο πάνω διαταγών, έγγραφα, παραδόθηκαν στις ανακριτικές αρχές των Βάσεων. Η υπόθεση δεν συζητήθηκε στη βάση της πιο πάνω δυνατότητας συνεργασίας αλλά απορρίφθηκε λόγω αδυναμίας τεκμηρίωσης των λόγων έκδοσης εντάλματος της φύσεως Quo Warranto. Συνεπώς δεν ενισχύει τη θέση της Δημοκρατίας.
Όπως, όμως, σημείωσα, το αρ.15 του Παραρτήματος Ο του Συντάγματος, επέτρεπε στην αστυνομία και δει στο ΤΑΕ Λεμεσού να αιτηθεί την έκδοση διατάγματος πρόσβασης ικανοποιώντας αίτημα των βάσεων, βασιζόμενο στη συνεργασία που συμφωνήθηκε με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συνακόλουθα το επιχείρημα του αιτητή, για έλλειψη νομοθετικής ή συμβατικής υποχρέωσης παραμένει χωρίς έρεισμα.
Επειδή, όπως σημείωσα, δεν υπάρχει οποιοδήποτε άλλο παράπονο, θεωρώ την αίτηση αβάσιμη. Η αίτηση απορρίπτεται, χωρίς έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται.