ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 753
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.360/2008)
26 Απριλίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΙΑΝΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Εφεσείουσα/Ενάγουσα,
- Και -
ΜΑΡΙΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Εφεσίβλητη/Εναγόμενη,
-----------------------------------
Για την Εφεσείουσα εμφανίζεται η εγγονή της Ανδριανή Xαραλάμπους
Για την Εφεσίβλητη ουδεμία εμφάνιση
-----------------------------------
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κ. Παμπαλλή, Δ.
--------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η υπόθεση αυτή εμπεριέχει μια τραγική ιστορία. Η εφεσίβλητη εγκατέλειψε την κόρη της, μόλις 40 ημερών και έφυγε. Η φροντίδα της ανήλικης Ανδριανής έπεσε στους ώμους της γιαγιάς Ανδριανής, εφεσείουσας. Διεκδίκησε δε εναντίον της κόρης της, εφεσίβλητης, το ποσό των £16,500 ως έξοδα διατροφής, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, ένδυσης και υπόδησης για την ανήλικη Ανδριανή, για την περίοδο 1979 με 1990.
Η υπόθεση προωθήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου με την προσαγωγή μαρτυρίας εκ μέρους της εφεσείουσας και της εγγονής της. Η εφεσίβλητη παρόλο που καταχώρησε εμφάνιση και υπεράσπιση δεν κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου, εκπροσωπήθηκε όμως από δικηγόρο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι η απαίτηση εδραζόταν στο άρθρο 33(1) του περί Σχέσεως Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν.216/90 σύμφωνα με το οποίο οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν τα ανήλικα τέκνα τους. Κρίθηκε πρωτοδίκως ότι κατά το στάδιο της θεσμοθέτησης της εν λόγω νομοθεσίας η Ανδριανή, εγγονή της εφεσείουσας, ήταν 17 χρόνων τότε, συνεπώς δεν θα μπορούσε να βασιστεί η απαίτηση στο συγκεκριμένο νομοθέτημα.
Η αγωγή απορρίφθηκε και για τον πρόσθετο λόγο ότι η εφεσείουσα δεν είχε προσκομίσει οποιαδήποτε μαρτυρία για να αποδείξει την απαίτηση της, και ειδικώς το ύψος των εξόδων τα οποία απαιτεί με την αγωγή. Τα εν λόγω αναγραφόμενα ποσά με τον τίτλο «Λεπτομέρειες εξόδων £1,500» δεν προκύπτει από οποιαδήποτε «σαφή μαρτυρία», όπως πρωτοδίκως αποφασίστηκε.
Η εφεσείουσα μέσω της εγγονής της προχώρησε στη συζήτηση της έφεσης, χωρίς την παρουσία της εφεσίβλητης, λόγω απόσυρσης του συνήγορου που εκπροσωπούσε την τελευταία. Το παράπονο το οποίο εξάγεται από τους λόγους έφεσης, όπως είναι διατυπωμένοι, επικεντρώνεται στο συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προσαχθείσα μαρτυρία ήταν ανεπαρκής, για να στοιχειοθετήσει το αγώγιμο δικαίωμα της εφεσείουσας. Γίνεται μια εκτενής αναφορά στη μαρτυρία από την οποία εξάγεται το παράπονο της εγγονής Ανδριανής για την παράλειψη της μητέρας της εφεσίβλητης, να της συμπαρασταθεί και να τη συντηρήσει.
Κατανοούμε και δείχνουμε πλήρη συμπάθεια στην αγωνία της εφεσείουσας και της εγγονής της, πλην όμως δεν διαπιστώνουμε οποιοδήποτε λάθος στον τρόπο με τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιμετώπισε το αγώγιμο δικαίωμα της εφεσείουσας. Με την έκθεση απαίτησης, όπως αυτή είναι διατυπωμένη, η βάση της αγωγής εδράζεται στην παράλειψη της εφεσίβλητης να συντηρήσει την ανήλικη θυγατέρα της την οποία και εγκατέλειψε. Όπως σημειώνεται στην παράγραφο 3 της ΄Εκθεσης Απαίτησης, η δημιουργία εξόδων ήταν «συνέπεια της εν λόγω παρανόμου πράξεως της εναγομένης ...». Συνεπώς δεν έχει έρεισμα η έφεση επί του προκειμένου, εφόσον ο προαναφερόμενος νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ .
Το άλλο σκέλος της πρωτόδικης απόφασης έχει σχέση με την παράλειψη της εφεσείουσας να αποδείξει με την αναγκαία αυστηρότητα τα διεκδικούμενα ποσά με βάση την έκθεση απαίτησης. Συμφωνούμε με το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου αφού, με βάση τη νομολογία, η ειδική αποζημίωση,
όπως είναι στην προκείμενη περίπτωση η απαίτηση της εφεσείουσας, επιβάλλεται να αποδεικνύεται με τη δέουσα αυστηρότητα και το βάρος αυτό το φέρει ο ενάγων. Βλ. Παναγή ν. Κακόψιτου, (2001)1Β Α.Α.Δ. 839. Ταυτοχρόνως, στην υπόθεση Πίριλλος ν. Κονναρή, (2000)1Β Α.Α.Δ. 1153, τονίστηκε ότι η ειδική αποζημίωση πρέπει να δικογραφείται, να εξειδικεύεται στην απαίτηση, με την αναγκαία λεπτομέρεια και να αποδεικνύεται με αυστηρότητα για κάθε συγκεκριμένο στοιχείο. Βλ. επίσης Αλεξάνδρου ν. Ιωάννου, (1996)1Β Α.Α.Δ. 1157. Όπως παρατηρεί και το πρωτόδικο δικαστήριο υπάρχει μια γενικότητα για ποσό διατροφής, ένδυσης και υπόδησης ή και έξοδα εκπαίδευσης. Αυτή η γενικότητα δεν ικανοποιεί την υποχρέωση της ενάγουσας-εφεσείουσας να αποδείξει την υπόθεση της με την αναγκαία λεπτομέρεια που επιβάλλεται, όπως σημειώσαμε πιο πάνω, από τη νομολογία.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η έφεση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται. Ενόψει της φύσεως της υπόθεσης και της απουσίας της εφεσίβλητης δεν εκδίδουμε οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.