ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 794
10 Ιουλίου, 2008
[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΤΔ.,
Εφεσείοντες - Εναγόμενοι 1,
ν.
S. G. MASSIF WOODEN DOORS & WINDOWS LTD.,
Εφεσιβλήτων - Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 349/2005)
Συμβάσεις ― Εγγυητική επιστολή ― Έκδοση εγγυητικής επιστολής από μια τράπεζα (την τράπεζα της εφεσίβλητης εταιρείας) προς όφελος άλλης τράπεζας (εφεσείουσας) ― Κατά πόσο είχε εκθεμελιωθεί το δικαίωμα της εφεσείουσας να απαιτήσει την καταβολή του ποσού της εγγύησης όταν ματαιώθηκε ο σκοπός για τον οποίο είχε εκδοθεί η εγγυητική επιστολή -― Κατά πόσο η εφεσίβλητη εταιρεία η οποία έδωσε οδηγίες στην τράπεζά της για έκδοση της εγγυητικής επιστολής υπήρξε θύμα αδικαιολόγητου πλουτισμού.
Ο Μ. Μιχαήλ ζήτησε αύξηση του ορίου παρατραβήγματός του από την τράπεζά του την Ελληνική Τράπεζα (εφεσείουσα) για να μπορέσει να κάμει κάποιες πληρωμές σχετικά με την εισαγωγή ξυλείας από τη Βουλγαρία που ακολούθως θα πωλούσε στην εφεσίβλητη εταιρεία. Σαν εξασφάλιση η εφεσείουσα ζήτησε από τον Μ. Μιχαήλ όπως προσκομίσει τραπεζική εγγυητική επιστολή προς όφελος της εφεσείουσας. Αυτός αποτάθηκε στον πελάτη του (εφεσίβλητη εταιρεία) για να εξασφαλίσει από την τράπεζά της (Τράπεζα Κύπρου) την έκδοση τραπεζικής εγγυητικής επιστολής προς όφελος της εφεσείουσας. Η εγγύηση εξασφαλίστηκε από την Τράπεζα Κύπρου και ο Μ. Μιχαήλ εξέδωσε προς την εφεσίβλητη προτιμολόγιο (proforma invoice) για το ποσό των £7.623.00, η πληρωμή του οποίου θα εγίνετο μετά την επιθεώρηση της ξυλείας από την εφεσίβλητη. Αν η εφεσίβλητη αποφάσιζε να αγοράσει τη ξυλεία, ο Μ. Μιχαήλ θα κατέβαλλε την αξία της στη Βουλγαρία και θα εξαργύρωνε την εγγύηση όταν θα επέστρεφε στην Κύπρο. Η ποιότητα της ξυλείας δεν ικανοποίησε την εφεσίβλητη και η συμφωνία για πώληση της ξυλείας προς αυτήν ματαιώθηκε. Ο Μ. Μιχαήλ πληροφόρησε την εφεσείουσα ότι λόγω απόρριψης του εμπορεύματος από την εφεσίβλητη η παραγγελία ακυρώθηκε. Η εφεσείουσα αρνήθηκε να ακυρώσει την τραπεζική εγγύηση και απαίτησε την πληρωμή του ποσού της εγγύησης από την Τράπεζα Κύπρου Λτδ, ισχυριζόμενη ότι η εφεσίβλητη απέτυχε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με το προτιμολόγιο. Η Τράπεζα Κύπρου Λτδ κατέβαλε το ποσό της εγγύησης στην εφεσείουσα και χρέωσε προς τούτο το λογαριασμό της εφεσίβλητης. Έναντι του πιο πάνω ποσού ο Μ. Μιχαήλ κατέβαλε το ποσό των £1.900.00.
Η εφεσίβλητη καταχώρησε αγωγή εναντίον της εφεσείουσας και του Μ. Μιχαήλ, απαιτώντας την καταβολή του ποσού των £6.623 λόγω παραβίασης των συμβατικών υποχρεώσεων της εφεσείουσας και βάσει άδικου και αδικαιολόγητου εμπλουτισμού. Εκδόθηκε απόφαση στα αρχικά στάδια της διαδικασίας εναντίον του Μ. Μιχαήλ ο οποίος παραδέχθηκε την ευθύνη του για το απαιτούμενο ποσό. Το Δικαστήριο, μετά από ακρόαση, αποφάνθηκε ότι η εφεσείουσα λανθασμένα προχώρησε στη ρευστοποίηση της εγγύησης και εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας για £6.623.00 πλέον τόκους και έξοδα.
Με την παρούσα έφεση αμφισβητούνται τα ακόλουθα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου:
1) ότι είχε εκθεμελιωθεί το δικαίωμα της εφεσείουσας να απαιτήσει την καταβολή του ποσού της εγγύησης.
2) ότι η εφεσίβλητη εδικαιούτο θεραπείας λόγω αδικαιολόγητου εμπλουτισμού.
3) ότι είχε καθοριστεί η βάση της αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η πρωτόδικη απόφαση.
Η εφεσείουσα επικαλέστηκε την απόφαση Χρυσοστόμου και Υιός Λτδ v. Long Life Construction Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1944 με στόχο να υποστηρίξει τη θέση της ότι μπορούσε να προχωρήσει στη ρευστοποίηση της εγγύησης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το περιεχόμενο της εγγύησης δείχνει ότι η υποχρέωση καταβολής της εγγύησης δεν εξαρτάτο από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων των διαδίκων.
2. Η εγγύηση που είχε δώσει η Τράπεζα Κύπρου Λτδ. μέσω του Μ. Μιχαήλ είχε ακυρωθεί προτού η εφεσείουσα ζητήσει την καταβολή του ποσού από την Τράπεζα Κύπρου. Και τούτο γιατί ο λόγος της έκδοσης της εγγύησης, δηλαδή η αγορά ξυλείας από τη Βουλγαρία, είχε ματαιωθεί. Έπεται ότι το νομικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο βασίστηκε η εφεσείουσα για να ζητήσει την πληρωμή της εγγύησης από την Τράπεζα Κύπρου Λτδ. δεν υπήρχε και η πρωτόδικη προσέγγιση, ότι η εφεσείουσα δεν μπορούσε να προβεί στη ρευστοποίηση της εγγύησης, είναι ορθή.
3. Το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη υπήρξε θύμα αδικαιολόγητου πλουτισμού είναι ορθό. Ο σχετικός ισχυρισμός περιλήφθηκε στην έκθεση απαιτήσεως και τα απαραίτητα στοιχεία για την εφαρμογή της αρχής για αδικαιολόγητο πλουτισμό υπήρχαν μέσα στα γεγονότα της υπόθεσης.
Η έφεση απορρίφθηκε με €2500 έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χρυσοστόμου και Υιός Λτδ. v. Long Life Construction Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1944,
Urquhart v. Eastern Bank Ltd. [1992] 1 K.B. 318,
Edward Owen v. Barclays [1978] 1 All E.R. 976,
Malas v. British Imex Industries Ltd [1958] 1 All E.R. 262.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Παπαδοπούλου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 3136/02), ημερομ. 18.10.05.
Λ. Πισίας, για τους Εφεσείοντες.
Μ. Κυπριανού, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα.
Ο Μιχάλης Μιχαήλ (β΄ εναγόμενος στην πρωτόδικη διαδικασία) υπέβαλε πρόταση στην εταιρεία S.G. Massif Wooden Doors & Windows Ltd (εφεσίβλητη) για την πώληση ποσότητας βουλγαρικής ξυλείας. Προς τούτο ζήτησε την έκδοση εγγυητικής επιστολής από την Ελληνική Τράπεζα Λτδ. (εφεσείουσα), με την οποία συνεργαζόταν. Επειδή με την έκδοση της πιο πάνω εγγυητικής επιστολής ο Μιχάλης Μιχαήλ θα υπερέβαινε το όριο του λογαριασμού που διατηρούσε με την πιο πάνω Τράπεζα, ο Υπεύθυνος Δανείων της εφεσείουσας ζήτησε ως εξασφάλιση από το Μ. Μιχαήλ άλλη τραπεζική εγγύηση. Μετά την παροχή της εγγύησης αυτής από την Τράπεζα Κύπρου Λτδ, ο Μ. Μιχαήλ εξέδωσε προς την εφεσίβλητη εταιρεία προτιμολόγιο (proforma invoice) για το ποσό των £7.623.00, η πληρωμή του οποίου θα γινόταν μετά την επιθεώρηση της ξυλείας από την εφεσίβλητη. Αν η εφεσίβλητη αποφάσιζε να αγοράσει την ξυλεία, ο Μ. Μιχαήλ θα κατέβαλλε την αξία της στη Βουλγαρία και όταν θα επέστρεφαν στην Κύπρο θα εξαργύρωνε την εγγύηση. Προς τούτο ο Διευθυντής της εφεσίβλητης και ο Μ. Μιχαήλ αποφάσισαν να μεταβούν στη Βουλγαρία για την επιθεώρηση της ξυλείας. Επειδή ως αποτέλεσμα της επιθεώρησης της ξυλείας ο Διευθυντής της εφεσίβλητης δεν έμεινε ικανοποιημένος από την ποιότητα, η συμφωνία ματαιώθηκε.
Μετά την επιστροφή τους στην Κύπρο ο Μ. Μιχαήλ έγραψε επιστολή προς την εφεσείουσα με την οποία την πληροφορούσε ότι λόγω της απόρριψης του εμπορεύματος από την εφεσίβλητη, η παραγγελία είχε ακυρωθεί. Αντίγραφο της επιστολής δόθηκε τόσο στην εφεσείουσα όσο και στην Τράπεζα Κύπρου Λτδ. Η εφεσείουσα αρνήθηκε να ακυρώσει την τραπεζική εγγύηση και απαίτησε την πληρωμή του ποσού της εγγύησης από την Τράπεζα Κύπρου Λτδ, ισχυριζόμενη ότι η εφεσίβλητη απέτυχε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με το προτιμολόγιο. Η Τράπεζα Κύπρου Λτδ κατέβαλε το ποσό της εγγύησης στην εφεσείουσα και χρέωσε προς τούτο το λογαριασμό της εφεσίβλητης. Έναντι του πιο πάνω ποσού ο Μ. Μιχαήλ κατέβαλε το ποσό των £1.900.00.
Η εφεσίβλητη εταιρεία καταχώρισε την υπ' αρ. 3136/02 αγωγή εναντίον της εφεσείουσας και του Μ. Μιχαήλ, απαιτώντας την καταβολή του ποσού των £6.623 (όπως αυτό είχε μειωθεί με την καταβολή του ποσού των £1.000 εκ μέρους του Μ. Μιχαήλ), λόγω παραβίασης των συμβατικών υποχρεώσεων της εφεσείουσας και βάσει άδικου και αδικαιολόγητου εμπλουτισμού. Ο Μ. Μιχαήλ παραδέχθηκε την ευθύνη του και εκδόθηκε προς τούτο απόφαση στα αρχικά στάδια της διαδικασίας για το απαιτούμενο ποσό. Ακολούθως το πρωτόδικο Δικαστήριο κατόπιν ακρόασης, αφού αποφάνθηκε ότι μετά την παράδοση της επιστολής του Μ. Μιχαήλ με την οποία δηλωνόταν ότι η συμφωνία μεταξύ του και της εφεσίβλητης για την αγορά της ξυλείας είχε ακυρωθεί, η εφεσείουσα λανθασμένα προχώρησε στη ρευστοποίηση της εγγύησης και εξέδωσε απόφαση προς όφελος της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας για £6.623.00 πλέον τόκους και έξοδα.
(β) Η έφεση.
Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και ισχυρίζεται μεταξύ άλλων ότι το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι είχε εκθεμελιωθεί το δικαίωμα της εφεσείουσας να απαιτήσει την καταβολή του ποσού της εγγύησης από την Τράπεζα Κύπρου είναι λανθασμένο, ότι το εύρημα ότι η εφεσίβλητη εδικαιούτο θεραπείας λόγω αδικαιολόγητου εμπλουτισμού είναι επίσης λανθασμένο και ότι δεν είχε καθοριστεί η βάση της αγωγής πάνω στην οποία εκδόθηκε η πρωτόδικη απόφαση.
Προς υποστήριξη της θέσης της ότι μπορούσε να προχωρήσει στη ρευστοποίηση της εγγύησης, η εφεσείουσα επικαλέστηκε την απόφαση Χρυσοστόμου και Υιός Λτδ. v. Long Life Construction Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1944, στην οποία εξετάστηκαν οι προεκτάσεις ενεργοποίησης τραπεζικής εγγύησης ύψους £25.000, που αφορούσε εγγύηση εκ μέρους της εφεσείουσας εταιρείας για την πιστή τήρηση συμφωνίας για την ανέγερση οικιστικού συγκροτήματος πέντε ορόφων προς όφελος των εφεσιβλήτων. Η εφεσίβλητη υπέβαλε γραπτό υπόμνημα σύμφωνα με τους όρους της εγγυητικής, δηλώνοντας ότι η εφεσείουσα δεν είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, ως αποτέλεσμα του οποίου η εφεσείουσα κατέβαλε το ποσό της εγγύησης. Επειδή η καταβολή της εγγύησης εξαρτάτο από την παράβαση της συμφωνίας εκ μέρους της εφεσείουσας, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι εφόσον δεν είχε αποδειχθεί ότι η εφεσείουσα ήταν ένοχη παράβασης της συμφωνίας και δεν είχε αποδειχθεί οποιαδήποτε ζημιά από την εφεσίβλητη, η τελευταία δεν εδικαιούτο να εισπράξει το ποσό της εγγύησης.
Κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε σε αυτό το στάδιο το περιεχόμενο της εγγυητικής της Τράπεζας Κύπρου Λτδ., που συνιστά το επίδικο θέμα της παρούσας διαδικασίας:
"APPLICANT BENEFICIARY
S.G. MASSIF WOODEN DOORS & WINDOWS HELLENIC BANK LTD
P.O. BOX 3258 P.O. BOX 51791
3301 LIMASSOL 3508 LIMASSOL
AMOUNT
CYP 7.623,00 (SEVEN
THOUSAND SIX
HUNDRED TWENTY
THREE AND NO/100
CYPRUS POUNDS)
At the request of the applicants and for account of Mr. MICHAEL MICHAEL a/c No 250-01-178387-01 we hereby undertake to hold at your disposal the above amount as a guarantee, in consideration of the good payment of Proforma Invoice No. 001/2001 dated 9/7/2001 for the supply of pinewood and we hereby undertake to pay to you the above amount without any reference to and in spite of any contestation by the applicants immediately on your demand being made to us in writing, stating that the applicants have not performed their obligations under the above mentioned Proforma Invoice No. 001/2001 and that you claim payment under this guarantee."
Σε ελεύθερη μετάφραση,
"Μετά από παράκληση των αιτητών και για λογαριασμό του Μ. Μιχαήλ αρ. λογαριασμού 250-01-178387-01 με την παρούσα αναλαμβάνουμε την υποχρέωση να διατηρούμε για δική σας διάθεση, σε σχέση με την καλή πληρωμή του Προτιμολογίου αρ. 001/201 ημερομηνίας 9/7/2001 για την προμήθεια ξυλείας και, αναλαμβάνουμε περαιτέρω να πληρώσουμε σε εσάς το πιο πάνω ποσό χωρίς οποιαδήποτε αναφορά ή αμφισβήτηση εκ μέρους των αιτητών, αμέσως με την υποβολή από εσάς γραπτής απαίτησης στην οποία θα δηλώνετε ότι οι αιτητές δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους βάσει του προαναφερόμενου Προτιμολογίου αρ. 001/2001 και ότι ζητάτε πληρωμή δυνάμει της εγγύησης αυτής."
Μια προσεκτική εξέταση του περιεχομένου της εγγύησης δείχνει ότι η υποχρέωση καταβολής της εγγύησης δεν εξαρτάτο από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων μεταξύ των διαδίκων, δηλαδή η Τράπεζα Κύπρου Λτδ. δεν είχε υποχρέωση να εξετάσει κατά πόσο οποιοδήποτε μέρος της συμφωνίας πώλησης είχε παραβεί τους όρους της σχετικής συμφωνίας. (Βλ. Urquhart v. Eastern Bank Ltd. [1922] 1 K.B. 318, Edward Owen v. Barclays [1978] 1 All E.R. 976 και Malas v. British Imex Industries Ltd [1958] 1 All E.R. 262).
Όμως στην παρούσα περίπτωση υπάρχει ένα σημαντικό στοιχείο που δεν μπορεί να παραγνωριστεί. Η εγγύηση που είχε δώσει η Τράπεζα Κύπρου Λτδ. μέσω του Μ. Μιχαήλ είχε ακυρωθεί προτού η εφεσείουσα ζητήσει την καταβολή του ποσού από την Τράπεζα Κύπρου. Και τούτο γιατί ο λόγος της έκδοσης της εγγύησης, δηλαδή η αγορά ξυλείας από τη Βουλγαρία, είχε ματαιωθεί. Έπεται ότι το νομικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο βασίστηκε η εφεσείουσα για να ζητήσει την πληρωμή της εγγύησης από την Τράπεζα Κύπρου Λτδ. δεν υπήρχε και η πρωτόδικη προσέγγιση, ότι η εφεσείουσα δεν μπορούσε να προβεί στη ρευστοποίηση της εγγύησης, είναι ορθή.
Έχει επίσης υποβληθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν καθόρισε επακριβώς τη βάση της αγωγής την οποία είχε επικαλεστεί η εφεσίβλητη. Μπορεί η πρωτόδικη απόφαση να μην αναφέρει ρητά τη βάση της αγωγής της εφεσίβλητης, όμως από το περιεχόμενο της απόφασης φαίνεται καθαρά ότι η αγωγή βασίστηκε πάνω σε παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων.
Ανεξάρτητα από την πιο πάνω κατάληξη μας θα πρέπει να λεχθεί ότι το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη εδικαιούτο αποζημιώσεων σύμφωνα με τις αρχές του αδικαιολόγητου εμπλουτισμού ήταν ορθό. Η εφεσείουσα πλούτισε με την είσπραξη του ποσού της εγγύησης αν και η εγγύηση είχε ακυρωθεί και ο πλουτισμός έγινε σε βάρος της εφεσίβλητης. Ο σχετικός ισχυρισμός ότι η εφεσίβλητη εδικαιούτο αποζημιώσεων σύμφωνα με τις αρχές του αδικαιολόγητου εμπλουτισμού περιλήφθηκε στην Έκθεση Απαίτησης και τα απαραίτητα στοιχεία για την εφαρμογή των αρχών υπήρχαν μέσα στα γεγονότα της υπόθεσης. Τα περιστατικά αυτά συνηγορούν υπέρ της εφαρμογής του κανόνα και συνακόλουθα η πρωτόδικη προσέγγιση κρίνεται ως ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με €2500 έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με €2500 έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.