ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 1358
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 97/2009)
21 Ιουνίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΨΥΓΕΙΑ ΒΟΡΕΙΟΣ ΠΟΛΟΣ ΛΤΔ,
Εφεσείοντες/Ενάγοντες,
ΚΑΙ
ΦΑΡΜΑ ΡΕΝΟΣ Χ"ΙΩΑΝΝΟΥ,
Εφεσίβλητοι/Εναγόμενοι.
- - - - - -
Γ. Παπαθεοδώρου με Κ. Τουβανά, για τους Εφεσείοντες.
Κ. Χατζηιωάννου με Ν. Χατζηιωάννου, για τους Εφεσίβλητους.
- - - - - -
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κληρίδης, Δ.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με την αγωγή αρ. 2245/2006, την οποία ήγειραν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, οι εφεσείοντες αξίωναν την καταβολή σ΄ αυτούς από τους εφεσίβλητους του ποσού των £12.975,41, δυνάμει συμφωνίας παροχής υπηρεσιών και/ή αγαθών και/ή εξαρτημάτων και/ή αναλώσιμων αγαθών και/ή ποσού οφειλομένου δυνάμει καταστάσεως λογαριασμού και/ή παραδεδεγμένου λογαριασμού και/ή άλλως πως. Όπως ισχυρίζονταν, σε διάφορες ημερομηνίες μεταξύ Ιουνίου 2000 και Οκτωβρίου 2005, στη Λευκωσία, κατόπιν εντολής των εφεσίβλητων, πώλησαν και παρέδωσαν προς αυτούς διάφορες συσκευές, ψυγεία, ψυκτικούς θαλάμους, κλπ, για την αξία των οποίων οι εφεσίβλητοι όφειλαν στους εφεσείοντες το προαναφερθέν ποσό.
Με την απόφασή του, την οποία εξέδωσε κατόπιν εκδίκασης της αγωγής, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αν και δέχθηκε ότι έγιναν οι συναλλαγές της φύσεως που επικαλούνταν οι εφεσείοντες, έκρινε ότι δεν τέθηκε ενώπιόν του επαρκής μαρτυρία η οποία να του επέτρεπε να προβεί σε εύρημα ότι όλες οι εργασίες που αναφέρονταν στα κατατεθέντα ως τεκμήρια τιμολόγια, πράγματι παρασχέθηκαν στην εταιρεία των εφεσίβλητων και έκρινε επίσης ότι δεν υπήρχε ούτε και σαφής μαρτυρία ώστε να μπορούσε να εξαχθεί ασφαλές εύρημα ως προς το ποία από όλα τα τιμολόγια αφορούσαν όντως την εταιρεία των εφεσίβλητων.
Επειδή όμως στην Έκθεση Υπεράσπισής τους οι εφεσίβλητοι παραδέχονταν ότι αγόρασαν και παρέλαβαν από τους εφεσείοντες εμπορεύματα αξίας £5.000, το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ των εφεσειόντων για το ποσό εκείνο (€8.543,01), με νόμιμο τόκο, και επεδίκασε το ήμισυ των εξόδων της αγωγής υπέρ των εφεσειόντων.
Με την παρούσα έφεσή τους, οι εφεσείοντες πρόβαλαν και προώθησαν τρεις συνολικά λόγους έφεσης.
1ος λόγος έφεσης - Η αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ1 και άλλων μαρτύρων.
Όπως υποστηρίζουν οι εφεσείοντες, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να αξιολογήσει ορθά τη μαρτυρία του ΜΕ1 Χρ. Λαζαρίδη, αφού ασχολήθηκε περισσότερο με τις θεωρητικές γνώσεις του μάρτυρα αυτού σε σχέση με το θεσμό των εταιρειών και τις γνώσεις του κατά πόσο οι εφεσίβλητοι και οι θυγατρικές τους εταιρείες είναι το ίδιο πρόσωπο, αντί να ασχοληθεί με την ουσία της μαρτυρίας του.
Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με αυτή την εισήγηση. Στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ1, στις σελίδες 3-4 της πρωτόδικης απόφασης, καταγράφεται αρχικά η γενική εντύπωση την οποία έδωσε στο Δικαστήριο ο μάρτυρας, αναφέροντας ότι προσπάθησε μεν να μεταφέρει στο Δικαστήριο την αλήθεια, πλην όμως η μαρτυρία του ήταν σε πολλά της σημεία αόριστη και ασαφής, ενώ εντοπίζονται σ΄ αυτήν πολλά κενά. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο παραθέτει ως δείγμα ενός από αυτά τα κενά, διάφορα σημεία της μαρτυρίας του μάρτυρα αναφορικά με το θέμα της εταιρικής οντότητας των εφεσίβλητων και της ταύτισής της με την εταιρεία F.R.H. Foods Ltd. Μετά δε από αυτό το παράδειγμα ύπαρξης κενών, το Δικαστήριο προχωρεί σχολιάζοντας τη θέση του μάρτυρα ότι ευθύνονταν οι εφεσίβλητοι για όλες τις εργασίες και υπηρεσίες που είναι και η κύρια βάση της αξίωσης των εφεσειόντων και εντοπίζει και σ΄ αυτή τη θέση αντιφάσεις και αβεβαιότητες που παρατηρήθηκαν στη μαρτυρία του ως προς αυτό το πρωταρχικής σημασίας θέμα. Παραθέτει δε στη συνέχεια το Δικαστήριο άλλο παράδειγμα από δοθείσα μαρτυρία το οποίο δημιούργησε ερωτηματικά στη μαρτυρία του ΜΕ1.
Υπό το φως των πιο πάνω, δε βλέπουμε τίποτε το μεμπτό στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ1.
Είναι η περαιτέρω εισήγηση των εφεσειόντων ότι η αξιολόγηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας του ΜΕ3, Β. Περχανίδη ήταν επίσης εσφαλμένη, αφού τα ευρήματα του Δικαστηρίου είναι αντίθετα με τη δοθείσα μαρτυρία την οποία αποδέχτηκε ως αξιόπιστη.
Έχουμε μελετήσει με προσοχή τα σημεία μαρτυρίας στα οποία παραπέμπουν οι εφεσείοντες και τα σχετικά ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς αυτό το θέμα, όπως επίσης και ως προς άλλο ζήτημα που εγείρουν οι εφεσείοντες κάτω από τον ίδιο λόγο έφεσης και αφορά τον τρόπο προσέγγισης του Δικαστηρίου στο περιεχόμενο του κατατεθέντος Τεκμηρίου 8, το οποίο είναι το Ενημερωτικό Δελτίο που είχαν εκδώσει οι εφεσίβλητοι. Η αμφισβήτηση του τρόπου αξιολόγησης αυτής της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποσκοπεί στην ανατροπή ως εσφαλμένου, του ουσιώδους σημασίας ευρήματος του Δικαστηρίου σύμφωνα με το οποίο δε δόθηκε από πλευράς εφεσειόντων ικανοποιητική μαρτυρία ότι όλες οι υπηρεσίες και εξοπλισμός που παρέσχαν ήταν πράγματι προς την εναγομένη εταιρεία, δηλαδή τους εφεσίβλητους που είχαν παρασχεθεί. Το πιο κάτω απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση (σελίδα 50 των πρακτικών της Έφεσης) είναι χαρακτηριστικό:
"Της πιο πάνω αξιολόγησης δεδομένης, αποτελεί εύρημα μου ότι οι Ενάγοντες είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ασχολείται, μεταξύ άλλων, με την πώληση και επιδιόρθωση ψυγείων και ψυκτικών θαλάμων. Οι Εναγόμενοι αποτελούν επίσης εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Μεταξύ του Ιουνίου 2000 και του Οκτωβρίου 2005 οι Ενάγοντες προσέφεραν υπηρεσίες και πώλησαν εξαρτήματα σε τρίτα πρόσωπα, περιλαμβανομένων και των Εναγομένων. Μετά την εκτέλεση των εργασιών, ο υπάλληλος των εναγόντων που εκτελούσε την εργασία εξέδιδε δελτίο εργασίας, και παρέδιδε αυτό στα γραφεία των Εναγόντων. Ο Μ.Ε.1 τότε, σε συνεργασία με τον Μ.Ε.4 κοστολογούσαν την εργασία και εξέδιδαν τιμολόγια.
Θεωρώ ότι ενώπιον μου δεν τέθηκε επαρκής μαρτυρία η οποία να μου επιτρέπει να προβώ σε εύρημα ότι όλες οι εργασίες που αναφέρονται στα τιμολόγια του Τεκμηρίου 7 παρασχέθηκαν στην Εναγόμενη Εταιρεία, αλλά ούτε και υπάρχει σαφής μαρτυρία ώστε να μπορεί τουλάχιστον να εξαχθεί ασφαλές εύρημα ως προς το ποία από όλα τα τιμολόγια αφορούν όντως την Εναγόμενη Εταιρεία.
Σε αστικές υποθέσεις, όπως και η παρούσα, η απόδειξη κρίνεται με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ενώ το βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους των Εναγόντων, να αποδείξουν τους ισχυρισμούς τους για την αξίωση τους. Η απόσειση του βάρους αυτού, συναρτάται αποκλειστικά με τη μαρτυρία η οποία κρίνεται αξιόπιστη.
Αναφορικά με τιμολόγια, σημειώνω ότι αυτά δεν έχουν αυτοδύναμη αποδεικτική αξία. Παραπέμπω προς τούτο σε σχετικό απόσπασμα από την Θεόδωρος Θεοδώρου ν. Χριστάκη Χ. Αντωνίου Ξυλουργικές Εργασίες Λτδ, (2003) 1 Α.Α.Δ. 1492, όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Το τιμολόγιο δε συνιστά μαρτυρία για την εργασία η οποία έγινε αλλά σημείωση γι΄ αυτή, η οποία συναρτάται με τη γνώση του γράφοντος για αυτά που κατέγραψε».
Πέραν των πιο πάνω σημειώνω ότι ο Μ.Ε.4 κατέθεσε το Ενημερωτικό Δελτίο της Εναγόμενης Εταιρείας ως Τεκμήριο 8, με την εισήγηση ότι αυτό αποδεικνύει την θέση των Εναγόντων. Στο Τεκμήριο αυτό, όμως, στην σελίδα 18 αναφέρονται τα εξής:
«Η εταιρεία διαθέτει 4 φάρμες αναπαραγωγής, 1 φάρμα για γαλόπουλα και πάπιες, 2 εκκολαπτήρια, 3 μικρά εργοστάσια ζωοτροφών, σύγχρονα μηχανήματα παραγωγής ζωοτροφών τα οποία επί του παρόντος βρίσκονται αποθηκευμένα σε αναμονή της λειτουργίας του εργοστασίου ζωοτροφών (βλέπε παράγραφο 4.2. του παρόντος Ενημερωτικού Δελτίου), 2 πτηνοσφαγεία και διατηρεί παγκύπριο δίκτυο διανομής των προϊόντων της. Οι φάρμες αναπαραγωγής ευρίσκονται στον Αναλιόντα, Πυργά, Μοσφιλωτή και Αγία Βαρβάρα και τα εκκολαπτήρια στο Μαρώνι και την Κοκκινοτριμιθιά. Η φάρμα για γαλόπουλα και πάπιες βρίσκεται στον Άγιο Ιωάννη Μαλούντας όπου επίσης ευρίσκεται ένα από τα σφαγεία.
Μέσω της θυγατρικής εταιρείας Perdios Poultry Farm Ltd, η εταιρεία διαθέτει στην Πάφο σφαγείο και φάρμα όπου παράγονται από συνεργαζόμενο πτηνοτρόφο κοτόπουλα για τις ανάγκες του σφαγείου». (υπογράμμιση δική μου)."
Όπως είχε εισηγηθεί κατά την αγόρευσή του ο συνήγορος των εφεσειόντων, το Τεκμήριο 8 καταδεικνύει ότι θα έπρεπε να εκδοθεί απόφαση υπέρ των εφεσειόντων, αφού η εταιρεία Perdios Poultry Farm Ltd ανήκει στους εφεσίβλητους. Το Δικαστήριο δε συμφώνησε με αυτή την εισήγηση, αναφέροντας ότι η εξαγορά μετοχών μιας εταιρείας από άλλη, δεν αναιρεί την ιδιότητα της πρώτης ως ξεχωριστής νομικής οντότητας, ούτε και αφαιρεί από τη δεύτερη, ως μέτοχο, το προνόμιο της περιορισμένης ευθύνης.
Όπως εισηγείται ο συνήγορος των εφεσειόντων, η αιτιολογία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο για την οποία οι εφεσίβλητοι είναι ξεχωριστό νομικό πρόσωπο από τις θυγατρικές της και η παράλειψή του να λάβει υπόψη τη μαρτυρία στο κείμενο του Τεκμηρίου 8, είναι ενάντια στη μαρτυρία και στην κοινή λογική, όπως επίσης και αντίθετη με αδιαμφισβήτητη μαρτυρία.
Δε συμμεριζόμαστε την εισήγηση των εφεσειόντων. Πέραν του ότι δεν βλέπουμε κανένα μεμπτό σημείο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ3 και στον τρόπο προσέγγισης του κειμένου του Τεκμηρίου 8, η νομική αρχή εταιρικού δικαίου την οποία εφάρμοσε το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι ορθή. Μια εταιρεία θεωρείται ως "θυγατρική" άλλης, της "μητρικής", εκεί όπου η δεύτερη κατέχει ή ελέγχει άμεσα ποσοστό πέραν του 50% του μετοχικού κεφαλαίου της πρώτης με δικαίωμα ψήφου. Τόσο όμως η θυγατρική όσο και η μητρική εταιρεία δεν παύουν από του να είναι και να θεωρούνται νομικά ως δύο ξεχωριστές οντότητες, δύο ξεχωριστά νομικά πρόσωπα με ξεχωριστή νομική ευθύνη και δικαιώματα.
Περαιτέρω, είναι σταθερά νομολογημένη η αρχή σύμφωνα με την οποία το Εφετείο δεν επεμβαίνει σε ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί γεγονότων και θεμάτων αξιοπιστίας μαρτύρων, εκτός εάν αυτά δεν ήταν εύλογα επιτρεπτά, ή η αιτιολογία ανεπαρκής ή τα ευρήματα δε δικαιολογούνταν από το σύνολο της μαρτυρίας. [Bullows v. Νεοφύτου κ.ά. (1994) 1 ΑΑΔ 41, Αγησιλάου ν. Χρίστου (1989) 1 Ε ΑΑΔ 713].
Και εδώ, δεν είναι τέτοια η περίπτωση.
Επομένως, αυτός ο λόγος έφεσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
Λόγος έφεσης αρ. 2 - Η κατ΄ ισχυρισμό αποτυχία του πρωτόδικου Δικαστηρίου όπως αξιολογήσει δοθείσα μαρτυρία αναφορικά με την κατάσταση λογαριασμού και τα περιλαμβανόμενα σ΄ αυτήν τιμολόγια.
Σύμφωνα πάντα με τις θέσεις των εφεσειόντων, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε τη δοθείσα από τους μάρτυρές τους μαρτυρία και ιδιαίτερα από τον ΜΕ3 και τον ΜΕ1 αναφορικά με την κατάσταση λογαριασμού και τα περιλαμβανόμενα σ΄ αυτήν τιμολόγια. Ενώ δε υπήρχε παραδοχή των εφεσιβλήτων ότι οφείλουν £5.000 προς τους εφεσείοντες, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε την παράλειψη των εφεσιβλήτων να αναγνωρίσουν τουλάχιστο ποια τιμολόγια αποδέχονται και ποια όχι, ούτε και αξιολόγησε την παράλειψή τους να προσκομίσουν οποιαδήποτε μαρτυρία με την οποία να αντικρούουν τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων αναφορικά με τη μαρτυρία τους ότι από το έτος 2000 προμήθευαν τους εφεσίβλητους με καταστάσεις λογαριασμού, όπως την προαναφερθείσα, στις οποίες ουδέποτε έφεραν ένσταση.
Και αυτές όμως οι θέσεις των εφεσειόντων δεν φαίνονται να λαμβάνουν υπόψη μια βασική παράμετρο: Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά από επαρκή αξιολόγηση του συνόλου και επί μέρους σημείων μαρτυρίας, έκρινε ότι παρά την εν γένει φιλαλήθεια των μαρτύρων των εφεσειόντων, η όλη μαρτυρία ως προς τις καταστάσεις λογαριασμού, τα τιμολόγια, και ως προς την εταιρεία προς την οποία προσφέρονταν υπηρεσίες, ήταν αόριστη, ασαφής και νεφελώδης. Τελικά, δηλαδή, ως αποτέλεσμα αξιολόγησης και της μαρτυρίας για την οποία παραπονούνταν οι εφεσείοντες και γενικότερα, το Δικαστήριο συμπέρανε, για καλό λόγο, ότι οι εφεσείοντες απέτυχαν να αποδείξουν για ποια από τα κατατεθέντα τιμολόγια βαρύνει η πληρωμή τους τους εφεσίβλητους και για ποια όχι.
Αυτό το ζήτημα, της παρουσίασης δηλαδή ικανοποιητικής και σαφούς μαρτυρίας μέσω εγγράφων και/ή προφορικής μαρτυρίας βάρυνε εξ αρχής τους εφεσείοντες, ως νομικό βάρος απόδειξης της απαίτησής τους και όχι τους εφεσίβλητους για να αποδείξουν το αντίθετο.
Η απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Κώστας Στρατής ν. Πεντέλη-Εταιρεία Μωσαϊκών Λτδ (1999) 1 ΑΑΔ 1708, την οποία επικαλείται η πλευρά των εφεσειόντων, δεν μπορεί να υποβοηθήσει τις θέσεις τους. Στην υπόθεση εκείνη, η αμφισβήτηση του τιμολογίου δεν αναφερόταν στο ποιος θα έπρεπε να χρεωθεί με αυτό και, εν πάση περιπτώσει, δεν υπήρξε αμφισβήτηση ως προς την ποσότητα των εμπορευμάτων, ούτε και για το εύλογο της τιμής τους, αλλά μόνο ως προς την ποιότητά τους.
Επομένως, ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί.
Λόγος έφεσης αρ. 3 - Το θέμα των επιδικασθέντων εξόδων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά που έκρινε ότι το μόνο ποσό που θα μπορούσε και έπρεπε να επιδικασθεί υπέρ των εφεσειόντων ήταν το ποσό των £5.000 για το οποίο υπήρξε παραδοχή εκ μέρους των εφεσιβλήτων, προχώρησε και επιδίκασε αυτό το ποσό (€8.543,01) με νόμιμο τόκο ενώ, ως προς τα έξοδα, έκρινε ότι θα ήταν ορθό όπως επιδικασθεί υπέρ των εφεσειόντων μόνο το ήμισυ των υπολογισθησόμενων εξόδων της αγωγής.
Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι αυτή η διαταγή του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα είναι λανθασμένη νομικά και άδικη. Όπως υποβάλλουν η διαταγή έρχεται σε σύγκρουση με τον καθιερωμένο κανόνα ότι σε αστικές υποθέσεις, τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα και δεν αποστερείται ο επιτυχών διάδικος των εξόδων του χωρίς αποχρώντα λόγο.
Διαφωνούμε με αυτή τη θέση. Εδώ, οι εφεσείοντες δεν αποστερήθηκαν των εξόδων τους, ούτε ο επιδικασμός εξόδων ήταν άσχετος με το αποτέλεσμα της δίκης.
Οι εφεσείοντες δεν προσκόμισαν ικανοποιητική μαρτυρία, όπως αυτή κρίθηκε στο τέλος της ημέρας, και πέτυχαν μόνο ως προς ένα μέρος της αξίωσής τους, και αυτό κατόπιν παραδοχής του αντιδίκου τους. Θα ήταν επομένως άδικο να επιβαρυνθούν οι εφεσίβλητοι με ολόκληρο το ποσό των εξόδων και η γενόμενη διαταγή ήταν μια δίκαιη άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. Το Εφετείο θα μπορούσε μόνο να παρέμβει εάν αυτή ασκήθηκε έκδηλα λανθασμένα ή με νομικά ανεπίτρεπτο τρόπο. [Θρασυβούλου ν. Arto Estates Ltd (1993) 1 ΑΑΔ 12].
Απορριπτομένου και αυτού του τελευταίου λόγου έφεσης, η έφεση απορρίπτεται.
Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται εναντίον των εφεσειόντων, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Φρ. Νικολαϊδης, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
Κ. Κληρίδης, Δ.
/ΧΤΘ