ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 1195
11 Δεκεμβρίου, 2008
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΚΕΟ ΛΤΔ,
Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,
ν.
ΜΙΧΑΛΗ ΜΟΥΖΟΥΡΗ,
Εφεσιβλήτου - Ενάγοντος.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 387/2006)
Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Ταμείο Ιατροφαρμακευτικής Περιθάλψεως ― Κατά πόσο ο εργοδοτούμενος εδικαιούτο να διεκδικήσει από το Ταμείο τα ιατρικά έξοδα τα οποία κατέβαλε για ιατρική περίθαλψη στο εξωτερικό αντί στην Κύπρο.
Συμβάσεις ― Ερμηνεία σύμβασης ― Η πρόθεση των μερών εξάγεται από τη σωστή ερμηνεία των προνοιών της σύμβασης ― Βασικό κριτήριο για ορθή ερμηνεία σύμβασης είναι η συνήθης σημασία των λέξεων και όρων αυτής ― Η σύμβαση πρέπει να ερμηνεύεται συνολικά και όχι μεμονωμένα ή αποσπασματικά.
Ο εφεσίβλητος - ενάγων, εργοδοτούμενος των εφεσειόντων - εναγομένων και μέλος του Ταμείου Ιατρικής Περιθάλψεως (το «Ταμείο») που αυτοί συνέστησαν για το προσωπικό τους, με πλήρως εξοφλημένες σ' αυτό εισφορές, είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση ανοικτής καρδιάς στο εξωτερικό αντί στην Κύπρο η οποία του κόστισε ΛΚ5.000,00. Για την επιλογή του αυτή πλήρωσε στην Κυπριακή Δημοκρατία το πιο πάνω ποσό, το οποίο διεκδικεί με την αγωγή του όπως επίσης διεκδικεί και ΛΚ360,00, τα έξοδα του αεροπορικού εισιτηρίου. Η επέμβαση στην οποία υπεβλήθη, εάν επραγματοποιείτο στην Κύπρο, θα στοίχιζε ΛΚ5.000,00 τις οποίες οι εφεσείοντες θα κατέβαλλαν.
Οι εφεσείοντες με την υπεράσπισή τους, εγείρουν προδικαστικά ότι ο εφεσίβλητος εμποδίζεται να αξιώνει τα πιο πάνω, αφού, με την αποχώρησή του από την υπηρεσία τους για λόγους πλεονασμού, εισέπραξε κάθε οφειλόμενο από αυτούς ποσό και υπέγραψε έγγραφο απαλλαγής τους.
Ως προς την ουσία της αξίωσης, οι εφεσείοντες, επικαλούνται όρους του Καταστατικού του Ταμείου, (το «Καταστατικό») - Τεκμήριο 4 - σύμφωνα με τους οποίους το Ταμείο, σε περιπτώσεις θεραπείας μελών του στο εξωτερικό, έχει εξουσία να παραχωρεί βοήθημα κατά την απόλυτο κρίση του, μόνο χαριστικώς και σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δικαίωσε τον εφεσίβλητο - ενάγοντα και εξέδωσε υπέρ του και εναντίον των εφεσειόντων - εναγομένων απόφαση για το μεγαλύτερο μέρος της αξίωσής του. Συγκεκριμένα, επιδίκασε υπέρ του ποσό ΛΚ5.000,00, πλέον τόκους και έξοδα. Το Δικαστήριο εξέτασε τη διαφορά των μερών, υπό το φως του δικαίου των συμβάσεων, αφού το Ταμείο δεν είχε συσταθεί σύμφωνα με το νόμο.
Ως προς το ζήτημα της ερμηνείας των εγγράφων, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι σκοπός του Ταμείου είναι η παροχή δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στα μέλη του, όταν αυτά συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους, και ότι, ελλείψει πρόνοιας που να την περιορίζει, όταν αυτή δεν παρέχεται στην Κύπρο, ο εφεσίβλητος δικαιούται στο ποσό. Το Άρθρο 13 του Καταστατικού, στη βάση του οποίου ο εφεσίβλητος - ενάγων θα έχανε τα δικαιώματά του εάν αποτείνετο σε ιατρό μη διορισμένο από τους εφεσείοντες - εναγόμενους, δεν τυγχάνει εφαρμογής, αφού ο εφεσίβλητος αποτάθηκε σε ιατρό διορισμένο από τους εφεσείοντες.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα προχώρησε στην ερμηνεία της συμφωνίας των διαδίκων, η οποία περιέχεται στο Καταστατικό, από τη στιγμή που ήταν παραδεκτό ότι αυτοί είχαν την εποπτεία και/ή τον απόλυτο έλεγχο του Ταμείου και διαχειρίζονταν τα ποσά του, κατά την απόλυτη κρίση τους.
2. Η ερμηνεία του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το Καταστατικό και η αξιολόγηση από αυτό της μαρτυρίας είναι εσφαλμένες.
3. Η μαρτυρία που υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την κακή οικονομική κατάσταση του Ταμείου παραγνωρίστηκε και, αντ' αυτής, λήφθηκε υπόψη η μαρτυρία του Μ.Υ.1, κατά την αντεξέταση, ότι το ποσό ΛΚ30.000,00 πληρώθηκε σε άλλο μέλος, η οποία δεν ήταν δικογραφημένη από τον εφεσίβλητο.
4. Υπάρχει απεμπόληση και/ή παραίτηση του δικαιώματος του εφεσίβλητου για διεκδίκηση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, λόγω υπογραφής του εγγράφου απαλλαγής.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η διαχείριση των εισφορών του Ταμείου δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με τα δικαιώματα των μελών, στη βάση του Καταστατικού.
2. Ο εφεσίβλητος εξετάστηκε από τον ιατρό της επιλογής του Ταμείου και αυτός τον παρέπεμψε στο νοσοκομείο, όπου κρίθηκε αναγκαίο να χειρουργηθεί και στη συνέχεια, συνέταξε έκθεση. Δεν αμφισβητήθηκε ότι, εάν ο εφεσίβλητος εχειρουργείτο στην Κύπρο, οι εφεσείοντες θα κατέβαλλαν το ποσό, όπως δεν αμφισβητήθηκε ότι αυτός κατέβαλε το ποσό. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στις περιπτώσεις που μέλος δε συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που θέτει το Καταστατικό.
3. Η σχετική μαρτυρία δόθηκε από τον Μ.Υ.1 κατά την αντεξέτασή του από το συνήγορο του εφεσίβλητου, ο οποίος και διατηρεί φυσικά δικαίωμα αντεξέτασης, η δε μαρτυρία που δίδεται κατά την αντεξέταση, αποτελεί μέρος της όλης μαρτυρίας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η μαρτυρία του Μ.Υ.1 δεν έγινε αποδεκτή και, συνεπώς δεν μπορεί να γίνεται λόγος από τους εφεσείοντες ότι παραγνωρίστηκε η μαρτυρία του σε σχέση με την κακή οικονομική κατάσταση του Ταμείου, η οποία και θα ενεργοποιούσε την εφαρμογή άρθρων του Καταστατικού που προέβλεπαν για περικοπές και διακοπή των βοηθημάτων. Η αναφορά από το πρωτόδικο Δικαστήριο στην πτυχή αυτή της μαρτυρίας των εφεσειόντων έγινε με σκοπό να καταδειχθεί το αντιφατικό της εισήγησης ότι η κακή οικονομική κατάσταση του Ταμείου δεν επέτρεπε την καταβολή του αξιούμενου ποσού.
4. Ο εφεσίβλητος δεν απεμπόλησε το δικαίωμά του για διεκδίκηση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης με την υπογραφή του εγγράφου απαλλαγής, αφού το εν λόγω έγγραφο, όπως ορθά ερμηνεύθηκε, αφορά σε απαιτήσεις εναντίον των εφεσειόντων που δεν έχουν σχέση με την απαίτηση για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Λαζούρας v. Σκυλλουριώτου (1992) 1 Α.Α.Δ. 168,
ΑΝΟΡΘΩΣΙΣ v. ΑΠΟΛΛΩΝ (2002) 1 Α.Α.Δ. 518.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Παπαδοπούλου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 2578/03), ημερομ. 21.7.06.
Ι. Στυλιανίδου, προσωπικά και για Χρ. Δημητριάδη και Σία, για τους Εφεσείοντες.
Ν. Καλλής, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, με απόφασή του ημερομηνίας 21/7/2006, στην Αγωγή Αρ. 2578/2003, δικαίωσε τον εφεσίβλητο - ενάγοντα και εξέδωσε υπέρ του και εναντίον των εφεσειόντων - εναγομένων απόφαση για το μεγαλύτερο μέρος της αξίωσής του. Συγκεκριμένα, επιδίκασε υπέρ του ποσό ΛΚ5.000,00, πλέον τόκους και έξοδα.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης με σειρά λόγων, στους οποίους θα αναφερθούμε, αφού δώσουμε σε συντομία τις δικογραφημένες θέσεις των μερών, τα πραγματικά γεγονότα, όπως αυτά έγιναν δεκτά από το πρωτόδικο Δικαστήριο στη βάση των παραδεκτών γεγονότων και της μαρτυρίας που έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη και, τέλος, τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου.
Ο εφεσίβλητος, με την Έκθεση Απαίτησής του, ισχυρίζεται ότι, ως εργοδοτούμενος των εφεσειόντων και μέλος του Ταμείου Ιατρικής Περιθάλψεως, (το «Ταμείο»), που αυτοί συνέστησαν για το προσωπικό τους, με πλήρως εξοφλημένες τις οφειλόμενες σ' αυτό εισφορές, δικαιούται όπως το Ταμείο του καταβάλει το ποσό των ΛΚ5.000,00, που ο ίδιος πλήρωσε στην Κυπριακή Δημοκρατία, επειδή επέλεξε να χειρουργηθεί στο εξωτερικό αντί στην Κύπρο, και ΛΚ360,00, έξοδα αεροπορικού εισιτηρίου. Η επέμβαση, στην οποία υπεβλήθη - υπέστη έμφραγμα και κρίθηκε αναγκαίο να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση ανοικτής καρδίας - εάν επραγματοποιείτο στην Κύπρο, θα στοίχιζε ΛΚ5.000,00, τις οποίες οι εφεσείοντες θα κατέβαλλαν. Για να μπορέσει να εξασφαλίσει τα ιατρικά πιστοποιητικά και την άδεια μετάβασής του στο εξωτερικό, κατέβαλε ο ίδιος το ποσό. Με την επιστροφή του στην Κύπρο, το ζήτησε από τους εφεσείοντες, μαζί με την αξία του αεροπορικού εισιτηρίου του - ΛΚ360,00 - αυτοί, όμως, του πρότειναν μόνο ποσό ΛΚ1.500,00.
Οι εφεσείοντες, με την Υπεράσπισή τους, εγείρουν προδικαστικά ότι ο εφεσίβλητος εμποδίζεται να αξιώνει τα πιο πάνω, αφού, με την αποχώρησή του από την υπηρεσία τους για λόγους πλεονασμού, εισέπραξε κάθε οφειλόμενο από αυτούς ποσό και υπέγραψε έγγραφο απαλλαγής τους.
Ως προς την ουσία της αξίωσης, επικαλούνται όρους του Καταστατικού του Ταμείου, (το «Καταστατικό») - Τεκμήριο 4 - σύμφωνα με τους οποίους το Ταμείο, σε περιπτώσεις θεραπείας μελών του στο εξωτερικό, έχει εξουσία να παραχωρεί βοήθημα κατά την απόλυτο κρίση του, μόνο χαριστικώς και σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Μεγάλο μέρος των γεγονότων, πριν από την έναρξη της δίκης, δηλώθηκαν ως παραδεκτά, έτσι που η μαρτυρία περιορίστηκε. Κατέθεσαν, από την πλευρά του εφεσίβλητου, ο ίδιος και ακόμη ένας μάρτυρας και, από την πλευρά των εφεσειόντων, ο Χρυσόστομος Μπόγιας, προεδρεύων, για κάποιο διάστημα, της Επιτροπής του Ταμείου.
Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως έγιναν δεκτά από το πρωτόδικο Δικαστήριο, έχουν ως εξής:-
Ο εφεσίβλητος, από 2/1/1967 και κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν εργοδοτούμενος των εφεσειόντων και μέλος του Ταμείου, το οποίο, όμως, δεν ήταν εγγεγραμμένο. Είχε εξοφλημένες όλες τις συνεισφορές του σ' αυτό. Τον Φεβρουάριο του 1999 υπέστη έμφραγμα και επισκέφτηκε τον εγκεκριμένο από το Ταμείο ιατρό, ο οποίος τον παρέπεμψε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας για αγγειογράφημα. Κρίθηκε αναγκαίο να υποβληθεί σε εγχείρηση ανοικτής καρδίας, η οποία στην Κύπρο στοίχιζε ΛΚ5.000,00. Λόγω φόβου, αποφάσισε να χειρουργηθεί στο εξωτερικό, γι' αυτό, ο ιατρός του Ταμείου ετοίμασε σχετική έκθεση και του σύστησε συγκεκριμένο ιατρό στην Αγγλία. Επικοινώνησε με το Διευθύνοντα Σύμβουλο των εφεσειόντων, στον οποίο ανέφερε ότι, εφόσον το Ταμείο θα κατέβαλλε το ποσό των ΛΚ5.000,00, θα επιβαρυνόταν ο ίδιος τη διαφορά για να χειρουργηθεί στο εξωτερικό. Ο Διευθύνων Σύμβουλος των εφεσειόντων τον προέτρεψε να καταβάλει το ποσό των ΛΚ5.000,00 στη Δημοκρατία, πράγμα που έπραξε. Μετά τη χειρουργική επέμβαση και την επιστροφή του, αξίωσε από τους εφεσείοντες την καταβολή των ΛΚ5.000,00, αυτοί, όμως, πρότειναν χαμηλότερο ποσό. Κατά την περίοδο που αυτός αξίωσε το ποσό, το Ταμείο κατέβαλε ποσό ΛΚ30.000,00, περίπου, για κάλυψη ιατρικών εξόδων άλλου μέλους του. Με την απόλυσή του από τους εφεσείοντες στις 5/11/1999, ως πλεονάζον προσωπικό, εισέπραξε ποσό ΛΚ31.252,00 ως αποζημιώσεις και υπέγραψε έγγραφο απαλλαγής τους.
Μετά τη διαπίστωση των πιο πάνω γεγονότων, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε τη διαφορά των μερών, υπό το φως του δικαίου των συμβάσεων, αφού το Ταμείο δεν είχε συσταθεί και εγγραφεί σύμφωνα με το νόμο. Κατέληξε ότι οι όροι που διέπουν τη συμφωνία των διαδίκων δεν είναι άλλοι από αυτούς που περιέχονται στο Καταστατικό, το οποίο, στο Άρθρο 27, προβλέπει την ανάγκη τοιχοκόλλησής του στα γραφεία των εφεσειόντων και τη διανομή του σε κάθε μέλος που το ζητά. Το πρακτικό της συνεδρίασης της Επιτροπής του Ταμείου, ημερομηνίας 7/9/1967*, το οποίο οι εφεσείοντες επικαλέστηκαν για να καταδείξουν ότι δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής του ποσού, κρίθηκε ότι αποτελεί «... μονομερή, μεταγενέστερη της σύναψης της συμφωνίας, απόφαση της Επιτροπής» - ο εφεσίβλητος ήταν μέλος του Ταμείου πριν από την εν λόγω συνεδρίαση - η οποία δεν είναι δεσμευτική για τον εφεσίβλητο, ελλείψει μαρτυρίας, που να καταδεικνύει ότι αυτός έλαβε γνώση του περιεχομένου της και το αποδέχτηκε. Τα αποφασισθέντα στις 7/9/1967 δεν αποτελούν τροποποίηση του Καταστατικού και, κατ' επέκταση, δε δεσμεύουν τον εφεσίβλητο.
Ως προς το ζήτημα της ερμηνείας εγγράφων, το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από τη νομολογία**, κατέληξε ότι σκοπός του Ταμείου - (Άρθρο 2(α) του Καταστατικού) - είναι η παροχή δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στα μέλη του, όταν αυτά συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους, και ότι, ελλείψει πρόνοιας που να την περιορίζει, όταν αυτή δεν παρέχεται στην Κύπρο, ο εφεσίβλητος δικαιούται στο ποσό. Το Άρθρο 13 του Καταστατικού* δεν τυγχάνει εφαρμογής, αφού ο εφεσίβλητος αποτάθηκε σε ιατρό διορισμένο από τους εφεσείοντες.
Απέρριψε τη θέση της Υπεράσπισης, η οποία υποστηρίχθηκε με μαρτυρία, ότι η οικονομική κατάσταση του Ταμείου ήταν άσχημη και, συνεπώς, παρείχετο σ' αυτό η δυνατότητα να μην καταβάλει το αξιούμενο ποσό, σύμφωνα με συγκεκριμένα άρθρα του Καταστατικού, στη βάση των όσων, αντεξεταζόμενος, ο μάρτυρας των εφεσειόντων ανέφερε, δηλαδή ότι, κατά την ίδια χρονική περίοδο, το Ταμείο κατέβαλε πολύ μεγαλύτερα ποσά για ιατρική περίθαλψη σε άλλο μέλος του. Απέρριψε, επίσης, τα περί κωλύματος του εφεσίβλητου να αξιώνει το ποσό, λόγω υπογραφής του Τεκμηρίου 6, στη βάση της μαρτυρίας ότι το ποσό, στο οποίο αυτό αφορά, αποτελεί αποζημίωση για την απόλυσή του - (μισθούς, άδειες και μέρος του φιλοδωρήματος). Ανάλογο έγγραφο υπέγραψαν όλοι όσοι απολύθηκαν ως πλεονάζον προσωπικό.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την πρωτόδικη απόφαση σε όλη της την έκταση. Θα εξετάσουμε τους λόγους έφεσης, που παρέμειναν μετά την απόσυρση ενός εξ αυτών, με τη συνάφεια που αυτοί αντιλαμβανόμαστε να έχουν μεταξύ τους.
Λόγος Έφεσης 1:
Λανθασμένα, διατείνονται οι εφεσείοντες, το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στην ερμηνεία της συμφωνίας των διαδίκων, η οποία περιέχεται στο Καταστατικό, από τη στιγμή που ήταν παραδεκτό ότι αυτοί είχαν την εποπτεία και/ή τον απόλυτο έλεγχο του Ταμείου και διαχειρίζονταν τα ποσά του, κατά την απόλυτη κρίση τους.
Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Η διαχείριση των ποσών που εισέπρατταν οι εφεσείοντες, δηλαδή των εισφορών στο Ταμείο, κατά την απόλυτη κρίση τους, δεν μπορεί, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, να ερμηνευθεί όπως αυτοί εισηγούνται. Τέτοια ερμηνεία θα καθιστούσε χωρίς σημασία και νόημα τους όρους του Καταστατικού, με τους οποίους καθορίζεται πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις καταβάλλεται στα μέλη του Ταμείου ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Η διαχείριση των εισφορών δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με τα δικαιώματα των μελών, στη βάση των όρων του Καταστατικού.
Λόγοι Έφεσης 2, 4, 5, 9 και 10:
Οι πιο πάνω λόγοι αφορούν την ερμηνεία από το πρωτόδικο Δικαστήριο του Καταστατικού και την αξιολόγηση από αυτό της μαρτυρίας. Εισηγούνται, οι εφεσείοντες, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο περιορίστηκε στην ερμηνεία του γενικού Άρθρου 2 του Καταστατικού, παραγνωρίζοντας άλλα άρθρα του - το ποσό των ΛΚ5.000,00 αφορούσε έξοδα νοσηλείας στο εξωτερικό, για τα οποία δε δημιουργείται δικαίωμα. Επίσης, δεν έλαβε υπόψη του τη δυνατότητα που το ίδιο το Καταστατικό αναγνωρίζει για τροποποίησή του, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.
Με κανένα από τους πιο πάνω λόγους ούτε με την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε συμφωνούμε. Κατά την κρίση μας, το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά χειρίστηκε το ζήτημα της τροποποίησης του Καταστατικού, όπως ορθά καθοδηγήθηκε από τη νομολογία ως προς την ερμηνεία των εγγράφων, τα οποία ερμήνευσε σύμφωνα με τις καθιερωμένες αρχές. Τα άρθρα του Καταστατικού, στα οποία η συνήγορος των εφεσειόντων παρέπεμψε και τα οποία εισηγήθηκε ότι παραγνωρίστηκαν, δεν αντιλαμβανόμεθα πώς εφαρμόζονται, αφού αφορούν στην περίπτωση που μέλος του Ταμείου δεν απευθύνεται στον εξουσιοδοτημένο από αυτό ιατρό. Ο εφεσίβλητος ήταν παραδεκτό ότι εξετάστηκε από τον ιατρό της επιλογής του Ταμείου και αυτός τον παρέπεμψε στο νοσοκομείο, όπου κρίθηκε αναγκαίο να χειρουργηθεί και, στη συνέχεια, συνέταξε έκθεση. Δεν αμφισβητήθηκε ότι, εάν ο εφεσίβλητος εχειρουργείτο στην Κύπρο, οι εφεσείοντες θα κατέβαλλαν το ποσό, όπως δεν αμφισβητήθηκε ότι αυτός κατέβαλε το ποσό. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στις περιπτώσεις που μέλος δε συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που θέτει το Καταστατικό.
Σ' ό,τι αφορά την απόφαση της 7/9/1967, η οποία, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, αποτελούσε τροποποίηση του Καταστατικού, πέρα από τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, την οποία θεωρούμε ορθή, η κατ' ισχυρισμό τροποποίηση φαίνεται να μην είναι καν σύμφωνη με το Άρθρο 29 του Καταστατικού, το οποίο προβλέπει ότι τροποποίηση γίνεται από τους εφεσείοντες μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Δεν υπήρχε μαρτυρία η απόφαση για τροποποίηση να τέθηκε στους εφεσείοντες.
Λόγοι έφεσης 3 και 8:
Υποστηρίζουν οι εφεσείοντες ότι ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπήρχε μαρτυρία για την κακή οικονομική κατάσταση του Ταμείου, η οποία παραγνωρίστηκε και, αντ' αυτής, λήφθηκε υπόψη αναφορά του Μ.Υ.1, κατά την αντεξέταση, ότι ποσό ΛΚ30.000,00 πληρώθηκε σε άλλος μέλος, η οποία δεν ήταν δικογραφημένη από τον εφεσίβλητο.
Ούτε με την πιο πάνω εισήγηση συμφωνούμε. Όπως ορθά διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο:-
«Το θέμα προβάλλεται ως ισχυρισμός στις παραγράφους 9 (γ) και (δ) της Υπεράσπισης, και η υποστήριξη των ισχυρισμών αυτών αποτέλεσε μέρος της κυρίως εξέτασης του μάρτυρα κ. Μπόγια. Η σχετική μαρτυρία δόθηκε από τον εν λόγω μάρτυρα κατά την αντεξέταση του από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Ενάγοντα, ο οποίος και διατηρεί φυσικά δικαίωμα αντεξέτασης, η δε μαρτυρία που δίδεται κατά την αντεξέταση αυτή, αποτελεί μέρος της όλης μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου.»
Η μαρτυρία του Μ.Υ.1 δεν έγινε αποδεκτή και, συνεπώς, δεν μπορεί να γίνεται λόγος από τους εφεσείοντες ότι παραγνωρίστηκε η μαρτυρία του σε σχέση με την κακή οικονομική κατάσταση του Ταμείου, η οποία και θα ενεργοποιούσε την εφαρμογή άρθρων του Καταστατικού που προέβλεπαν για περικοπές και διακοπή των βοηθημάτων. Εν πάση περιπτώσει, η επιδίκαση του ποσού δεν στηρίζεται στο γεγονός ότι την ίδια εποχή κατεβλήθη μεγαλύτερο ποσό σε άλλο πρόσωπο. Η αναφορά από το πρωτόδικο Δικαστήριο στην πτυχή αυτή της μαρτυρίας των εφεσειόντων αντιλαμβανόμαστε να έγινε με σκοπό να καταδειχθεί το αντιφατικό της εισήγησης ότι η κακή οικονομική κατάσταση του Ταμείου δεν επέτρεπε την καταβολή του αξιούμενου ποσού.
Λόγος έφεσης 7:
Ούτε αυτός ο λόγος, ο οποίος αφορά στη διαπίστωση ότι δεν υπάρχει απεμπόληση και/ή παραίτηση του δικαιώματος του εφεσίβλητου για διεκδίκηση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, λόγω υπογραφής του εγγράφου απαλλαγής, ευσταθεί. Το έγγραφο απαλλαγής, όπως ορθά ερμηνεύθηκε το κείμενό του, αφορά σε απαιτήσεις εναντίον των εφεσειόντων που δεν έχουν σχέση με την απαίτηση για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου.
* «Κατόπιν μακράς συζητήσεως ο Πρόεδρος κι ο γιατρός του Ταμείου εξέθεσαν εις τα μέλη τους σκοπούς του Ταμείου κι απεφασίσθη ομοφώνως ότι δεν θα καταβάλλωνται έξοδα θεραπείας εις το εξωτερικόν, μόνον εις εξαιρετικάς περιπτώσεις κατόπιν εγκρίσεως του ιατρού του Ταμείου και εκ των προτέρων εγκρίσεως της επιτροπής προς τούτο συγκαλουμένης. Τα δε καταβαλλόμενα έξοδα θα είναι μέρος των εξόδων.»
** Λαζούρας ν. Σκυλλουριώτου (1992) 1 Α.Α.Δ. 168· ΑΝΟΡΘΩΣΙΣ ν . ΑΠΟΛΛΩΝ (2002) 1 Α.Α.Δ. 518.
* «ΑΡΘΡΟΝ 13. Εάν μέλος του Ταμείου Περιθάλψεως Υπαλλήλων και Εμμ.Τεχν.ΚΕΟ αποταθή εις Ιατρόν μη διορισμένον υπό της Εταιρίας, το μέλος τούτο θα χάνη πάντα τα δικαιώματά του.
Νοείται ότι εις περίπτωσιν επειγούσης ανάγκης και εν τη απουσία του Ιατρού της Εταιρίας το μέλος θα δικαιούται να επισκεφθή ένα των Ιατρών των οποίων τα ονόματα θα κοινοποιούνται από καιρού εις καιρόν υπό της Εταιρίας, αλλά εν τοιαύτη περιπτώσει το μέλος δέον να ειδοποιήση το ταχύτερον τον Ιατρόν της Εταιρίας περί της τοιαύτης επισκέψεώς του εις άλλον Ιατρόν.
Παν μέλος το οποίον δεν ενεργεί συμφώνως προς τας προνοίας του παρόντος άρθρου, θα καταβάλλη εξ ιδίων του τόσον τα έξοδα της σχετικής εξετάσεως όσον και την αξίαν των φαρμάκων.»