ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 840
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Έφεση Αρ. 4/2007)
8 Ιουλίου, 2009
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
ATKEN OUZOUNIAN,
Εφεσείοντας,
ν.
ΑΝΤΡΕ OUZOYNIAN,
Εφεσίβλητης.
Κ. Βελάρης, για τον Εφεσείοντα.
Λ. Βραχίμης, για την Εφεσίβλητη.
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.
Ο Άτκεν Ουζουνιάν (εφεσείων), ο οποίος είναι μέλος της θρησκευτικής ομάδας των Αρμενίων, της Ελληνικής Κοινότητας και της Αρμένικης Εκκλησίας, παντρεύτηκε στις 23/4/1988 την Αντρέ Ουζουνιάν (εφεσίβλητη), η οποία είναι Ελληνοκύπρια Χριστιανή Ορθόδοξη. Οι διάδικοι απέκτησαν από το γάμο τους δύο παιδιά, τον Αλεξάντερ Ουζουνιάν (που γεννήθηκε στις 22/1/1992) και τον Μπαρέτ Ουζουνιάν (που γεννήθηκε στις 7/4/2003). Οι διάδικοι κατοικούσαν μετά το γάμο τους στη Λευκωσία, αλλά λόγω διαφορών που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του γάμου, ο εφεσείων εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη στις αρχές του 2005 και καταχώρισε στις 17/3/2005 αίτηση για τη λύση του γάμου.
Η θέση του εφεσείοντος.
Ήταν η θέση του εφεσείοντος, ο οποίος κατέθεσε προσωπικά χωρίς να καλέσει άλλους μάρτυρες, ότι η εφεσίβλητη του αποκάλυψε τρεις μήνες μετά το γάμο τους, ότι αναγκάστηκε να τον παντρευτεί λόγω πιέσεων της μητέρας της. Μετά την τέλεση του γάμου τους η εφεσίβλητη επιζητούσε αφορμή για να φιλονικεί μαζί του και η συμβίωση τους ήταν προβληματική. Ο εφεσείων ισχυρίστηκε επίσης ότι κατά τη διάρκεια του γάμου η εφεσίβλητη με τη συμπεριφορά της του είχε κλονίσει την εμπιστοσύνη που έτρεφε γι' αυτή. Πιο συγκεκριμένα, ο κλονισμός της εμπιστοσύνης του ήταν το επακόλουθο δύο επεισοδίων με κάποιο Μουστακούδη και αργότερα με κάποιο Παπαϊωάννου.
Αναφορικά με τον Μουστακούδη, ο εφεσείων κατέθεσε ότι η εφεσίβλητη είχε μεταβεί το 1990 στην Ελλάδα για να συλλυπηθεί τον πιο πάνω, που ήταν πολύ καλός της φίλος για χρόνια, για το θάνατο του πατέρα του. Το ταξίδι στην Ελλάδα έγινε με την έγκριση του εφεσείοντος, ο οποίος κατέβαλε το αντίτιμο του αεροπορικού της εισιτηρίου, όπως επίσης και τα έξοδα διαμονής της σε ξενοδοχείο στην Αθήνα και είχε και τηλεφωνική επικοινωνία μαζί της. Ο Μουστακούδης είχε καλέσει την εφεσίβλητη σε δείπνο σε ένα κέντρο με μουσική. Εκεί η εφεσίβλητη συνάντησε τυχαία την αδελφή της με το σύζυγό της, οι οποίοι τους κάλεσαν και έκατσαν μαζί τους στο ίδιο τραπέζι. Ακολούθως ο Μουστακούδης την πήρε πίσω στο ξενοδοχείο της. Η εφεσίβλητη αργότερα του εκμυστηρεύθηκε ότι είχε ερωτικές σχέσεις με τον πιο πάνω και του ζήτησε να την συγχωρέσει. Ο τελευταίος λόγω του γιου τους Αλεξάντερ, αποφάσισε να την συγχωρέσει.
Αναφορικά με τον Παπαϊωάννου, ο οποίος τύγχανε γνωστός και των δύο διαδίκων και προς τούτο τον είχαν καλέσει προηγουμένως για δείπνο στο σπίτι τους, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, η εφεσίβλητη μέσα στο 2001 - 2002 είχε μεταβεί με μια φίλη της στο νυκτερινό κέντρο «Σφηνάκια» στη Λευκωσία με τη συγκατάθεση του. Η φίλη της εφεσίβλητης έφυγε γύρω στις 1.30 π.μ. με κάποιο άντρα που είχε γνωρίσει και της είπε να την περιμένει μέχρι να γυρίσει. Επειδή η φίλη της δεν επέστρεψε μέχρι τις 4.30 π.μ. η εφεσίβλητη έφυγε, αφού προηγουμένως είχε μιλήσει με τον Παπαϊωάννου ο οποίος εργαζόταν ως φρουρός στην είσοδο του νυκτερινού κέντρου. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του εφεσείοντος η εφεσίβλητη του παραδέχθηκε 15 μέρες αργότερα ότι είχε σεξουαλική επαφή με τον πιο πάνω μέσα στο αυτοκίνητο του σε παρακείμενο χώρο σταθμού βενζίνης, αλλά και σε αυτή την περίπτωση ο εφεσείων την είχε συγχωρέσει επειδή του είπε ότι είχε μετανιώσει.
Ήταν η θέση του εφεσείοντος ότι τα δύο αυτά περιστατικά μπορούσαν να οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι η εφεσίβλητη διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τα δύο πιο πάνω πρόσωπα και αυτή η συμπεριφορά της συνιστούσε κλονιστικούς λόγους για τη συνέχιση του γάμου.
Ο εφεσείων ισχυρίστηκε επίσης ότι η συμπεριφορά της εφεσίβλητης απέναντι του δεν ήταν η πρέπουσα, αφού του ζητούσε μεγάλα ποσά χρημάτων, τον κατηγορούσε ότι ήταν αλκοολικός και ότι την ύβριζε και την κτυπούσε. Από το 2004 άρχισαν να κοιμούνται σε ξεχωριστά δωμάτια και δεν είχαν σεξουαλικές επαφές.
Η θέση της εφεσίβλητης.
Η θέση της εφεσίβλητης, όπως αυτή παρουσιάστηκε από την ίδια και τη μητέρα της, ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη με εκείνη του εφεσείοντος. Η εφεσίβλητη κατέθεσε ότι είχε παντρευτεί τον εφεσείοντα γιατί τον αγαπούσε. Ο εφεσείων ήταν αλκοολικός και όταν έπινε την ύβριζε και γινόταν βίαιος. Για την απεξάρτηση του από το αλκοόλ η εφεσίβλητη μετέβηκε μαζί του στο Λονδίνο σε ένα υπνοθεραπευτή τον Ιούλιο του 1998. Δυστυχώς ο εφεσείων δεν κατόρθωσε να σταματήσει να πίνει και συνέχιζε να της συμπεριφέρεται άσχημα. Η εφεσίβλητη αρνήθηκε ότι είχε ερωτικές σχέσεις με τους Μουστακούδη και Παπαϊωάννου, και ότι οι σχέσεις της μαζί τους δεν ήταν τίποτε περισσότερο από φιλικές. Η εφεσίβλητη δεν είχε ζητήσει από τον εφεσείοντα μεγάλα ποσά χρημάτων, αλλά αντίθετα ο ίδιος της έδινε μερικά χρήματα για την αγορά ρούχων για την εργασία της και για τα έξοδα του σπιτιού. Τα πιο πάνω επιβεβαιώθηκαν από τη μητέρα της, η οποία πρόσθεσε ότι είδε τον εφεσείοντα μια φορά μέσα στο σπίτι να φιλά στο στόμα τη Λεβίνια, κόρη της ετεροθαλούς αδελφής της εφεσίβλητης, γεγονός που οδήγησε τη μητέρα της εφεσίβλητης σε συμπέρασμα ότι ο εφεσείων διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τη Λεβίνια.
Σε μια περίπτωση, ενώ η εφεσίβλητη απουσίαζε από το σπίτι, ο εφεσείων άδειασε το σπίτι από όλα τα διακοσμητικά αντικείμενα αφήνοντας μόνο την επίπλωση και τον εξοπλισμό της κουζίνας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία που είχε παρουσιαστεί από τον εφεσείοντα, όπως επίσης και τη μαρτυρία της εφεσίβλητης και της μητέρας της, διαμόρφωσε τα ευρήματα του σύμφωνα με τα οποία δεν μπορούσαν να αποδοθούν κλονιστικοί λόγοι στην εφεσίβλητη. Αντίθετα, με την αποδοχή της εκδοχής της εφεσίβλητης και της μητέρας της απέδωσε κλονιστικούς λόγους στον εφεσείοντα που περιλάμβαναν επιθετική και υβριστική συμπεριφορά προς τη σύζυγο του, με πρόσαψη κατηγοριών για απιστία, την εγκατάλειψη του συζυγικού οίκου από τον εφεσείοντα και την αποκόμιση από το συζυγικό οίκο όλων των διακοσμητικών αντικειμένων ενώ η εφεσίβλητη απουσίαζε από το σπίτι. Με βάση τα πιο πάνω ευρήματα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση του εφεσείοντος για τη λύση του γάμου.
(β) Η έφεση.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για διάφορους λόγους, που επικεντρώνονται στην αξιολόγηση της μαρτυρίας που είχε παρουσιαστεί πρωτοδίκως. Πιο συγκεκριμένα ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η απόδοση κλονιστικών λόγων στον εφεσείοντα είναι λανθασμένη και αντίθετα θα έπρεπε να αποδοθεί η ευθύνη για την κατάρρευση του γάμου στην συμπεριφορά της εφεσείουσας και πιο συγκεκριμένα στα επεισόδια με τους Μουστακούδη και Παπαϊωάννου.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 11(α) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Θρησκευτικές Ομάδες) Νόμου, Ν. 87(Ι)/94 (όπως τροποποιήθηκε), τα Οικογενειακά Δικαστήρια Θρησκευτικών Ομάδων εφαρμόζουν τις διατάξεις του Παραρτήματος Α του Νόμου, το άρθρο 1(i) του οποίου, προνοεί ότι ως λόγος διαζυγίου φέρεται ο
"(i) κλονισμός των σχέσεων μεταξύ των συζύγων σε τέτοιο βαθμό, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγόμενου ή και των δύο συζύγων ώστε η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι ουσιαστικά αφόρητη για τον ενάγοντα."
Για την απόδειξη της ύπαρξης ισχυρισμού κλονισμού ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει ότι,
"(α) ο γάμος υπέστη ισχυρισμό κλονισμό,
(β) ο κλονισμός πρέπει να οφείλεται σε λόγο που αφορά το πρόσωπο της καθ'ης η αίτηση ή και των δύο συζύγων,
(γ) οι κλονιστικοί λόγοι πρέπει να καθιστούν εξ αντικειμένου αφόρητη για τον ενάγοντα τη συνέχιση του γάμου."
(Βλ. Ζαχαρίου ν. Ζαχαρίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 169).
Για την αξιολόγηση της μαρτυρίας που παρουσιάζεται πρωτοδίκως έχει τονιστεί κατ' επανάληψη ότι τα πρωτόδικα δικαστήρια έχουν την υποχρέωση να αξιολογούν το σύνολο της μαρτυρίας που παρουσιάζεται ενώπιον τους και να προβαίνουν σε διαπιστώσεις πάνω σε όλα τα αμφισβητούμενα γεγονότα, έτσι ώστε η απόφαση να περιλαμβάνει την απαραίτητη δικαστική κρίση πάνω στα επίδικα θέματα. (Χριστοδούλου ν. Αριστοδήμου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 552). Η αξιολόγηση της μαρτυρίας αποτελεί καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου που έχει την ευχέρεια να ακούσει τους μάρτυρες να καταθέτουν προφορικά και να αξιολογήσει τις αντίστοιχες εκδοχές μέσα στο πλαίσιο των πραγματικών γεγονότων. (Χαραλάμπους ν. Βασιλείου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1355). Το Εφετείο έχει τη διακριτική ευχέρεια να επέμβει όταν το πρωτόδικο Δικαστήριο παραλείπει να προβεί σε συγκεκριμένο εύρημα σχετικά με ένα ουσιώδες θέμα της διαδικασίας (Αθανασίου ν. Loizias Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 947) και όταν ένα εύρημα ως προς την αξιοπιστία ενός μάρτυρος δεν ήταν εύλογα επιτρεπτό (Katsiamalis v. Republic (1980) 2 C.L.R. 107).
Έχουμε εξετάσει προσεκτικά τους λόγους έφεσης που έχουν προβληθεί εκ μέρους του εφεσείοντος και δεν έχουμε πεισθεί ότι δικαιολογείται η επέμβασή μας. Τα δύο επεισόδια με τους Μουστακούδη και Παπαϊωάννου, πάνω στα οποία βασίστηκαν οι ισχυρισμοί του εφεσείοντος για τον κλονισμό του γάμου, έλαβαν χώρα το μεν πρώτο το 1990 (δηλαδή 14 χρόνια προτού επέλθει η διάσταση) και το δεύτερο γύρω στο 2001-2002 (δηλαδή περισσότερο από 2 χρόνια πριν από τη διάσταση). Τόσο για το πρώτο όσο και για το δεύτερο επεισόδιο σημειώνουμε ότι ο εφεσείων είχε συγχωρέσει την εφεσίβλητη και κατ' επέκταση δεν μπορεί να ισχυρίζεται μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα ότι η συμπεριφορά της εφεσίβλητης επέφερε τον κλονισμό του γάμου. Αντίθετα, η μετέπειτα διαγωγή του υπεδείκνυε ότι είχε παραγνωρίσει τι είχε συμβεί και τα επεισόδια αυτά δεν μπορούν να προβληθούν μετά την πάροδο τόσο μεγάλου χρονικού διαστήματος ως λόγοι κλονισμού του γάμου. Η εισήγηση του εφεσείοντος ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει αν τα δύο αυτά επεισόδια από μόνα τους συνιστούσαν κλονιστικά στοιχεία στην έγγαμη σχέση, είναι ανεδαφική. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στην αποδοχή της εκδοχής της εφεσίβλητης αναφορικά με τα δύο επεισόδια και η απόρριψη των ισχυρισμών του εφεσείοντος δεν άφηνε περιθώρια εξέτασης των ισχυρισμών του ότι αυτά συνιστούσαν κλονιστικά στοιχεία υπέρ του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, που ήταν σε καλύτερη θέση να αξιολογήσει τη μαρτυρία που είχε παρουσιαστεί έχοντας υπόψη ότι είχε και την ευχέρεια να παρακολουθήσει και τη συμπεριφορά των διαδίκων ενώ κατέθεταν, κατέληξε στα συμπεράσματα του που κρίνονται εύλογα.
Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης που δεν έχουν προωθηθεί με τη γραπτή αγόρευση του εφεσείοντος, θεωρούνται ότι έχουν εγκαταλειφθεί και απορρίπτονται.
Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 έξοδα, σε βάρος του εφεσείοντος.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΔΓ