ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 1285
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 151/2007)
16 Οκτωβρίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΟΛΑΝΗ, ΑΛΛΩΣ ΚΙΚΑ ΚΟΛΑΝΗ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη,
- και -
ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΑΜΠΟΥΡΑ,
Εφεσίβλητου/Ενάγοντα.
Αίτηση ημερομηνίας 24.6.09 για τροποποίηση των λόγων έφεσης
Ν. Αβρααμίδης για Λ. Παπαφιλίππου, για την Εφεσείουσα-Αιτήτρια.
Γ. Λουκαΐδης, για τον Εφεσίβλητο-Καθ' ου η αίτηση.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Ερωτοκρίτου.
_____________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Εφεσίβλητος-καθ' ου η αίτηση ενεπλάκη σε τροχαίο δυστύχημα, με αποτέλεσμα να εναγάγει την Εφεσείουσα-Αιτήτρια. Πρωτοδίκως έγινε παραδεκτό ότι η Αιτήτρια έφερε πλήρη ευθύνη. Συμφωνήθηκαν επίσης, τόσο οι γενικές όσο και οι ειδικές αποζημιώσεις. Παρέμεινε όμως προς εκδίκαση το ζήτημα της απώλειας εισοδημάτων και των μελλοντικών απολαβών του Εφεσίβλητου.
Το πρωτόδικο δικαστήριο επιδίκασε ποσό £6.466 για την απώλεια εισοδημάτων μόνο, για το έτος 2001. Αναφορικά με την απώλεια μελλοντικών απολαβών, βρήκε ότι το ετήσιο πολλαπλασιαστέο εισόδημα του Εφεσίβλητου-καθ' ου η αίτηση, μετά τις σχετικές αφαιρέσεις, ανερχόταν στις £8.230, με συντελεστή τα 8 χρόνια. Ως εκ τούτου κατέληξε ότι ο Εφεσίβλητος-καθ' ου η αίτηση δικαιούται ως αποζημίωση, για την απώλεια μελλοντικών απολαβών, το ποσό των £65.840.
Η Εφεσείουσα-Αιτήτρια εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση. Με τον πρώτο λόγο έφεσης παραπονείται ότι:-
«Πρώτος λόγος Έφεσης
Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε στον ενάγοντα το ποσό των Λ.Κ.58.808,00 ως απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων από την εργασία του στην Cyprus Airways Ltd. και στην εταιρεία Lambousa Travel and Tours Ltd.
Aιτιολογία πρώτου λόγου Έφεσης
(α) Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την μαρτυρία των μαρτύρων του ενάγοντα Ανδρέα Χριστοδουλίδη και Σωτήρη Καλλή, όπως και το περιεχόμενο του ΤΕΚΜΗΡΙΟΥ 11, χαρακτηρίζοντας την ως αόριστη και ανακριβή, τις τοποθετήσεις των εν λόγω μαρτύρων ως γενικόλογες και με συνεχή παραπομπή σε κατά προσέγγιση υπολογισμούς και διαπίστωσε ότι στο θέμα των απολαβών του ενάγοντα επικρατούσε γενικότητα και σύγχυση με διιστάμενες αναφορές για το ύψος τους, καταλήγοντας ότι ο ενάγοντας απέτυχε να αποδείξει με αυστηρότητα τις αποζημιώσεις που ταξινομεί ως ειδικές και την βάση αυτών των διαπιστώσεων και/ή ευρημάτων του απέρριψε την αξίωση του ενάγοντα για απώλειες εισοδημάτων από την ημέρα του δυστυχήματος μέχρι την έκδοση της απόφασης.
(β) Παρά το γεγονός ότι η προσφερθείσα μαρτυρία από την πλευρά του ενάγοντα απορρίφθηκε με τον πιο πάνω τρόπο και για τους λόγους που το πρωτόδικο Δικαστήριο επαρκώς αιτιολογεί, τα ίδια ποσά που απεφάνθη ότι ο ενάγοντας δεν απέδειξε, τα υιοθέτησε ως πολλαπλασιαστέο και επιδίκασε στον ενάγοντα αποζημιώσεις για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων με την μέθοδο του πολλαπλασιαστή.»
Με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης, παραπονείται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε την αρχή που νομολογήθηκε στην υπόθεση Ορφανίδη ν. Ορφανίδη (2001) 1(Γ) ΑΑΔ 1889 σε σχέση με ψευδή φορολογική δήλωση. Επίσης ότι εσφαλμένα καθόρισε τα έσοδα του ενάγοντα από την εργασία του στη «Λάμπουσα».
Προτού καταχωρηθούν τα περιγράμματα αγορεύσεων, η Εφεσείουσα καταχώρησε γραπτή αίτηση με την οποία ζητά να της επιτραπεί να τροποποιήσει την αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης, με την προσθήκη της ακόλουθης υποπαραγράφου:-
«(γ) Ο πολλαπλασιαστής 8 που υιοθέτησε το Πρωτόδικο Δικαστήριο είναι λανθασμένος και ψηλός ενόψει ιδιαίτερα της ηλικίας του Εφεσίβλητου και του χρόνου αφυπηρέτησης του από τις Κυπριακές Αερογραμμές.»
Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, αναφέρεται ότι στον πρώτο λόγο έφεσης εκ παραδρομής δεν περιλήφθηκε και λόγος αναφορικά με το ύψος του πολλαπλασιαστή που υιοθέτησε το δικαστήριο. Το γεγονός έγινε αντιληπτό από το δικηγόρο που χειρίζεται την υπόθεση, κατά την ετοιμασία του περιγράμματος έφεσης. Παρά την καταχώρηση της παρούσας αίτησης, ο δικηγόρος της Εφεσείουσας-Αιτήτριας πιστεύει ότι ο πρώτος λόγος έφεσης, όπως είναι διατυπωμένος, μπορεί να καλύψει και το θέμα του πολλαπλασιαστή που χρησιμοποίησε το δικαστήριο για να καθορίσει τις μελλοντικές απολαβές του Εφεσίβλητου-καθ' ου η αίτηση. Παρά ταύτα όμως, θεωρεί, ίσως αντιφατικά με την προηγούμενη δήλωση του, ότι είναι ορθότερο και πιο δίκαιο να διευκρινιστεί πληρέστερα ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης.
Η πλευρά του Εφεσίβλητου-καθ' ου η αίτηση, έφερε ένσταση στην τροποποίηση, θεωρώντας ότι αυτή αποσκοπεί στην προσθήκη ενός ξεχωριστού, αυτοτελούς και επιπρόσθετου λόγου έφεσης και μάλιστα σε χρονικό σημείο, 2 χρόνια μετά την καταχώρηση της έφεσης.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος για την Εφεσείουσα-Αιτήτρια, στην αγόρευση του υποστήριξε ότι με την αίτηση επιδιώκεται η βελτίωση της αιτιολογίας υφιστάμενου λόγου έφεσης. Από την άλλη, ο ευπαίδευτος δικηγόρος για τον Εφεσίβλητο ανέφερε ότι αν επρόκειτο για βελτίωση υφιστάμενου λόγου, θα αποδεχόταν αμέσως την αίτηση. Εδώ όμως πρόκειται για εντελώς καινούργιο λόγο.
Τα επίδικα θέματα μιας έφεσης προσδιορίζονται στην ειδοποίηση έφεσης. Συγκεκριμένα, η Δ.35 θ.4 προβλέπει ότι:-
«4. The appellant may, by his notice, appeal from the whole or any part of any judgment or order, and the notice shall state whether the whole or part only of the judgment or order is complained of, and in the latter case shall specify such part. The notice shall also state all the grounds of appeal and set forth fully the reasons relied upon for the grounds stated. Κάθε λόγος έφεσης θα καταγράφεται σε ξεχωριστή παράγραφο. Μετά από κάθε λόγο έφεσης θα καταγράφεται ξεχωριστά η αιτιολογία του. Any notice of appeal may be amended at any time as the Court of Appeal may think fit.»
Και σε ελεύθερη μετάφραση:-
«4. Ο εφεσείων μπορεί, με την ειδοποίησή του, να εφεσιβάλει το σύνολο ή οποιοδήποτε μέρος οποιασδήποτε απόφασης ή διατάγματος, και η ειδοποίηση πρέπει να αναφέρει κατά πόσο προσβάλλεται το σύνολο ή μέρος μόνο της απόφασης ή του διατάγματος, και στην τελευταία περίπτωση πρέπει να καθορίζει το μέρος αυτό. Η ειδοποίηση πρέπει επίσης να αναφέρει όλους τους λόγους έφεσης και να εκθέτει πλήρως τις αιτίες στις οποίες στηρίζεται. Κάθε λόγος έφεσης θα καταγράφεται σε ξεχωριστή παράγραφο. Μετά από κάθε λόγο έφεσης θα καταγράφεται ξεχωριστά η αιτιολογία του. Οποιαδήποτε ειδοποίηση έφεσης μπορεί να τροποποιηθεί καθ' οιονδήποτε χρόνο που θα κρίνει σκόπιμο το Εφετείο.»
Είναι φανερό από τις καταληκτικές πρόνοιες της πιο πάνω διαταγής, ότι οποιαδήποτε ειδοποίηση έφεσης μπορεί να τροποποιηθεί σε οποιονδήποτε στάδιο της διαδικασίας, μετά από έγκριση του Εφετείου. Η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου ασκείται, αφού συνεκτιμηθούν όλα τα περιστατικά της υπόθεσης και όλοι οι παράγοντες που θα μπορούσαν να επιδράσουν στην άσκηση της.
Η αίτηση για τροποποίηση θα πρέπει να καταχωρείται μέσα σε εύλογο χρόνο, ώστε να μην συμβάλλει στην καθυστέρηση της εκδίκασης της έφεσης. Όπως επισημάνθηκε από την Πλήρη Ολομέλεια, στην Panayiotis Georgiou (Catering) Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 323 στη σελ. 342:-
«Η αίτηση για τροποποίηση υπαρκτής ειδοποίησης έφεσης δεν είναι αίτηση για παράταση της προθεσμίας προς άσκηση έφεσης. Εφόσον αποβλέπει στην παροχή της αναγκαίας αιτιολογίας υπαρκτού λόγου έφεσης, εξ ορισμού αποβλέπει στην υποστύλωση του και δε θα λέγαμε πως δικαιολογείται, χωρίς οτιδήποτε άλλο, μεγαλύτερη αυστηρότητα όταν το ελάττωμα αφορά σε όλους τους λόγους έφεσης, οπότε η άρνηση της τροποποίησης θα απέληγε σε πλήρη αχρήστευση της εμπρόθεσμης έφεσης. Η περίπτωση αίτησης για εισαγωγή νέων λόγων έφεσης σε σχέση με την οποία διαδραματίζουν ρόλο άλλοι παράγοντες, είναι διαφορετική. (Βλ., μεταξύ άλλων, G.A.P. Estates Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 449, Ανδρέας Καμένος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 1916, ημερομηνίας 30 Ιανουαρίου 1996).»
Επίσης στην υπόθεση Σωτηρίου κ.α. ν. Stelios Stylianides (Holdings) Ltd. (1998) 1 ΑΑΔ 2281:-
«Το Δικαστήριο είναι πιο ελαστικό στην αποδοχή μιας αίτησης που αποσκοπεί στη διευκρίνιση και συμπλήρωση της επιβαλλόμενης αιτιολογίας, παρά στην αποδοχή αίτησης για την επέκταση του πλαισίου της έφεσης με την προσθήκη νέων ανεξάρτητων λόγων από εκείνους που έχουν ήδη καταχωρηθεί. Η απουσία ικανοποιητικής επεξήγησης για τη μη συμπερίληψη των νέων λόγων στην ειδοποίηση της έφεσης και η καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη της. (Ίδε Κυριακίδης ν. Εφορεία Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Στροβόλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 9).»
Στον τρόπο με τον οποίο το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια, δεν μπορούν να τεθούν ούτε περιορισμοί, ούτε κανόνες γενικής εφαρμογής. Το συμφέρον της δικαιοσύνης «αποτιμούμενο υπό το πρίσμα των σκοπών της έφεσης και των εκατέρωθεν δικαιωμάτων ως προς το τελέσφορο της δικαστικής διαδικασίας, αποτελεί τη βασική αρχή η οποία διέπει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.» (Βλ. Cybarco Ltd. v. Rawnselo Trading Co. Ltd. (2002) 1(B) AAΔ 1288.)
Στην προκειμένη περίπτωση, η προτεινόμενη υποπαράγραφος (γ) αποσκοπεί στο να αμφισβητηθεί ο συγκεκριμένος πολλαπλασιαστής που χρησιμοποίησε το πρωτόδικο δικαστήριο. Κατά την κρίση μας πρόκειται για νέο λόγο έφεσης και όχι για διεύρυνση της αιτιολογίας του πυρήνα υφιστάμενου λόγους έφεσης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης, εκείνο που αμφισβητείται δεν είναι ο πολλαπλασιαστής, αλλά το πολλαπλασιαστέο ποσό. Συγκεκριμένα, προβάλλεται το παράπονο ότι το δικαστήριο, ενώ για σκοπούς ειδικών αποζημιώσεων, απέρριψε τη μαρτυρία των μαρτύρων του Εφεσίβλητου, χαρακτηρίζοντας την ως αόριστη και ανακριβή, στη συνέχεια χρησιμοποίησε την ίδια μαρτυρία για να καταλήξει στο πολλαπλασιαστέο ποσό το οποίο σε συνάρτηση με τον πολλαπλασιαστή, θα καθόριζε την απώλεια μελλοντικών απολαβών του Εφεσίβλητου. Όμως δεν προσβάλλεται ο πολλαπλασιαστής.
Σύμφωνα με τη νομολογία, σε περιπτώσεις που οι προτεινόμενοι λόγοι έφεσης θίγουν καινούργια θέματα, κατά κανόνα η τροποποίηση δεν είναι επιτρεπτή, εκτός και αν δοθεί επαρκής εξήγηση για τη μη συμπερίληψη του προτεινόμενου λόγου στην ειδοποίηση έφεσης από την αρχή. Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει να εξηγηθεί και να δικαιολογηθεί τυχόν καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης. Στην κρινόμενη υπόθεση, η Εφεσείουσα όχι μόνο δεν μας έχει ικανοποιήσει ότι πρόκειται για διεύρυνση της αιτιολογίας υφιστάμενου λόγου, αλλά ούτε και για τους λόγους της μη συμπερίληψης του νέου λόγου στην αρχική ειδοποίηση έφεσης. Επίσης, δεν έχει δικαιολογηθεί και η καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης, 2 χρόνια μετά την καταχώρηση της ειδοποίησης έφεσης.
Κατά την άποψή μας, πρόκειται για νέο λόγο έφεσης που τείνει να διευρύνει ή να επαναπροσδιορίσει, σε μεγάλο βαθμό, τα επίδικα θέματα της έφεσης.
Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ του Εφεσίβλητου-καθ' ου η αίτηση και εναντίον της Εφεσείουσας-Αιτήτριας.
Δ. Δ. Δ.
/ΕΠσ