ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Έφεση Αρ.24/2010)
25 Νοεμβρίου, 2011
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
1. ILIYA GETOV KRACHUNOV
2. ATANASKA GROZDEVA KRACHUNOVA
Εφεσείoντες/ Αιτητές,
- και -
1. ΜΑΡΙΑΣ ΙΛΙΕΒΑ ΣΥΜΕΟΥ,
2. ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ (ΑΡΙΣΤΟΥ) ΣΥΜΕΟΥ
Εφεσίβλητοι/Καθ΄ων η αίτηση,
-----------------------------------
Κ.Κουπαρή, (κα.), για τους Εφεσείοντες
Δ.Παυλίδης, για τον Εφεσίβλητο αρ.2
Λ.Χριστοδουλίδου-Ζανέττου, (κα.), για το Γενικό Εισαγγελέα
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Κ. Παμπαλλή.
--------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ως Kεντρική Αρχή για την εκπλήρωση των καθηκόντων που επιβάλλονται από τον περί της Σύμβασης για τις Αστικές Πτυχές της Διεθνούς Απαγωγής Παιδιών (Κυρωτικό Νόμο 1994) (Ν.11(ΙΙΙ)/94), ("η Σύμβαση») αφού έλαβε, στις 2 Οκτωβρίου 2009, αίτημα της Κεντρικής Αρχής της Βουλγαρίας για επικοινωνία των Iliya Getov Krachunov και Atanaska Grozdeva Krachunova από τη Βουλγαρία, με την ανήλικη εγγονή τους Αναστασία Συμεού, προχώρησε στην καταχώρηση, αναλόγου, αιτήσεως για έκδοση διατάγματος επικοινωνίας ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.
Η ανήλικη Αναστασία, ζει στην Κύπρο με τους γονείς της, καθ΄ων η αίτηση 1 και 2, σημερινούς εφεσίβλητους.
Κατά την πρώτη εμφάνιση ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου η εφεσίβλητη 1, δήλωσε ότι δεν είχε πρόθεση να αμφισβητήσει την καταχωρηθείσα αίτηση, σε αντίθεση με τον εφεσίβλητο 2, ο οποίος καταχώρισε ένσταση και η υπόθεση προωθήθηκε για ακρόαση. Στις 6 Αυγούστου 2010, εκδόθηκε απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία η αίτηση απορρίφθηκε.
Στις 20 Αυγούστου 2010, το ζεύγος Krachunov από τη Βουλγαρία, παππούδες της ανήλικης Αναστασίας, καταχώρησαν, μέσω της δικηγόρου τους κας.Κ.Κουπαρή, έφεση αμφισβητώντας την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης.
Κατά το στάδιο της προδικασίας της υπόθεσης ο συνήγορος του εφεσίβλητου 2, αμφισβήτησε τη νομιμότητα του κατατεθέντος εφετηρίου υποστηρίζοντας ότι μόνο ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ως Κεντρική Αρχή, θα μπορούσε να είναι εφεσείων και όχι το ζεύγος Krachunov, οι οποίοι, ήταν οι αιτητές, στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου της Βουλγαρίας.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσειόντων με τη δική της γραπτή αγόρευση και κατά τη συζήτηση ενώπιον μας, υποστήριξε ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ενεργούσε, κατά το στάδιο της καταχώρισης της αιτήσεως για επικοινωνία, εκ μέρους των εφεσειόντων και ενήργησε κατόπιν δικής τους εξουσιοδοτήσεως. Μετά που περιήλθε σε γνώση τους, είπε η συνήγορος, ότι η Κεντρική Αρχή δεν είχε πρόθεση να εφεσιβάλει την εν λόγω απόφαση, οι εφεσείοντες προχώρησαν στην καταχώριση της παρούσας.
Βάσισε το επιχείρημα της στο άρθρο 29 της Σύμβασης της Χάγης. Ταυτοχρόνως, ανέφερε ότι με βάση το άρθρο 12.5 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας έκαστος έχει το δικαίωμα εμφάνισης ενώπιον του Δικαστηρίου με σκοπό την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του. Αυτό το δικαίωμα θα πρέπει να εξεταστεί, όπως υποστήριξε, σε συνάρτηση και με το ΄Αρθρο 30.3(δ) του Συντάγματος, που εξασφαλίζει σε κάθε διάδικο τη δυνατότητα εκπροσώπησης, ενώπιον Δικαστηρίου, από συνήγορο της δικής του επιλογής.
Στην αντιπέρα πλευρά, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον εφεσίβλητο 2, υποστήριξε ότι υπάρχει μια ουσιαστική παρατυπία στο ίδιο το δικόγραφο, που οδηγεί στη ρίζα της εφέσεως. Στο στάδιο της πρωτόδικης διαδικασίας ως «αιτητής» εμφανιζόταν ο Υπουργός Δικαιοσύνης ενώ στο στάδιο της έφεσης εμφανίζονται ως «Εφεσείοντες/Αιτητές» το ζεύγος Krachunov.
Από το ίδιο το περιεχόμενο του νομοθετήματος επί του οποίου στηρίζεται η αίτηση καταδεικνύεται, υποστήριξε ο κ.Παυλίδης, ότι μόνο το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ως Κεντρική Αρχή, κατ΄αποκλεισμό οποιουδήποτε τρίτου, δύναται να ασκήσει τις εξουσίες που παρέχονται από το Νόμο. Επεκτείνεται δε και στο στάδιο της εφέσεως.
Υπάρχει, πρόσθεσε ο συνήγορος, και μια παραδοξότητα αφού η συνήγορος των σημερινών εφεσειόντων εμφανίστηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκπροσωπώντας την καθ΄ης η αίτηση 1, και δήλωσε ότι δεν είχε ένσταση στην έκδοση του αιτουμένου διατάγματος.
Τέλος, η δυνατότητα που προσφέρεται σε τρίτα πρόσωπα, μη διάδικα μέρη, σε μια διαδικασία για να εφεσιβάλουν μια απόφαση προσδιορίζονται και στην προκείμενη περίπτωση δεν καλύπτουν τους εφεσείοντες.
Η εξασφάλιση ότι, τα δικαιώματα επικοινωνίας που εκδίδονται με βάση τη νομοθεσία ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, θα γίνονται σεβαστά, κατά τρόπο αποτελεσματικό στα άλλα Συμβαλλόμενα Κράτη, αποτελεί ένα από τους σκοπούς της Σύμβασης. (άρθρο 1(β)). Ως προς την εμβέλεια της υποχρέωσης συμμόρφωσης προς τα αντίστοιχα διατάγματα των Συμβαλλομένων Κρατών, σχετική είναι η υπόθεση Φασαρίας ν. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως (2008) 1 Α.Α.Δ. 1024.
Με το άρθρο 2 της Σύμβασης, τα Συμβαλλόμενα Κράτη έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για πραγμάτωση του σκοπού της Σύμβασης.
Για το σκοπό αυτό, με βάση το άρθρο 6 της Σύμβασης, απαιτείται η υπόδειξη Κεντρικής Αρχής επιφορτισμένης με το καθήκον εκπλήρωσης των καθηκόντων της Σύμβασης. Επιβάλλεται η αναγκαιότητα συνεργασίας της Κεντρικής Αρχής (άρθρο 7) και η δυνατότητα προσώπου να απευθυνθεί σε Κεντρική Αρχή, για παροχή συνδρομής (άρθρο 8).
Είναι, συναφώς, έκδηλο ότι η όλη δομή και φιλοσοφία της Σύμβασης εδράζεται στη συνεργασία και παροχή συνδρομής μεταξύ συμβαλλομένων Κρατών και όχι ιδιωτών.
Το ζεύγος Krachunov, αυτό έκαμε επιδιώκοντας, μέσω της Βουλγαρικής Κεντρικής Αρχής, τη συνδρομή της Κυπριακής Κεντρικής Αρχής, για υλοποίηση του δικαιώματος επικοινωνίας με την ανήλικη Αναστασία.
Η συνήγορος των εφεσειόντων επικαλέστηκε το άρθρο 29 της Σύμβασης, για να καταδείξει τη δυνατότητα ενός φυσικού προσώπου να προωθήσει μια δικαστική διαδικασία ανεξαρτήτως των προνοιών της Σύμβασης. Δεν διαφωνούμε με την εισήγηση, πλην όμως δεν βοηθά καθόλου την υπόθεση των εφεσειόντων. Κατοχυρώνεται με το εν λόγω άρθρο, η δυνατότητα απ΄ευθείας πρόσβασης στις δικαστικές αρχές, ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, σε περίπτωση παραβίασης διατάγματος επικοινωνίας, που δεν είναι η περίπτωση. Ταυτοχρόνως, ούτε η άλλη προϋπόθεση του εν λόγω άρθρου υπάρχει, αφού, οι εφεσείοντες χρησιμοποίησαν την προσφερόμενη δυνατότητα μέσω της Βουλγαρικής Κεντρικής Αρχής.
Ως προς την επίκληση του συνταγματικού δικαιώματος ελεύθερης πρόσβασης στο Δικαστήριο, ή της δυνατότητας επιλογής δικηγόρου, θεωρούμε τα προβληθέντα επιχειρήματα εντελώς αβάσιμα.
Με κανένα τρόπο δεν εμποδίστηκαν οι εφεσείοντες να προσφύγουν στο Δικαστήριο. Το έπραξαν επιλέγοντας τη διαδικασία που προσφέρει η Σύμβαση, μέσω της Κεντρικής Αρχής της Βουλγαρίας με τη συνδρομή της Κεντρικής Αρχής της Κύπρου.
Ο «διάδικος» πρωτοδίκως, και συναφώς, κατ΄έφεση, δεν μπορεί να είναι διαφορετικός. ΄Επρεπε να ήταν η Κεντρική Αρχή, ήτοι ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, θεωρούμε ότι το εφετήριο καταχωρήθηκε από τρίτο πρόσωπο, και συνακόλουθα άκυρο.
Κρίνουμε ενόψει αυτής της κατάληξης αχρείαστο τον περαιτέρω σχολιασμό των άλλων λόγων έφεσης.
Η έφεση, συναφώς, απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου 2, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.