ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2011) 1 ΑΑΔ 971

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 52/2011

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.]

 

3 Ιουνίου, 2011

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ, ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΗΑΒΕΑΣ CORPUS

 

KAI

 

ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΗΓΟΥΜΕΝΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ, ΠΑΡΑ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΒΔΕΛΛΕΡΟ, ΜΟΝΑΧΗΣ ΜΑΡΚΕΛΛΑΣ, ΜΕ ΚΟΣΜΙΚΟ ΟΝΟΜΑ ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ, ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ

 

 

Για τον αιτητή:  Χρ. Πουργουρίδης.

Για τους καθ' ων η αίτηση:  Χρ. Πουτζιουρής.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,  Δ.:  Η μοναχή Μαρκέλλα περιγράφεται στην αίτηση ως κατά κόσμο Μαρία Ιωάννου, ηγουμένη της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, της εκκλησίας των Παλαιοημερολογιτών, παρά το χωριό Αβδελλερό της επαρχίας Λάρνακας.

 

 

Επιδιώκεται ένταλμα της φύσης habeas corpus «με το οποίο να διατάσσεται η προσαγωγή της πιο πάνω μοναχής Μαρκέλλας, κατά κόσμο Μαρίας Ιωάννου, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να ελεγχθεί η νομιμότητα του περιορισμού της και ή του εγκλεισμού της στο κτίριο της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, παρά το χωριό Αβδελλερό».  Η αίτηση υποβλήθηκε από το Χ. Ιωάννου, δικηγόρο από τη Λεμεσό, που περιγράφεται σ' αυτή ως «μέλος της εκκλησίας των εν Κύπρω Παλαιοημερολογιτών και στενός φίλος και πνευματικό παιδί της μοναχής Μαρκέλλας».

 

Τα πιο κάτω αναφέρονται ως η «νομική βάση» της αίτησης:

 

    «Η μοναχή Μαρκέλλα, κατά κόσμο Μαρία Ιωάννου, πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας, ηλικίας 83 ετών, βρίσκεται περιορισμένη στο κτίριο της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, παρά το χωριό Αβδελλερό, Λάρνακας, με οδηγίες του παρουσιαζόμενου ως Μητροπολίτη Κιτίου, αρχιμανδρίτη Σεβαστιανού, κατά κόσμο Μιχαλάκη Σταύρου, από την Αραδίππου και κάποιας μοναχής Λαμπαδίας, κατά κόσμο Λαμπριανή Ε. Σταυρίδη, που παρουσιάζεται και ως ηγουμένη της Μονής.

      Στη μοναχή Μαρκέλλα δεν επιτρέπεται η ελευθέρα διακίνηση εντός και εκτός της Μονής ούτε να εξέρχεται της Μονής όποτε θέλει, της απαγορεύεται να δέχεται επισκέψεις από φίλους και συγγενείς, δεν της επιτρέπεται να επικοινωνεί ελεύθερα με όποιο θέλει, ούτε καν με τον δικηγόρο της. Ούτε να επισκεφθεί ιατρό της δικής της επιλογής της επιτρέπεται.

      Οι πόρτες της Μονής είναι ερμητικά κλειστές και δεν επιτρέπεται σε κανένα η είσοδος εντός της Μονής ούτε και η έξοδος. Ούτε τηλεφωνική επικοινωνία οποιασδήποτε μορφής μπορεί να υπάρξει με την μοναχή Μαρκέλλα από και/ή προς οποιοδήποτε πρόσωπο».

Αυτά, στη βάση ένορκης δήλωσης που καταχωρήθηκε από το Χ. Ιωάννου.  Αυτή είναι μακροσκελής αλλά τα πιο κάτω, εν συνόψει, είναι αρκετά για την κατανόηση του θέματος.  Γνώριζε τη μοναχή Μαρκέλλα από παιδί.  Παρέχει ορισμένες λεπτομέρειες και αναφέρεται στη στενότατη σχέση της με την οικογένειά του και τον ίδιο, σε βαθμό που τη θεωρούσε ως γιαγιά του, την οποία τακτικά επισκεπτόταν στη Μονή.  Εκδηλώθηκε «σχίσμα» στους κόλπους της εκκλησίας των Παλαιοημερολογιτών και η μοναχή Μαρκέλλα δεν αναγνώρισε την αντικαταστατική χειροτονία του αρχιμανδρίτη Σεβαστιανού σε επίσκοπο ούτε και την εκλογή του σε μητροπολίτη Κιτίου.  Με οδηγίες του αρχιμανδρίτη Σεβαστιανού, αριθμός μοναχών που δεν ανήκουν στη Μονή, εισήλθαν σ' αυτή παράνομα και δια της βίας την έθεσαν κάτω από τον έλεγχό τους.

Η μοναχή Μαρκέλλα, ως η ηγουμένη, καταχώρησε την αγωγή με αριθμό 3395/06 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας.  Το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του στις 28.1.11, δικαιώθηκε η μοναχή Μαρκέλλα και ο αρχιμανδρίτης Σεβαστιανός και οι εναγόμενες μοναχές διατάχθηκαν να άρουν την παράνομη επέμβαση.  Στις 14.3.11 οι εναγόμενοι υπέβαλαν ex parte  αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης, μέχρι την εκδίκαση της έφεσης που ασκήθηκε.  Με οδηγίες του Δικαστηρίου η αίτηση επιδόθηκε στη μοναχή Μαρκέλλα αλλά κατά την ορισθείσα ημερομηνία εκείνη δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο.  Συμπληρώνω εδώ πως είναι παραδεκτό ότι κατά την ημέρα εκείνη εμφανίστηκε, πέραν του δικηγόρου των εναγομένων και ο ευπαίδευτος συνήγορος των εδώ καθ' ων η αίτηση, εκ μέρους της μοναχής Λαμπαδίας, η οποία θεωρεί ότι εκείνη είναι η πράγματι ηγουμένη της Μονής.  Δηλώθηκε, λοιπόν, πως δεν υπήρχε ένσταση στην αναστολή εκτέλεσης και αυτή εγκρίθηκε.  Κάτω από ποιά ιδιότητα εκπροσωπήθηκε η μοναχή Λαμπαδία που δεν ήταν διάδικος, ενώ κατά την απόφαση του Δικαστηρίου ηγουμένη ήταν η μοναχή Μαρκέλλα, δεν έχει εξηγηθεί.

Eίναι ακριβώς ο ισχυρισμός του Χ. Ιωάννου πως, μετά την έκδοση της απόφασης στην αγωγή, κατέστη αδύνατη η επικοινωνία με τη μοναχή Μαρκέλλα, τηλεφωνικά ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.  Γίνεται αναφορά σε τοποθέτηση συρματοπλεγμάτων και κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, σε κλείσιμο των θυρών και σε πολλές λεπτομέρειες προσπάθειας ακόμα και με τη συνοδεία αστυνομικών, μετά και από παρέμβαση του Γενικού Εισαγγελέα, να επιτύχει ο ίδιος αλλά και ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον αιτητή, ο κ. Χρ. Πουργουρίδης, είσοδο στη Μονή και, πάντως, επαφή με τη μοναχή Μαρκέλλα.  Όλες οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι και την υποβολή της παρούσας αίτησης.

Οι καθ' ων η αίτηση πρόταξαν σειρά προδικαστικών ζητημάτων τα οποία, βεβαίως, θα εξετάσω.  Επί της ουσίας, δηλαδή του κατ' ισχυρισμόν πλήρους αποκλεισμού της μοναχής Μαρκέλλας  από τον έξω κόσμο, στην ένστασή τους αναφέρονται τα ακόλουθα:

«10. Ο αιτητής δεν έχει αποδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση για να μπορέσει το Δικαστήριο να αφήσει την υπόθεση να προχωρήσει σε ακρόαση της αίτησης και ούτε ο αιτητής έχει αποσείσει το αποδεικτικό βάρος που του αναλογούσε για την απόδειξη των πραγματικών γεγονότων του ισχυρισμού του περί περιορισμού της μοναχής Μαρκέλλας.

11.  Η μοναχή Μαρκέλλα είναι άτομο με προβλήματα υγείας και κινητικά προβλήματα και ο οποιοσδήποτε ισχυριζόμενος περιορισμός της είναι ένεκα αυτών προβλημάτων και όπου και αν διαβιεί και πάλιν θα υπόκειται σε κάποιο βαθμό περιορισμού ένεκα αυτών των προβλημάτων της».

