ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2012) 1 ΑΑΔ 1473

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 141/2011)

 

 

2 Ιουλίου, 2012

 

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στες]

 

 

ALFRED C. TOEPFER INTERNATIONAL GMBH,

 

Εφεσείoντες,

 

ν.

 

BRODA AGRO TRADE (CYPRUS) LTD,

 

Εφεσιβλήτων.

_________

 

Π. Ιακωβίδης για Μοντάνιο και Μοντάνιο, για τους Εφεσείοντες.

Χ. Αργυρού (κα) με Χρ. Κωνσταντίνου για Χ. Αργυρού και Συνεργάτες, για τους Εφεσίβλητους.

_________

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.

________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ.:  Οι εφεσίβλητοι εξασφάλισαν διάταγμα ημερομηνίας 5.7.2010, με το οποίο επιτράπηκε η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας της ειδοποίησης της αίτησης για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης.  Αίτηση την οποία είχαν καταχωρήσει προηγουμένως για εγγραφή της συγκεκριμένης αλλοδαπής απόφασης διά κλήσεως, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 (1) (γ) του περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμου του 2000, Ν.121(1)/2000, απορρίφθηκε επειδή δεν είχε ζητηθεί άδεια για επίδοση στο εξωτερικό.

 

Στην παρούσα διαδικασία αξιώθηκε ανεπιτυχώς από τους εφεσείοντες ο παραμερισμός του διατάγματος για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας της ειδοποίησης της αίτησης για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης.

 

Οι εφεσείοντες στην αίτηση τους για παραμερισμό του διατάγματος ημερομηνίας 5.7.2010, υποστήριξαν ότι δεν ικανοποιείται καμιά από τις προϋποθέσεις της Δ.6 θ.1, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ότι το συγκεκριμένο αίτημα για παροχή άδειας εκτός δικαιοδοσίας δεν υποστηρίχθηκε από την απαιτούμενη μαρτυρία, ότι οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να προβούν σε αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων κατά την προώθηση των αιτημάτων τους, καθώς και το ότι το συγκεκριμένο αίτημα λανθασμένα υποβλήθηκε υπό μορφή γενικής αίτησης αντί με ενδιάμεση αίτηση στα πλαίσια της κυρίως αίτησης.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι τρεις από τους πιο πάνω λόγους δεν υποστηρίζονταν από μαρτυρία στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για παραμερισμό του εκδοθέντος διατάγματος.  Συγκεκριμένα δεν υποστηρίζονταν από γεγονότα τα επιχειρήματα ότι στην αίτηση δεν ικανοποιείται καμιά από τις προϋποθέσεις της Δ.6 θ.1, ότι το αίτημα για παροχή άδειας για επίδοση δεν υποστηρίχτηκε από την απαιτούμενη μαρτυρία και ότι λανθασμένα ακολουθήθηκε η επιλογή της γενικής αίτησης, αντί της ενδιάμεσης.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης υποστηρίζεται ότι το δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι υπήρχε παντελής έλλειψη μαρτυρίας προς στοιχειοθέτηση της αίτησης των εφεσειόντων για παραμερισμό του εκδοθέντος διατάγματος.

 

Είναι αλήθεια ότι ορισμένα από τα επιχειρήματα που ήγειραν οι εφεσείοντες πρωτόδικα είναι νομικής φύσης αλλά θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην ένορκη δήλωση του Παναγιώτη Αλκιβιάδη, ημερομηνίας 20.10.2010, που συνοδεύει την αίτησή τους για παραμερισμό, τα μόνα γεγονότα τα οποία αναφέρονται είναι η κατ΄ ισχυρισμόν παράλειψη των εφεσιβλήτων να αποκαλύψουν στο δικαστήριο ότι στις 30.12.2008 είχαν καταχωρίσει στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εναντίον των εφεσιβλήτων αίτηση με την οποία ζητούσαν την ίδια θεραπεία, την οποία ζητούσαν και στην αίτησή τους για έκδοση διατάγματος για άδεια επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας.  Πέραν όμως από αυτό, το δικαστήριο, ανεξαρτήτως της πιο πάνω κατάληξής του για την έλλειψη μαρτυρίας, εξέτασε ξεχωριστά καθένα από τους λόγους παραμερισμού.

 

Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι δεν ικανοποιούνταν οι προϋποθέσεις της Δ.6 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, θέση η οποία έγινε αποδεκτή και από το δικαστήριο και συνεπώς η απόφαση του δικαστηρίου να απορρίψει την αίτησή τους για παραμερισμό του διατάγματος για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δεν δικαιολογείτο από οποιανδήποτε διαδικαστική, νομοθετική, συνταγματική ή άλλη διάταξη.

 

Υποστηρίζουν ακόμα ότι λανθασμένο είναι και το συμπέρασμα του δικαστηρίου επειδή η συγκεκριμένη περίπτωση δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις της Δ.6 θ.1, δεν σημαίνει ότι κακώς εκδόθηκε το διάταγμα.  Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε αναφερθεί στο περιεχόμενο του Κυρωτικού της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΄Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για Παροχή Νομικής Συνδρομής σε Θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου Νόμου του 1986, Ν.172/1986 και στον Ν.121(Ι)/2000.  Παραπονούνται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν ανέφερε σε ποιο ακριβώς περιεχόμενο των δύο νομοθετημάτων στηριζόταν και με ποιο τρόπο τέτοιο περιεχόμενο μπορούσε να προσμετρήσει στην απόφασή του.  Το δικαστήριο, σύμφωνα πάντα με τους εφεσείοντες, δεν ανέφερε οποιοδήποτε συγκεκριμένο λόγο γιατί οι πρόνοιες της Δ.6 θα πρέπει να αγνοηθούν, ενώ το γεγονός ότι επιβάλλεται η επέκταση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου σε οντότητα που βρίσκεται εκτός των δικαιοδοτικών ορίων του δεν εξυπακούει κατ΄ ουδένα λόγο και το ότι πρέπει να αγνοηθεί η Δ.6 θ.1.

 

Είναι γεγονός ότι η παρούσα περίπτωση δεν εμπίπτει στις περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις για τις οποίες η Δ.6 θ.1 επιτρέπει την επίδοση  κλητηρίου εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας.  Είναι επίσης αποδεκτό και από τις δύο πλευρές ότι η συγκεκριμένη δικονομική διάταξη δεν τυγχάνει εφαρμογής, θέση την οποία αποδέχτηκε και το πρωτόδικο δικαστήριο.

 

Τόσο οι θέσεις των δύο διαδίκων, όσο και η κατάληξη του δικαστηρίου είναι εσφαλμένη.  Το άρθρο 5 του Ν.121(Ι)/2000 προβλέπει λεπτομερώς τη διαδικασία που ακολουθείται  για την εγγραφή, αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου.  Στο εδάφιο (1) προνοείται ότι η διαδικασία αρχίζει με καταχώριση στο δικαστήριο αίτησης διά κλήσεως που συνοδεύεται από ένορκο δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, με τις ανάλογες προσαρμογές, στην οποία φαίνεται ως αιτητής η αρμόδια αρχή ή το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξεδόθη η απόφαση του αλλοδαπού δικαστηρίου αναλόγως της περιπτώσεως και ως καθ΄ ου η αίτηση το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείται η αναγνώριση, εγγραφή ή εκτέλεση απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου.  Στην πρώτη επιφύλαξη του ίδιου εδαφίου προνοείται ότι οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί για υποκατάστατη επίδοση, ισχύουν.  Η Δ.6 θ.1. ορίζει ότι επίδοση εκτός δικαιοδοσίας προβλέπεται για το κλητήριο ένταλμα ή την ειδοποίηση κλητηρίου εντάλματος η οποία και επιτρέπεται από το δικαστήριο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.  Είναι γνωστό ότι επίδοση εκτός δικαιοδοσίας μπορεί να γίνει και για την ειδοποίηση τριτοδιαδίκου, αλλά και για την ανταπαίτηση (βλέπε The Annual Practice 1951, Τόμος 1, σελ. 95).  Η ρύθμιση της επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας συνιστά πλήρη και εξαντλητικό κώδικα επί του θέματος (The Annual Practice, ανωτέρω, σελ. 95).

 

Στην πραγματικότητα για την αίτηση για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης δεν χρειάζεται να εκδοθεί διάταγμα επίδοσής της εκτός δικαιοδοσίας.  Η κατάληξη αυτή ενισχύεται και από τον κανονισμό 8 (1) (β) των περί Αλλοδαπών Αποφάσεων (Αμοιβαία Εκτέλεση) Κανονισμών που εκδόθηκαν βάσει του περί Αλλοδαπών Δικαστικών Αποφάσεων (Αμοιβαία Εκτέλεση) Νόμου, Κεφ. 10, ο τίτλος του οποίου τροποποιήθηκε με το Νόμο 130(Ι)/2000 σε περί Αμοιβαίας Εκτέλεσης Ορισμένων Αποφάσεων Δικαστηρίων των Χωρών της Κοινοπολιτείας Νόμο.  Οι πιο πάνω κανονισμοί δεν εφαρμόζονται βέβαια στην παρούσα περίπτωση γιατί εκδόθηκαν βάσει του Κεφ. 10 το οποίο αναφέρεται στην εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων μόνο του Ηνωμένου Βασιλείου και των χωρών της Κοινοπολιτείας.  Είναι όμως ενδεικτικό ότι στην περίπτωση εγγραφής  μιας τέτοιας αλλοδαπής απόφασης η έκδοση διατάγματος για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δεν είναι απαραίτητη.  Ο κανονισμός 8 (1) (β) προνοεί ότι η ειδοποίηση της εγγραφής αλλοδαπής απόφασης (που προέρχεται από χώρα της Κοινοπολιτείας) θα πρέπει να επιδίδεται στον εξ αποφάσεως χρεώστη, αν εκτός Κύπρου σύμφωνα με τους δικονομικούς κανονισμούς που εφαρμόζονται για την επίδοση κλητηρίου εντάλματος εκτός Κύπρου, ενώ σε μια τέτοια περίπτωση δεν απαιτείται ειδική άδεια επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας.  Και αυτό παρά το ότι ο κανονισμός 16 (2) προβλέπει ότι εφαρμόζονται οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του Ν.172/86, η παραγγελλόμενη αρχή θα παρέχει νομική συνδρομή σύμφωνα με τον τρόπο που προβλέπουν οι διαδικαστικοί νόμοι και κανονισμοί του κράτους της, στην παρούσα περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Θα πρέπει στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι η νομική συνδρομή περιλαμβάνει και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε αστικές υποθέσεις (άρθρο 3 του Νόμου 172/86).  Στο άρθρο 7 του ίδιου Νόμου, προβλέπεται ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα ενεργεί την επίδοση εγγράφων σύμφωνα με τους κανόνες επίδοσης που ισχύουν στο κράτος της, εφ΄ όσον τα προς επίδοση έγγραφα είναι συντεταγμένα στη δική της γλώσσα ή συνοδεύονται από πιστοποιημένη μετάφραση στη γλώσσα αυτή.

 

Η Κυπριακή Δημοκρατία υπέχει την υποχρέωση να παρέχει νομική συνδρομή, σύμφωνα με τον τρόπο που προβλέπουν οι διαδικαστικοί κανονισμοί που ισχύουν στην επικράτειά της.  Η Δημοκρατία πρέπει να ενεργεί την επίδοση εγγράφων σύμφωνα με τους ισχύοντες σ΄ αυτή κανόνες επίδοσης.  Με το εφεσιβαλλόμενο διάταγμα επιτράπηκε η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας της ειδοποίησης αίτησης για εγγραφή της αλλοδαπής απόφασης.  Η αίτηση για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δεν βασίστηκε ούτε στους Κανόνες Πολιτικής Δικονομίας, αλλά ούτε και σε οποιονδήποτε άλλο διαδικαστικό κανονισμό.  Βασίστηκε μόνο στο Νόμο 172/86 ο οποίος, όμως, σαφώς προνοεί ότι εφαρμόζονται οι διαδικαστικοί κανονισμοί.   Και όπως είδαμε προηγουμένως, δεν προνοείται επίδοση εκτός δικαιοδοσίας για τη συγκεκριμένη περίπτωση.

 

Η δικαιοδοσία του δικαστηρίου περιορίζεται εντός της περιοχής της επικράτειας και σε υπηκόους της Δημοκρατίας εκτός αυτής.  Το δικαστήριο αναλαμβάνει δικαιοδοσία σε πρόσωπα που βρίσκονται εκτός του κράτους και δεν έχουν την ιθαγένειά του με πολλή φειδώ και περίσκεψη, ύστερα από άσκηση διακριτικής ευχέρειας βάσει ορισμένων κανόνων (Δημητρίου ν. Dolphin Shipping Ltd and another (1990) 1 Α.Α.Δ. 351).  Γι΄ αυτό είναι απαραίτητη η εξασφάλιση άδειας για σφράγιση και επίδοση εκτός δικαιοδοσίας του κλητηρίου εντάλματος (Philippou v. Philippou (1986) 1 C.L.R. 689 και Φραγκέσκου κ.α. ν. Γρηγορίου (2001) 1 Α.Α.Δ. 1765).

 

Πράγματι το άρθρο 3 του Νόμου 172/86 προβλέπει την παροχή νομικής συνδρομής στην αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, αλλά μέσα στα πλαίσια που θέτουν οι διαδικαστικοί νόμοι και κανονισμοί της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Η δέσμευση που προκύπτει από τη διμερή συμφωνία μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΄Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, για την εγγραφή και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων δεν προϋποθέτει την παράβαση των διαδικαστικών κανονισμών που ισχύουν στον τόπο μας. Αντίθετα, όπως προβλέπεται από το άρθρο 26 του Νόμου, η διαδικασία εξασφάλισης της άδειας για εκτέλεση, καθώς και η διαδικασία της εκτέλεσης διέπεται από το δίκαιο του συμβαλλόμενου μέρους στο έδαφος του οποίου επιδιώκεται η εκτέλεση της δικαστικής απόφασης.

 

Εν κατακλείδι, φαίνεται ότι δεν υπάρχει διαδικαστικός κανόνας που να επιτρέπει ή καλύτερα να επιβάλλει την επίδοση της αίτησης για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης εκτός δικαιοδοσίας.

 

Κάτω από τις περιστάσεις είμαστε αναγκασμένοι να παραμερίσουμε το πρωτόδικο διάταγμα με το οποίο επιτράπηκε η επίδοση της αίτησης για εγγραφή αλλοδαπής απόφασης εκτός δικαιοδοσίας.  Όπως είδαμε τέτοιο διάταγμα δεν είναι απαραίτητο. Οι εφεσίβλητοι θα πρέπει να καταχωρήσουν νέα αίτηση για εγγραφή της αλλοδαπής απόφασης και ίσως αίτηση για υποκατάστατο επίδοση. Οι εφεσείοντες βέβαια διατηρούν όλα τους τα δικαιώματα για υποβολή, εν καιρώ, ένστασης όπως προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία.

 

Η έφεση επιτρέπεται και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Τα έξοδα της διαδικασίας κατ΄ έφεση θα βαρύνουν τους εφεσίβλητους.

 

 

                                              ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.

 

                                              Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.

 

                                              Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

 

 

/ΜΔ                


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο