ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 763
19 Aπριλίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΜΠΡΙΑΝΟΥ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
PHOTOS PHOTIADES DISTRIBUTORS LTD,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 213/2008)
Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως υπηρεσιών εργοδοτουμένου χωρίς καταβολή αποζημίωσης ― Κατά πόσο οι εργοδότες είχαν επαρκή δικαιολογία για τη λήψη της απόφασής τους, ενόψει της συμπεριφοράς του εργοδοτουμένου και των υπόλοιπων περιβαλλόντων γεγονότων τα οποία κλόνισαν τη σχέση εμπιστοσύνης στις εργασιακές τους σχέσεις.
Οι εφεσίβλητοι είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ασχολούμενοι μεταξύ άλλων με διανομή αλκοολούχων ποτών. Ο εφεσείων εργάστηκε στο πρατήριο των εφεσιβλήτων στην Πάφο από την 1η Δεκεμβρίου, 1985 μέχρι 28 Σεπτεμβρίου, 2004, που τερματίστηκαν οι υπηρεσίες του, με επιστολή ημερ. 21 Σεπτεμβρίου, 2004.
Ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση στο πρωτόδικο Δικαστήριο για παράνομο τερματισμό εργοδότησής του. Το Δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία που παρουσίασαν oι εφεσίβλητοι έκρινε, ότι ο εφεσείων, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τη μη ικανοποιητική του απόδοση, κατηγόρησε ψευδώς, τον επαρχιακό διευθυντή της εταιρείας και άμεσα προϊστάμενό του, ότι οικειοποιήθηκε χρήματα της εταιρείας. Η ενέργεια αυτή, θεωρήθηκε πρωτοδίκως, ως επαρκής δικαιολογία για τερματισμό των υπηρεσιών του εφεσείοντα, χωρίς αποζημίωση.
Το συμπέρασμα αυτό του πρωτόδικου Δικαστηρίου που κρίθηκε ως κλονιστικό της σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ εργοδότη και εργοδοτουμένου, αμφισβητείται με την παρούσα έφεση.
Αποφασίστηκε ότι:
Ο εφεσείων, ο οποίος δεν είχε ικανοποιητική επίδοση στην εκτέλεση των εργασιών του, προσπάθησε να μετατοπίσει τις δικές του ευθύνες καλύπτοντάς τις με κατηγορίες εναντίον του άμεσα προϊσταμένου του για οικειοποίηση χρημάτων. Το ότι οι κατηγορίες αυτές ήσαν ψευδείς δεν καθιστούσαν μη καθοριστικό το γεγονός αυτό και δεν καθιστούσαν εσφαλμένο το καταληκτικό σκέλος της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η συμπεριφορά του εφεσείοντος κλόνισε την εμπιστοσύνη των εργοδοτών του προς το πρόσωπό του και θα καθιστούσε τη συνύπαρξη των δύο, (εφεσείοντος και επαρχιακού διευθυντή) στο πρατήριο των εφεσιβλήτων στην Πάφο, δύσκολη αν όχι αδύνατη.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντος, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να υποβληθούν προς έγκριση από το Δικαστήριο.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Eργατικών Διαφορών Πάφου (Kωνσταντίνου, Δ.), (Aίτηση Aρ. 226/05), ημερομ. 22.4.2008.
Α. Δημητριάδης, για τον Εφεσείοντα.
Π. Σπανός, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Παμπαλλής, Δ..
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία που παρουσίασαν oι εφεσίβλητοι έκρινε, ότι ο εφεσείων, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τη μη ικανοποιητική του απόδοση, κατηγόρησε ψευδώς, τον επαρχιακό διευθυντή της εταιρείας και άμεσα προϊστάμενό του, ότι οικειοποιήθηκε χρήματα της εταιρείας. Η ενέργεια αυτή, θεωρήθηκε πρωτοδίκως, ως επαρκής δικαιολογία για τερματισμό των υπηρεσιών του εφεσείοντα, χωρίς αποζημίωση.
Αυτό το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου που κρίθηκε ως κλονιστικό της σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ εργοδότη και εργοδοτούμενου, αμφισβητείται με την παρούσα έφεση.
Ήταν η εισήγηση του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έπρεπε να θεωρήσει την ενέργεια αυτή ως ικανή να δικαιολογήσει την απόλυση, από τη στιγμή που λέχθηκε σε κλειστό κύκλο, τούτο γνωστοποιήθηκε στο γενικό διευθυντή και δεν προκλήθηκε καμιά ζημιά στην εταιρεία. Επειδή αποδείχτηκαν οι πληροφορίες του για το συμβάν, λανθασμένες, δεν θα έπρεπε να οδηγήσουν σε απόλυση, υποστήριξε ο κ. Δημητριάδης.
Δεν επρόκειτο για μεμονωμένο γεγονός υποστήριξε ο κ. Σπανός αλλά υπήρχε σωρεία προειδοποιητικών επιστολών για τη μη ικανοποιητική άσκηση των καθηκόντων του εφεσείοντα. Στην παρουσία του γενικού διευθυντή κατηγορήθηκε ο άμεσα προϊστάμενος του, αποδίδοντας ταυτόχρονα τη μη ικανοποιητική του απόδοση στην κακή συμπεριφορά των προϊσταμένων του, έναντι του. Αυτό, ορθώς, κατέληξε ο συνήγορος, κρίθηκε ως απώλεια της εμπιστοσύνης του εργοδότη.
Μια παράθεση των γεγονότων της υπόθεσης, όπως αποτελούν ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι, πιστεύουμε, αναγκαία για να απαντηθεί το εγειρόμενο θέμα της ορθότητας της πρωτόδικης κρίσης.
Οι εφεσίβλητοι είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ασχολούμενοι μεταξύ άλλων με διανομή αλκοολούχων ποτών. Ο εφεσείων εργάστηκε στο πρατήριο των εφεσιβλήτων στην Πάφο από την 1η Δεκεμβρίου, 1985 μέχρι 28 Σεπτεμβρίου, 2004, που τερματίστηκαν οι υπηρεσίες του, με επιστολή ημερ. 21 Σεπτεμβρίου, 2004. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής, για τον τρόπο απόλυσης του εφεσείοντα:
«Η εργοδότρια εταιρεία αποφάσισε να τερματίσει την απασχόληση του αιτητή, όταν ο αιτητής σε συνάντηση που είχε με τον κ.Φωτιάδη, ο οποίος είναι ο διευθύνων σύμβουλος της εργοδότριας εταιρείας, κατά την οποία ο κ. Φωτιάδης του έκανε παρατηρήσεις για τον τρόπο που εκτελεί τα καθήκοντα του ως υπεύθυνος πωλητής αντί να συζητήσει μαζί του τη θέση της εργοδότριας εταιρείας εξέφρασε παράπονα για τον τρόπο (καταπιεστικό και άδικο) που του συμπεριφορόταν ο άμεσα προϊστάμενος του (ο επαρχιακός διευθυντής) και παρουσίασε και παρέδωσε στοιχεία στον διευθύνοντα σύμβουλο ισχυριζόμενος ότι ο επαρχιακός διευθυντής ενώ εισέπραξε χρήματα τα οποία οφείλονταν στην εργοδότρια εταιρεία από πελάτες της από το δικηγόρο της εργοδότριας εταιρείας δεν τα κατέθεσε στο λογαριασμό της εργοδότριας εταιρείας. Μετά από έλεγχο που διεξήγαγε το αρμόδιο τμήμα της εργοδότριας εταιρείας οι ισχυρισμοί του αιτητή δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα για το λόγο ότι τα εν λόγω χρήματα κατατέθηκαν στο λογαριασμό της εργοδότριας εταιρείας λίγες ημέρες μετά την είσπραξή τους από τον κ. Βραχνό. Η εν λόγω συνάντηση διευθετήθηκε μετά από σχετικό αίτημα του αιτητή προς τον εμπορικό διευθυντή της εργοδότριας εταιρείας όταν τον παρατήρησε για μη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων του αφού διαπίστωσε διάφορα προβλήματα και δέχθηκε παράπονα από πελάτες της εταιρείας σε επιτόπου επίσκεψη στην περιοχή για την οποία ήταν υπεύθυνος ο αιτητής».
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο πραγματικών γεγονότων θα εξετάσουμε το παράπονο του εφεσείοντα που εστιάζεται στο κατά πόσο ορθώς κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο τερματισμός της εργοδότησης ήταν δικαιολογημένος και ως αποτέλεσμα τούτου τη μη καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφιερώνει αρκετό μέρος της απόφασής του για να αναλύσει τη νομική αρχή που διέπει την εργασιακή σχέση και η οποία πρέπει να στηρίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ εργοδότη και εργοδοτούμενου. Αυτή η αμοιβαία εμπιστοσύνη απαιτεί, όπως ορθώς επισημαίνεται από το πρωτόδικο Δικαστήριο, την ύπαρξη καλόπιστης συμπεριφοράς, εμπιστευτικότητας και διατήρησης εμπιστοσύνης προς το πρόσωπο του εργοδοτούμενου.
Η συμπεριφορά του εφεσείοντα, να προχωρήσει σε άμεση καταγγελία του προϊσταμένου του, για ατασθαλίες, δεν θα μπορούσε από μόνη της να δικαιολογήσει ενδεχομένως την απόλυσή του. Αυτή όμως η συμπεριφορά, όπως επισημαίνεται στην πρωτόδικη απόφαση, δεν κρίνεται μεμονωμένα αλλά σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα περιβάλλοντα γεγονότα. Ο εμπορικός διευθυντής των εφεσιβλήτων είχε επισκεφθεί την Πάφο και διαπίστωσε ότι ο εφεσείων δεν εκτελούσε σε ικανοποιητικό βαθμό τα καθήκοντα του, ιδιαιτέρως διαπιστώθηκε απουσία ικανοποιητικού αριθμού επισκέψεων σε πελάτες. Όταν ο εν λόγω διευθυντής προέβη σε παρατηρήσεις προς τον εφεσείοντα, για την εν λόγω απόδοση του, ο τελευταίος χαρακτήρισε αίτιο τον άμεσα προϊστάμενο του. Για το σκοπό αυτό ζήτησε συνάντηση με το Γενικό Διευθυντή της εταιρείας στον οποίο κατηγόρησε τον άμεσα προϊστάμενο του για οικειοποίηση χρημάτων, όπως τα αναφέραμε πιο πάνω δίνοντας και συγκεκριμένα παραδείγματα. Οι καταγγελίες αυτές εξετάστηκαν και αποδείχθηκε ότι ήταν ψευδείς. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με την εισήγηση του συνήγορου του εφεσείοντα ότι αυτό το γεγονός δεν έπρεπε να θεωρηθεί ως καθοριστικό για τον τερματισμό των υπηρεσιών του εφεσείοντα αφού ουσιαστικώς έγινε προσπάθεια μετατόπισης των δικών του ευθυνών, για μη ικανοποιητική επίδοση, και κάλυψη τους με κατηγορίες εναντίον τρίτου προσώπου. Συμφωνούμε με το καταληκτικό σκέλος της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η συμπεριφορά του εφεσείοντα κλόνισε την εμπιστοσύνη των εργοδοτών του προς το πρόσωπο του και θα καθιστούσε τη συνύπαρξη των δύο, (εφεσείοντα και επαρχιακού διευθυντή) στο πρατήριο των εφεσιβλήτων στην Πάφο, δύσκολη αν όχι αδύνατη.
Ως προς το παράπονο του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε αποφασίσει ότι οι παρατηρήσεις και οι προειδοποιητικές επιστολές τις οποίες είχαν αποστείλει οι εφεσίβλητοι δεν αποτελούσαν λόγο απόλυσης, το Δικαστήριο είναι όπως αναφέρεται, εκ του περισσού που ασχολήθηκε με το θέμα των επιστολών και αυτό έγινε μετά την κατάληξη του Δικαστηρίου ως προς την ουσία της υπόθεσης. Εν πάση περιπτώσει, αυτό δεν αποτέλεσε το αίτιο για την απόλυση του εφεσείοντα, αλλά κρίθηκε από το Δικαστήριο μέσα στο συνολικό πλαίσιο και έγινε αναφορά σ' αυτές για να καταδειχθεί η θέση των εφεσιβλήτων ότι υπήρχαν προβλήματα στην υπηρεσία, λόγω της ανεπαρκούς απόδοσης του εφεσείοντα, και αντί να βελτιωθεί και αιτιολογήσει την κακή του απόδοση προχώρησε ψευδώς να κατηγορήσει τον άμεσα προϊστάμενο του.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω κρίνουμε την κατάληξη του Δικαστηρίου ορθή και τους λόγους έφεσης ανεδαφικούς.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να υποβληθούν προς έγκριση από το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντος, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να υποβληθούν προς έγκριση από το Δικαστήριο.