ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2012) 1 ΑΑΔ 1528

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 66/2009)

 

 

 9 Ιουλίου 2012

 

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΔΔ.]

 

 

MARFIN POPULAR BANK PUBLIC CO LTD

Εφεσείουσα/Εναγόμενη

ν.

ΑΝΔΡΟΥΛΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΣΤΗ

Εφεσίβλητης/Ενάγουσας

_________________

 

 

Ε. Στυλιανού (κα) για Ν. Κλεάνθους, για την Εφεσείουσα.

Α. Κουμής, για την Εφεσίβλητη.

 

_________________

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το

                            Δικαστή Δ. Χατζηχαμπή.

 

______________

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, , Δ:  Μετά από την έκδοση και επίδοση ειδοποίησης πτώχευσης, η Εφεσείουσα Τράπεζα, ως ο εξ αποφάσεως πιστωτής, κατεχώρησε αίτηση για την έκδοση διατάγματος παραλαβής της περιουσίας της Εφεσίβλητης, ως του εξ αποφάσεως χρεώστη.  Η αίτηση, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του επιδότη που ετέθη στο φάκελο της, επεδόθη στην Εφεσίβλητη και, την ημέρα που η αίτηση είχε ορισθεί από το Πρωτοκολλητείο για να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, υπήρξε εμφάνιση από δικηγόρο για την Εφεσίβλητη και εζητήθη χρόνος για καταχώρηση ένστασης.  Εφ΄όσον η ένσταση κατεχωρήθη, η αίτηση τελικά ακούσθηκε και απερρίφθη.  Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής έκρινε ότι, αν και ικανοποιούντο όλες οι προϋποθέσεις του νόμου και δεν ευσταθούσαν διάφορες άλλες ενστάσεις της Εφεσίβλητης, εν τούτοις δεν απεδείχθη η επίδοση της αίτησης όπως απαιτείται στο άρθρο 6(2) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφάλαιο 5.  Είπε συναφώς τα εξής:

 

«Υπάρχει όμως ζήτημα ως προς την επίδοση της παρούσας αίτησης.  Η επίδοση της αμφισβητήθηκε με την παράγραφο 1 της ένστασης.  Δεν αρκεί το γεγονός ότι ένορκος δήλωση της επίδοσης ευρίσκεται στο φάκελο της υπόθεσης.  Εφόσον αμφισβητήθηκε, η πλευρά των αιτητών όφειλε να είχε αποδείξει θετικά την επίδοση της με την παρουσίαση ενώπιον του Δικαστηρίου του επιδότη που επέδωσε την αίτηση.  Αυτό δεν έγινε και έτσι αυτό το γεγονός παρέμεινε αναπόδεικτο, αποτελεί δε απαραίτητη προϋπόθεση το βάρος της οποίας είχαν οι αιτητές σύμφωνα με το Άρθρο 6 παράγραφος (2) του περί Πτωχεύχεως Νόμου, Κεφ. 5.  Εξ αυτού του λόγου θα απέρριπτα την αίτηση εφόσον η μη απόδειξη της επίδοσης της αίτησης η οποία αμφισβητήθηκε αποτελεί καταλυτικό παράγοντα ως προς την πορεία της αίτησης.»

 

 

 

Το άρθρο 6(2) προνοεί σχετικώς:

 

«Κατά την ακρόαση της αίτησης, το Δικαστήριο θα απαιτεί απόδειξη του χρέους που οφείλεται προς τον αιτούντα πιστωτή, της επίδοσης της αίτησης και της πράξης πτωχεύσεως .»

 

 

 

Η Εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης, εισηγούμενη ότι η ένορκη δήλωση του επιδότη, εφ΄όσον ήταν στο φάκελο και δεν αντικρούσθηκε με οποιοδήποτε τρόπο, συνιστούσε επαρκή μαρτυρία προς απόδειξη της επίδοσης χωρίς να ήταν αναγκαία η παρουσία του επιδότη ως μάρτυρα προς επιβεβαίωση της ένορκης δήλωσης του.  Ιδιαιτέρως εν όψει του ότι, πέραν μιας γενικής και αόριστης αναφοράς σε αμφισβήτηση της επίδοσης της αίτησης στην ένσταση της Εφεσίβλητης, δεν υπήρχε συγκεκριμενοποίηση της αμφισβήτησης.  Γίνεται περαιτέρω παραπομπή στο ότι η Εφεσίβλητη εξ αρχής εμφανίσθηκε και εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο και ουδόλως αντέκρουσε το γεγονός της επίδοσης που αναφέρεται και στην ένορκη δήλωση του επιδότη, κάνοντας αναφορά και στην υπόθεση Ν.Ι. Drousiotis & Co. et al v. The Chartered Bank (1965) 2 CLR 373.

 

Η Εφεσίβλητη, εμμένοντας στη λογική του σκεπτικού του δικαστηρίου και επαναλαμβάνοντας την πρόνοια του άρθρου 6(2) σε συνάρτηση με την ένστασή της, παραπέμπει ιδιαιτέρως στην υπόθεση Γιωργαλλίδης ν. Χρίστου (1997) 1 ΑΑΔ 247.

 

Κρίνουμε ότι η έφεση διαθέτει πλήρες έρεισμα.  Με δεδομένη, δυνάμει του άρθρου 6(2), την ανάγκη απόδειξης της επίδοσης της αίτησης, ο τρόπος και η έκταση της απόδειξης εξαρτώνται, όπως και σε κάθε περίπτωση που είναι αναγκαία η απόδειξη γεγονότος, από τις συνθήκες υπό τις οποίες το θέμα εγείρεται ενώπιον του δικαστηρίου.  Εδώ η αμφισβήτηση της επίδοσης της αίτησης στην ένσταση ήταν όχι μόνο γενική και αόριστη αλλά και καθόλου στοχευμένη.  Μεταφέρουμε τη σχετική παράγραφο 2 της ένστασης, η οποία ακολουθεί τη δήλωση ότι η Εφεσίβλητη προτίθεται να αμφισβητήσει τα εξής:

 

«Την εγκυρότητα της Ειδοποίησης Πτώχευσης η οποία δεν συνοδεύεται με Δικαστική Απόφαση και την επίδοση Ειδοποίησης Πτώχευσης και της Αιτήσεως.  Οι φερόμενοι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται στην Καταχώρηση της παρούσας Αίτησης και της Ειδοποίησης Πτώχευσης 517/2008 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος, γιατί ουδένα ποσόν οφείλω ή χρεωστώ τους Αιτητές, αλλά πολύ παλαιά εγγυήθηκαν το σύζυγον μου σε κάποιο χρέος προς την Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ή Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα [Χρηματοδοτήσεις] Λτδ.»

 

 

 

Στην ένορκη δήλωσή της που συνοδεύει την ένσταση η Εφεσίβλητη απλώς βεβαιώνει ως ορθά τα αναφερόμενα στην ένσταση της και ουδόλως τα εξειδικεύει με αναφορά σε γεγονότα, ώστε να παραμένει γυμνή η αναφορά της ότι απλώς προτίθεται να αμφισβητήσει, μεταξύ άλλων, την επίδοση της αίτησης.  Και όχι μόνο τούτο.  Η Εφεσίβλητη εξ αρχής εμφανίσθηκε με δικηγόρο χωρίς διαμαρτυρία και άνευ όρων, ούτε βεβαίως υπέβαλε οποιαδήποτε αίτηση για παραμερισμό της επίδοσης της αίτησης.  Έπειτα, κατά την ακρόαση,  με μάρτυρες την υπεύθυνη του τμήματος πτωχεύσεων του Δικαστηρίου και την υπάλληλο της Εφεσείουσας, ουδόλως ετέθη θέμα επίδοσης της αίτησης αλλά απεναντίας η μακρά αντεξέταση της δεύτερης αφορούσε κυρίως, ανεπίτρεπτα και δυστυχώς με την ανοχή του Δικαστηρίου, την ουσία του χρέους..  Ούτε εζητήθη να προσέλθει ο επιδότης προς αντεξέταση επί της ένορκης δήλωσής του.  Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν βλέπουμε πώς το δικαστήριο αισθάνθηκε την ανάγκη να είχε ενώπιον του τον επιδότη για να βεβαιώσει την ήδη δηλωθείσα αλήθεια της ένορκης δήλωσής του ότι είχε επιδώσει την αίτηση και μάλιστα προσωπικώς στην ίδια την Εφεσίβλητη.  Υπό τις συνθήκες, η ενώπιον του ένορκη δήλωση του επιδότη συνιστούσε επαρκή απόδειξη του ζητουμένου της επίδοσης της αίτησης.  Δεν εδικαιολογείτο, ουσιαστικά από δική του πρωτοβουλία, να προσδώσει στο θέμα της επίδοσης της αίτησης τη διάσταση που του προσέδωσε.  Επ΄αυτού, ουδόλως σχετική είναι η υπόθεση Γεωργαλλίδης στην οποία παρέπεμψε η Εφεσίβλητη και η οποία εκρίθη στη βάση της κακής επίδοσης.  Απεναντίας, απόλυτα σχετική είναι η υπόθεση Drousiotis στην οποία παρέπεμψε η Εφεσείουσα και στην οποία ελέχθησαν τα ακόλουθα από τον Ιωσηφίδη, Δ. (σελίδες 380-381):

 

«Two further questions which, we think, should be considered in deciding this matter are-

 

(a) Need service of the petition be proved on a debtor if he is present in person or represented by counsel at the hearing of the petition? and

 

(b) If all general partners are served need service be effected on the firm at the principal place of business?

 

With regard to (a), it would seem that the provisions of section 6 (2) of the Bankruptcy Law, with regard to the proof of the service of the petition apply only where the debtor does not appear at the hearing. We are confirmed in this view by the following provisions in the same Law:

 

(i) the provisions of sub-sections (6) and (7) of section 6 which provide for cases where the debtor appears on the petition and which do not require proof of the service of the petition in such cases ;

 

(ii) the provisions of rule 60 (2) of the Bankruptcy Rules which lay down that "if the debtor appears to show cause against the petition, the petitioning creditor's debt, and the act of bankruptcy, or the matters notified by the debtor to be disputed, shall be proved ; and if further time shall be desired by the petitioning creditor or by the debtor, the Court may, where it is satisfied that the extension will not be prejudicial to the general body of creditors, grant such further time (in each case not exceeding seven days) as it may think fit". It will be observed that there is no provision in that rule for proof of service of the petition on the debtor.

 

The essential thing in service is that documents served shall be brought to the personal knowledge of the person whose concern it is (Re A debtor (1938) 4 All E.R. 92 at page 95) ; the notice must reach the mind or attention of the person to whom it is directed (Re De Cespedes (1937) 2 All E.R. 572 at page 576). The general principle of law is that the defendant shall not by defective notice be condemned unheard because he has no knowledge of the proceedings against him (Porter v. Freudenburg (1915) 1. K.B. 858 at page 889 ; Re A Judgment Debtor (1936) 3 All E.R. 767 at page 774).»

 

 

 

Αν ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής είχε παραπεμφθεί στην υπόθεση αυτή είμεθα βέβαιοι ότι, και αν ακόμα θεωρούσε την απόδειξη της επίδοσης της αίτησης ως αναγκαία εν όψει της γενικής αμφισβήτησης στην ένσταση, θα ικανοποιείτο, ως όφειλε, με την ένορκη δήλωση του επιδότη η οποία ήταν ενώπιόν του.

 

Η έφεση λοιπόν επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση, όσον αφορά το θέμα της έφεσης, παραμερίζεται, όπως παραμερίζεται και η πρωτόδικη διαταγή για έξοδα.  Εφ΄όσον κατά τα λοιπά είχε διαπιστωθεί πρωτοδίκως ότι ικανοποιούντο οι προϋποθέσεις του νόμου, εκδίδεται διάταγμα παραλαβής της περιουσίας της Εφεσίβλητης.  Τα έξοδα της έφεσης και της πρωτόδικης διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον της Εφεσίβλητης, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

                                                    Π. Αρτέμης, Π.

 

                                                   

                                                                                                                                                                    Δ. Χατζηχαμπής, Δ.

 

 

 

                                                    Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

                                                   

 

/ΚΧ»Π

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο