ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Oικονομίδης Tάκης ν. Λαϊκής Kυπριακής Tράπεζας Λτδ (1997) 1 ΑΑΔ 1255
Eργατίδης Στέλιος ν. Πανίκκου Eργατίδη και Άλλης (2008) 1 ΑΑΔ 741
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2010) 1 ΑΑΔ 2114
14 Απριλίου, 2010
(Παραλήφθηκε στο Tμήμα Nομικών Eκδόσεων στις 17 Iανουαρίου, 2011)
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
1. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ,
ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤHΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ
ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΑΡΑΘΟΒΟΥΝΙΩΤΗ,
2. ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΑΘΟΒΟΥΝΙΩΤΗ,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
v.
ΜΙΧΑΗΛ ΣΙΑΜΜΑ,
Εφεσιβλήτου-Καθ' oυ η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 15/2008)
Πτώχευση ― Πτωχευτική διαδικασία ― Κατά πόσο χρησιμοποιείται ως μέθοδος εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων.
Αποφάσεις και διατάγματα ― Απόφαση επί ενδιάμεσης αίτησης για επιδίκαση εξόδων ― Κατά πόσο συνιστούσε «τελεσίδικη απόφαση» στα πλαίσια του Άρθρου 3(1)(ζ) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ. 5.
Λέξεις και Φράσεις ― «Εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής» στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας παραμέρισε την Ειδοποίηση Πτώχευσης την οποία εξέδωσε ο εφεσείων 1 εναντίον του εφεσίβλητου σε σχέση με το ποσό των £720,50, το οποίο του επιδικάσθηκε ως έξοδα κατά την απόρριψη ενδιάμεσης αίτησης του εφεσίβλητου. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων 1 δεν ήταν «πιστωτής» και ότι δεν υπήρχε «τελεσίδικη απόφαση» στα πλαίσια του Άρθρου 3(1)(ζ) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ. 5.
Ο εφεσείων 1 εφεσίβαλε την απόφαση υποστηρίζοντας ότι κακώς το Δικαστήριο απεφάνθη ότι επρόκειτο για μη «τελεσίδικη απόφαση». Η απόφαση ήταν τελεσίδικη καθ' όσον δεν εφεσιβλήθη ούτε υπόκειτο σε όρους.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η έννοια «τελεσίδικη απόφαση» δεν σημαίνει απόφαση που δεν υπόκειται σε έφεση αλλά «τελική απόφαση» («final judgment»). Εξ άλλου το Άρθρο 3(1)(ζ) εν πάση περιπτώσει δεν μιλά για «τελεσίδικο» διάταγμα, όπως μιλά για «τελεσίδικη» απόφαση, αλλά, διαφοροποιώντας, για «τελικό» διάταγμα για πληρωμή ποσού. Ο όρος «τελικό διάταγμα» δεν θα μπορούσε να επεκτείνετο πέραν της έννοιας του διατάγματος για πληρωμή ήδη οφειλόμενου ποσού επί τη διαγνώσει ανάλογης ουσιαστικής αστικής ευθύνης, για να εκάλυπτε και διάταγμα για καταβολή εξόδων. Και να επεκτείνετο όμως πέραν τούτου, με τον προσδιορισμό του όρου «τελικό» μόνο σε τελικό και όχι ενδιάμεσο διάταγμα για πληρωμή εξόδων θα μπορούσε να παραπέμπει. Αυτό εξ άλλου θα ήταν και λογικό, αφού η εξασφάλιση ενδιάμεσου διατάγματος για έξοδα με ανοικτή ακόμα την τύχη των ουσιαστικών απαιτήσεων και των τελικών εξόδων δεν θα ήταν λογικό να μπορούσε να καθίσταται βάση για έκδοση Ειδοποίησης Πτώχευσης. Εξ άλλου, η εν λόγω διαταγή για έξοδα δεν ήταν εφέσιμη και θα δημιουργείτο πρόσθετη αδικία στον εφεσίβλητο αν η μη δυνάμενη ακόμα να εφεσιβληθεί διαταγή για έξοδα καθίστατο βάση για έκδοση Ειδοποίησης Πτώχευσης.
2. Η πτωχευτική διαδικασία δεν χρησιμοποιείται, κατά κανόνα, ως μέθοδος εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων μεταξύ των διαδίκων. Επίσης η πτωχευτική διαδικασία δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης και εκβιασμού για είσπραξη επιδικασθέντων εξόδων σε ενδιάμεση αίτηση πριν αποφασιστεί η ουσία της αγωγής, στην οποία ενδεχομένως ο εφεσείων να επιτύχει. Τέτοια διαδικασία οφείλει το Δικαστήριο όχι μόνο να τη σταματήσει, αλλά και στιγματίσει.
Η έφεση απορρίφθηκε με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ex parte Chinery [1884] 12 Q.B.D. 342,
Huntley (Marchioness) v. Gaskell [1905] 2 Ch. R. (CA) 656,
Οικονομίδης v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (1997) 1 Α.Α.Δ. 1255,
Εργατίδης v. Εργατίδη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 741.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Kαρακάννα, E.Δ.), (Eιδοποίηση Πτώχευσης Aρ. 1883/2007), ημερ. 30/11/2007.
Σ. Θεμιστοκλέους, για τους Εφεσείοντες.
Α. Γιαλελής, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
AΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Στα πλαίσια της αγωγής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας 7416/2003, την οποία ήγειραν οι Εφεσείοντες εναντίον του Εφεσίβλητου, εξεδόθη την 5.9.2003 απόφαση επί ενδιάμεσης αίτησης του Εφεσίβλητου με την οποία απερρίπτετο η αίτηση του και επιδικάζοντο £720,50 έξοδα εναντίον του και υπέρ του Εφεσείοντα 1 στον οποίο αφορούσε η αίτηση. Ο Εφεσίβλητος δεν εφεσίβαλε την εν λόγω απόφαση ούτε κατέβαλε τα έξοδα. Η αγωγή, στην οποία ο Εφεσίβλητος έχει ανταπαίτηση για £7.800, ποσό που υπερβαίνει την αξίωση των Εφεσειόντων και βεβαίως και τα ως άνω επιδικασθέντα έξοδα, δεν έχει εισέτι εκδικασθεί. Την 26.9.2007 ο Εφεσείων 1 εξέδωσε Ειδοποίηση Πτώχευσης εναντίον του Εφεσίβλητου σε σχέση με το ως άνω επιδικασθέν ποσό των εξόδων. Ο Εφεσίβλητος κατεχώρησε ένσταση με ένορκη δήλωση ζητώντας τον παραμερισμό της Ειδοποίησης Πτώχευσης και το πράγμα οδηγήθηκε σε ακρόαση.
Η ευπαίδευτη Δικαστής ενώπιον της οποίας ήχθη η υπόθεση έκρινε ότι ο Εφεσείων 1 δεν ήταν «πιστωτής» και ότι δεν υπήρχε «τελεσίδικη απόφαση» στα πλαίσια του Αρθρου 3(1)(ζ) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφάλαιο 5. Και αυτά σε συνάρτηση με τη θέση του Εφεσίβλητου στην ένορκη δήλωση του ότι είχε την προαναφερθείσα ανταπαίτηση, θεωρώντας ότι ως προς αυτή προέκυπτε γνήσιο θέμα προς εκδίκαση, ώστε η Ειδοποίηση Πτώχευσης να καθίστατο πρόωρη και έτσι παραμερίσθηκε.
Στην έφεση εμφαίνονται ως Εφεσείοντες τόσο ο Εφεσείων 1 όσο και η Εφεσείουσα 2. Ορθώς λοιπόν παρατηρεί ο Εφεσίβλητος ότι η Εφεσείουσα 2 δεν νομιμοποιείται αφού ούτε η Ειδοποίηση Πτώχευσης εξεδόθη από αυτή, παρά μόνο από τον Εφεσείοντα 1, ούτε τα εν λόγω έξοδα είχαν επιδικασθεί υπέρ της παρά μόνο υπέρ του Εφεσείοντα 1. Θα πρέπει λοιπόν η έφεση να απορριφθεί καθ' όσον προέρχεται από την Εφεσείουσα 2.
Επί της ουσίας της έφεσης τώρα, η βασική εισήγηση του Εφεσείοντα 1 είναι ότι κακώς το Δικαστήριο απεφάνθη ότι επρόκειτο για μη «τελεσίδικη απόφαση». Εφ' όσον, λέγει, εξεδόθη διαταγή για έξοδα επί ενδιάμεσης αίτησης η οποία και δεν εφεσιβλήθη, η διαταγή αυτή συνιστά «τελεσίδικη απόφαση» στα πλαίσια του Αρθρου 3(1)(ζ). Στηρίζεται προς τούτο στην υπόθεση Ex parte Chinery [1884] 12 Q.B.D. 342, στον ορισμό του όρου «εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής», στο Αρθρο 12 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφάλαιο 6 και στην αναφορά στον όρο «judgment creditor» στο Dictionary of Law του Carson.
Να παρατηρήσουμε κατ' αρχάς ότι ο σχετικός λόγος έφεσης παρουσιάζει πρόβλημα διατύπωσης κατά το ότι αναφέρεται στην «απόφαση» του Δικαστηρίου επί της ενδιάμεσης αίτησης. Η Ειδοποίηση Πτώχευσης όμως είναι στο ακόλουθο διάταγμα για τα έξοδα που αναφέρετο, «απόφαση» δε και «διάταγμα» είναι διακριτοί όροι τόσο γενικώς όσο και στο Αρθρο 3(1)(ζ). Θα προχωρήσουμε όμως να εξετάσουμε την έφεση με αναφορά στο ότι ουσιαστικώς είναι με το διάταγμα για τα έξοδα που ασχολήθηκε το Δικαστήριο.
Ο ορισμός του όρου «εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής» στο Κεφάλαιο 6 ως «πρόσωπο υπέρ του οποίου εκδίδεται δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσεται η πληρωμή χρημάτων», δεν βοηθά τον Εφεσείοντα 1. Εκτός του ότι στο Αρθρο 2 αναφέρεται ρητώς ότι οι ορισμοί γίνονται «Στο Νόμο αυτό» ώστε να ισχύουν για σκοπούς του Κεφαλαίου 6 που αφορά εκτέλεση και να μην έχουν επομένως εκ του νόμου εφαρμογή για σκοπούς του Κεφαλαίου 5 που μας αφορά, ο εν λόγω ορισμός δεν υποστηρίζει τη θέση του Εφεσείοντα 1. Στα πλαίσια του Αρθρου 3(1)(ζ), βεβαίως, το ερώτημα είναι κατά πόσο επρόκειτο για «τελεσίδικη» απόφαση ή «τελικό» διάταγμα. Αν ο ορισμός του Αρθρου 2 του Κεφαλαίου 6 ήταν σχετικός ως εκφράζων γενικότερη αντίληψη, φαίνεται μάλλον να παραπέμπει σε ουσιαστική απόφαση για πληρωμή χρημάτων παρά σε ενδιάμεση διαταγή για έξοδα. Το ίδιο ισχύει για τον όρο "judgment creditor" στο Dictionary of Law ως «one in above favour a judgment for a sum of money has been entered against a debtor», που επίσης παραπέμπει στον προσδιορισμό ουσιαστικής υποχρέωσης καταβολής οφειλόμενου ποσού χρημάτων. Αλλά και η ίδια η υπόθεση Chinery στην οποία στηρίζεται ο Εφεσείων 1 κάθε άλλο παρά βοηθά τη θέση του αφού η απόφαση εβασίσθη αποκλειστικώς στη θεμελιακή διάκριση μεταξύ «judgment» και «order» ώστε το επίδικο διάταγμα (garnishee order) να μην μπορούσε να θεωρηθεί "judgment".
Το ερώτημα που μας απασχολεί όμως είναι άλλο, κατά πόσο ενδιάμεση διαταγή για έξοδα, που ασφαλώς δεν εμπίπτει στον όρο «τελεσίδικη απόφαση» («final judgment»), συνιστά «τελικό διάταγμα». Ο Εφεσείων 1 λέγει ότι συνιστά, καθ' όσον δεν εφεσιβλήθη ούτε υπόκειται σε όρους και έτσι κατέστη «τελεσίδικο». Παρανοεί όμως η εισήγηση αυτή την έννοια την οποία έχουμε να κρίνουμε. Κατ' αρχάς, η έννοια «τελεσίδικη απόφαση» δεν σημαίνει απόφαση που δεν υπόκειται σε έφεση αλλά «τελική απόφαση» («final judgment») (ίδε Huntley (Marchioness) v. Gaskell [1905] 2 Ch. R. (CA) 656, Τάκης Οικονομίδης v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (1997) 1 Α.Α.Δ. 1255). Εξ άλλου το Αρθρο 3(1)(ζ) εν πάση περιπτώσει δεν μιλά για «τελεσίδικο» διάταγμα, όπως μιλά για «τελεσίδικη» απόφαση, αλλά, διαφοροποιώντας, για «τελικό» διάταγμα για πληρωμή ποσού. Ο όρος «τελικό διάταγμα» δεν θα μπορούσε να επεκτείνετο πέραν της έννοιας του διατάγματος για πληρωμή ήδη οφειλόμενου ποσού επί τη διαγνώσει ανάλογης ουσιαστικής αστικής ευθύνης, για να εκάλυπτε και διάταγμα για καταβολή εξόδων. Και να επεκτείνετο όμως πέραν τούτου, με τον προσδιορισμό του όρου «τελικό» μόνο σε τελικό και όχι ενδιάμεσο διάταγμα για πληρωμή εξόδων θα μπορούσε να παραπέμπει. Αυτό εξ άλλου θα ήταν και λογικό, αφού η εξασφάλιση ενδιάμεσου διατάγματος για έξοδα με ανοικτή ακόμα την τύχη των ουσιαστικών απαιτήσεων και των τελικών εξόδων δεν θα ήταν λογικό να μπορούσε να καθίσταται βάση για έκδοση Ειδοποίησης Πτώχευσης. Εξ άλλου, όπως παρατηρεί και ο Εφεσίβλητος, όταν εξεδόθη η εν λόγω διαταγή για έξοδα, ούτε αυτή ούτε η ενδιάμεση αίτηση την οποία αφορούσε ήταν εφέσιμη, σύμφωνα με τη νομολογία, και μόνο στα πλαίσια της τελικής απόφασης θα μπορούσε να εφεσιβάλλετο. Θα δημιουργείτο έτσι πρόσθετη αδικία στον Εφεσίβλητο αν η μη δυνάμενη ακόμα να εφεσιβληθεί διαταγή για έξοδα καθίστατο βάση για έκδοση Ειδοποίησης Πτώχευσης.
Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση στο όλο θέμα στην οποία παραπέμπει ο Εφεσίβλητος. Εννοούμε την απόφαση στην ουσιαστικώς πανομοιότυπη υπόθεση Εργατίδης v. Εργατίδη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 741. Εκεί απεφασίσθη ότι διαδικασία Ειδοποίησης Πτώχευσης επί των ιδίων δεδομένων της προκειμένης συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας. Όπως το έθεσε ο Αρτεμίδης, Π., (σ. 743):
«Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως η πτωχευτική διαδικασία δεν χρησιμοποιείται, κατά κανόνα, ως μέθοδος εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων μεταξύ των διαδίκων. Στην περίπτωση που εξετάζουμε οι εφεσίβλητοι, χρησιμοποιώντας τη πτωχευτική διαδικασία, επιδιώκουν την είσπραξη επιδικασθέντων εξόδων σε ενδιάμεση αίτηση προτού αποφασιστεί η ουσία της αγωγής, στην οποία ενδεχομένως ο εφεσείων να επιτύχει. Επιπλέον, αυτό, που καθιστά τη διαδικασία ακόμη πιο ενστάσιμη είναι που απολήγει σε εκβιασμό του εφεσείοντος παρεμβάλλοντας εμπόδια στην προώθηση της αγωγής που έχει καταχωρίσει. Τέτοια διαδικασία οφείλει το Δικαστήριο όχι μόνο να τη σταματήσει, αλλά και στιγματίσει.»
Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον των Εφεσειόντων.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων.