ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 1 ΑΑΔ 1591

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 83/2007)

 

17 Δεκεμβρίου, 2009

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

 

 

1.      ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΝΑΓΗ,

2.      ΕΛΕΝΑ ΠΑΝΑΓΗ,

 

Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,

 

ν.

 

ΙΑΚΩΒΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.

- - - - - -

Ε. Αντωνιάδης, για τους Εφεσείοντες.

 

Στ. Στυλιανού, για τον Εφεσίβλητο.

- - - - - -

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κληρίδης, Δ.

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Τα επίδικα θέματα που εγείρονται στο πλαίσιο στης παρούσας έφεσης, αποκαλύπτουν μια κλασική περίπτωση κατά την οποία δυστυχώς οι διάδικοι, ενώ συμφώνησαν στην εκτέλεση κάποιων οικοδομικών εργασιών μικρής σχετικά έκτασης και αξίας, δεν μερίμνησαν έτσι ώστε να τηρούν κάποια τάξη και έλεγχο στις δοσοληψίες τους, με αποτέλεσμα να αποτείνονται στο Δικαστήριο για επίλυση διαφορών που δεν θα έπρεπε να εγείρονται και ακολούθως να φθάνουν μέχρι και το Εφετείο προσβάλλοντας την πρωτόδικη απόφαση, με αναπόφευκτη την συσσώρευση εξόδων και δαπάνη χρόνου.

 

Κατ΄ αυτό τον τρόπο, στην παρούσα περίπτωση, ο μεν εφεσίβλητος-ενάγων ισχυριζόταν ότι είχε αναλάβει την εκτέλεση κάποιων οικοδομικών εργασιών εξωτερικά της οικίας των εφεσειόντων-εναγομένων για το συνολικό ποσό των £2.600 δυνάμει γραπτής προσφοράς στην οποία οι δεύτεροι συμφώνησαν, ενώ αντίθετα οι εφεσείοντες ισχυρίζονταν ότι οι συμφωνηθείσες εργασίες ήταν για το συμφωνηθέν ποσό των £6.000. Περαιτέρω, ο εφεσίβλητος ισχυρίζετο ότι στην πορεία των εργασιών, του ανατέθηκε από τους εφεσείοντες η εκτέλεση επιπρόσθετων εργασιών των οποίων η αξία ανήλθε σε £6.814 πλέον ΦΠΑ, ενώ οι εφεσείοντες αρνούντο κάτι τέτοιο. Ακόμα, ο εφεσίβλητος ισχυρίζετο ότι οι εφεσείοντες του είχαν συνολικά καταβάλει σε διάφορες ημερομηνίες το ποσό των £4.800, ενώ οι εφεσείοντες διαφωνούσαν, ισχυριζόμενοι ότι το συνολικό ποσό που του είχαν καταβάλει ήταν £5.800, πλέον άλλο ποσό £1.606,68 για κάποια υλικά για τα οποία τους είχε υπερχρεώσει κατά £532,82. Τελικά, ο εφεσίβλητος αξίωνε εναντίον των εφεσειόντων την καταβολή προς αυτόν του υπολοίπου της αξίας των εκτελεσθεισών εργασιών ύψους £4.614 πλέον ΦΠΑ ενώ, οι εφεσείοντες εγείροντας τις πιο πάνω διαφωνίες τους και ισχυριζόμενοι περαιτέρω την ύπαρξη κακοτεχνιών, ανταξίωναν εναντίον του εφεσίβλητου ποσό εκ £2.114, το οποίο αντιπροσωπεύει το κόστος αποκατάστασης των κακοτεχνιών, πλέον το προαναφερθέν ποσό υπερχρέωσης υλικών εκ £532,82, πλέον το ποσό των £2.010,75 το οποίο ισχυρίζονταν ότι κατέβαλαν πέραν της πραγματικής αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατόπιν αδικαιολόγητα μακράς ακρόασης, έκρινε ότι ο ενάγων απέδειξε πως η συνολική αξία των εργασιών τις οποίες εξετέλεσε ανερχόταν σε £7.814 και ότι οι εναγόμενοι κατέβαλαν έναντι το ποσό των £5.800. Προχώρησε έτσι και επιδίκασε το υπόλοιπο εκ £2.014, πλέον τόκο, έξοδα και ΦΠΑ υπέρ του εφεσίβλητου-ενάγοντα. Σημειώνεται ακόμα ότι το Δικαστήριο επιλήφθηκε προηγουμένως, μεταξύ άλλων θεμάτων, και ισχυρισμού των εφεσειόντων σύμφωνα με τον οποίο ο εφεσίβλητος δεν ήταν εγγεγραμμένος εργολήπτης και επομένως δεν εδικαιούτο στην είσπραξη-επιδικασμό οποιασδήποτε αμοιβής. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε από το Δικαστήριο.

 

Με την έφεσή τους οι εφεσείοντες-εναγόμενοι εγείρουν προς εξέταση τέσσερις συνολικά Λόγους Έφεσης. Ως εκ της φύσης του και ενόψει των ενδεχόμενων επιπτώσεων που θα μπορούσε να έχει η διακρίβωση της ορθότητας ή μη του Λόγου τούτου, θα εξετάσουμε πρώτο το Λόγο Έφεσης αρ. 4 ο οποίος καθάπτεται του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η μη εγγραφή του εφεσίβλητου ως εργολήπτη δεν ενείχε εδώ σημασία.

4ος Λόγος Έφεσης - Το γεγονός ότι ο εφεσείων δεν ήταν εγγεγραμμένος εργολήπτης.

 

Το ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο διεξαγωγής των επίδικων εργασιών, ο εφεσίβλητος δεν ήτο εγγεγραμμένος στο Μητρώο Εργοληπτών και δεν ήταν κάτοχος ενιαύσιας άδειας σε ισχύ, είναι κοινά παραδεκτό γεγονός. Εκείνο το οποίο αμφισβητείτο ήταν το κατά πόσο για τη διενέργεια των συγκεκριμένων οικοδομικών εργασιών απαιτείτο ή όχι η εγγραφή και κατοχή άδειας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του τροποποιητικού περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Νόμου αρ. 32/1982, ο οποίος ίσχυε και εφαρμοζόταν κατά τον ουσιώδη χρόνο. Επιλαμβανόμενος αυτού του θέματος, ο πρωτόδικος Δικαστής συμπέρανε ότι για τις εκτελεσθείσες εργασίες δεν απαιτείτο καμιά άδεια από την αρμόδια αρχή, καθότι αυτές δεν επηρέαζαν αυτή τούτη την κυρίως οικοδομή, αλλ΄ αφορούσαν εξωτερικούς χώρους της οικίας και την αυλή. Ότι ακόμα, οι εκτελεσθείσες εργασίες δεν μετέβαλαν με οποιονδήποτε τρόπο οποιανδήποτε διάσταση της κατοικίας των εφεσειόντων, ούτε και επηρέασαν σε οποιονδήποτε βαθμό τη στατική ασφάλεια της, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του Νόμου. Ήταν δε το εύρημά του ότι οι επίδικες εργασίες δεν εμπίπτουν στην έννοια του "οικοδομικού έργου" όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο του Νόμου.

 

Οι εφεσείοντες διατείνονται ότι εσφαλμένα ήταν που ο πρωτόδικος Δικαστής ερμήνευσε τους όρους "επέκταση", "μετατροπή" ή "επιδιόρθωση" σε σχέση με τις επίδικες εργασίες. Περαιτέρω, ότι εφαρμοζόταν στην περίπτωση η επιφύλαξη στο άρθρο 3 του τροποποιητικού Νόμου αρ. 32/1982. Εφόσον δε στον όρο "οικοδομή" περιλαμβάνεται και περίφραξη, η εκτέλεση έργου περίφραξης θα μπορούσε νόμιμα να γίνει μόνο από εγγεγραμμένο εργολήπτη. Συνεπώς, ο εφεσίβλητος-ενάγων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου δεν ενομιμοποιείτο να διεκδικήσει και εισπράξει δικαστικά οποιαδήποτε αμοιβή. (Βλ. Χαραλάμπους ν. Daccache (1989) 1 ΑΑΔ(Ε) 269, Αγαθοκλέους ν. Λάππα (1998) 1 ΑΑΔ 2202, Flesha Contracting Ltd v. M.C. Michael Dev. (2003) 1 ΑΑΔ 263).

 

Διαφωνούμε με αυτή τη θέση των εφεσειόντων και παρατηρούμε ότι με βάση το διαθέσιμο υλικό, ορθά ήταν που έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμηνεύοντας τις νομοθετικές διατάξεις, ενώ οι εφεσείοντες, οι οποίοι ήγειραν το θέμα και είχαν το βάρος απόδειξης, στο βαθμό που απαιτείτο η προσκόμιση μαρτυρίας τεχνικής φύσεως η οποία να έπειθε περί του αντιθέτου, καμιά μαρτυρία επί του θέματος δεν προσκόμισαν. Όπως υπέδειξε και ο συνήγορος του εφεσίβλητου στο περίγραμμά του, η μόνη επιπρόσθετη οικοδομικής φύσεως εργασία που είχε συμφωνηθεί και εκτελεσθεί, ήταν η ανέγερση τοίχων και στέγης ενός γκαράζ και η περίφραξη της αυλής με τσιμεντόπετρες, συνολικής συμφωνηθείσας αξίας £400. Αυτή η μικρής αξίας εργασία εξαιρείται όμως με βάση το εδάφιο 6(γ) του άρθρου 5 του Νόμου. Όσον αφορά το άρθρο 3 του προαναφερθέντος τροποποιητικού Νόμου αρ. 32/1982, οι πρόνοιές του περιλαμβάνουν και εκτενή λεπτομερειακό ορισμό του όρου "οικοδομή" και με σχετική επιφύλαξη επρονοείτο ότι:

"Νοείται ότι η οικοδομή περιλαμβάνει και τα προς αυτήν συναφή χωματουργικά έργα, κατασκευάς τοίχων αντιστηρίξεως και περιφράξεις."

 

Όμως η συμπερίληψη από το νομοθέτη και των εργασιών αυτών στον όρο "οικοδομή" κατ΄ ουδένα τρόπο δεν σημαίνει ότι η ανάληψη εκτέλεσης οποιασδήποτε από τις εργασίες αυτές μεμονωμένα και αυτοτελώς προϋποθέτει την εγγραφή κάποιου ως εργολήπτη. Για παράδειγμα, η εκτέλεση από μόνη της χωματουργικών εργασιών, δεν προϋποθέτει εγγραφή δυνάμει του περί Εργοληπτών Νόμου. Ούτε και η κατασκευή μιας περίφραξης. Αυτές όμως οι εργασίες, σε συνδυασμό με άλλες που περιλαμβάνονται στον ορισμό της "οικοδομής" και του "οικοδομικού έργου", μπορούν να ληφθούν υπόψιν, π.χ. για την εξεύρεση της συνολικής αξίας ενός έργου για να διακριβωθεί σε ποια κατηγορία εμπίπτει και ποιας τάξης εργολήπτης δικαιούται να το αναλάβει.

 

Επομένως, αυτός ο Λόγος Έφεσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

1ος Λόγος Έφεσης. Ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στους υπολογισμούς του όσον αφορά τις εκτελεσθείσες εργασίες.

 

Αιτιολογώντας αυτό το Λόγο Έφεσης, οι εφεσείοντες προβάλλουν τη θέση ότι ο πρωτόδικος Δικαστής, ενώ αποδέχτηκε ως πραγματικό γεγονός το ότι ο εφεσίβλητος εξετέλεσε τις εργασίες που περιγράφονταν στην προσφορά του - Τεκμήριο 1 (πλην της τοποθέτησης πλακόστρωτου), και εδικαιούτο στο συνολικό ποσό των £1.100, εν τούτοις, με νέο εύρημά του, αποδέχτηκε ότι ο εφεσίβλητος εκτέλεσε έξτρα εργασίες ως εις το Τεκμήριο 2, οι οποίες όμως έχουν συμπεριληφθεί και στο Τεκμήριο 1. Ως παράδειγμα, οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι ο εφεσίβλητος, ενώ χρέωσε το ποσό των £250 για το στρώσιμο άμμου και κυλίνδρισμα αυλής στο Τεκμήριο 1, εν τούτοις χρεώνει το ίδιο ποσό και στο Τεκμήριο 2 ως έξτρα εργασία. Όμως, όπως ορθά υπέδειξε και ο συνήγορος του εφεσίβλητου στην αγόρευσή του, ο λόγος γι΄ αυτή τη διπλή καταχώρηση, όσο και για άλλες, είναι ότι στο έγγραφο - Τεκμήριο 2 δεν αναγράφηκαν μόνο οι έξτρα εργασίες αλλά, όπως φαίνεται από το ίδιο το έγγραφο και επεξηγήθηκε σε μαρτυρία, σ΄ αυτό περιλήφθηκαν όλες οι κατά τον ισχυρισμό του ενάγοντα-εφεσίβλητου εκτελεσθείσες εργασίες, τόσο αρχικές όσο και επιπρόσθετες - έξτρα. Όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται στο Τεκμήριο 2, το συνολικό ποσό των £9.414, που είναι το άθροισμα επί μέρους ποσών για επί μέρους εργασίες, αποτελεί την "όλι εργασία" και "2,600. Πρώτι προσφορά, £6,814 δεύτερη = £9,414.", όπως ανορθόγραφα είχε σημειώσει ο εφεσίβλητος. Ένα άλλο παράδειγμα που έδωσαν οι εφεσείοντες ως προς τον ισχυρισμό τους περί εσφαλμένων υπολογισμών του πρωτόδικου Δικαστή ήταν και μια διαφορά £350 στη χρέωση για τοποθέτηση διακοσμητικού τούβλου εδάφους μεταξύ της χρεωθείσας τιμής και εκείνης που ο εφεσίβλητος-ενάγων είχε καταθέσει ότι χρέωσε κατά μέτρο. Όμως και αυτή η εισήγηση των εφεσειόντων παραγνωρίζει ότι ο ενάγων-εφεσίβλητος αντεξεταζόμενος στις σελίδες 47-48 των πρακτικών έδωσε τις εξηγήσεις του γι΄ αυτή τη διαφορά, οι οποίες και έγιναν δεκτές από τον πρωτόδικο Δικαστή.

 

Καθίσταται επομένως προφανές πως ούτε αυτός ο Λόγος Έφεσης δεν ευσταθεί.

 

2ος Λόγος Έφεσης. Ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγαγε αυθαίρετα συμπέρασματα.

 

Κάτω από αυτό το Λόγο Έφεσης, οι εφεσείοντες εντάσσουν δύο ενέργειες του πρωτόδικου Δικαστηρίου:

 

α. Ότι μετά τα ευρήματα του περί εκτελεσθεισών έξτρα εργασιών, προβαίνει σε αφαίρεση ποσού £100 το οποίο δεν δικαιολογεί πώς το έχει ανεύρει και το αφαιρεί ένεκα διπλοχρεώσεως, όπως διαπίστωσε.

