ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 1 ΑΑΔ 1357
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική αίτηση αρ. 37/2010
[Κ.ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ]
22 Ιουλίου, 2010
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΙΣ ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ PROHIBITION ΚΑΙ CERTIORARI
Kαι
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ SKYLIGHT RESTAURANT & BAR LTD
Και
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ΄ΑΡ.5464/05 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ
-----------
ΜΕΤΑΞΥ:
SKYLIGHT RESTAURANT & BAR LTD
Eναγόντων,
Και
1. ΕΜΒΙ LTD
2. MARIA MCCRORY SABO BATANC
3. WILLIAM LINDSAY MCCRORY
Eναγομένων
-------- -----------
Για τον αιτητή: κ.Α.Ποιητής
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ.Μ.Χαρτζιώτης
--------- -----------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Mετά από σχετική άδεια καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκεται:
«διάταγμα του Δικαστηρίου της φύσεως του certiorari για ακύρωση του διατάγματος και/ή απόφασης με το οποίο το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή 5464/05 λόγω μη προώθησης της».
Τα γεγονότα επί των οποίων εδράζεται η παρούσα αίτηση δεν αμφισβητούνται από τους καθ΄ων η αίτηση, πλην όμως, υπάρχει αμφισβήτηση ως προς τη σημασία των γενόμενων δηλώσεων και ιδιαιτέρως ως προς το κίνητρο γι΄αυτές.
Οι αιτητές-ενάγοντες καταχώρισαν στις 20 Οκτωβρίου 2005 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού την αγωγή 5464/2005, με την οποία διεκδικούσαν εναντίον των εναγομένων 1 £17,400.- ως δεδουλευμένα ενοίκια κατά παράβαση της μεταξύ τους συμφωνίας, και απόφαση εναντίον των εναγομένων 2 και 3 ως εγγυητών των εναγομένων 1. Υπήρξαν διάφορες εμφανίσεις ενώπιον του Δικαστηρίου, δηλώσεις εκ μέρους αμφοτέρων των διαδίκων, τη σημασία των οποίων θα αναφέρω μεταγενέστερα. ΄Εγιναν προσπάθειες συμβιβασμού οι οποίες δεν καρποφόρησαν και στις 27 Γενάρη 2010 η υπόθεση προγραμματίστηκε για ακρόαση στις 23 Φεβρουαρίου 2010.
Ο δικηγόρος που εμφανίστηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκ μέρους των αιτητών είχε δηλώσει ότι «η εναγόμενη 1 εταιρεία βρίσκεται σε διάλυση, είναι η θέση μας ότι για την εναγόμενη 1 εταιρεία ο συνάδελφος κ.Καλλής δεν πρέπει να εμφανίζεται καν. Μόνο ο επίσημος παραλήπτης μπορεί να εμφανίζεται.» Περαιτέρω δηλώθηκε στο Δικαστήριο η πρόθεση του συνήγορου να καταχωρίσει αίτηση για τροποποίηση του τίτλου και επίσης ότι ο συνήγορος που χειριζόταν την υπόθεση απουσίαζε γιατί εξέλαβε ως δεδομένο ότι η υπόθεση θα αναβαλλόταν. Ο συνήγορος των εναγομένων 1 και 2 κ.Καλλής ανέφερε τα εξής:
«Κατ΄αρχήν να διορθώσω και να δηλώσω ότι εμφανίζομαι για τους εναγόμενους 1 και 2. ΄Εχω ακούσει πράγματα από τη συνάδελφο μου που με εκπλήττουν. Δεν θα τα σχολιάσω. Θα περιοριστώ πολύ ευγενικά στο αίτημα που έχει υποβληθεί από την άλλη πλευρά. Κατ΄αρχήν δεν έχουμε τίπoτε ούτε έχει επιδοθεί οτιδήποτε στην εναγομένη 1 ούτε και έχει παρουσιαστεί οποιοδήποτε διάταγμα ενώπιον σας που να λέει τον ισχυρισμό της εναγόμενης εταιρείας. Εγώ που την εκπροσωπώ δεν έχω τίποτε και εξακολουθώ να είμαι δικηγόρος των εναγομένων 1 και 2».
Εκτός από την πιο πάνω δήλωση, ο συνήγορος εξέφρασε τη διαφωνία του στο αίτημα για αναβολή της υπόθεσης. Υπήρξε μια μικρή διακοπή για να επικοινωνήσει ο δικηγόρος που εμφανίστηκε με το συνήγορο των εναγομένων που χειριζόταν την υπόθεση. Κατά την επανεμφάνιση των δικηγόρων δηλώθηκε στο Δικαστήριο ότι η πρόταση για συμβιβασμό δεν έγινε δεκτή και έτσι το Δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση του επί του αιτήματος της αναβολής. Για τους λόγους που αναφέρονται στο σχετικό πρακτικό η αίτηση απορρίφθηκε.
Μετά από την εξέλιξη αυτή, το Δικαστήριο κάλεσε τη συνήγορο των εναγόντων να προχωρήσει με την ακρόαση της υπόθεσης και η τελευταία ζήτησε και πάλι αναβολή. Όταν το Δικαστήριο της είπε ότι υπήρχε ήδη ενδιάμεση απόφαση επί του σχετικού αιτήματος η συνήγορος δήλωσε: «δεν είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε ενόψει των προηγουμένων που αναφέραμε». Ο συνήγορος των εναγομένων ζήτησε τότε την απόρριψη της αγωγής και το Δικαστήριο υιοθέτησε την εισήγηση, απορρίπτοντας την λόγω μη προώθησης της με έξοδα.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών ανέφερε στο Δικαστήριο ότι από το σύνολο των εγγράφων που κατατέθηκαν είναι σαφές ότι το Διάταγμα εκκαθάρισης της εναγόμενης εταιρείας 1, εκδόθηκε στις 27 Γενάρη 2010. Το σχετικό διάταγμα επιδόθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2010 στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας και στον γραμματέα της. Συνεπώς, κατά την εισήγηση του κ.Ποιητή, στις 23 Φεβρουαρίου 2010 υπήρχε διάταγμα εκκαθάρισης και δολίως αυτό απεκρύβη από το Δικαστήριο και παρουσιάζεται «διπλός» κατά την εισήγηση του, δόλος, γιατί ο δικηγόρος κ.Καλλής δεν είχε εξουσία να εμφανιστεί για λογαριασμό των εναγομένων 1, ιδιαιτέρως μετά την επίδοση του διατάγματος εκκαθάρισης και λαμβανομένου υπόψη ότι οι δηλώσεις αυτές έγιναν στην παρουσία της εναγόμενης 2.
Η ύπαρξη δόλου, συνέχισε ο συνήγορος στοιχειοθετούν δυνατότητα προώθησης προνομιακού εντάλματος γιατί αυτό το παράπονο των αιτητών δεν μπορεί να προωθηθεί και να στοιχειοθετηθεί σε διαδικασία έφεσης. Η δημιουργηθείσα αδικία σε βάρος των αιτητών δεν μπορεί να διορθωθεί παρά μόνο με την έκδοση προνομιακού εντάλματος. Οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες αυτό έγινε εντάσσονται στο πλαίσιο των εξαιρετικών περιστάσεων που παρόλη την ύπαρξη εναλλακτικού ενδίκου μέσου δικαιολογούν την έγκριση της αιτήσεως. Δεν υπάρχει, κατά την εισήγηση του, οποιοδήποτε Δικαστήριο το οποίο θα προχωρούσε να απορρίψει αίτημα για αναβολή πόσο μάλλον να οδηγηθεί σε εύρημα ότι οι αιτητές δεν επιθυμούν την προώθηση της αγωγής τους και να την απορρίψει, υφισταμένου διατάγματος εκκαθάρισης της εναγομένης 1.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους καθ΄ων η αίτηση εστίασε την προσοχή του στο ιδιαίτερο γεγονός της απόρριψης του αιτήματος των εναγόντων για αναβολή. Σε κανένα σημείο δεν καταδεικνύεται δόλος από το δικηγόρο κ.Καλλή, γιατί η δήλωση του προερχόταν από την τότε γνώση του περί της ύπαρξης ή όχι του διατάγματος εκκαθάρισης. Και αν ακόμα δεχθούμε, πρόσθεσε ο κ.Χαρτζιώτης, ότι η εναγόμενη εταιρεία 1 γνώριζε, δεν καταδεικνύεται ότι περιήλθε σε γνώση του συνήγορου, αλλά εν πάση περιπτώσει, πρόσθεσε, η ευθύνη βρίσκεται στους ώμους των αιτητών οι οποίοι όφειλαν να παρουσιάσουν στο Δικαστήριο αντίγραφο του εκδοθέντος διατάγματος εκκαθάρισης ή ακόμη να καταχωρίσουν γραπτή αίτηση, με το σχετικό αίτημα παρουσιάζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την αιτούμενη αναβολή. Αυτό δεν το έπραξαν και δεν μπορούν σήμερα να επικαλούνται αδικία σε βάρους τους.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων κατώτερων Δικαστηρίων. Αυτή ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου αποτελεί το πλαίσιο εξέτασης σε αιτήσεις αυτής της μορφής (In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250). Πολ.Εφ. 2/09 Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ, ημερ. 15.9.2009. Ταυτοχρόνως η ενδεχόμενη λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου δεν εξετάζεται στα πλαίσια της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος certiorari.
Ταυτοχρόνως πρέπει να σημειώσω, ότι η διαδικασία του προνομιακού εντάλματος, δεν αποτελεί εποπτικό μέσο και ούτε είναι δυνατό να εξεταστεί το κατά πόσο αντιλήφθηκε ή όχι ορθά ένα νομικό ζήτημα το πρωτόδικο Δικαστήριο. (Διαχειριστική Επιτροπή ΚΥΠΑ Κορτ 4 (2000) 1 Α.Α.Δ. 644).
Θα προσεγγίσω το θέμα που εγείρεται στη σωστή του διάσταση, η οποία δεν είναι άλλη παρά η άσκηση από πλευράς του πρωτόδικου Δικαστηρίου διακριτικής ευχέρειας ως προς το θέμα της χορήγησης ή όχι αναβολής. ΄Εγινε μια δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου για ύπαρξη διατάγματος εκκαθάρισης, υπήρξε αμφισβήτηση από πλευράς των εναγομένων. Το Δικαστήριο, ενδεχομένως θα έπρεπε, να ενδιατρίψει περαιτέρω στο θέμα αυτό προτού καταλήξει στην απόφαση του για απόρριψη του αιτήματος για αναβολή. ΄Εχω συνειδητά χρησιμοποιήσει τη λέξη «ενδεχομένως» γιατί, στο στάδιο αυτό, δεν εξετάζεται η λανθασμένη ή μη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που είχε το Δικαστήριο. Η εξουσία που χορηγείται στο Ανώτατο Δικαστήριο για έλεγχο μιας απόφασης με προνομιακό ένταλμα certiorari, περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της ενέργειας και όχι στο λανθασμένο τρόπο άσκησης διακριτικής ευχέρειας.
Μετά την απόρριψη του αιτήματος για αναβολή κλήθηκαν οι ενάγοντες να προωθήσουν την υπόθεση τους. Δηλώθηκε αδυναμία εκ μέρους τους και ταυτοχρόνως οι εναγόμενοι κίνησαν τη διαδικασία για απόρριψη της αγωγής. Το πρωτόδικο Δικαστήριο και πάλι, χωρίς στο σημείο αυτό να επικροτώ τον τρόπο που ενήργησε, άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και απέρριψε την αγωγή. Δεν είναι δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο δικαιοδοτικό πλαίσιο του certiorari να ελέγξει το σκεπτικό. Αυτό μπορεί να γίνει στα πλαίσια άλλης διαδικασίας, είτε αυτή είναι αίτηση για επαναφορά, είτε αυτή είναι έφεση.
Όπως πολύ ορθά ανέφερε ο κ.Ποιητής παρόλο που υπάρχει εναλλακτικό μέτρο υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την ενεργοποίηση του μηχανισμού του προνομιακού εντάλματος.
Η εισήγηση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο γιατί αποκλειστικά και μόνο βασίζεται στο γεγονός ότι εκδηλώθηκε δόλια συμπεριφορά τόσο του συνήγορου κ. Καλλή και των εναγομένων 1 και 2. Δεν υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου, από το υλικό που κατατέθηκε, επαρκή στοιχεία που να συνηγορούν υπέρ αυτής της άποψης, τουλάχιστον σ΄αυτό το στάδιο και κάτω απ΄αυτή τη διαδικασία. Ενδεχομένως σε άλλο επίπεδο να μπορεί η κάθε πλευρά να προχωρήσει και να παρουσιάσει περαιτέρω μαρτυρία για στοιχειοθέτηση ευρήματος ύπαρξης δόλου. Το εγχείρημα όμως αυτό βρίσκεται έξω από τα πλαίσια της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου κάτω από μια αίτηση για έκδοση διατάγματος certiorari.
Με γνώμονα τα πιο πάνω και με το δεδομένο ότι υπάρχουν εναλλακτικά ένδικα μέσα η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει.
Η αίτηση απορρίπτεται. Ενόψει της φύσης των καινούργιων θεμάτων που έχουν εγερθεί και της ουσιαστικής έλλειψης αμφισβήτησης των δεδομένων της υπόθεσης, θεωρώ ότι είναι πιο δίκαιο να μη εκδοθεί οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα. Η κάθε πλευρά να επωμιστεί με τα έξοδα της.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.