ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2011) 1 ΑΑΔ 492

15 Μαρτίου, 2011

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ (ΔΙΑΚΑΤΟΧΗ, ΕΓΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ) ΝΟΜΟ, ΚΕΦ. 224,

ΚΑΙ

1. ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΦΕΣΗ ΤΟΥ

    ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Χ"ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ,

    ΩΣ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ

    ΑΝΤΩΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥ Χ"ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ,

2. ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΦΕΣΗ ΤΟΥ

    ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Χ"ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ,

    ΩΣ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ

    ΧΡΥΣΗΛΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Χ"ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΚΩΣΤΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 28/06/2006,

Εφεσιβλήτου-Καθ'ου η αίτηση.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 202/2008)

 

Έφεση ― Απόρριψη έφεσης χωρίς εξέταση των λόγων έφεσης που αφορούσαν στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί της ουσίας της έφεσης, λόγω ύπαρξης δεσμευτικού για τους εφεσείοντες ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί θεμάτων τα οποία, αν και αποτελούσαν αυτοτελή λόγο ακύρωσης, δεν εφεσιβλήθηκαν.

Ακίνητη ιδιοκτησία ― Εξουσία του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας για διόρθωση λαθών και παραλείψεων δυνάμει του Άρθρου 61 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224 ― Διεκδικήσεις περιουσιακών δικαιωμάτων σε ακίνητη ιδιοκτησία επαφίενται αποκλειστικά στη δικαιοδοσία του αρμόδιου πολιτικού Δικαστηρίου και προωθούνται με αγωγή.

Στις 29.11.2004 ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας (ο Διευθυντής Κτηματολογίου) εξέδωσε απόφαση σε σχέση με τη συνοριακή διαφορά μεταξύ του ακινήτου των εφεσειόντων και του κτήματος του εφεσίβλητου, επιλύοντας τη διαφορά προς όφελος του ακινήτου του εφεσίβλητου.

Οι εφεσείοντες καταχώρησαν αίτηση/έφεση (η αίτηση) στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εναντίον της προαναφερθείσας απόφασης του Διευθυντή Κτηματολογίου υποστηρίζοντας ότι αυτός αγνόησε παντελώς και δεν έδωσε σημασία/βαρύτητα στο σύνορο της κορυφογραμμής, το οποίο καθορίζει τα σύνορα των επίδικων τεμαχίων με βάση τα εν χρήσει κτηματολογικά σχέδια. Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι ο Διευθυντής δεν έλαβε υπόψη τα φυσικά σύνορα της κορυφογραμμής τα οποία καθόριζαν πλήρως τα σύνορα μεταξύ των επίδικων τεμαχίων και τα οποία αποτελούσαν αποδεκτό σύνορο από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, μέχρι την ημέρα που ο εφεσίβλητος επενέβηκε παράνομα στο ακίνητο των εφεσειόντων.

Πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου ο συνήγορος των εφεσειόντων δήλωσε ότι δεν αμφισβητεί την ορθότητα της επίδικης χωρομετρικής εργασίας, αλλά την ορθότητα του υπάρχοντος χωρομετρικού σχεδίου στη βάση του οποίου διεξήχθη η χωρομετρική εργασία, στα πλαίσια της οποίας είχε ληφθεί η απόφαση με την οποία επιλύθηκε η συνοριακή διαφορά προς όφελος του ακινήτου του εφεσίβλητου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η πιο πάνω δήλωση της οποίας ουδέποτε ζητήθηκε η απόσυρση, ήταν δεσμευτική για τους αιτητές - εφεσείοντες, εις τρόπον ώστε δεν είχαν πλέον τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν την εκκαλούμενη απόφαση.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εκδίκασε την ουσία της αίτησης στη βάση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων που συνόδευαν την αίτηση και την ένσταση, αντίστοιχα, την οποία και απέρριψε.

Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση προβάλλοντας οκτώ λόγους έφεσης. Οι επτά πρώτοι αφορούν στην ορθότητα της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την ουσία της υπόθεσης, ενώ ο όγδοος αφορά στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου να μην επιτρέψει την αντεξέταση του υπαλλήλου, ο οποίος υπογράφει την απόφαση/έκθεση γεγονότων εκ μέρους του Διευθυντή του Κτηματολογίου Λάρνακας.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Όσα αναφέρθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο για δέσμευση των εφεσειόντων εις τρόπον ώστε να στερούνται, ενόψει της συγκεκριμένης δήλωσής τους, της δυνατότητας να αμφισβητήσουν την ορθότητα της απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου, αποτελούν αυτοτελή λόγο ακύρωσης και θα έπρεπε να είχαν εφεσιβληθεί. Η μη προσβολή τους με έφεση τα αφήνει άθικτα και άτρωτα, με συνέπεια η έφεση να καθίσταται αλυσιτελής, έστω και αν οι λόγοι έφεσης που έχουν προβληθεί ή οποιοιδήποτε από αυτούς, ήθελαν επιτύχει.