Προς υποστήριξη της ένστασης καταχωρήθηκε ένορκη δήλωση της μοναχής Λαμπαδίας, που περιγράφεται ως η ηγουμένη της Μονής, είναι και εκείνη μακροσκελής και θα περιοριστώ και σ' αυτή την περίπτωση στη σύνοψη των ουσιωδών για την ανάδειξη του ουσιαστικού ζητήματος.  Όλες οι μοναχές, μετά από απόφαση ζωής, είναι στη Μονή με τη θέλησή τους και είναι ελεύθερες να την εγκαταλείψουν όποτε θέλουν.  Ο Χ. Iωάννου, όπως και ο εργοδότης του Χρ. Πουργουρίδης, ήταν πρωτεργάτες στις προσπάθειες κατάληψης της εξουσίας και διοίκησης στη Μονή, περιλαμβανομένης και της κτηματικής της περιουσίας και σ' αυτή την προσπάθειά τους χρησιμοποιούν τη μοναχή Μαρκέλλα «με μόνο σκοπό την καταχώρηση δικαστικών διαδικασιών εναντίον άλλων μοναχών της Ιεράς Μονής .».   Εκλέγηκε, μετά από δημοκρατικές διαδικασίες στις 23.1.11 ως νέα ηγουμένη της Μονής δηλαδή, σημειώνω, λίγες μέρες πριν από την έκδοση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία η μοναχή Μαρκέλλα δικαιώθηκε ως η ηγουμένη της Μονής.  Συνεχίζει, λοιπόν, η μοναχή Λαμπαδία.  Η αίτηση για αναστολή εκτέλεσης τής επιδόθηκε ακριβώς ως νέας ηγουμένης και ήταν με αυτή την ιδιότητα που φρόντισε για την εκπροσώπησή της ώστε να δηλωθεί εκ μέρους της πως δεν είχε ένσταση στην αίτηση για αναστολή.  Όπως σημείωσα και πιο πάνω, ενώ δεν ήταν διάδικος η ίδια και, πάντως, αν κάποιο επηρέαζε δυσμενώς η αίτηση ήταν τη μοναχή Μαρκέλλα που είχε κινήσει την αγωγή και εξασφάλισε υπέρ της απόφαση.  Η αίτηση για αναστολή επιδόθηκε και στη μοναχή Μαρκέλλα και ισχυρίζεται συναφώς η μοναχή Λαμπαδία πως την πληροφόρησε πως θα μπορούσε να διευθετήσει για τη μεταφορά της από άλλες μοναχές οι οποίες «και θα τη βοηθούσαν να ανεβεί τις σκάλες του Δικαστηρίου (έχει προβλήματα με τα πόδια της)».  Της δήλωσε, όμως, η μοναχή Μαρκέλλα «ότι δεν ήθελε να ξαναπάει στα Δικαστήρια».  Χωρίς, όπως προκύπτει, επαφή με το δικηγόρο της ή, ακόμα, αν πάρουμε στην κυριολεξία τους ισχυρισμούς της μοναχής  Λαμπαδίας, χωρίς να της είχε πει πως θα μπορούσε να επικοινωνήσει με το δικηγόρο της ώστε εκείνος να την εκπροσωπήσει.  Επομένως, η μοναχή Μαρκέλλα που έκαμε δικαστικό αγώνα ως ηγουμένη και κέρδισε, εμφανίζεται να εγκαταλείπει πλέον το θέμα.  Και ενώ, όπως προκύπτει από τους ενώπιόν μου χειρισμούς και δηλώσεις, δεν είχε αποδεχτεί πως δεν ήταν πλέον η ηγουμένη της Μονής.

Κατά την ένορκη δήλωση της μοναχής Λαμπαδίας δεν ήταν ούτε είναι περιορισμένη η μοναχή Μαρκέλλα στη Μονή.  Είναι όμως δύσκολη η μετακίνησή της και λόγω της ηλικίας της και των κινητικών προβλημάτων και για να ενισχύσει τον ισχυρισμό της επικαλέστηκε το γεγονός πως για να προβεί σε ένορκη δήλωση πριν την καταχώρηση της αγωγής, ο Χ. Ιωάννου «της πήρε ο ίδιος αστυνομικό στη Μονή για να της πάρει κατάθεση».  Παρεμβάλλω την παραδοχή, κατά την ακρόαση, όπως άλλωστε προκύπτει και από την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου, ότι η μοναχή Μαρκέλλα είχε παρουσιαστεί και κατέθεσε ως μάρτυρας κατά τη μακρά ακροαματική διαδικασία.

Σε σχέση με τον ισχυρισμό πως αφαιρέθηκε το κινητό τηλέφωνο από  τη μοναχή Μαρκέλλα, υποστήριξε πως, μετά από απόφαση της και του ηγουμενοσυμβουλίου στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, απαγορεύθηκε η χρήση κινητών τηλεφώνων από όλες τις μοναχές.  Μπορεί, όμως, όπως περαιτέρω ισχυρίστηκε, οποιοσδήποτε θέλει να επικοινωνήσει με οποιαδήποτε μοναχή «μόνο δια μέσου του σταθερού τηλεφώνου».  Δεν αναφέρεται η ένορκη δήλωση και σε δικαίωμα της μοναχής να επικοινωνήσει με οποιονδήποτε, μέσω σταθερού τηλεφώνου και έχω σημειώσει πως, κατά τον ισχυρισμό της άλλης πλευράς, όλες οι προσπάθειες για επικοινωνία με τη μοναχή Μαρκέλλα και δια μέσου σταθερού τηλεφώνου απέβησαν άκαρπες.

Έβαλαν συρματοπλέγματα αλλά προς συμπλήρωση ήδη υφιστάμενων για άλλο λόγο, μάλιστα, πριν την έκδοση της δικαστικής απόφασης.  Συναφώς τοποθετήθηκαν και κάμερες αλλά εικονικές για εκφοβισμό διαρρηκτών και παρείσακτων.  Περαιτέρω, η Μονή δεν είναι κλειστή για το κοινό αλλά δεν είναι πάντοτε ανοικτή σε επισκέπτες και συγγενείς.  Η μοναχή Μαρκέλλα σπάνια είχε επισκέψεις από συγγενείς της.  Αποδίδει αλλότρια κίνητρα στο Χ. Ιωάννου και στο Χρ. Πουργουρίδη, μάλιστα προς εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων ενόψει των βουλευτικών εκλογών.  Σημειώνει, συναφώς, πως ο Χρ. Πουργουρίδης αποχώρησε από δικηγόρος της μοναχής Μαρκέλλας κατά την εκδίκαση της αγωγής «και τώρα επανεμφανίζεται ως δικηγόρος της μοναχής Μαρκέλλας, η οποία ουδέποτε εκδήλωσε επιθυμία να τον δει ενώ αντίθετα ο αιτητής και ο κ. Πουργουρίδης προσπαθούν να την δουν με μόνο σκοπό να της αποσπάσουν υπογραφές για να νομιμοποιήσουν την καταχώρηση της ποινικής υπόθεσης 5155/2011 του Ε.Δ. Λάρνακος που  καταχώρησε ο κ. Πουργουρίδης την 28.3.2011 εναντίον 20 μοναχών της Μονής μας».  Και ενώ από αυτό προκύπτει πως έγιναν προσπάθειες για να τη δουν και πως αυτές δεν πέτυχαν, όπως είναι και η θέση του Χ. Ιωάννου, στη συνέχεια υποβάλλεται το ερώτημα «αφού δεν είχαν πρόσβαση προς αυτή όπως ισχυρίζονται, ποίος τους εξουσιοδότησε να καταχωρήσουν την εν λόγω ποινική υπόθεση;».  Το θέμα εκείνης της ποινικής υπόθεσης, στην οποία θα επανέλθω, αφού κατ' επίκλησή της πλέον υποβλήθηκε προδικαστική ένσταση, δεν μας αφορά εδώ.  Όπως, βεβαίως, και οι διαφορές σε σχέση με την ουσία των εκατέρωθεν διεκδικήσεων όπως αυτές διαγνώστηκαν με την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου και περαιτέρω θα εξεταστούν στο πλαίσιο της έφεσης που ασκήθηκε.  Ως προς όσα εδώ ενδιαφέρουν, σημειώνω την εν τέλει διευκρίνιση, κατά την ακρόαση ενώπιόν μου, πως ο κ. Πουργουρίδης, μετά από άδεια του Δικαστηρίου αποσύρθηκε από δικηγόρος της μοναχής Μαρκέλλας στην αγωγή, μόνο επειδή έκρινε πως θα έπρεπε να καταθέσει ως μάρτυρας.  Συνεπώς όχι επειδή διέκοψε οριστικά και εν γένει αυτή τη σχέση.

Οι δηλώσεις που έγιναν ενώπιόν μου, σε μερικές από τις οποίες ήδη αναφέρθηκα, συμπληρώνουν την εικόνα.  Κατά την πρώτη εμφάνιση ο κ. Πουτζιουρής δήλωσε πως «η θέση μας είναι ότι δεν υπάρχει κανένας περιορισμός και ιδιαίτερα δεν υπάρχουν οι περιορισμοί στους οποίους αναφέρεται η ένορκη δήλωση».  Διερωτήθηκα τότε ως προς το ποιό θα μπορούσε να  ήταν το αντικείμενο της αντιδικίας.  Ο κ. Πουτζιουρής ανέφερε πως είχε γίνει προσπάθεια για να εξασφαλιστεί η παρουσία της μοναχής Μαρκέλλας στο Δικαστήριο «αλλά δεν επιθυμεί να παρευρίσκεται σε Δικαστήρια».  Ο κ. Πουργουρίδης δήλωσε πως αν διευθετείτο συνάντησή του με τη μοναχή Μαρκέλλα «μπορεί η αίτηση να καταστεί άνευ αντικειμένου».  Την ημέρα της ακρόασης έγινε αναφορά στα ίδια και ζητήθηκε αναβολή για να διαβουλευθεί ο κ. Πουτζιουρής με τους καθ' ων η αίτηση σε σχέση με την πιθανή διευθέτηση συνάντησης της μοναχής Μαρκέλλας με τον κ. Πουργουρίδη εντός ή εκτός της Μονής.  Οπότε, όπως δήλωσε ο κ. Πουργουρίδης, θα απέσυρε την αίτηση.  Ξεκαθαρίστηκε πως δεν θα επιτρεπόταν στον κ. Πουργουρίδη να εισέλθει στη Μονή και η ακρόαση αναβλήθηκε με την πιθανή διευθέτηση συνάντησης εκτός της Μονής.  Δεν έγινε τελικά οποιαδήποτε διευθέτηση και τα πιο κάτω όπως δηλώθηκαν ενώπιόν μου από τον κ. Πουτζιουρή είναι διαφωτιστικά.  Δεν ήταν επιτρεπτό να εισέλθει ο κ. Πουργουρίδης στη Μονή για οποιονδήποτε λόγο.  Η μοναχή Μαρκέλλα μπορούσε, αν ήθελε, να βγει από τη Μονή για να τον συναντήσει.  Αν όμως έβγαινε δεν θα ξανάμπαινε σ' αυτή εκτός αν ζητούσε άδεια από τη νέα ηγουμένη την οποία, όμως, δεν ζητά γιατί θεωρεί ότι εκείνη είναι η ηγουμένη.

Εγκαταλείφθηκαν άλλες και παρέμειναν ορισμένες προδικαστικές ενστάσεις, ως ακολούθως:

1.        Η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση έγινε την παραμονή της καταχώρησης της αίτησης.  Επομένως, κατά την εισήγηση, η αίτηση στερείται πραγματικού υπόβαθρου.  Ο κ. Πουτζιουρής επικαλέστηκε συναφώς την απόφαση του Εφετείου στην Perpetti S.P.A. v. Lοunic Confect. Ltd (2000) 1 AAΔ 960 στην οποία γίνεται αναφορά και στις προηγούμενες πρωτόδικες Stavros Hotels Aprts Ltd  κ.α. (Αρ. 2) (1994) 1 ΑΑΔ 836 και Βαβέλ Μπουτίκ Λτδ (1995) 1 ΑΑΔ 947. Ο κ. Πουτζιουρής περιορίστηκε απλώς σε παραπομπή στην Perpetti (ανωτέρω) χωρίς να συζητήσει οτιδήποτε το ιδιαίτερο που θα ήταν εδώ αναγκαίο.  Στη Stavros Hotels (ανωτέρω) γίνεται αναφορά και στους θεσμούς της Πολιτικής Δικονομίας που εδώ δεν εφαρμόζονται.  Επίσης στην Αnnual Practice του 1958, Τόμος 1,  σελ. 922, αλλά ως προς αυτό, επιπρόσθετα προς τις πιο πάνω, σημειώνω πως στη The Supreme Court Practice του 1999, Tόμος 1, παράγραφος 41/1/4, ρητά αναφέρεται πως ένορκες δηλώσεις δεν θα απορρίπτονται επειδή ο όρκος δόθηκε λίγο πριν την έναρξη της διαδικασίας.  Affidavits will not be rejected because they have been sworn shortly before the proceedings started»). Σχετική είναι η Practice Direction, Τόμος 2, §2Β-51, στην οποία γίνεται αναφορά  στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ημερομηνία έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία αλλά και σε συναφή θεραπεία εν πάση περιπτώσει.  Εν προκειμένω, όχι μόνο η ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης σε συσχετισμό προς την ένορκη δήλωση που έγινε την προηγουμένη αλλά κατατέθηκε μαζί της δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία αλλά, περαιτέρω, με την ένορκη δήλωση και τις θέσεις της άλλης πλευράς, μεγάλο μέρος των γεγονότων, είναι ουσιαστικά παραδεκτό.  Εν πάση περιπτώσει, περαιτέρω σημειώνω πως όλες οι πιο πάνω υποθέσεις όπως και η αγγλική νομολογία στην οποία παρέπεμψαν αφορούσαν στην έκδοση παρεμπίπτοντος απαγορευτικού διατάγματος στο πλαίσιο της αγωγής, βεβαίως, στη βάση της ένορκης δήλωσης που υπεγράφη πριν την καταχώρηση της αγωγής.  Εδώ έχουμε αίτηση για ένταλμα της φύσης habeas corpus και θα ανέμενα ειδική αναφορά προς τεκμηρίωση της άποψης των καθ' ων η αίτηση σε σχέση με τις θέσεις που προώθησαν σε τέτοιας φύσης υπόθεση.  Χωρίς την οποία και για όσα σημείωσα δεν είμαι έτοιμος να αποδεκτώ πως δικαιολογείται, για τέτοιο λόγο, να απορρίψω την αίτηση.

2.        Η αίτηση, λέγουν οι καθ' ων η αίτηση, πρέπει να απορριφθεί γιατί ήταν αργοπορημένη η καταχώρησή της και, πάντως, γιατί υπάρχει εναλλακτική θεραπεία.  Ως τέτοια θεωρούν την καταχώρηση της ιδιωτικής ποινικής που έχει αναφερθεί, αντίγραφο της οποίας έθεσαν ενώπιόν μου.  Περαιτέρω, τη δυνατότητα αγωγής για το αστικό αδίκημα της παράνομης κατακράτησης (false imprisonment) προσώπου, του άρθρου 29 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148.

      Η ιδιωτική ποινική είναι εντελώς ασύνδετη προς οτιδήποτε θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι εγείρεται εδώ.  Καταλογίζεται στους κατηγορούμενους παράνομη είσοδος σε ακίνητα και παράνομη κατοχή, καλλιέργεια, νομή ή χρήση τους.  Η παραπομπή στο άρθρο 29 ήταν εντελώς γενική και αόριστη.  Αναγνώρισε, βεβαίως, ο κ. Πουτζιουρής πως δεν υπάρχει τέτοιο προηγούμενο στην Κύπρο.  Θα πρόσθετα ούτε στην Αγγλία, εξ όσων μπόρεσα να διαπιστώσω.  Άλλωστε, ενδεχόμενη θεώρηση πως ενόψει της δυνατότητας αγωγής για το αστικό αδίκημα δεν δικαιολογείται η αίτηση habeas corpus, θα σήμαινε ουσιαστικά εξουδετέρωση αυτής της δικαιοδοσίας.  Συναφώς η αναφορά στο Salmond and Heuston on the Law of Torts, 19η έκδοση, §44, στο οποίο παρέπεμψε ο κ. Πουργουρίδης, πως εκτός με αγωγή μπορεί να ανακτηθεί η ελευθερία με ένταλμα habeas corpushe can also recover his liberty by a writ of habeas corpus»), είναι σχετική.  (Βλ. και Halsbury´s Laws of England, 3η έκδοση, τόμος 38, σελ. 769, §1278.)  Περαιτέρω, στους Halsbury´s Laws of England, 4η έκδοση, τόμος 37, §584, σημείωση 7 στη σελίδα 445, εξηγείται, με αναφορά σε νομολογία, πως η απευλευθέρωση με την έκδοση εντάλματος habeas corpus δεν συνεπάγεται αναγκαστικά επιτυχία αγωγής για αποζημιώσεις για παράνομη κατακράτηση (false imprisonment) που εξυπακούει, βεβαίως, εκδίκαση της αίτησης με υφιστάμενη τη δυνατότητα αγωγής.  Ενώ και στην Quigley v. Chief Constable, Royal Ulster Constabulary [1983] N.I. 238, στην οποία θα επανέλθω, σημειώνεται πως το αδίκημα για το οποίο το habeas corpus αποτελεί τη θεραπεία, είναι το αστικό αδίκημα της παράνομης κατακράτησης. The wrong for which habeas corpus is the remedy is the tort of false imprisonment»).

      Στην Αnnander v. Annander (1982) 1 CLR 479, o Τριανταφυλλίδης, Π., παρέπεμψε σε απόσπασμα από την Αnnual Practice του 1958, με αναφορά και στη Supreme Court Practice του 1979 και στην υπόθεση Ex parte Corke [1954] 2 All ER 440, σύμφωνα με το οποίο το ένταλμα habeas corpus δεν εκδίδεται ως θέμα ρουτίνας και μπορεί να μην εκδοθεί όπου υπάρχει άλλη θεραπεία με την οποία η νομιμότητα του περιορισμού μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά and may be refused where another remedy lies whereby the validity of the restraint can be effectively questioned»).  Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως, όπως στην περίπτωση άλλων προνομιακών ενταλμάτων, μόνο όταν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις εκδίδεται habeas corpus, σε τέτοια περίπτωση.  Αντίθετα, όπως το θέμα συνοψίζεται, με αναφορά σε νομολογία, η αίτηση για habeas corpus δεν μπορεί γενικά να απορριφθεί μόνο επειδή υπάρχει άλλη εναλλακτική θεραπεία με την οποία η νομιμότητα της κράτησης μπορεί να ελεγχθεί.  The writ may not in general be refused merely because there exists an alternative remedy by which the validity of the detention can be questioned»).  (Βλ. Halsbury´s Laws of England, 4η έκδοση Τόμος 11, §1455, Βasu´s Commentary on the Constitution of India, 5η έκδοση, Τόμος 3, σελ. 461).  Όπως δε σταθερά εξηγείται, το ένταλμα της φύσης habeas corpus είναι «δικαιωματικό» (writ of right) και εκδίδεται ex debito justitiae οπότε δεν μπορεί και να τίθεται ζήτημα απόρριψης της αίτησης για καθυστέρηση, όπως ήταν, η παράλληλη εισήγηση των καθ' ων η αίτηση.

3.      Οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν πως ο Χ. Ιωάννου δεν νομιμοποιείται.  Υπάρχουν στην ένορκη δήλωση της μοναχής Λαμπαδίας κάποιες αμφισβητήσεις ως προς τη στενότητα της σχέσης του με τη μοναχή Μαρκέλλα αλλά έχουμε δεi πως, σε άλλο σημείο, κατά τη δική της εκδοχή, ήταν ακριβώς ο Χ. Ιωάννου που «της πήρε ο ίδιος αστυνομικό στη Μονή για να της πάρει κατάθεση πριν την καταχώρηση της αγωγής της».  Αυτό, βεβαίως, είναι ενδεικτικό από μόνο του αλλά ούτε και τα άλλα από την ένορκη δήλωση του Χ. Ιωάννου ως προς τους λόγους του ενδιαφέροντος του αναιρούνται επειδή έστω δεν γνώριζε αν η μοναχή ήταν 82 και όχι 83 ετών.  Ή αν το πατρικό όνομα της μοναχής Μαρκέλλας ήταν Δημητρίου και όχι Ιωάννου που είναι το επώνυμο του πατέρα της ή ως προς το αν ήταν ή μπορούσε να περιγραφεί ως «πνευματικό της παιδί».  Εν πάση περιπτώσει, εν τέλει, η εισήγηση ως προς την έλλειψη νομιμοποίησης, αιτιολογήθηκε πάνω σε άλλη βάση.  Δέχεται, ορθώς, ο κ. Πουτζιουρής το πάγιο πως η αίτηση για habeas corpus  και συναφώς η ένορκη δήλωση είναι επιτρεπτό να προέρχονται από τρίτο σε περίπτωση αδυναμίας του φερομένου ως παρανόμως κρατούμενου.  Αναφέρθηκε μάλιστα και στην υπόθεση Ιn the matter of Αndreas Demosthenous (1967) 1 CLR 186 στην οποία η ένορκη δήλωση είχε υπογραφεί όχι από το φερόμενο ως παρανόμως κρατούμενο αλλά από την αδελφή του.  Είχε διαταχθεί εκεί, κατ' εξαίρεση όπως εξηγείται, στη βάση ex parte αίτησης για habeas corpus, η προσαγωγή του φερόμενου ως παρανόμως κρατούμενου ενώπιον του δικαστηρίου.  Επικαλείται, όμως, ο κ. Πουτζιουρής το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Ηλιάδη, Δ., στην Καλφοπούλου (1998) 1Α ΑΑΔ 55:

«Όταν όμως ο κρατούμενος φαίνεται ότι δίνει τη συγκατάθεση του για την ισχυριζόμενη κράτησή του, ένα τρίτο πρόσωπο δεν μπορεί να ζητήσει την απελευθέρωσή του (R. v. Raynolds [1795] G.T.R. 496)*.

Επομένως, κατά την εισήγηση, αφού η μοναχή Μαρκέλλα είναι με τη θέλησή της στη Μονή, δεν νομιμοποιείται ο Χ. Ιωάννου ή άλλος.  Δεν είχε ανατρέξει όμως, όπως αναγνώρισε, ο κ. Πουτζιουρής στην πιο πάνω παλαιά αγγλική υπόθεση.  Την έχω εντοπίσει.  Δεν μπορεί να συσχετιστεί προς τις περιστάσεις της παρούσας.  Εκεί ο εργοδότης (master) ενός βοηθού του (apprentice) δεν δικαιούτο να ζητήσει habeas corpus για να τον «επανακτήσει» αφού ο βοηθός είχε με τη θέλησή του ναυτολογηθεί.  Άλλο το κατά πόσο είχε αγώγιμο δικαίωμα κατά του νέου εργοδότη.  Όμως το ότι η μοναχή  Mαρκέλλα βρίσκετο, όπως είναι παραδεκτό, με τη θέλησή της στη Μονή, δεν είναι το θέμα.  Το θέμα αφορά στο κατά πόσο, ευρισκομένη εκεί, υπόκειται σε περιορισμούς που συνιστούν παράνομη κράτηση.  Συναφώς είναι σχετική η απόφαση του αγγλικού εφετείου στην Quigley (ανωτέρω) στην οποία με οδήγησε η έρευνα σε σχέση με την R. v. Reynolds (ανωτέρω).  Εκεί, κάτω από περιστάσεις που επεξηγούνται, τέθηκε ζήτημα παράνομης φυλάκισης της κας Quigley συνισταμένης σε παρεμπόδιση και περιορισμό της να έλθει σε επαφή με συγγενείς της.  Πρωτοδίκως απορρίφθηκε η αίτηση αλλά το εφετείο εξέδωσε το ένταλμα.  Όχι στη βάση κάποιας οριστικής διαπίστωσης ως προς τα γεγονότα και σημειώνω και την απόρριψη της θέσης των καθ' ων η αίτηση πως η υπόθεση για την αιτήτρια καταστρεφόταν επειδή δεν ζητήθηκε αντεξέταση σε σχέση με την ένορκη δήλωσή τους.  Το ένταλμα εκδόθηκε στη βάση της εκ πρώτης όψεως υπόθεσης που θεωρήθηκε ότι στοιχειοθετήθηκε, προκειμένου το θέμα να διερευνηθεί περαιτέρω.

Αυτά μας φέρνουν και στην τελευταία από τις θέσεις των καθ' ων η αίτηση.  Επικαλούνται τη μη αντεξέταση της μοναχής Λαμπαδίας, υποστηρίζουν πως δεν στοιχειοθετήθηκε υπόθεση παράνομου περιορισμού και καταλήγουν πως, ούτως ή άλλως, ακόμα και στη βάση των ισχυρισμών του Χ. Ιωάννου, αν υπάρχει κάτι είναι εμπόδιο στην επικοινωνία και όχι κράτηση ώστε να υπάρχει αντικείμενο σε αίτηση όπως η παρούσα.

Δεν μπορώ να συμμεριστώ αυτές τις σκέψεις.  Η υπόθεση Quigley (ανωτέρω) είναι, βεβαίως, σχετική.  Εδώ το έχουμε ως δεδομένο πως η μοναχή Μαρκέλλα που είχε δικηγόρο και πάντως διεκδικούσε δικαιώματα με αγωγή, εν τέλει, ενόψει της περαιτέρω διαδικασίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο, δεν παρουσιάστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε σ' αυτό για την έκδοση του διατάγματος αναστολής της απόφασης που είχε εκδοθεί υπέρ της.  Επίσης το έχουμε ως δεδομένο πως έκτοτε δεν είχε επαφή με το δικηγόρο της ή με το Χ. Ιωάννου παρά τις προσπάθειές τους και, βεβαίως, δεν θα ήταν δυνατό, για τους σκοπούς αυτής της διαδικασίας, να δεχτώ ως δεδομένη κατάσταση τις διαβεβαιώσεις της μοναχής Λαμπαδίας πως αυτή είναι η επιθυμία της μοναχής Μαρκέλλας.  Όταν η μοναχή Λαμπαδία στην ουσία είναι είδος αντιδίκου της και όταν η κάθε μια διεκδικεί για τον εαυτό της την ιδιότητα της ηγουμένης της Μονής, με όλα όσα αυτή η ιδιότητα συνεπάγεται.  Εν προκειμένω δε, η έλλειψη επικοινωνίας που επικαλείται ο αιτητής διασυνδέεται αρρήκτως προς τη θέση του για παράνομο περιορισμό ή κράτηση.

Δεν θα επεκταθώ.  Εδώ είναι εμφανές πως πρέπει το θέμα να διερευνηθεί περαιτέρω.  Ο κ. Πουργουρίδης εισηγήθηκε πως θα πρέπει να εκδοθεί το ένταλμα ώστε να παρουσιαστεί η μοναχή Μαρκέλλα στο Δικαστήριο.  Ο κ. Πουτζιουρής δέχτηκε πως, αν όσα προώθησε ως προδικαστικά απορρίπτονταν, ασφαλώς το Δικαστήριο θα μπορούσε να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα θεωρούσε ορθό.

Εκδίδεται ένταλμα της φύσης habeas corpus. Το ένταλμα απευθύνεται προς τους καθ' ων η αίτηση, δηλαδή προς τον αρχιμανδρίτη Σεβαστιανό και τη μοναχή Λαμπαδία, όπως αυτοί περιγράφονται στην αίτηση, οι οποίοι διατάσσονται να παρουσιάσουν τη μοναχή Μαρκέλλα ενώπιόν μου στο Ανώτατο Δικαστήριο την Τρίτη, 7 Ιουνίου 2011 και ώρα 9.00 π.μ.  Επί του θέματος των εξόδων θα επανέλθουμε.

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

/μσιαμπαρτά



* Η ορθή αναφορά είναι: R v. Reynolds (1795) 6 TR 497; 101 ER 667 KB

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο