ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 557
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 254/2006)
20 Μαίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
Μ. ΜΟΝΙΑΤΗ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ,
Εφεσείοντες,
ΚΑΙ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσίβλητος.
_________________________
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 21.11.2008.
Χρ. Παύλου, για τους Εφεσείοντες-Αιτητές.
Ν. Καλλής για Η. Δημοσθένους, για τον Εφεσίβλητο-Καθ΄ ου η αίτηση.
__________________________
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει
ο Δικαστής Νικολάτος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την αίτηση τους οι εφεσείοντες-αιτητές ζητούν διάταγμα του δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται η τροποποίηση και/ή διόρθωση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου, ημερ. 12.11.08, στην παρούσα πολιτική έφεση, με την προσθήκη, μετά το τέλος της απόφασης, της ακόλουθης φράσης: «Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ των Εφεσειόντων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή».
Η αίτηση βασίζεται στο άρθρο 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου και στη Δ.25 θ.6, Δ.48 θ.θ.1-4, Δ.59 θ. 1 και Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, καθώς επίσης και στην πρακτική και τις συμφυείς εξουσίες και τη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του κ. Μιχάλη Μονιάτη, ο οποίος περιγράφεται σαν μέτοχος και Διευθυντής των εφεσειόντων-αιτητών, και ο οποίος, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι, ενώ με την προαναφερόμενη απόφαση του το Ανώτατο Δικαστήριο επεδίκασε €3.000.- έξοδα έφεσης υπέρ των εφεσειόντων, «. από τυχαίο λάθος και/ή αβλεψία δεν περιέλαβε στην εν λόγω απόφαση οποιαδήποτε πρόνοια ή αναφορά σε σχέση με τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας». Σύμφωνα με την προαναφερόμενη ένορκη δήλωση το θέμα των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας απλά διέλαθε της προσοχής των Έντιμων Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι οποίοι μετείχαν στη σύνθεση του Εφετείου.
Ο εφεσίβλητος-καθ΄ ου η αίτηση καταχώρησε ειδοποίηση περί προθέσεως ενστάσεως, την 3.2.2009, και μεταξύ των λόγων στους οποίους βασίζεται η ένσταση είναι και οι ακόλουθοι: Ότι η αίτηση είναι νομικά αβάσιμη και αστήρικτη, ότι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι τελεσίδικη και δεν είναι δυνατόν ή επιτρεπτό το επανάνοιγμα της υπόθεσης στο παρόν στάδιο, ούτε και είναι δυνατή η τροποποίηση και/ή διόρθωση της προαναφερόμενης απόφασης. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκαμε μνεία, στην απόφασή του, για τα έξοδα, και δεν τίθεται οποιοδήποτε θέμα λάθους ή αβλεψίας.
Η ένσταση βασίζεται στη Δ.25, τη Δ.48 θ.θ. 1, 2 και 4, τη Δ.59 θ.1 και τη Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και στην πρακτική και διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας Χριστίνας Περικλέους η οποία περιγράφεται ως Γραμματέας στο δικηγορικό γραφείο του δικηγόρου του εφεσίβλητου-καθ΄ ου η αίτηση και η οποία επιβεβαιώνει ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν τίθεται ζήτημα λάθους ή αβλεψίας του δικαστηρίου και δεν είναι επομένως δυνατή η οποιαδήποτε τροποποίηση ή διόρθωση της απόφασης.
Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πολιτική Έφεση 254/06, ημερ. 12.11.08, αναγράφονται, στην τελευταία παράγραφο, τα εξής: «Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η έφεση επιτυγχάνει με €3.000.- έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται». Το Εφετείο που εξέδωσε την απόφαση εκείνη απαρτιζόταν από τους Δικαστές Κραμβή, Γαβριηλίδη και Παπαδοπούλου. Ο Δικαστής Γαβριηλίδης, μετά την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης, και πριν την ακρόαση της παρούσας αίτησης, απεβίωσε. Η αίτηση τέθηκε ενώπιον του Εφετείου με την παρούσα του σύνθεση.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η αίτηση είναι ορθό και δίκαιο να εγκριθεί, κατά την άσκηση της διακριτικής εξουσίας που παρέχεται από τη Δ.25 θ.6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, αλλά και κατά την άσκηση της σχετικής συμφυούς εξουσίας του δικαστηρίου. Είναι νομολογιακά θεμελιωμένο ότι, σύμφωνα με την προαναφερόμενη δικονομική πρόνοια αλλά και τη σχετική συμφυή εξουσία του δικαστηρίου, είναι επιτρεπτή η προσαρμογή ενός ατελούς κειμένου απόφασης στην έκδηλη, κατά τα άλλα, πρόθεση του δικαστηρίου (Δέστε: Γεωργίου ν. Κυπριακών Αερογραμμών Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1043, Σιβιτανίδης ν. Χαραλάμπους (1993) 1 Α.Α.Δ. 179 και E.G. Falekkos Ltd v. Reana Manuf. Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 443).
Σύμφωνα με τη Δ.25 θ.6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία είναι ουσιαστικά πανομοιότυπη με την παλιά αγγλική Δ.28 θ.11, το δικαστήριο έχει εξουσία διόρθωσης τόσο γραμματικών λαθών, σε αποφάσεις ή διατάγματα των δικαστηρίων, όσο και λαθών που πηγάζουν από τυχαία αβλεψία (accidental slip) ή παράλειψη. Η εξουσία δηλαδή για διόρθωση απόφασης, από το ίδιο το δικαστήριο που την εξέδωσε, περιορίζεται σε γραμματικά λάθη και παραλείψεις και έχει ως αντικείμενο την προσαρμογή ενός ατελούς κειμένου (απόφασης ή διατάγματος) στην έκδηλη, κατά τα άλλα, πρόθεση του δικαστηρίου (Δέστε: Σιβιτανίδης (ανωτέρω)).
Η αντίστοιχη αγγλική πρόνοια (Δ.28 θ.11) αλλά και η συμφυής εξουσία του δικαστηρίου να διαφοροποιεί τα δικά του διατάγματα με σκοπό την περαιτέρω διευκρίνιση της έννοιας τους ώστε να καθίστανται απόλυτα σαφή, χρησιμοποιήθηκαν από τα αγγλικά δικαστήρια σε σειρά αποφάσεων τους. Χρήσιμη αναφορά, σε υποθέσεις όπου ασκήθηκε αυτή η εξουσία, μπορεί να γίνει, στις εξής αποφάσεις: Re Roper, 45 Ch. D. 226, η οποία αφορούσε οδηγίες ως προς έξοδα, Re Inchcape, 1942 Ch. 394, η οποία επίσης αφορούσε οδηγίες ως προς τα έξοδα, Armitage v. Parsons, 1908 2 Κ.Β. 410, η οποία αφορούσε στη διόρθωση υπερβολικού ποσού εξόδων και Doswell v. Norton, 18 T.L.R. 228, η οποία αφορούσε στη διόρθωση της κλίμακας των εξόδων.
Η αίτηση για διόρθωση λάθους ή παραλείψεως δυνάμει της Δ.25 θ. 6 ή της συμφυούς εξουσίας του δικαστηρίου γίνεται, με αίτηση, στο δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την απόφαση ή το διάταγμα. Στην προκείμενη περίπτωση η προαναφερόμενη απόφαση εκδόθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, με τριμελή σύνθεση Εφετείου, και η υπό εξέταση αίτηση επίσης καταχωρίστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο υπό τριμελή σύνθεση Εφετείου. Το γεγονός ότι δύο από τα τρία μέλη του Εφετείου, το οποίο εξετάζει την παρούσα αίτηση, είναι διαφορετικά από τα μέλη του Εφετείου που εξέδωσε την απόφαση, δεν περιλαμβάνεται στους λόγους ένστασης του εφεσίβλητου-καθ΄ ου η αίτηση, ούτε και προβλήθηκε ενώπιον μας. Υπό τις περιστάσεις δεν θα μας απασχολήσει περαιτέρω αυτό το θέμα δεδομένου μάλιστα του γεγονότος, το οποίο ήδη αναφέραμε, του θανάτου του ενός μέλους του Εφετείου που εξέδωσε την απόφαση.
Με βάση όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και αφού λάβαμε υπόψη ότι με την προαναφερόμενη απόφαση παραμερίστηκε η πρωτόδικη απόφαση αλλά επιδικάστηκαν έξοδα εφέσεως μόνον και το δικαστήριο παρέλειψε να αναφερθεί και στα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας, όπως συνήθως γίνεται, θεωρούμε ότι η προφανής πρόθεση του Εφετείου ήταν να επιδικαστούν έξοδα υπέρ των εφεσειόντων, τόσο κατ΄ έφεση όσο και πρωτοδίκως, και ότι η παράλειψη του δικαστηρίου να αναφερθεί και στα πρωτόδικα έξοδα συνιστά παράλειψη που μπορεί να διορθωθεί δυνάμει των εξουσιών που παρέχονται από τη Δ.25 θ.6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας αλλά και από τη συμφυή εξουσία του δικαστηρίου να διαφοροποιεί, με σκοπό τη διευκρίνιση, τα δικά του διατάγματα και αποφάσεις.
Κατά συνέπεια και ασκώντας τις προαναφερόμενες εξουσίες μας εγκρίνουμε την αίτηση ως η παράγραφος 1 και διατάσσουμε όπως στο τέλος της απόφασης ημερ. 12.11.08 στην Πολιτική Έφεση 254/06 προστεθεί η φράση «Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή».
Επειδή όμως για την προαναφερόμενη παράλειψη δεν ευθύνονται οι διάδικοι θεωρούμε ότι η ορθή διαταγή ως προς τα έξοδα, για την παρούσα αίτηση, είναι η κάθε πλευρά να επιβαρυνθεί με τα δικά της έξοδα και ως εκ τούτου δίδομε την ανάλογη διαταγή ως προς τα έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.