2.  Δεδομένης της θέσης των εφεσειόντων ότι δεν αμφισβητούν την ορθότητα της επίδικης χωρομετρικής εργασίας, αλλά την ορθότητα του υπάρχοντος χωρομετρικού σχεδίου, δεν παρέχεται περιθώριο εφαρμογής των προνοιών του Άρθρου 80 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτέλεση) Νόμου, Κεφ. 224. Στις περιπτώσεις όπου το ζήτημα αφορά τη διόρθωση απλού λάθους ή παράλειψης, τότε το ορθό πλαίσιο αποκατάστασης των πραγμάτων προσφέρουν οι πρόνοιες του Άρθρου 61 του Κεφ. 224. Αν όμως η διαφορά ανάγεται στην ιδιοκτησία ακίνητης περιουσίας, σχετίζεται δηλαδή με την απόκτηση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων επί ακινήτου περιουσίας, όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση, τότε το ζήτημα που εγείρεται υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όπου η επίλυση της διαφοράς θα αναζητηθεί στα πλαίσια πολιτικής αγωγής.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Θέμη v. Χριστοδούλου (2010) 1(Β) A.A.Δ. 1177.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Θωμά, E.Δ.), (Aίτηση/Έφεση Aρ. 29/2004), ημερ. 31/3/2008.

Α. Μυλωνάς, για τους Εφεσείοντες.

Α. Πλουτάρχου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Στόχος της παρούσας έφεσης είναι η ανατροπή της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, που εκδόθηκε στα πλαίσια αίτησης/έφεσης (η αίτηση), την οποία οι εφεσείοντες είχαν καταχωρίσει επιδιώκοντας την ακύρωση της απόφασης του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, η οποία αφορούσε τη συνοριακή διαφορά μεταξύ του ακινήτου τους με αριθμό τεμαχίου 370, Φ/Σχ. LV/13 στο χωριό Ψεματισμένος και του ακινήτου του εφεσίβλητου με αριθμό τεμαχίου 495, του ιδίου Φ/Σχ. Με την ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου καταχωρηθείσα αίτησή τους, οι εφεσείοντες αξίωναν επίσης την έκδοση διατάγματος ότι το διαφιλονικούμενο μέρος μεταξύ των εν λόγω ακινήτων, αποτελούσε μέρος του ακινήτου τους.

Το κοινά αποδεκτό πραγματικό υπόβαθρο, το οποίο συνοψίζεται στο πολύ αρχικό στάδιο της πρωτόδικης απόφασης, έχει ως εξής:

Οι εφεσείοντες (αιτητές στην πρωτόδικη διαδικασία), είναι οι εξ αδιαιρέτου εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες από 17/9/1985 του ακινήτου με αριθμό τεμαχίου 370 του Φ/Σχ. LV/13 στο χωριό Ψεματισμένος, ανά ½ μερίδιο έκαστος. Ο εφεσίβλητος (καθ'ου η αίτηση στην πρωτόδικη διαδικασία), είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του ακινήτου με αριθμό τεμαχίου 495 το οποίο είναι όμορο με το ως άνω περιγραφόμενο ακίνητο των αιτητών. Περί το έτος 2001 οι εφεσείοντες υπέβαλαν αίτηση στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λάρνακας μέσω του πληρεξούσιου τους αντιπροσώπου Σωφρόνη Χατζησωφρονίου για επίλυση της συνοριακής διαφοράς μεταξύ του ως άνω περιγραφόμενου ακινήτου τους και του ακινήτου του εφεσιβλήτου. Κατά την 29/11/2004 στάληκε στους εφεσείοντες η απόφαση του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, με την οποία η ως άνω συνοριακή διαφορά επιλύθηκε προς όφελος του ακινήτου του εφεσιβλήτου.

Αντιδρώντας οι εφεσείοντες καταχώρισαν αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, με στόχο την ανατροπή της εν λόγω απόφασης. Στα πλαίσια της εν λόγω αίτησης εκδόθηκε η εκκαλούμενη με την παρούσα έφεση απόφαση.

Πραγματικό υπόβαθρο της καταχωρηθείσας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου αίτησης, συνιστούσε το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του πληρεξούσιου αντιπρόσωπου των εφεσειόντων. Βασικός ισχυρισμός του τελευταίου ήταν ότι ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας κατά την επίλυση της επίδικης συνοριακής διαφοράς αγνόησε παντελώς και δεν έδωσε σημασία/βαρύτητα στο σύνορο της κορυφογραμμής, το οποίο καθορίζει τα σύνορα των επίδικων τεμαχίων με βάση τα εν χρήσει κτηματολογικά σχέδια. Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι ο Διευθυντής δεν έλαβε υπόψη τα φυσικά σύνορα της κορυφογραμμής τα οποία καθόριζαν πλήρως τα σύνορα μεταξύ των επίδικων τεμαχίων και τα οποία αποτελούσαν αποδεκτό σύνορο από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, μέχρι την ημέρα που ο εφεσίβλητος επενέβηκε παράνομα στο ακίνητο των εφεσειόντων.

Στην ένσταση και στην ένορκη δήλωση που την συνόδευε, οι οποίες καταχωρήθηκαν από τον εφεσίβλητο, ο τελευταίος υπεραμυνόταν της ορθότητας της απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Παράλληλα ζητούσε την απόρριψη της αίτησης ως ασαφούς, γενικής και αόριστης.

Πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου και συγκεκριμένα στις 27/9/2007, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων προέβη στην πιο κάτω δήλωση:

"Δηλώνω ότι δεν αμφισβητώ την ορθότητα της επίδικης χωρομετρικής εργασίας με βάση το υπάρχον χωρομετρικό σχέδιο. Η θέση των αιτητών είναι ότι το υπάρχον χωρομετρικό σχέδιο είναι λανθασμένο και η πρόθεση μου είναι να προσβάλω το χωρομετρικό αυτό σχέδιο με την κατάλληλη διαδικασία για διόρθωση λάθους. Επιφυλάσσω όμως το δικαίωμα μου να εγείρω το θέμα αυτό και θα είναι το μοναδικό θέμα που θα εγερθεί στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας. Ζητώ αναβολή για να έρθω σε επαφή με τον Διευθυντή του Κτηματολογίου να του εκφράσω τις απόψεις μου και να ερευνήσω κατά πόσο θα πρέπει να γίνει νέα διαδικασία για διόρθωση του σχεδίου όπως έχω προαναφέρει."

Η πιο πάνω δήλωση ουδέποτε αποσύρθηκε. Οι εφεσείοντες όμως, παρά την εν λόγω δήλωση, προχώρησαν, κι αυτό χωρίς, σημειώνουμε, ένσταση από την άλλη πλευρά, με την ακρόαση της αίτησης, αμφισβητώντας την ορθότητα της επίδικης απόφασης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην εκκαλούμενη απόφαση προσήγγισε το ζήτημα που δημιουργήθηκε με την πιο κάτω δήλωση, ως εξής:

"Παρά την πιο πάνω δήλωση του ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών, κατά το στάδιο της ακρόασης της υπόθεσης επανήλθε αμφισβητώντας, για τους λόγους που αναφέρει στην γραπτή του αγόρευση την ορθότητα της επίδικης απόφασης. Είμαι της άποψης ότι η πιο πάνω δήλωση, της οποίας υπογραμμίζω ότι ουδέποτε ζητήθη η απόσυρση δέσμευσε τους αιτητές, εις τρόπο ώστε δεν είχαν πλέον την δυνατότητα να αμφισβητήσουν την ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης. Όμως ενόψει του ότι δεν ηγέρθη οποιαδήποτε ένσταση από πλευράς υπεράσπισης στην ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας των αιτητών αναφορικά με την ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης το δικαστήριο θεωρεί ορθότερο όπως εξετάσει τις εισηγήσεις των αιτητών οι οποίες αμφισβητούν την ορθότητα της επίδικης απόφασης."

(Η υπογράμμιση είναι δική μας)

Στη συνέχεια το πρωτόδικο Δικαστήριο καταπιάστηκε με την ουσία της ενώπιον του αίτησης, την οποία εκδίκασε στη βάση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων, αρχικών και συμπληρωματικών, που συνόδευαν την αίτηση και την ένσταση, αντίστοιχα. Θα πρέπει εδώ να λεχθεί ότι αίτημα του ευπαίδευτου συνηγόρου των εφεσειόντων για να του χορηγηθεί άδεια να αντεξετάσει τον υπάλληλο του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λάρνακας, που υπογράφει εκ μέρους του Διευθυντή του Κτηματολογίου Λάρνακας την απόφαση/έκθεση γεγονότων, απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Να σημειωθεί ότι η ένορκη δήλωση του εν λόγω υπαλλήλου επισυναπτόταν ως τεκμήριο στην απαντητική ένορκη δήλωση του εφεσιβλήτου.

Η αίτηση απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Οι λόγοι απόρριψης εκτίθενται στην πρωτόδικη απόφαση.

Η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης αμφισβητείται με οκτώ λόγους έφεσης. Οι επτά πρώτοι αφορούν στην ορθότητα της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την ουσία της υπόθεσης, ενώ ο όγδοος αφορά στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου να μην επιτρέψει την αντεξέταση του υπαλλήλου, ο οποίος υπογράφει την απόφαση/έκθεση γεγονότων εκ μέρους του Διευθυντή του Κτηματολογίου Λάρνακας.

Ο κ. Πλουτάρχου εκ μέρους του εφεσιβλήτου, υπέβαλε ότι η δήλωση στην οποία ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων προέβη στις 27/9/2007 και η οποία ουδέποτε αποσύρθηκε, ως είναι και η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τη σημασία της, δεσμεύει τους εφεσείοντες, οι οποίοι εμποδίζονται να αμφισβητούν την ορθότητα της απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Επομένως, η έφεση θα πρέπει, σύμφωνα με τον κ. Πλουτάρχου, να απορριφθεί χωρίς να εξεταστούν οι λόγοι έφεσης που αφορούν την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί της ουσίας της ενώπιον του αίτησης, καθότι η συγκεκριμένη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο έφεσης.

Ο κ. Μυλωνάς δεν καταπιάνεται με τη συγκεκριμένη θέση/εισήγηση του κ. Πλουτάρχου, ούτε και την έχει, με οποιοδήποτε τρόπο, σχολιάσει. Τόσο στο περίγραμμά του, όσο και στην ενώπιόν μας αγόρευση του, ο κ. Μυλωνάς δεν αναφέρει οτιδήποτε επ' αυτού.

Έχουμε εξετάσει προσεκτικά τη σχετική δήλωση, όπως και το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, το οποίο επίσης έχουμε παραθέσει πιο πάνω. Έχουμε την άποψη ότι τα όσα ανέφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο για δέσμευση των εφεσειόντων εις τρόπον ώστε να στερούνται, ενόψει της συγκεκριμένης δήλωσής τους, της δυνατότητας να αμφισβητήσουν την ορθότητα της απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου, αποτελούν αυτοτελή λόγο ακύρωσης και θα έπρεπε να είχαν εφεσιβληθεί. Η μη προσβολή τους με έφεση τα αφήνει άθικτα και άτρωτα, με συνέπεια η έφεση να καθίσταται αλυσιτελής, έστω και αν οι λόγοι έφεσης που έχουν προβληθεί ή οποιοιδήποτε από αυτούς, ήθελαν επιτύχει. Με λίγα λόγια, η διατύπωση άποψης επί των λόγων έφεσης, έχει, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, καταστεί ακαδημαϊκό εγχείρημα. Παρά το γεγονός ότι τα Δικαστήρια αποφεύγουν να αποφαίνονται επί ακαδημαϊκών θεμάτων, στη συγκεκριμένη περίπτωση, κρίνουμε σκόπιμο, ενόψει των περιστάσεων, να παρατηρήσουμε τα πιο κάτω:

Με δεδομένη τη θέση των εφεσειόντων ότι δεν αμφισβητούν την ορθότητα της επίδικης χωρομετρικής εργασίας, αλλά την ορθότητα του υπάρχοντος χωρομετρικού σχεδίου στη βάση του οποίου διεξήχθη η χωρομετρική εργασία, στα πλαίσια της οποίας λήφθηκε η απόφαση με την οποία η συνοριακή διαφορά επιλύθηκε προς όφελος του ακινήτου του εφεσιβλήτου, δεν παρέχεται περιθώριο εφαρμογής των προνοιών του Άρθρου 80 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτέλεση) Νόμου, Κεφ. 224. Υπενθυμίζουμε ότι οι πρόνοιες του συγκεκριμένου άρθρου οριοθετούν το πλαίσιο ελέγχου της νομιμότητας και της ορθότητας απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Στις περιπτώσεις όπου το ζήτημα αφορά τη διόρθωση απλού λάθους ή παράλειψης, τότε το ορθό πλαίσιο αποκατάστασης των πραγμάτων προσφέρουν οι πρόνοιες του Άρθρου 61 του Κεφ. 224. Αν όμως η διαφορά ανάγεται στην ιδιοκτησία ακίνητης περιουσίας, σχετίζεται δηλαδή με την απόκτηση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων επί ακινήτου περιουσίας, όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση, τότε το ζήτημα που εγείρεται υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όπου η επίλυση της διαφοράς θα αναζητηθεί στα πλαίσια πολιτικής αγωγής. (Βλ. Θέμη v. Χριστοδούλου (2010) 1(Β) A.A.Δ. 1177).

Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο