ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 1540
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση Αρ.126/2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
T. & E. TOFINIS ESTATES LTD,
Εφεσείουσα-Ενάγουσα,
και
1. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΛΕΟΝΤΙΟΥ,
2. GAS CLUB LTD,
Εφεσίβλητοι-Εναγόμενοι.
― ― ― ―
Γ. Πιτάτζιης, για εφεσείουσα
Μ. Μουαϊμης, για εφεσίβλητους
Π. Αρτέμη, Π.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Με την αγωγή της η εφεσείουσα-ενάγουσα αξίωνε από τους εφεσίβλητους-εναγομένους ποσό £6.180, το οποίο αφορούσε υπόλοιπο λογαριασμού για υπηρεσίες που προσέφερε σ΄αυτούς.
Σύμφωνα με τη δικογραφημένη της θέση και τη μαρτυρία, ήταν η θέση της ενάγουσας εταιρείας ότι ήταν ιδιοκτήτρια και διαχειρίστρια του ξενοδοχείου Christofinia στην Αγία Νάπα και ότι από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο του 2002, προσέφερε στους εφεσίβλητους-εναγομένους ή/και τους φίλους ή/και τους συνεργάτες τους ύπνο, ή/και διατροφή ή/και συναφείς υπηρεσίες στο πιο πάνω ξενοδοχείο και ότι τις υπηρεσίες αυτές τις παρείχε με βάση μεταξύ τους συμφωνία, ότι η χρέωση θα πληρωνόταν από τον εφεσίβλητο-εναγομένο 1, Διευθυντή της εφεσίβλητης-εναγομένης 2, ο οποίος είχε αναλάβει προσωπικά την αποπληρωμή. Η συνολική χρέωση ανήλθε στις £6.780 και από αυτά πληρώθηκε το ποσό των £600 από τον εφεσίβλητο-εναγομένο 1 ή/και την εφεσίβλητη-εναγομένη 2 ή/και κάποιο τρίτο και παραμένει προς εξόφληση το ποσό των £6.180.
Ήταν η θέση της εφεσείουσας-ενάγουσας ότι παρά τις αρχικές υποσχέσεις του εφεσίβλητου-εναγομένου 1 για εξόφληση, κάτι τέτοιο δεν έγινε και ο εφεσίβλητος-εναγόμενος παρέπεμψε την ενάγουσα στους εφεσίβλητους-εναγομένους 2 για πληρωμή, λέγοντας ότι αυτοί ήταν υπεύθυνοι για το υπόλοιπο.
Η θέση των εφεσίβλητων-εναγομένων 1 και 2, σε κοινή τους υπεράσπιση, ήταν ότι ο πρώτος, ως Διευθυντής της δεύτερης και με τις οδηγίες της είχε συμφωνήσει με την εφεσείουσα να αποστέλλει σε αυτούς πελάτες και να συστήνει το ξενοδοχείο της για τη διαμονή τους κατά την παραμονή τους στην Κύπρο, με την προϋπόθεση ότι θα χρέωναν χαμηλές τιμές από το ξενοδοχείο τους. Οι ξένοι των εφεσίβλητων ήταν βασικά D.Js (Disc Jockeys), που έρχονταν για ολιγοήμερη παραμονή και που θα ήταν οι ίδιοι υπεύθυνοι για τις κρατήσεις, καθώς και για την καταβολή χρεώσεων. Είχε διευκρινιστεί ότι, μόνο όπου οι κρατήσεις γίνονταν απευθείας από την εφεσίβλητη 2, θα πληρώνονταν από την ίδια. Αρνούνταν δε ότι όφειλε οποιοδήποτε ποσό στον ενάγοντα.
Το Δικαστήριο, αφού παρέθεσε και ανέλυσε λεπτομερώς τη μαρτυρία, απέρριψε την εκδοχή της εφεσείουσας εταιρείας και κατέληξε στα πιο κάτω ευρήματα:
«Με βάση τη μαρτυρία όπως την έχω αποδεχθεί αμέσως πιο πάνω βρίσκω ότι τα γεγονότα ήταν τ΄ακόλουθα: Το 2001 είχε γίνει συμφωνία μεταξύ του διευθυντή της Ενάγουσας κου Γ. Ττοφινή (Μ.Ε.1) και του Εναγομένου 1, κου Παπαλεοντίου (Μ.Υ.1) για την παροχή υπηρεσιών ήτοι ξενοδοχειακών υπηρεσιών από την Ενάγουσα σε τρίτα άτομα τα οποία θα κατονόμαζε ο Εναγόμενος 1. Για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες θα πλήρωνε ο Εναγόμενος 1. Η συμφωνία τηρήθηκε και ο Εναγόμενος 1 ξόφλησε τις οφειλές του. Το 2002 ο Εναγόμενος 1 συνέχιζε να προβαίνει σε κρατήσεις και να παίρνει τους συνεργάτες του D.J., που έρχονταν για ολιγοήμερη διαμονή στην Αγία Νάπα, όμως λόγω διαφωνίας για την τιμή σ΄αυτό το στάδιο θα πλήρωνε μόνο για μερικούς από αυτούς, τους οποίους ο ίδιος θα υποδείκνυε στον Μ.Ε.1. Πλήρωσε, μέσω τρίτου προσώπου, το οποίο είχε αφήσει υπεύθυνο, το ποσό των £600, ποσό που ο ίδιος θεωρούσε ως οφειλόμενο. Ενώ θεωρούσε, ο Μ.Υ.1, ότι οι χρεώσεις των τιμολογίων, Τεκμήρια 3 και 4, δεν αφορούσαν όλες το Gus Club αφού φιλοξενούντο και D.J. από άλλα νυκτερινά κέντρα της Αγ. Νάπας στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο.»
Αφού, η πρωτόδικη Δικαστής ανέλυσε και τη σημασία των ανυπόγραφων τιμολογίων που τέθηκαν ενώπιóν της, κατέληξε στην απόρριψη της αγωγής με το πιο κάτω λεκτικό:
«Μ΄όλα όσα έχω αναφέρει πιο πάνω δεν μπορώ να βασιστώ στην μαρτυρία της Ενάγουσας και ν΄εκδώσω οποιαδήποτε απόφαση υπέρ της. Η Ενάγουσα, η οποία έφερε το βάρος ν΄αποδείξει ότι όχι μόνο παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες αλλά και ότι αυτές παρασχέθηκαν μ΄εντολές των Εναγομένων 1 και 2 δεν τ΄απέδειξε. Αντίθετα, με σκόρπια και συγχυσμένη μαρτυρία που καταρρίφθηκε από αυτό τούτο το περιεχόμενο των τεκμηρίων, που η ίδια είχε καταθέσει, απέτυχε ν΄αποδείξει την υπόθεσή της.
Για τους λόγους που προσπάθησα ν΄εξηγήσω πιο πάνω η αγωγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της Ενάγουσας.»
Με την έφεση της η εφεσείουσα αμφισβητεί την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου με τρεις λόγους έφεσης, που αφορούν 1) την εισήγηση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκαμε ευρήματα που δεν στηρίζονταν σε δικογραφημένες θέσεις, 2) τη θέση ότι τα ευρήματα του Δικαστηρίου επί των γεγονότων ήταν αντίθετα και αντιφατικά με τη μαρτυρία και 3) τη θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας.
Όσον αφορά τον πρώτο λόγο έφεσης, δηλαδή το κατά πόσο το Δικαστήριο έκαμε ευρήματα υπέρ των εφεσιβλήτων που δεν στηρίζονταν σε δικογραφημένες θέσεις, δηλώνουμε ευθύς εξ αρχής ότι θα πρέπει να απορριφθεί. Η θέση της εφεσείουσας-ενάγουσας, όπως φαίνεται από την Έκθεση Απαίτησης, ήταν ότι:
«3. Από ή περί τον Ιούνιο έως ή και περί τον Αύγουστο του 2002 οι ενάγοντες πρόσφεραν ύπνο ή και διατροφή ή και συναφείς υπηρεσίες σε φίλους ή και συνεργάτες των εναγομένων ή και εκάτερου τούτων με το ρητό ή και εξυπακουόμενο όρο ότι τες λογικές ή και συμφωνημένες χρεώσεις θα κατέβαλλε ο εναγόμενος 1.
4. Η συνολική λογική ή και συμφωνημένη χρέωση για τέτοιες υπηρεσίες ήτο £6.780 όμως ο εναγόμενος 1 ή και οι εναγόμενοι 2 ή και τρίτοι κατέβαλαν ποσό £600 έναντι και παρέμεινε υπόλοιπο £6.180.»
Η απάντηση των εφεσίβλητων-εναγομένων στην υπεράσπιση τους ήταν η ακόλουθη:
«3. Οι Εναγόμενοι αρνούνται κατηγορηματικά την παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησης και ισχυρίζονται ότι ο Εναγόμενος 1 ως διευθυντής και με οδηγίες των Εναγομένων 2 συμφώνησε με τους Ενάγοντες ή και αντιπροσώπους τους όπως δίδουν χαμηλές τιμές χρεώσεις σε πρόσωπα που συνεργάζονται μαζί τους και αυτοί θα συστήνουν το Ξενοδοχείο των Εναγόντων για να διαμένουν σ΄αυτό κατά την παραμονή τους στην Κύπρο. Οι κρατήσεις και οι επιμέρους συμφωνίες θα εγίνοντο και εγίνοντο από τα πρόσωπα συνεργάτες τους καθώς και η καταβολή των χρεώσεων. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις φιλοξενουμένων και όπου ρητά τις κρατήσεις θα έκαναν οι εναγόμενοι 2 θα επλήρωναν οι ίδιοι τον λογαριασμό τους. (Περισσότερες λεπτομέρειες θα δοθούν κατά την δικάσιμο).
4. Οι Εναγόμενοι αρνούνται κατηγορηματικά την παράγραφο 4 της Έκθεσης Απαίτησης και καλούν τους Ενάγοντες σε αυστηρά απόδειξη των ισχυρισμών τους και ισχυρίζονται ότι ουδέν ποσό οφείλουν στους Ενάγοντες.»
Είναι έτσι, κατά την άποψη μας, αρκούντως δικογραφημένες οι θέσεις των δύο πλευρών και όση μαρτυρία δόθηκε καλυπτόταν σίγουρα από τις πιο πάνω παρατεθείσες παραγράφους της Έκθεσης Απαίτησης και της Έκθεσης Υπεράσπισης. Υπενθυμίζουμε ότι δικογραφούνται μόνο γεγονότα και όχι μαρτυρία, με την οποία θα υποστηριχθούν τα γεγονότα που προκύπτουν ως επίδικα από τα δικογραφήματα. Εν πάση περιπτώσει, παρατηρούμε ότι ουδέποτε τέθηκε τέτοιο θέμα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και την προσκόμιση της μαρτυρίας.
Οι άλλοι δύο λόγοι έφεσης αφορούν αξιολόγηση της μαρτυρίας και ευρήματα γεγονότων. Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι τα θέματα αυτά βρίσκονται μέσα στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, που είναι καλύτερα σε θέση να κρίνει την ορθότητα της μαρτυρίας και την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων.
Επί τους προκειμένου υπάρχει σωρεία αυθεντιών, αρκεί δε να παραπέμψουμε ενδεικτικά στην υπόθεση Πίτσιλλος ν. Ευγενίου (1989) 1 Α.Α.Δ. 691, όπου αναφέρθηκαν τα πιο κάτω στη σελ. 697:
«Στο δικό μας σύστημα η ευθύνη για τη διαπίστωση των γεγονότων ανήκει κατ΄εξοχή στο πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο έχει την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να εκτιμήσει την αξιοπιστία τους στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης (Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η ευθύνη για τον προσδιορισμό των γεγονότων ενόψει συγκρουόμενων εκδοχών βαρύνει το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η επέμβαση του Εφετείου στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας (βλέπε, μεταξύ άλλων, Fournides v. The Republic (1986) 2 C.L.R. 73, Psaras & Another v. The Republic (1987) 2 C.L.R. 132."
Δεν έχουμε κανένα δισταγμό να διαπιστώσουμε στην παρούσα περίπτωση ότι η ευπαίδευτη Δικαστής προέβη σε λεπτομερέστατη ανάλυση της μαρτυρίας και σε πλήρη αιτιολόγηση των ευρημάτων της, χωρίς να υπερβεί σε κανένα στάδιο τα όρια της διακριτικής της ευχέρειας που αφορούσαν την κρίση της αξιοπιστίας των μαρτύρων.
Θεωρούμε την έφεση αβάσιμη και μη δικαιολογούσα την επέμβασή μας.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα υπέρ των εφεσίβλητων και εναντίον της εφεσείουσας.
Π. Δ. Δ.
/Χ.Π.