ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 1162
27 Ιουνίου, 2011
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 17(4) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 2,
ΑΛΕΚΑ ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
1. Ι.Μ. ΔΙΚΗΓΟΡΟY,
2. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ,
Εφεσιβλήτων.
(Πειθαρχική Έφεση Αρ. 1/2010)
Δικηγόροι ― Πειθαρχικά παραπτώματα ― Αίτηση δικηγόρου για άδεια έναρξης πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον συναδέλφου της ― Απόρριψη αίτησης από το Πειθαρχικό Συμβούλιο των Δικηγόρων ― Έφεση ― Κατά πόσο η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου των Δικηγόρων ήταν εφέσιμη ― Δέσμευση Εφετείου από τη σχετική νομολογία: Γεωργίου v. Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων (1999) 1 Α.Α.Δ. 384 και Παττίχης v. K.K. Δικηγόρος (2006) 1 A.A.Δ. 957.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Σώματος δεν παραχώρησε άδεια στην εφεσείουσα, με βάση το Άρθρο 17(2) του περί Δικηγόρων Νόμου, για έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας.
Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση.
Οι εφεσίβλητοι πρόβαλαν προδικαστική ένσταση, αναφερόμενοι στο γεγονός ότι, με βάση το Νόμο, η άρνηση άδειας για πειθαρχική διαδικασία δεν αποτελεί «απόφαση» με την έννοια που προνοείται στο Νόμο, ούτως ώστε να είναι εφέσιμη.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία το δικαίωμα έφεσης που παρέχει το Άρθρο 17(4) του Νόμου περιορίζεται σε αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου επί της ουσίας παραπόνων των οποίων επιλαμβάνεται. Δεν εκτείνεται σε αποφάσεις που σχετίζονται με την παραπομπή παραπόνων στο Πειθαρχικό Συμβούλιο δυνάμει του Άρθρου 17(2)(δ).
2. Το παρόν Εφετείο είναι δεσμευμένο και συμφωνεί απόλυτα και με το περιεχόμενο και την αιτιολογία που δόθηκε στη σχετική νομολογία, κρίνοντας ως εκ τούτου ότι δεν υπάρχει έγκυρη έφεση ενώπιόν του.
Η «έφεση» απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Γεωργίου v. Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων (1999) 1 Α.Α.Δ. 384,
Παττίχης v. Κ.Κ. Δικηγόρου (2006) 1 A.A.Δ. 957.
Πειθαρχική Έφεση.
«Έφεση» από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Σώματος, ημερ. 20.1.2010.
Α. Παπακόκκινου, Εφεσείουσα, παρούσα.
Σ. Πολυβίου (κα), για τον Εφεσίβλητο.
Α. Ανδρέου, για το Πειθαρχικό Συμβούλιο.
Ex tempore
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π..
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: To ιστορικό της υπόθεσης φαίνεται στο περίγραμμα αγόρευσης της εφεσίβλητης και το ιστορικό αυτό αποτελεί κοινό έδαφος. Mε επιστολή της προς το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ως Προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η εφεσείουσα κατήγγειλε συνάδελφό της για διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Σώματος, σε συνεδρίασή του, αποφάσισε ότι, από τα ενώπιόν του στοιχεία δεν εδικαιολογείτο η διεξαγωγή έρευνας δυνάμει του Κανονισμού 5(1) του περί Δικηγόρων (Πειθαρχική Διαδικασία) Κανονισμού του 2005 και ως εκ τούτου δεν εδόθη άδεια, με βάση το Άρθρο 17(2) του περί Δικηγόρων Νόμου, για έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας.
Η παρούσα έφεση είναι εναντίον της πιο πάνω απόφασης για άρνηση άδειας για έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας.
Οι εφεσίβλητοι πρόβαλαν προδικαστική ένσταση, αναφερόμενοι στο γεγονός ότι, με βάση το Νόμο, η άρνηση άδειας για πειθαρχική διαδικασία δεν αποτελεί «απόφαση» με την έννοια που προνοείται στο Νόμο, ούτως ώστε να είναι εφέσιμη.
Η θέση αυτή μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους.
Υπάρχει νομολογία επί του προκειμένου, η οποία ξεκινά με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Γεωργίου v. Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων (1999) 1 Α.Α.Δ. 384, όπου και κρίθηκε τούτο. Παραθέτουμε απόσπασμα από την απόφαση του Προέδρου Πική, όπως ήταν τότε, ο οποίος αναφέρει τα ακόλουθα:
«Το δικαίωμα έφεσης που παρέχει το Άρθρο 17(4) του Νόμου περιορίζεται σε αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου επί της ουσίας παραπόνων των οποίων επιλαμβάνεται. Δεν εκτείνεται σε αποφάσεις που σχετίζονται με την παραπομπή παραπόνων στο Πειθαρχικό Συμβούλιο δυνάμει του Άρθρου 17(2)(δ).»
Η απόφαση αυτή ακολουθήθηκε και εφαρμόστηκε στην Παττίχης v. Κ.Κ. Δικηγόρου (2006) 1 A.A.Δ. 957. Στην υπόθεση αυτή ζητήθηκε και από το Δικαστήριο να αποκλίνει από την προηγούμενη απόφαση, στην οποία αναφερθήκαμε, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε.
Και σε αυτή την περίπτωση θεωρούμε ότι είμαστε δεσμευμένοι και συμφωνούμε απόλυτα και με το περιεχόμενο και την αιτιολογία που δόθηκε στις πιο πάνω αποφάσεις και ως εκ τούτου κρίνουμε ότι δεν υπάρχει έγκυρη έφεση ενώπιόν μας.
Απορρίπτουμε την «έφεση» με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η «έφεση» απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.