 

Τίποτε το επιλήψιμο δεν διαπιστώνουμε στο σημείο τούτο. Το Δικαστήριο, στη σελίδα 8 της απόφασής του, αναφέρεται στην παραδοχή του ίδιου του ενάγοντα ότι το ποσό των £100 για τοποθέτηση πέτρας σε 3 κολώνες, καταγράφεται τόσο στην αρχική προσφορά, όσο και στον κατάλογο των έξτρα εργασιών και ότι, σύμφωνα με τον ίδιο, πρόκειται για μη σκόπιμη διπλοχρέωση. Για τούτο, αργότερα στη σελίδα 9 της προσβαλλόμενης απόφασης, ο πρωτόδικος Δικαστής αναφέρει και πολύ ορθά ότι:

 

"... ο ενάγων προέβη και στην εκτέλεση των έξτρα εργασιών οι οποίες εκτίθενται στο Τεκμ. αρ. 2 και δικαιούται στο αναγραφόμενο συνολικό ποσό (αφού αφαιρεθεί το ως άνω ποσόν των £100 το οποίον εδιπλοχρεώθη), δηλαδή δικαιούται το ποσό των £6,714."

 

 

Τίποτε το αναιτιολόγητο ή αυθαίρετο εντοπίζεται σ΄ αυτό το εύρημα και συμπέρασμα.

 

β. Ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε αυθαίρετα ότι ο ΜΕ2 Γ.  Αντωνίου είναι αρχιτέκτονας, ενώ κατά τη μαρτυρία του ιδίου δεν είναι αρχιτέκτονας, ούτε είναι εγγεγραμμένος στο Ε.Τ.Ε.Κ. ώστε να εθεωρείτο εμπειρογνώμονας.

 

Είναι γεγονός ότι στην πρωτόδικη απόφαση, ο ΜΕ2 περιγράφεται ως "αρχιτέκτονας". Όμως, αυτό έγινε δικαιολογημένα, εφόσον στην κύρια εξέτασή του, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι είναι αρχιτέκτονας και πιο συγκεκριμένα:

 

"Είμαι απόφοιτος αρχιτεκτονικής σχολής και master από την Αγγλία από το School of Art στην Αγγλία. Έχω διατελέσει σε οικοδομικές βιομηχανίες ως υπεύθυνος έργων στο εξωτερικό και στην Κύπρο, αν θέλετε διάφορες εταιρείες μπορώ να τις πως, επίσης είμαι περιοδικός σύμβουλος της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου, ως κοστολόγος άλλων θεμάτων δανειοδότησης στην οικοδομική βιομηχανία."

 

Τα ίδια δε κατέθεσε και στην αντεξέταση ο μάρτυρας όταν ρωτήθηκε, ενώ πρόσθεσε, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, ότι σήμερα δεν ασκεί το επάγγελμα, ενώ είχε αποχωρήσει από το Ε.Τ.Ε.Κ. για προσωπικούς λόγους. Καμιά μαρτυρία δεν προσήχθη από πλευράς εναγομένων-εφεσειόντων με την οποία να κατερρίπτετο ή να αμφισβητείτο η κατοχή από το μάρτυρα των ακαδημαϊκών προσόντων που επικαλέσθηκε ή της πείρας και εμπειριών που κατείχε. Όπως δε ορθά επεσήμανε και ο συνήγορος του εφεσίβλητου, η νομολογία υποδεικνύει εν πάση περιπτώσει ότι η εμπειρογνωμοσύνη σε κάποιο θέμα, δεν βασίζεται μόνο στα ακαδημαϊκά προσόντα αλλά και στην πραγματική εμπειρία που αποκτάται πάνω σ΄ αυτό. (Βλ. Θεοσκέπαστη Φαρμ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 1 ΑΑΔ 984, Βασίλης Τσαγγαρίδης κ.ά. ν. Α. Αυγουστή (2000) 1 ΑΑΔ 528).

 

Επομένως, ούτε αυτός ο Λόγος Έφεσης ευσταθεί.

 

3ος Λόγος Έφεσης. Ότι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε πολλά της σημεία είναι αναιτιολόγητη.

 

Σαν αιτιολογία του Λόγου τούτου Έφεσης, προβάλλεται από τους εφεσείοντες η θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι οι εφεσείοντες πλήρωσαν στον ενάγοντα συνολικά το ποσό των £5.800, παρά το ότι ο εμπειρογνώμονας ΜΥ1 συμπέρανε ότι οι εκτελεσθείσες εργασίες, ανεξάρτητα από κακοτεχνίες, αποτιμούνται σε £5.903,25. Όμως, το ίδιο το Δικαστήριο στην απόφασή του, σύμφωνα πάντα με τους εφεσείοντες, διερωτάται πώς οι εφεσείοντες-εναγόμενοι είχαν καταβάλει στον εφεσίβλητο για τον κόπο του μόνο το ποσό των £2.010,75 πέραν της αξίας της εκτελεσθείσας υπ΄ αυτού εργασίας, καταλήγοντας έτσι σε αντιφατικά συμπεράσματα και λανθασμένη απόφαση. Η πιο πάνω αιτιολογία του Λόγου Έφεσης είναι όντως δυσνόητη. Όμως, εν πάση περιπτώσει, η απάντηση δίδεται μέσα από την ίδια την πρωτόδικη απόφαση. Ο πρωτόδικος Δικαστής πράγματι προέβηκε σε εύρημα, αφού απέρριψε την επί του θέματος μαρτυρία του ΜΥ1, ότι οι εφεσείοντες είχαν καταβάλει έναντι το ποσό των £5.800 και ότι παρέμεινε υπόλοιπο για αξία των εκτελεσθεισών εργασιών, ύψους £2.014. Στη σελίδα 14 της απόφασης, παρατίθεται απόσπασμα από την Έκθεση Υπεράσπισης σύμφωνα με το οποίο οι εφεσείοντες ισχυρίζονταν ότι ναι μεν το συνολικό ποσό που είχαν καταβάλει στον εφεσίβλητο ήταν £5.800 όμως η πραγματική αξία της όλης εκτελεσθείσας εργασίας ήταν £3.789,25 και ως εκ τούτου κατέβαλαν ποσό εκ £2.010,75 πέραν της αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας. Είναι δε αυτός ο ισχυρισμός ο οποίος δημιούργησε στο πρωτόδικο Δικαστήριο αμφιβολίες ως προς τη βασιμότητά του αφού, πέραν του ότι δεν αποδείχθηκε με σαφή και αξιόπιστη μαρτυρία, όπως υπέδειξε το Δικαστήριο, δεν άντεχε ούτε και στη βάσανο της λογικής των πραγμάτων. Όπως εξήγησε, στην Απόφαση, ενώ ο ίδιος ο ενάγων ήταν μόνο απόφοιτος του Δημοτικού Σχολείου, ο εναγόμενος 1 εργαζόταν στο Κτηματολόγιο και με γυμνασιακή μόρφωση, και ενώ ο ενάγων εξέδιδε αποδείξεις για την πληρωμή ποσών για τους κόπους του, αδυνατούσε (ο πρωτόδικος Δικαστής) να πιστέψει ότι οι εναγόμενοι είχαν καταβάλει προς τον ενάγοντα για τον κόπο του το ποσό των £2.010,75 πέραν της αξίας της εκτελεσθείσας υπ΄ αυτού εργασίας. Πρόκειται για ένα λογικό συνειρμό του πρωτόδικου Δικαστή που έγινε στο πλαίσιο αξιολόγησης ισχυρισμών και μαρτυρίας και τίποτε το αντιφατικό ή επιλήψιμο δεν παρατηρούμε σ΄ αυτό.

 

Επομένως ούτε αυτός ο Λόγος Έφεσης ευσταθεί.

 

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ του εφεσίβλητου.

 

Δ.

 

Δ.

 

Δ.

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο