ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 1 ΑΑΔ 173

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 270/2005)

 

24 Φεβρουαρίου, 2009

 

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,  ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στες]

 

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Χ"ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

CYPRUS AIRWAYS (DUTY FREE SHOPS) LIMITED,

 

Εφεσιβλήτων.

_________

 

Γ. Λοΐζου για Α. Ευαγγέλου, για τον Εφεσείοντα.

Π. Πολυβίου με Α. Κουκούνη, για τους Εφεσίβλητους.

_________

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστήριου

απαγγέλλεται από τον Δικαστή Νικολαΐδη.

________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ.:  Ο εφεσείων μετά την αφυπηρέτησή του από τη Δημόσια Υπηρεσία διετέλεσε επί συμβάσει γενικός διευθυντής της εταιρείας Eurocypria Airlines Ltd, μέχρι την 31.10.1999.  Κατά την περίοδο εργοδότησής του προσέφερε υπηρεσίες και στους εφεσίβλητους ως  εκτελεστικός σύμβουλος μερικής απασχόλησης μαζί με τον κ. ΄Αντη Τρυφωνίδη, τότε Γενικό Διευθυντή Υπουργείου.  Η εταιρεία Eurocypria Airlines Ltd (στο εξής «Eurocypria»), καθώς και η εφεσίβλητη εταιρεία είναι θυγατρικές εταιρείες των Κυπριακών Αερογραμμών.

 

Κατά τη συνεδρία του διοικητικού συμβουλίου των εφεσιβλήτων ημερομηνίας 4.11.1996, αποφασίστηκε στην παρουσία του εφεσείοντα όπως παραχωρηθεί αντιμισθία για τις υπηρεσίες που ήδη προσέφεραν τόσο ο εφεσείων, όσο και ο κ. Τρυφωνίδης, ο οποίος, όμως, δήλωσε ότι δεν θα αποδεχθεί οποιαδήποτε αμοιβή για τις υπηρεσίες που προσέφερε.

 

Αποφασίστηκε όπως το θέμα αμοιβής του εφεσείοντα για τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει ως εκτελεστικός σύμβουλος της εταιρείας εξεταστεί από τριμελή επιτροπή, η οποία και θα υπέβαλλε εισηγήσεις στο συμβούλιο.  Ο εφεσείων, ο οποίος είχε αποχωρήσει από τη συνεδρία για τη λήψη της σχετικής απόφασης, όταν επανήλθε ενημερώθηκε σχετικά.

 

Σε μεταγενέστερο στάδιο το συμβούλιο υιοθέτησε ομόφωνη εισήγηση της τριμελούς επιτροπής όπως καταβληθεί στον εφεσείοντα ποσό £7.000 που αναλογούσε σε αμοιβή £2.000 κατ΄ έτος για την περίοδο από 1.5.1996 μέχρι 31.10.1999 κατά την οποία προσέφερε προς την εταιρεία υπηρεσίες εκτελεστικού συμβούλου.  Κατά τη λήψη της απόφασης ελήφθη υπ΄ όψιν ότι ο εφεσείων δεν ενεργούσε μόνος ως εκτελεστικός σύμβουλος, αλλά μαζί με τον κ. Τρυφωνίδη, ο οποίος, όπως είπαμε πιο πάνω, αποποιήθηκε του δικαιώματος για οποιαδήποτε αμοιβή.  Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ο εφεσείων ήταν επίσης υπάλληλος της Eurocypria από την οποία αντλούσε πλήρως τον μισθό του.  Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο εφεσείων ελάμβανε επιπλέον βασική αμοιβή £500 ετησίως για τις υπηρεσίες του ως εκτελεστικός σύμβουλος και £30 για κάθε συνεδρία του διοικητικού συμβουλίου των εφεσιβλήτων.

 

Το προσφερθέν ποσό δεν κρίθηκε ικανοποιητικό από τον εφεσείοντα ο οποίος αξιολογούσε ότι η αμοιβή του θα έπρεπε να ανέρχεται στο ποσό των £52.000 και έτσι τελικά κατέφυγε σε έγερση αγωγής εναντίον των εφεσιβλήτων.

 

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας δικαίωσε τους εφεσίβλητους και εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσείοντα για το ποσό των £7.000 πλέον έξοδα.  Την απόφαση αυτή ο εφεσείων-ενάγων προσέβαλε με την παρούσα έφεση.

 

Ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για διάφορους λόγους.  Παραπονείται ότι το δικαστήριο ουσιαστικά υιοθέτησε την απόφαση της τριμελούς επιτροπής που διορίστηκε από το διοικητικό συμβούλιο και ότι αγνόησε τις αρχές που η νομολογία θέτει προς καθορισμό της εύλογης αμοιβής.  Παραπονείται ακόμα ότι το δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε ότι θα μπορούσε να αποτιμήσει την προσφορά του εφεσείοντα είτε πάνω στη βάση στην οποία βασίστηκε ο εφεσείοντας, είτε σ΄ αυτή που στηρίχτηκαν οι εφεσίβλητοι, αφού το δικαστήριο είχε δικαιοδοσία, υπό τις περιστάσεις, να καθορίσει την εύλογη αμοιβή του.

 

Περαιτέρω παραπονείται ότι το δικαστήριο αρνήθηκε να λάβει υπ΄ όψιν τις παραστάσεις που έγιναν στον εφεσείοντα από τον Υπουργό Οικονομικών και τον πρόεδρο των εφεσιβλήτων και ότι αγνόησε ουσιώδη δεδομένα, μεταξύ των οποίων το χρόνο που ο εφεσείων διέθετε, την ευθύνη που είχε, τα καθήκοντα που ανέλαβε και την όλη εργασία που εκτελούσε.  Ο εφεσείων επικαλείται και αριθμό άλλων λόγων έφεσης, αλλά επειδή όλοι οι λόγοι που εγείρει σχετίζονται μεταξύ τους, θα ασχοληθούμε με αυτούς ως ενιαίο σύνολο.

 

Η νομολογία εκτίθεται ορθά από το πρωτόδικο δικαστήριο.  Όπου πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες σε άλλο υπό περιστάσεις που δείχνουν ότι θα το έπραττε επ΄ αμοιβή, άνκαι δεν έχει συμφωνηθεί συγκεκριμένο ύψος αμοιβής, τεκμαίρεται ότι υπάρχει υπόσχεση πληρωμής εύλογου ποσού (quantum meruit).  Το δικαστήριο θα πρέπει να καθορίσει, σύμφωνα με τη μαρτυρία, λογική αμοιβή.  Κατά τον καθορισμό της αμοιβής για υπηρεσίες μπορεί να ληφθούν υπ΄ όψιν οι προηγούμενες συνεννοήσεις των μερών (Way v. Latilla (1937) 3 All E.R. 759).  Το δικαστήριο θα πρέπει να κάμει ό,τι μπορεί για να καταλήξει σε ποσό το οποίο φαίνεται να είναι εύλογο και για τις δύο πλευρές, σύμφωνα με τις περιστάσεις της υπόθεσης (S.O.R.E.L. Ltd v. Nicos Servos (1968) 1 C.L.R. 123).

 

Πριν προχωρήσουμε και εξετάσουμε τους λόγους έφεσης οι οποίοι εγείρονται θα πρέπει να σημειώσουμε, σε συμφωνία με τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσιβλήτων, ότι όταν ο εφεσείων ενημερώθηκε για την απόφαση του συμβουλίου όπως το θέμα της αμοιβής του εξεταστεί από την αρμόδια επιτροπή, ουσιαστικά συναίνεσε, περιοριζόμενος να τονίσει τη συμβολή του στην αναβάθμιση των καταστημάτων αδασμολογήτων ειδών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

 

Δεν ευσταθεί το επιχείρημα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, υιοθετώντας  τον υπολογισμό της αμοιβής στον οποίον προέβηκαν οι εφεσίβλητοι, παρέλειψε ουσιαστικά να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια.  Το δικαστήριο παραπέμπει στην απόφαση του συμβουλίου (τεκμήριο 5), όπου παρατίθενται οι παράμετροι που λήφθηκαν υπ΄ όψιν.  Το δικαστήριο κατέληξε, αφού ανέλυσε όλη την ενώπιόν του μαρτυρία και αφού απέρριψε, σωστά κατά τη γνώμη μας, τα επιχειρήματα του εφεσείοντα, στο συμπέρασμα ότι η δίκαιη αμοιβή του για τις υπηρεσίες που προσέφερε ήταν αυτή που αποφασίστηκε από το διοικητικό συμβούλιο.  Δεν ευσταθεί το επιχείρημα ότι θα έπρεπε να ληφθεί υπ΄ όψιν το μισθολόγιο υψηλόβαθμων κρατικών υπαλλήλων, αφού φαίνεται ότι εξετάστηκαν όλες οι σωστές παράμετροι, όπως το γεγονός ότι ο εφεσείων ενεργούσε μαζί με τον κ. Τρυφωνίδη, ότι κατά τον ίδιο χρόνο ελάμβανε και άλλη αμοιβή για τα καθήκοντά του ως εκτελεστικού συμβούλου, αλλά και το χρόνο που αφιέρωνε στα καθήκοντα αυτά.

 

Δεν βρίσκουμε κανένα λόγο να επέμβουμε στην κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου.  Τα συμπεράσματά του είναι απόλυτα εύλογα και βασισμένα στην ενώπιόν του μαρτυρία.

 

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν δίδουμε οποιαδήποτε σημασία στην αναφορά της πρωτόδικης απόφασης στο ότι οι θέσεις που εκφράστηκαν στις μαρτυρίες του εφεσείοντα και του γενικού διευθυντή των Κυπριακών Αερογραμμών που κατέθεσε για λογαριασμό των εφεσιβλήτων, δεν διαφέρουν καθόλου από όσα περιέχονται στα κατατεθέντα τεκμήρια.  Με όλο το σεβασμό έγινε προσπάθεια παρερμηνείας. Εκείνο που προφανώς εννοεί το δικαστήριο είναι ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε στην προφορική μαρτυρία που να συγκρούεται με το περιεχόμενο των τεκμηρίων.  Ασφαλώς, στην προφορική μαρτυρία υπάρχουν γεγονότα που δεν περιέχονται στα τεκμήρια, όπως το ποσοστό συμμετοχής του κ. Τρυφωνίδη ή το χρόνο που ο εφεσείων αφιέρωνε στην εκτέλεση των καθηκόντων του.  Δεν αντιλαμβανόμαστε με ποιο τρόπο η φράση αυτή επηρεάζει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο είτε την ευθυκρισία του δικαστηρίου ή την ορθότητα της απόφασης.

 

Ορθά, επίσης, το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έλαβε υπ΄ όψιν τις όποιες παραστάσεις που έγιναν από τον τότε Υπουργό Οικονομικών ή τον πρόεδρο των εφεσιβλήτων προς τον εφεσείοντα, αφού αυτές απλώς τείνουν στο σχηματισμό της υποκειμενικής αξιολόγησης της αμοιβής που ο ενάγων θεωρούσε ικανοποιητική.

 

Καταλήγουμε ότι κανένας από τους λόγους έφεσης ευσταθεί.  Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε ορθά συμπεράσματα και λαμβάνοντας υπ΄ όψιν όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, όπως είχαμε την ευκαιρία προηγουμένως να εκθέσουμε λεπτομερώς, κατέληξε ότι η εύλογη υπό τις περιστάσεις αμοιβή του εφεσείοντα για τις υπηρεσίες του, ήταν το ποσό που αποφάσισε το διοικητικό συμβούλιο ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας επιτροπής, δηλαδή το ποσό των £7.000.  Επαναλαμβάνουμε, στο σημείο αυτό, ότι ο εφεσείων ουσιαστικά παρέσχε την συγκατάθεσή του για τον τρόπο υπολογισμού του ύψους της αμοιβής του όταν πληροφορήθηκε από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου εν συνεδρία, την απόφαση του συμβουλίου να αναθέσουν τον υπολογισμό του ύψους της αμοιβής του στην αρμόδια επιτροπή.

 

Ο εφεσείων παραπονείται ακόμα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν του επιδίκασε τόκους.  Έχουμε καταλήξει ότι η μη καταβολή του ποσού δεν οφειλόταν σε παράλειψη των εφεσιβλήτων, αλλά στην απόφαση του εφεσείοντα να μην εξαργυρώσει την αποσταλείσα επιταγή και να αξιώσει πολλαπλάσιο ποσό.  Ο εφεσείων όμως δικαιούται σε νόμιμο τόκο επί του ποσού που του οφείλεται από την ημερομηνία της πρωτόδικης απόφασης μέχρι εξόφλησης.

 

Οι εφεσίβλητοι υπό μορφή αντέφεσης αξιώνουν ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης ως προς την επιδίκαση εξόδων υπέρ του εφεσείοντα και επιδίκαση εξόδων υπέρ τους με την αιτιολογία ότι αφού το δικαστήριο κατέληξε στο ποσό των £7.000, το οποίο είχε προσφερθεί από τους εφεσίβλητους, άδικα επιβαρύνθηκαν περαιτέρω, αφού τα έξοδα προκλήθηκαν χωρίς επαρκή λόγο, από την άρνηση του εφεσείοντα να δεχτεί το ποσό που του προτάθηκε.

 

Το ποσό των £7.000 δεν κατατέθηκε στο δικαστήριο ούτε και του προσφέρθηκε κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας.  Από την άλλη σημειώνουμε το γεγονός ότι οι εφεσίβλητοι απέστειλαν προ της έγερσης της αγωγής επιταγή για το ποσό των £7.000 προς εξόφληση της αμοιβής του, την οποία, όμως, ο εφεσείων επέστρεψε, επιλέγοντας να προσφύγει στη δικαιοσύνη. Υπό αυτές τις περιστάσεις, η προσφορά του ποσού εκ νέου στον εφεσείοντα με κατάθεσή του στο δικαστήριο, πολύ λίγες πιθανότητες είχε να γίνει αποδεκτή.  Ο εφεσείων απέρριψε την προσφορά των £7.000 αξιώνοντας πολλαπλάσιο ποσό, υποχρεώνοντας τους εφεσίβλητους σε άσκοπη ουσιαστικά δικαστική διαδικασία.  Όμως θεωρούμε ότι πιο δίκαιο πρωτοδίκως η κάθε πλευρά να επιβαρυνθεί με τα έξοδά της, ενώ τα έξοδα κατ΄ έφεση θα βαρύνουν τον εφεσείοντα.

 

Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ούτως ώστε να περιλαμβάνει νόμιμους τόκους επί του επιδικασθέντος ποσού από της ημερομηνίας της πρωτόδικης απόφασης μέχρι εξόφλησης.  Όλοι οι άλλοι λόγοι έφεσης απορρίπτονται. Η αντέφεση επιτυγχάνει.

 

Ως προς τα έξοδα η διαταγή του πρωτόδικου δικαστηρίου που επιδικάζει έξοδα υπέρ του εφεσείοντα αντικαθίσταται με τη διαταγή όπως κάθε διάδικος καταβάλει τα δικά του έξοδα.  Κατ΄ έφεση ο εφεσείων καταδικάζεται σε έξοδα τα οποία υπολογίζουμε στα €1.400 πλέον Φ.Π.Α.

 

                                                            Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

                                                Μ. Φωτίου, Δ.

 

 

                                                Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

/ΜΔ                       


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο