ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 1369
14 Ιουλίου, 2011
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
CROWN RESORTS LTD.,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
v.
ΠΟΛΥΒΙΟΥ ΚΑΛΛΗ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 292/2008)
Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ― Παράνομη απόλυση ― Απόρριψη έφεσης εναντίον απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία επιδικάστηκαν αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση ― Το κριτήριο του μέσου λογικού εργοδότη ― Οι νομολογημένες αρχές ― Η παράδοση φακέλων που δεν αποδείχθηκαν εμπιστευτικοί, δεν μπορούσε να αποτελέσει σοβαρό παράπτωμα το οποίο καθιστούσε τον εργοδοτούμενο υποκείμενο σε απόλυση ― Η έννοια του σοβαρού παραπτώματος, δυνάμει των προβλεπόμενων στο Άρθρο 5(ε) και (στ) του Νόμου περί του Τερματισμού της Απασχόλησης Ν. 24/1967.
Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ― Έφεση εναντίον απόφασης Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών χωρεί μόνο επί νομικών θεμάτων.
Οι εφεσείοντες τερμάτισαν την απασχόληση του εφεσίβλητου επειδή ο τελευταίος επέτρεψε, σύμφωνα με τη θέση τους, να δοθούν 37 συνολικά φάκελοι στον πρώην και παραιτηθέντα διευθυντή ξενοδοχείου των εφεσειόντων. Στο ίδιο ξενοδοχείο εργαζόταν και ο εφεσίβλητος, ο οποίος είχε αντικαταστήσει προσωρινά τον παραιτηθέντα.
Οι φάκελοι περιείχαν, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, πληροφορίες και στοιχεία άκρως εμπιστευτικά και η υπόθεση καταγγέλθηκε στην Αστυνομία.
Ήταν η θέση των εφεσειόντων ότι νόμιμα και δικαιολογημένα τερμάτισαν την απασχόληση του εφεσίβλητου λόγω σοβαρού παραπτώματος, δυνάμει των προβλεπόμενων στο Άρθρο 5(ε) και (στ) του Νόμου περί του Τερματισμού της Απασχόλησης Ν. 24/1967, με επακόλουθο ο εφεσίβλητος να μην δικαιούται οποιαδήποτε αποζημίωση.
Το Δικαστήριο Εργατικών διαφορών ενώπιον του οποίου προσέφυγε ο απολυθείς, έκρινε μεταξύ άλλων ότι η απασχόληση του τερματίστηκε παράνομα χωρίς να του κοινοποιηθεί ο λόγος της και ότι ο εφεσίβλητος στερήθηκε του κατοχυρωμένου με το Άρθρο 7 του Κυρωτικού Νόμου της Σύμβασης περί του Τερματισμού της Απασχόλησης του 1982 (Ν. 45/85), δικαιώματος ακρόασης. Έκρινε περαιτέρω ότι υπό τις περιστάσεις κανένας λογικός εργοδότης δεν θα προχωρούσε στον τερματισμό της απασχόλησης του, αποφαινόμενο ότι επρόκειτο για έγγραφα μη εμπιστευτικού χαρακτήρα. Εξέφρασε ακόμα αμφιβολίες και ως προς το κατά πόσο, με βάση την προσαχθείσα μαρτυρία, δικαιολογείτο συμπέρασμα ότι τα έγγραφα που κατατέθηκαν ως τεκμήριο στο δικαστήριο αποτελούσαν μέρος των εγγράφων που παραδόθηκαν από τον εφεσίβλητο.
Συνακόλουθα η απόλυση εκρίθη παράνομη και επιδικάστηκαν οι αιτούμενες αποζημιώσεις και άλλα οφειλόμενα ποσά.
Την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν με ένα μόνο λόγο έφεσης, ότι εσφαλμένα εκρίθη ότι η ενέργεια του αιτητή τειθέμενη κάτω από αντικειμενικά τεκμήρια δεν επέτρεπε υπό τις περιστάσεις σε κανένα λογικό εργοδότη να προχωρήσει στον τερματισμό της απασχόλησης του Αιτητή.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε και η θέση του έγινε αποδεκτή από το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι προέβη στη συγκεκριμένη ενέργεια παράδοσης φακέλων με τη σύμφωνο γνώμη του διευθύνοντα συμβούλου των εφεσειόντων, τον οποίο μάλιστα είχε προηγουμένως ενημερώσει σχετικά και αφού ήλεγξε τους φακέλους και ικανοποιήθηκε ότι το περιεχόμενο τους δεν αφορούσε έγγραφα που σχετίζονταν με το ξενοδοχείο.
2. Επομένως, ορθά υπό τις περιστάσεις και συγκεκριμένα υπό το φως των διαπιστώσεων στις οποίες κατέληξε ως αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας, το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε το λόγο που οι εφεσείοντες επικαλέστηκαν προς επίρρωση της θέσης τους ότι η απόλυση του εφεσίβλητου όχι μόνο ήταν ορθή, αλλά και υπό τις περιστάσεις επιβεβλημένη.
3. Το γεγονός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παρά το ότι απέρριψε την εισήγηση των εφεσειόντων προχώρησε και στη διαπίστωση ότι η επίμαχη συμπεριφορά του εφεσίβλητου, ούτως ή άλλως, δεν δικαιολογούσε τον τερματισμό της απασχόλησής του, δεν αλλoίωνε την κατάληξη ότι η έφεση θα έπρεπε να απορριφθεί.
4. Πέραν και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι εκ του περισσού (obiter), το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη στη συγκεκριμένη διαπίστωση, αυτή αποτελούσε προϊόν αποκλειστικά αξιολόγησης μαρτυρίας επί γεγονότων και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο έφεσης, δεδομένης της αρχής ότι έφεση από απόφαση Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών χωρεί μόνο επί νομικών θεμάτων.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κακοφεγγίτου ν. Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1478,
Κ.Ε.Μ. (Taxi) Ltd v. Anastasios Tryphonos (1969) 1 C.L.R. 52.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Eργατικών Διαφορών Λάρνακας (Xατζητζιοβάννης, Δ.), (Aίτηση Εργατικής Διαφοράς Aρ. 122/2006), ημερ. 30.6.2008.
Γ. Ζαχαρίου (κα) για Α. Ζαχαρίου, για τους Εφεσείοντες.
Ζ. Νικολάου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφασή του - την εκκαλούμενη απόφαση - το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών επιδίκασε στον εφεσίβλητο το συνολικό ποσό των €34.506,40. Μέρος του εν λόγω ποσού (€20.700,46), αντιπροσωπεύει αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησης του, ενώ το υπόλοιπο ποσό αντιπροσωπεύει, πληρωμή αντί προειδοποίησης (€9.200,20), αναλογία 13ου μισθού για το 2005 (€3.654,70) και αναλογία άδειας για 4½ χρόνια (€951,04).
Τα γεγονότα είναι απλά και στο βαθμό και την έκταση που μας ενδιαφέρουν, έχουν περιληπτικά ως πιο κάτω:
Οι εφεσείοντες τερμάτισαν την απασχόληση του εφεσιβλήτου στις 17/10/2005 γιατί ο τελευταίος επέτρεψε, σύμφωνα με τη θέση τους, όπως δοθούν, και στην ουσία έδωσε, 37 συνολικά φακέλους στον πρώην διευθυντή του ξενοδοχείου "Henipa" στη Λάρνακα Σάββα Λουκά. Ο εν λόγω διευθυντής είχε παραιτηθεί από τη θέση του τέσσερις μέρες προηγουμένως. Στο ίδιο ξενοδοχείο εργαζόταν και ο εφεσίβλητος, ο οποίος είχε αντικαταστήσει προσωρινά το Σ. Λουκά.
Σύμφωνα με τη δικογραφημένη θέση των εφεσειόντων, θέση την οποία προώθησαν και κατά την ακρόαση, οι συγκεκριμένοι φάκελοι αποτελούσαν δικό τους περιουσιακό στοιχείο και το περιεχόμενο τους συνίστατο από οικονομικής φύσης πληροφορίες, εγκυκλίους από τον Κ.Ο.Τ. και το Υπουργείο Εργασίας, ανάλυση των οικονομικών εσόδων, συμβόλαια με τουριστικούς πράκτορες, πλήρεις αναλύσεις του κόστους του ομίλου στον οποίο ανήκε και το ξενοδοχείο "Henipa", τιμολόγια προμηθευτών, εργατικές συμβάσεις και εργατικές νομοθεσίες. Με άλλα λόγια, οι φάκελοι περιείχαν, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, πληροφορίες και στοιχεία άκρως εμπιστευτικά και απαραίτητα αναφορικά με τη λειτουργία του ξενοδοχείου "Henipa". Ένα μέρος των εν λόγω εγγράφων κατατέθηκε στο δικαστήριο ως τεκμήριο 1.
Ο εφεσίβλητος δεν αρνείται ότι η εργοδοσία του από τους εφεσείοντες τερματίστηκε στις 17/10/2005, ισχυρίζεται όμως ότι αυτή δεν τερματίστηκε για το συγκεκριμένο λόγο, αλλά ότι «η ιστορία με τα files ήταν εκ των υστέρων κατασκεύασμα των εφεσειόντων για να δικαιολογήσουν την απόλυση του». Εν πάση περιπτώσει, δεν αρνήθηκε ότι έδωσε τους συγκεκριμένους φακέλους στον παραιτηθέντα διευθυντή, ισχυρίστηκε όμως ότι προέβη στη συγκεκριμένη ενέργεια με τη σύμφωνο γνώμη και συγκατάθεση του διευθύνοντα συμβούλου και κύριου μετόχου των εφεσειόντων του ξενοδοχείου, Χρ. Αυξεντίου και αφού ήλεγξε πρώτα τους φακέλους και ικανοποιήθηκε ότι δεν υπήρχαν στους φακέλους έγγραφα που σχετίζονταν με το ξενοδοχείο.
Η απασχόληση του εφεσιβλήτου τερματίστηκε από τον Χρ. Αυξεντίου στην απουσία οποιουδήποτε τρίτου. Η υπόθεση καταγγέλθηκε στην αστυνομία από το συγκεκριμένο διευθύνοντα σύμβουλο των εφεσειόντων. Στην αστυνομία κλήθηκε και έδωσε κατάθεση και ο εφεσίβλητος.
Ήταν η θέση των εφεσειόντων ότι νόμιμα και δικαιολογημένα τερμάτισαν την απασχόληση του αιτητή λόγω σοβαρού παραπτώματος, δυνάμει των προβλεπόμενων στο Άρθρο 5(ε) και (στ) του Νόμου, με επακόλουθο ο εφεσίβλητος να μην δικαιούται σε οποιαδήποτε αποζημίωση.
Διάσταση απόψεων παρουσιάζεται και στο κατά πόσο κατά την απόλυση του εφεσιβλήτου γνωστοποιήθηκαν σ' αυτόν οι λόγοι απόλυσής του. Σύμφωνα με τους εφεσείοντες, ο Χρ. Αυξεντίου κατέστησε στον εφεσίβλητο γνωστούς τους λόγους της απόλυσης του στις 17/10/2005, ημερομηνία τερματισμού της απασχόλησης του τελευταίου σύμφωνα με τον εφεσίβλητο ουδέποτε του γνωστοποιήθηκαν οι λόγοι απόλυσής του. Πληροφορήθηκε τους λόγους απόλυσης του μέσω των γενικών λόγων εμφάνισης που καταχώρισαν οι εφεσείοντες.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία, κατέληξε σε εύρημα ότι η απασχόληση του εφεσιβλήτου τερματίστηκε χωρίς να του κοινοποιηθεί ο λόγος της απόλυσής του. Ως επακόλουθο του συγκεκριμένου ευρήματος, το πρωτόδικο δικαστήριο οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος στερήθηκε του κατοχυρωμένου με το Άρθρο 7 του Κυρωτικού Νόμου της Σύμβασης περί του Τερματισμού της Απασχόλησης του 1982 (Ν. 45/85), δικαιώματος ακρόασης, με αποτέλεσμα να στερηθεί της δυνατότητας «να προετοιμάσει τις θέσεις που θα ανάπτυσσε κατά τη συζήτηση με τον εργοδότη».
Στη συνέχεια το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε και το λόγο που οι εφεσείοντες επικαλούνται για το νόμιμο της απόλυσης του εφεσιβλήτου. Παραθέτουμε το συγκεκριμένο λόγο, όπως αυτός συνοψίζεται στην εκκαλούμενη απόφαση: «Η ενέργεια του Αιτητή (εφεσιβλήτου) να παραδώσει τους φακέλους στο Σάββα Λουκά, από μόνη της αποτελεί σοβαρό παράπτωμα που δικαιολογεί την απόλυση του, καθότι οι εν λόγω φάκελοι αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο της Εταιρείας (των εφεσειόντων) που εμπεριείχαν ολόκληρο το αρχείο του ξενοδοχείου από τότε που άρχισε τη λειτουργία του».
Το πρωτόδικο δικαστήριο, αξιολογώντας την ενώπιον του μαρτυρία κατέληξε στη διαπίστωση ότι, «κατά τον χρόνο τερματισμού της απασχόλησης του Αιτητή (εφεσιβλήτου), οι Καθ'ων η αίτηση (εφεσείοντες) δεν γνώριζαν το περιεχόμενο των φακέλων, με επακόλουθο να προχωρήσουν στην απόλυση του χωρίς προηγουμένως να προβούν σε λογική έρευνα, γεγονός που συνδέεται άμεσα και με τη σωστή διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει ένας συνετός εργοδότης προτού καταλήξει στην τελική του απόφαση (βλ. Κακοφεγγίτου v. Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1478.)». Κατέληξε επίσης στη διαπίστωση ότι, «πρόκειται για έγγραφα μη εμπιστευτικού χαρακτήρα τα οποία σε καμία περίπτωση δεν θα επηρέαζαν την ομαλή λειτουργία του ξενοδοχείου "Henipa" ....... ή να θέσουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα των Καθ'ων η αίτηση (εφεσειόντων).» Ως αποτέλεσμα πάντα της αξιολόγησης της μαρτυρίας, το πρωτόδικο δικαστήριο εξέφρασε αμφιβολίες ακόμα και ως προς το κατά πόσο, με βάση την προσαχθείσα μαρτυρία, δικαιολογείται συμπέρασμα ότι τα έγγραφα που κατατέθηκαν τεκμήριο στο δικαστήριο αποτελούν μέρος των εγγράφων που παραδόθηκαν στο Σάββα Λουκά από τον εφεσίβλητο. Δεν σταμάτησε όμως εδώ το πρωτόδικο δικαστήριο. Προχώρησε και στη διαπίστωση:
".... ότι και στην περίπτωση ακόμη που ήθελε αποδειχθεί ότι ο Αιτητής ενήργησε αμελώς ή περιέπεσε σε συγκεκριμένο παράπτωμα, τότε μόνο θα δικαιολογείτο η απόλυση του αν η πράξη του συνοδευόταν από σοβαρές συνέπειες (βλ. Κ.Ε.Μ. (Taxi) Ltd v. Anastasios Tryphonos (1969) 1 C.L.R. 52). Σημειώνουμε ότι στο παρελθόν ο Αιτητής ουδέποτε δέχθηκε οποιαδήποτε προειδοποίηση είτε γραπτώς είτε προφορικώς. Ο ρόλος του στην Εταιρεία ήταν σημαντικός και η προσφορά του ουσιαστική, γεγονός που αναγνωρίστηκε με τη συνεχή ανέλιξή του. Η συγκεκριμένη επομένως επικαλούμενη ενέργεια του Αιτητή, αποτελεί μια μεμονωμένη πράξη χωρίς ιδιαίτερη βαρύτητα που δεν έχει αποδειχθεί ότι επέφερε οποιεσδήποτε συνέπειες στους Καθ'ων η αίτηση.
Θέτοντας επομένως την ενέργεια του Αιτητή κάτω από αντικειμενικά κριτήρια, κρίνουμε ότι υπό τις περιστάσεις κανένας λογικός εργοδότης δεν θα προχωρούσε στον τερματισμό της απασχόλησης του."
Την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης οι εφεσείοντες αμφισβητούν με ένα μόνο λόγο έφεσης. Τον παραθέτουμε:
"Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι η ενέργεια του αιτητή τειθέμενη κάτω από αντικειμενικά τεκμήρια δεν επέτρεπε υπό τις περιστάσεις σε κανένα λογικό εργοδότη να προχωρήσει στον τερματισμό της απασχόλησης του Αιτητή και ως εκ τούτου ότι ο τερματισμός της απασχόλησης ήταν αδικαιολόγητος."
Η ενώπιόν μας επιχειρηματολογία της κας Ζαχαρίου, στην ουσία κινείται πάνω στις ίδιες γραμμές με αυτές πάνω στις οποίες κινήθηκε και η επιχειρηματολογία της ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, περιστρέφεται δε γύρω από την εξής θέση: Η συγκεκριμένη συμπεριφορά του εφεσιβλήτου, δηλαδή, εν αγνοία των εφεσειόντων και χωρίς την άδεια τους, να δώσει σε τρίτο πρόσωπο και συγκεκριμένα, σε παραιτηθέντα πρώην διευθυντή του ξενοδοχείου, αριθμό φακέλων που βρίσκονταν στην κατοχή των εφεσειόντων, από μόνη της «αποδεικνύει», σύμφωνα με την κα Ζαχαρίου, ότι ο εφεσίβλητος έχει υποπέσει σε σοβαρό παράπτωμα και ότι έχει επιδείξει διαγωγή που δικαιολογούσε τον τερματισμό της απασχόλησης του, χωρίς να του παρέχεται δικαίωμα σε αποζημίωση. Συγκεκριμένα από μόνη της η επίμαχη συμπεριφορά του εφεσιβλήτου, «αποδεικνύει», σύμφωνα πάντα με την κα Ζαχαρίου, ότι ο εφεσίβλητος δεν ασκούσε τα καθήκοντα του ως όφειλε και ως έπρεπε, με αποτέλεσμα να πληγεί ανεπανόρθωτα η απαραίτητη σχέση εμπιστοσύνης που πρέπει να διέπει τις σχέσεις εργοδότη - εργοδοτουμένου, γεγονός που καθιστούσε τον τερματισμό των υπηρεσιών του εφεσιβλήτου ως το μόνο ορθό και ενδεδειγμένο μέτρο που μπορούσαν να λάβουν οι εφεσείοντες. Επομένως, καταλήγει η κα Ζαχαρίου, το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα και αδικαιολόγητα «προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα» και αποφάσισε ότι οι φάκελοι δεν αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο της εταιρείας, ούτε και το περιεχόμενο τους ήταν εμπιστευτικής φύσεως και συνεπώς αδικαιολόγητα και εσφαλμένα κατέληξε στη διαπίστωση ότι η συγκεκριμένη συμπεριφορά του εφεσιβλήτου, κρινόμενη αντικειμενικά, δεν δικαιολογούσε τον τερματισμό της απασχόλησής του.
Παρενθετικά υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 5 του σχετικού Νόμου (Ν. 24/1967, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 6/1973), τερματισμός απασχόλησης δεν παρέχει δικαίωμα σε αποζημίωση αν ο τερματισμός ήταν το αποτέλεσμα διάπραξης σοβαρού παραπτώματος από πλευράς εργοδοτουμένου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του (Άρθρο 5(στ)(ii)), ή διαγωγής εκ μέρους του εργοδοτουμένου ως αποτέλεσμα της οποίας η συνέχιση της εργοδοσίας δεν θα μπορούσε εύλογα να αναμένεται (Άρθρο 5(στ)(i)).
Στην παρούσα περίπτωση είναι φανερό ότι στη διαμόρφωση της πιο πάνω θέσης τους, οι εφεσείοντες λαμβάνουν ως δεδομένο και μάλιστα με τη μορφή αδιαμφισβήτητου γεγονότος, ότι οι φάκελοι δόθηκαν από τον εφεσίβλητο εν αγνοία τους και χωρίς την άδεια τους. Στην ουσία το κατ' ισχυρισμό συγκεκριμένο αδιαμφισβήτητο γεγονός, συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της επί του προκειμένου επιχειρηματολογίας των εφεσειόντων. Με άλλα λόγια, η μία και μοναδική θέση των εφεσειόντων «στέκει ή πέφτει» ανάλογα με το κατά πόσο το κατ' ισχυρισμό συγκεκριμένο αδιαμφισβήτητο γεγονός, συνιστά πραγματικό γεγονός.
Η θέση των εφεσειόντων δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι αυτός προέβη στη συγκεκριμένη ενέργεια με τη σύμφωνο γνώμη του διευθύνοντα συμβούλου των εφεσειόντων, τον οποίο μάλιστα είχε προηγουμένως ενημερώσει σχετικά και αφού ήλεγξε τους φακέλους και ικανοποιήθηκε ότι το περιεχόμενο τους δεν αφορούσε έγγραφα που σχετίζονταν με το ξενοδοχείο. Επομένως, ορθά, υπό τις περιστάσεις και συγκεκριμένα υπό το φως των διαπιστώσεων στις οποίες κατέληξε ως αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας, το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε το λόγο που οι εφεσείοντες επικαλούντο προς επίρρωση της θέσης τους ότι η απόλυση του εφεσιβλήτου όχι μόνο ήταν ορθή, αλλά και υπό τις περιστάσεις επιβεβλημένη.
Η πιο πάνω κατάληξη μας σφραγίζει και τη μοίρα της παρούσας έφεσης, η οποία και θα πρέπει ως αποτέλεσμα να απορριφθεί. Το γεγονός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παρά το ότι απέρριψε την πιο πάνω εισήγηση των εφεσειόντων ως μη συγκλίνουσα με τις διαπιστώσεις του επί των γεγονότων, προχώρησε και στη διαπίστωση ότι η επίμαχη συμπεριφορά του αιτητή, κρινόμενη αντικειμενικά και υπό το φως των συγκεκριμένων περιστάσεων, ούτως ή άλλως, δεν δικαιολογούσε τον τερματισμό της απασχόλησής του, δεν αλλοιώνει την κατάληξή μας ότι η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί. Πέραν και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι εκ του περισσού (obiter), το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη στη συγκεκριμένη διαπίστωση, η συγκεκριμένη διαπίστωση αποτελεί προϊόν αποκλειστικά αξιολόγησης μαρτυρίας επί γεγονότων και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο έφεσης. Υπενθυμίζουμε ότι έφεση από απόφαση Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών χωρεί μόνο επί νομικών θεμάτων.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, πλέον Φ.Π.Α., αν βέβαια υπάρχει.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων.