ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 1 ΑΑΔ 986

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                             Πολιτική έφεση αρ.402/2008

 

17 Ιουλίου, 2009

 

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,  ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΔΔ.

 

 ΜΕΤΑΞΥ:

Αναφορικά με τον περί Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Μαρτυρία) Νόμο Κεφ.12 και τη Συνθήκη της Χάγης για λήψη Μαρτυρικών Αποδείξεων στην Αλλοδαπή σε Αστικές και Εμπορικές υποθέσεις (Κυρωτικός Νόμος 67/82)

 

                                                    Και                           

 

Αναφορικά με το αίτημα του Επαρχιακού Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών, λήψη μαρτυρίας

από τον κ.Ευάγγελο Εμπεδοκλή

-------------

 

Για τον αιτητή:   κ.Α.Χαβιαράς

 

- - -

 

 

 

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα αναγνώσει ο Δικαστής Παμπαλλής.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   Επαρχιακό Δικαστήριο της περιοχής της Νέας Υερσέης των ΗΠΑ με επιστολή του ημερ. 24.9.2008, διαβίβασε παρακλητικό αίτημα δικαστικής συνδρομής για τη λήψη  μαρτυρίας από τον κ.Ευάγγελο Εμπεδοκλή, κάτοικο Στροβόλου.

 

Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του άρθρου 6 του περί Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Μαρτυρία) Νόμου, Κεφ.12 διόρισε ως εξεταστή την Επαρχιακή Δικαστή κα.Μ.Παπαδοπούλου και έκδωσε στις 7.11.2008 διαταγή, δυνάμει της οποίας ο πιο πάνω αναφερόμενος Ε.Εμπεδοκλής θα έπρεπε να παρουσιαστεί, την ημέρα και ώρα που θα καθόριζε η Εξετάστρια, για να εξεταστεί ενόρκως σχετικά με τη μαρτυρία που απαιτείται σύμφωνα με την πιο πάνω υποβληθείσα αίτηση για δικαστική συνδρομή.

 

O E.Eμπεδοκλής καταχώρισε έφεση κατά της πιο πάνω απόφασης της Δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 7.11.2008, προβάλλοντας ως λόγο έφεσης την αντικανονικότητα της τηρηθείσας διαδικασίας και την παράβαση των προνοιών  της Σύμβασης δια την Λήψιν Μαρτυρικής Αποδείξεως εν τη Αλλοδαπή εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις, που κυρώθηκε με το Ν.67/82.  (Στο εφεξής η Σύμβαση). 

 

Στις 4.6.2009 καταχωρήθηκε η υπό εκδίκαση αίτηση σύμφωνα με την οποία ο πιο πάνω εφεσείων επιδιώκει:

 

«1.  Διαταγή του Δικαστηρίου με την οποία να διατάσσεται ο Αρχιπρωτοκολλητής του Ανωτάτου Δικαστηρίου να μην προχωρήσει στη διαβίβαση της κατάθεσης του αιτητή στις Αρμόδιες Αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως μέχρι την αποπεράτωση της εν τω τίτλω έφεσης ή νεώτερης διαταγής του δικαστηρίου και/ή

 

2.  Διαταγή του Δικαστηρίου με την οποία να αναστέλλονται οι οδηγίες του πρωτόδικου δικαστηρίου προς τον Αρχιπρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου να προβεί στη διαβίβαση της κατάθεσης του αιτητή στις Αρμόδιες Αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως μέχρι την αποπεράτωση της εν τω τίτλω έφεσης ή νεώτερης διαταγής του δικαστηρίου.»

 

Προς υποστήριξη της αίτησης καταχωρήθηκε ένορκη δήλωση από τον κ.Μάριο Χριστοφόρου, δικηγόρο στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον εφεσείοντα.  Υποστηρίζεται ότι η έφεση στρέφεται εναντίον «του παραπεμπτικού» αιτήματος δικαστικής συνδρομής που εκδόθηκε στις 7.11.2008.  Η έφεση, συνεχίζει ο ενόρκως δηλών, στοχεύει στην ανατροπή της παραπομπής.   Η Επαρχιακή Δικαστής που ανέλαβε την εξέταση την έχει περατώσει στις 3.6.2009 και «ως οι οδηγίες του Δικαστηρίου θα διαβιβάσει την κατάθεση στον Αρχιπρωτοκολλητή».  Υπάρχουν προσθέτει ο ενόρκως δηλών οδηγίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς τον Αρχιπρωτοκολλητή ότι μόλις παραληφθεί η κατάθεση του αιτητή (εφεσείοντα) αυτή να διαβιβαστεί στις αρμόδιες αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.  Αν, καταλήγει ο ενόρκως δηλών,  ακολουθηθεί η πιο πάνω διαδικασία η έφεση θα καταστεί άνευ αντικειμένου. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος αγορεύοντας ενώπιον μας υποστήριξε με τη σειρά του, ότι η έφεση την οποία έχει καταχωρίσει ο εφεσείων και εκκρεμεί προς εκδίκαση θα καταστεί, σε περίπτωση μη έκδοσης των αιτουμένων διαταγμάτων, άνευ αντικειμένου. 

 

Η αίτηση  στηρίζεται μεταξύ άλλων στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60.  ΄Εχοντας μελετήσει το περιεχόμενο του συγκεκριμένου άρθρου, το οποίο καθορίζει το νομικό πλαίσιο και το ουσιαστικό δίκαιο για την έκδοση συντηρητικών διαταγμάτων, βρίσκουμε ότι δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με την αίτηση για αναστολή, όπως την παρούσα, έτσι ώστε να μπορεί το Δικαστήριο να στηριχθεί για την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.

 

Η άλλη δικαιοδοτική βάση επί της οποίας στηρίζεται η αίτηση είναι γενικώς η Δ.35 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  Ο Διαδικαστικός αυτός Κανονισμός κάτω από το γενικό τίτλο «εφέσεις» περιλαμβάνει σειρά από επιμέρους δικονομικές ρυθμίσεις.   Παρόλη τη γενικότητα στη διατύπωση θεωρούμε ότι η αίτηση μπορεί να εξεταστεί μέσα στο πλαίσιο της Δ.35 θ.18.  Σύμφωνα με το θεσμό αυτό η καταχώριση έφεσης δεν λειτουργεί και δεν επιφέρει αναστολή μιας διαδικασίας εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά. 

 

Μελετώντας την υποβληθείσα αίτηση διαπιστώνουμε ότι εκείνο το οποίο ουσιαστικά επιδιώκει η πλευρά του εφεσείοντα είναι τη μη εφαρμογή της διαταγής του Δικαστηρίου ημερ. 7.11.2008.  Συγκεκριμένα τη μη υλοποίηση του δεύτερου σκέλους της συγκεκριμένης Διαταγής.  ΄Οπως αναγράφεται στο πρακτικό ημερ. 7.11.2008, είχε (με το πρώτο σκέλος) εκδοθεί Οδηγία με την οποία διορίστηκε Εξεταστής για τη λήψη της μαρτυρίας του εφεσείοντα.  Τώρα, που σύμφωνα με  τον ισχυρισμό του αιτητή, αυτό το σκέλος έχει συμπληρωθεί, ο εφεσείων προχωρεί ζητώντας την μη υλοποίηση του δεύτερου σκέλους της ίδιας διαταγής του Δικαστηρίου, δηλαδή ζητά την έκδοση διατάγματος έτσι ώστε ο Αρχιπρωτοκολλητής να μη προχωρήσει στη διαβίβαση της κατάθεσης στις αρμόδιες αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.    

 

Θα πρέπει αρχικώς, να προσδιοριστεί ποιο είναι το αντικείμενο της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση τη Δ.35 θ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  Το θέμα αναλύθηκε με σαφήνεια στην υπόθεση Λαϊκή Κυπρ. Τρ. (Χρημ.) Λτδ ν. Λύρα κ.α. (Αρ.1)1997 1(Γ) Α.Α.Δ. 1384 όπου αναφέρεται στις σελ.1386 και 1387 ότι:

 

«Το αντικείμενο της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει της Δ.35, θ.18 είναι η αναστολή θετικής υποχρέωσης ή καθήκοντος το οποίο επιβάλλεται από την απόφαση η οποία εφεσιβάλλεται.  Το αντικείμενο της αναστολής είναι η υποχρέωση ή καθήκον που επιβάλλεται από την απόφαση, και όχι η παγοποίηση ή ο προσωρινός παραμερισμός της απόφασης η οποία εφεσιβάλλεται.  Η θέση αυτή προκύπτει ευθέως από τις αποφάσεις.  (Fotiou and Another ν. Petrolina Ltd (1984) 1 C.L.R. 708, In re E.S. (an infant) (1986) 1 C.L.R. 119. Βλ.επίσης Aftomata Eleourgia ν. Monastery of Mahera (1986) 1 C.L.R. 524).    H Δ.35, θ.18 δεν αποτελεί μέσο για την αναστολή της διαδικασίας ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ή την παρεμπόδιση της συνέχισης της μέχρι την ακρόαση της έφεσης.  Η απαγόρευση (prohibition), της συνέχισης της διαδικασίας μπορεί να διαταχθεί μόνο με ένταλμα (prohibition), βάσει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος».

 

Σχετική επίσης αναφορά για το θέμα της αναστολής εκτέλεσης δικαστικής απόφασης γίνεται στην υπόθεση Σάββα ν. Υπουργού Δικαιοσύνης (Αρ.1) (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 195.

 

Με βάση την πιο πάνω τοποθέτηση, είναι φανερό ότι ο εφεσείων επιδιώκει ουσιαστικά την παγοποίηση και τον προσωρινό παραμερισμό της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 7.11.2008.  Αφήνουμε ότι δεν επιδιώχθηκε η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης και για το πρώτο σκέλος, δηλαδή την εντολή ορισμού Εξεταστή, όπως αναφέρεται στη σχετική απόφαση.  Συνεπώς βρίσκουμε ότι αυτό το οποίο επιδιώκει ο εφεσείων βρίσκεται εκτός του πεδίου εφαρμογής του σχετικού θεσμού.  Ο εφεσείων επιδιώκει να καταδείξει ότι η ακολουθηθείσα διαδικασία ήταν λανθασμένη και ουσιαστικώς να  επιτύχει την ακύρωση της, σε αυτό το αρχικό στάδιο εκδίκασης της έφεσης.

 

Συνακόλουθα δεν θεωρούμε ότι η αίτηση αυτή μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και θα πρέπει να απορριφθεί.  Προχωρώντας όμως πρέπει να σημειώσουμε ότι υπάρχει και ένας άλλος λόγος ουσίας, για τον οποίο θα προχωρούσαμε σε απόρριψη της αίτησης.  Εξετάζοντας το σκοπό της Σύμβασης, όπως αναλύεται στο Ν.67/82, διαπιστώνουμε ότι εξασφαλίζει την παροχή δικαστικής συνδρομής προς το Δικαστήριο μιας άλλης συμβαλλόμενης με την Κυπριακή Δημοκρατία χώρας, ώστε να ληφθεί μαρτυρία ή να συλλεγεί μαρτυρικό υλικό (αρθ.1) .  Υπάρχει σαφής πρόνοια και αναφερόμαστε στο άρθρο 12 της Σύμβασης, σύμφωνα με την οποία η εκτέλεση παρακλήσεως μπορεί να μην ικανοποιηθεί.  

«12.  Η εκτέλεσις Παρακλήσεως δύναται να αποκρούεται μόνον εις ην έκτασιν -

(α)   Εις το Κράτος εκτελέσεως, η εκτέλεσις της Παρακλήσεως δεν εμπίπτει εντός της δικαστικής αρμοδιότητος ή

(β)     το καλούμενον  Κράτος θεωρεί ότι ως εκ τούτου θα εθίγετο η κυριαρχία ή η ασφάλεια αυτού.

 

          Η εκτέλεσις δεν δύναται να αποκρούεται αποκλειστικώς δια τον λόγον ότι δυνάμει του εσωτερικού αυτού δικαίου το Κράτος εκτελέσεως διεκδικεί αποκλειστικήν δικαιοδοσία επί του επιδίκου θέματος ή ότι το εσωτερικόν αυτού δίκαιον δεν θα επέτρεπεν εναγώγιμον δικαίωμα εν σχέσει προς αυτό.»

 

Με την πρόνοια αυτή καθίσταται σαφές ότι υπάρχει προσδιορισμένος περιορισμός στις περιπτώσεις δυνατότητας μη υλοποίησης δικαστικών παρακλήσεων.  Σ΄αντίθετη περίπτωση θα καταστρατηγείτο ο σκοπός της δικαστικής συνδρομής που δεν είναι άλλος παρά η παροχή βοήθειας στη λήψη μαρτυρίας από τη δικαστική αρχή μιας χώρας προς δικαστική αρχή άλλου συμβαλλόμενου κράτους. 

 

΄Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω και εξετάζοντας το περιεχόμενο της ενόρκου δηλώσεως που κατατέθηκε για σκοπούς ενίσχυσης της αίτησης βρίσκουμε ότι δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε που να δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος αναστολής ούτε έχει ο εφεσείων καταδείξει, πέραν από μια γενική διατύπωση, ότι επηρεάζονται με οποιοδήποτε τρόπο τα δικαιώματα του,  όπως αναφέραμε πιο πάνω. 

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω θεωρούμε ότι η αίτηση πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται.

                                                                   ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.

 

                                                                   ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

                                                                   ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.

 

                                                                   ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.

 

                                                                   ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο