ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 1 ΑΑΔ 272

14 Μαρτίου, 2008

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ

ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ

 1) CYLLENIUS HOLDINGS LTD, 2) TANSBUNKER

MANAGEMENT LTD, 3) SERGEY PUGACHEV, 4) IOSSIF

SANDLER, 5) IGOR SIDOROV, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ

            ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗΣ ΑΜΟΙΒΗΣ ΤΟΥ

ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

            ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 12.7.06, ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ 50/2005

ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΤΗΚΕ ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΗ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΑΜΟΙΒΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 30 ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 14 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 24 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 2 ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΝ. 14 ΚΑΙ 16Α ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΑΜΟΙΒΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΑΝ

(ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΑΙ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ) ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ 1985-1999.

(Αίτηση Αρ. 64/2007)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari προς ακύρωση απόφασης της Επιτροπής Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου με την οποία καθορίστηκε η εξωδικαστηριακή δικηγορική αμοιβή εναντίον των αιτητών και υπέρ συγκεκριμένων δικηγόρων, που ενήργησαν ως δικηγόροι τους ― Απόρριψη αίτησης, κρίθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής δεν ήταν οριστική και τελική πράξη, που καθόριζε και επηρέαζε τελεσίδικα τα δικαιώματα των διαδίκων.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η δικαιοδοσία ασκείται μόνο για τους λόγους, για τους οποίους δόθηκε η άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοσή του ― Δεν μπορούν να προβληθούν άλλοι λόγοι.

Δικηγόροι ― Αμοιβή δικηγόρων για εξωδικαστηριακές υποθέσεις ― Αποφάσεις Επιτροπής Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συμβουλίου ― Υπέχουν θέση Διαιτητικών αποφάσεων και κάθε διάδικος δικαιούται να τις εγγράψει και να τις εκτελέσει με την προβλεπόμενη διαδικασία και τους τρόπους εκτέλεσης όπως ισχύει και στις άλλες αποφάσεις των Επαρχιακών Δικαστηρίων ― Kαν. 16Α των περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμών 1985 - 1999.

Στις 12.7.06, η Επιτροπή Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου (η Επιτροπή), εξέδωσε απόφαση με την οποία καθορίστηκε η εξωδικαστηριακή δικηγορική αμοιβή εναντίον των αιτητών στην παρούσα διαδικασία και υπέρ των Ανδρέα Νεοκλέους & Σία, που ενήργησαν ως δικηγόροι τους.

Μετά από άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι αιτητές καταχώρησαν την παρούσα αίτηση με κλήση, με την οποία ζητούν την έκδοση εντάλματος Certiorari για το σκοπό ακύρωσης της προαναφερθείσας απόφασης της Επιτροπής.

Στην γραπτή τους αγόρευση οι αιτητές υποστήριξαν ότι οι Κανονισμοί, με τους οποίους δίδεται η δικαιοδοσία στον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο να πιστοποιεί την αμοιβή και να προβαίνει σε σύσταση της Επιτροπής είναι ultra vires του εξουσιοδοτούντος νόμου.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πιο πάνω επιχείρημα των αιτητών δεν θα μπορούσε να εξεταστεί, εν πάση περιπτώσει, αφού δεν ήταν ένας από τους λόγους επί των οποίων βασίστηκε το αίτημα και δόθηκε η άδεια. (Ούτε βεβαίως ήταν ένας από τους λόγους στους οποίους βασίστηκε η αίτηση με κλήση).

2.  Η απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Μοντάνιος & Μοντάνιος v. Τουμαζή κ.ά. (2005) 1 Α.Α.Δ. 333 επικύρωσε την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Κανονισμός 16Α των περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμών 1985 - 1999 καλύπτει μόνο το πεδίο του θέματος εγγραφής και εκτέλεσης της απόφασης της Επιτροπής στο Επαρχιακό Δικαστήριο χωρίς να δίδεται σε αυτό εξουσία αναθεώρησης της απόφασης. Στην ίδια υπόθεση αναφέρθηκε ότι: «Εάν σκοπός του νομοθέτη ήταν οι αποφάσεις της Επιτροπής να υπέχουν θέση αποφάσεων κατ' εφαρμογή του Κεφ. 4 και του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν.14/60), δεν υπήρχε λόγος αναφοράς μόνο σε εγγραφή και εκτέλεση των αποφάσεων.»

3.  Η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής, εφόσον δεν ενεγράφη από τους καθ' ων η αίτηση, οι τελευταίοι δεν θα μπορούσαν να προβούν σε εκτέλεσή της. Χωρίς την εγγραφή, της απόφασης, θα μπορούσαν βεβαίως να εγείρουν αγωγή εναντίον των αιτητών, αξιούντες εύλογη αμοιβή για την εξωδικαστηριακή εργασία που τους προσέφεραν. Το εύλογο δε της αμοιβής θα μπορούσε να αποφασισθεί, έχοντας ως κριτήριο τις προνοούμενες στους Κανονισμούς αμοιβές, καθώς και το ποσόν της πιστοποίησης, κάτι που θα μπορούσε να δοθεί ως μαρτυρία προς υποστήριξη της αξίωσής τους. Χωρίς όμως την εγγραφή, δεν θα μπορούσε η πιστοποίηση να αποτελέσει η ίδια τη βάση της αγωγής και της απαίτησης εναντίον των αιτητών.

4.  Έπεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής δεν ήταν οριστική και τελική πράξη, που καθόριζε και επηρέαζε τελεσίδικα τα δικαιώματα των διαδίκων. Η τελική πράξη θα ήταν η εγγραφή της απόφασης.

5.  Ενόψει των ανωτέρω, η αίτηση είναι πρόωρη και θα πρέπει να απορριφθεί.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον των αιτητών, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ευθυμίου (1990) 1 Α.Α.Δ.1,

Θεοδούλου (Αρ.2) (1990) 1 Α.Α.Δ. 756,

Μοντάνιος & Μοντάνιος v. Τουμαζή κ.ά. (2005) 1 Α.Α.Δ. 333,

Pugachev (2006) 1 Α.Α.Δ. 353.

Αίτηση.

Κ. Μελάς, για τους Αιτητές.

Α. Μαρκίδης, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Α. Ανδρέου, για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Μετά από άδεια που δόθηκε από το Δικαστήριο, καταχωρήθηκε από τους Αιτητές η παρούσα Αίτηση με Κλήση, με την οποία ζητούν την έκδοση Εντάλματος Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο για το σκοπό ακύρωσης της απόφασης της Επιτροπής Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ημερομηνίας 12.7.06, με την οποία καθορίστηκε η εξωδικαστηριακή δικηγορική αμοιβή εναντίον των αιτητών και υπέρ των Ανδρέα Νεοκλέους & Σία, που ενήργησαν ως δικηγόροι τους.

Είναι η θέση των Αιτητών, την οποία αμφισβητούν τόσο οι Καθ΄ων η Αίτηση όσο και ο δικηγόρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ο οποίος έλαβε μέρος στη διαδικασία, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι οιονεί δικαστική και ως εκ τούτου μπορεί να είναι αντικείμενο της έκδοσης Εντάλματος της φύσεως Certiorari.

Οι βασικοί λόγοι των Αιτητών, για τους οποίους δόθηκε η άδεια, είναι ότι η απόφαση αυτή λήφθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος, αφού στερεί τους Αιτητές του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο. Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι υπάρχει παραβίαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος, για το λόγο ότι οι Αιτητές έτυχαν δυσμενούς μεταχείρισης, αφού για τον υπολογισμό της αμοιβής των υπηρεσιών που προσφέρει οποιοσδήποτε άλλος πολίτης αρμόδια να αποφασίσουν είναι τα Επαρχιακά Δικαστήρια, ενώ στην παρούσα περίπτωση δίδεται αρμοδιότητα στην πιο πάνω Επιτροπή. Επίσης, ισχυρίζονται ότι παραβιάστηκε το δικαίωμά τους  για δίκαιη δίκη.  Εισηγούνται τέλος, ότι δεν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο που μπορεί να ακολουθήσουν και ως εκ τούτου πρέπει να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα. Όσον αφορά την καθυστέρηση στην καταχώρηση της Αίτησης, παρατίθεται η δικαιολογία και η εξήγηση των Αιτητών.

Μετά από αίτημα των διαδίκων, που δέχθηκε το Δικαστήριο, καταχωρήθηκαν γραπτές αγορεύσεις.

Στη γραπτή αγόρευση των αιτητών προβλήθηκε και ο ισχυρισμός ότι οι Κανονισμοί, με τους οποίους δίδεται η δικαιοδοσία στον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο να πιστοποιεί την αμοιβή και να προβαίνει σε σύσταση της Επιτροπής είναι ultra vires του εξουσιοδοτούντος Νόμου.  Παρατηρώ πως το επιχείρημα αυτό δεν θα μπορούσε να εξετασθεί, εν πάση περιπτώσει, αφού δεν ήταν ένας από τους λόγους επί των οποίων βασίστηκε το αίτημα και δόθηκε η άδεια. (Ούτε βεβαίως ήταν ένας από τους λόγους στους οποίους βασίστηκε η Αίτηση με Κλήση).

Σύμφωνα με τη νομολογία, οι μόνοι λόγοι που μπορεί να εξετασθούν στο στάδιο αυτό είναι εκείνοι για τους οποίους είχε δοθεί η άδεια.  (Δέστε Ευθυμίου (1990) 1 Α.Α.Δ. 1 και Θεοδούλου (Αρ.2) (1990) 1 Α.Α.Δ. 756). 

Οι σχετικές πρόνοιες των περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμών του 1985 - 1999 προνοούν τα ακόλουθα:

«14(1) Κάθε δικηγόρος δύναται να ζητήσει πιστοποίηση της αμοιβής του από το Παγκύπριο Δικηγορικό Συμβούλιο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .»

«16Α.(1) Οι αποφάσεις της Επιτροπής αυτής υπέχουν θέση Διαιτητικών αποφάσεων ή αποφάσεων Διαιτητού και οιοσδήποτε από τους διαδίκους έχει το δικαίωμα να ζητήσει με αίτησή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο την εγγραφή τους και επίσης όπως αυτές εκτελεστούν με την προβλεπόμενη διαδικασία και τους τρόπους εκτέλεσης, όπως ισχύει και στις άλλες αποφάσεις των Επαρχιακών Δικαστηρίων.

(2) Οι αποφάσεις της Επιτροπής Εξωδικαστηριακής Αμοιβής θα είναι τοκοφόρες και η Επιτροπή θα έχει δικαίωμα να διατάξει όπως επιδικασθούν και τόκοι στο ψηφισθέν ποσόν ως ο εκάστοτε ισχύων περί τόκου Νόμος της Δημοκρατίας και όπως ακριβώς οι δικαστικές αποφάσεις.

(3) Η Επιτροπή έχει το δικαίωμα όπως διατάξει οποιοδήποτε από τους διαδίκους να πληρώσει τα έξοδα της ενώπιόν της διαδικασίας, καθώς επίσης να επιδικάσει έξοδα για οιονδήποτε περαιτέρω ή επιπλέον εργασία.»

Έχω εξετάσει με μεγάλη προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η παρούσα αίτηση είναι, ασχέτως της επιχειρηματολογίας επί της ουσίας που αναπτύχθηκε ενώπιον μου, πρόωρη.

Θα προχωρήσω τώρα να εξηγήσω τους λόγους για την κατάληξή μου αυτή.

Όπως προκύπτει από τους σχετικούς Κανονισμούς, βάσει του Κανονισμού 14, το Παγκύπριο Δικηγορικό Συμβούλιο πιστοποιεί την αμοιβή, όταν του ζητηθεί.  Για σκοπούς δε διευκόλυνσης εφαρμογής των Κανονισμών, όπως ορίζεται στον Κανονισμό 16, ιδρύεται Επιτροπή Καθορισμού Δικηγορικής Αμοιβής.  O Kανονισμός 16Α εξομοιώνει τις αποφάσεις της Επιτροπής με τις διαιτητικές αποφάσεις καθορίζοντας ότι «υπέχουν θέση Διαιτητικών αποφάσεων ή αποφάσεων Διαιτητού» και μπορεί να εγγραφούν στο Επαρχιακό Δικαστήριο και να εκτελεσθούν με βάση την προβλεπόμενη διαδικασία και τους τρόπους εκτέλεσης, όπως όλες οι άλλες αποφάσεις των Επαρχιακών Δικαστηρίων.

Πρόβαλε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών, με αναφορά στην υπόθεση Μοντάνιος & Μοντάνιος ν. Τουμαζή κ.ά. (2005) 1 Α.Α.Δ. 333, ότι κατά την εγγραφή της απόφασης η εξουσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου για έλεγχο δεν υπάρχει, αφού η αρμοδιότητα της είναι δέσμια.  Έτσι, εάν ζητηθεί εγγραφή και εκτέλεση της απόφασης από το Επαρχιακό Δικαστήριο η παρουσία των αιτητών θα είναι μόνο τυπική.

Διαφωνώ με την πιο πάνω θέση, αφού κατά την άποψη μου, η θέση αυτή προκύπτει από λανθασμένη ερμηνεία της πιο πάνω απόφασης. Στην υπόθεση αυτή οι εφεσείοντες επεδίωξαν με αίτησή τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο να παραμερίσουν την απόφαση της Επιτροπής που πιστοποίησε την οφειλόμενη αμοιβή, ως λανθασμένη και χωρίς αιτιολογία.  Η αίτηση τους απορρίφθηκε. 

Στην έφεση πρόβαλαν το επιχείρημα ότι η αναφορά στον Κανονισμό 16Α ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής «υπέχουν θέση διαιτητικών αποφάσεων» τις καθιστούσε αποφάσεις διαιτητικών Δικαστηρίων και συνακόλουθα εφαρμόζονταν οι διατάξεις του περί Διαιτησίας Νόμου, Κεφ.4 και συγκεκριμένα του Άρθρου 20, το οποίο παρέχει δικαιοδοσία για παραμερισμό απόφασης του Διαιτητή. Το Εφετείο με την απόφασή του επικύρωσε την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Κανονισμός 16Α καλύπτει μόνο το πεδίο του θέματος εγγραφής και εκτέλεσης της απόφασης της Επιτροπής χωρίς να δίδεται σε αυτό εξουσία αναθεώρησης της απόφασης.

Στη σελ. 337 της απόφασης αναφέρονται τα ακόλουθα:

«Η κατάληξη, όμως, ότι ο Κανονισμός 16(Α) αναφέρεται μόνο στην εγγραφή  και εκτέλεση των αποφάσεων της Επιτροπής είναι ορθή.  Ο Κανονισμός, με σαφήνεια προσδιορίζει τα ζητήματα που ρυθμίζει.  Ο τίτλος του Κανονισμού 16(Α) είναι ενδεικτικός σε ό,τι ο νομοθέτης ήθελε να ρυθμίσει.  Εάν σκοπός του νομοθέτη ήταν οι αποφάσεις της Επιτροπής να υπέχουν θέση αποφάσεων κατ' εφαρμογή του Κεφ. 4 και του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60), δεν υπήρχε λόγος αναφοράς μόνο σε εγγραφή και εκτέλεση των αποφάσεων.»

Είναι προφανές από τα πιο πάνω ότι, το τι αποφασίστηκε, είναι ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής δεν υπέχουν θέση αποφάσεων με βάση τον περί Διαιτησίας Νόμο, Κεφ.4 και τον περί Δικαστηρίων Νόμο, ώστε να ισχύουν οι πρόνοιες που αφορούν διαιτητικές αποφάσεις. 

Είναι η άποψη μου ότι, εάν οι Καθ΄ων η Αίτηση αιτηθούν την εγγραφή για εκτέλεση της επίδικης απόφασης, τότε οι αιτητές θα μπορούσαν να εμφανισθούν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου και η εμφάνιση τους αυτή δεν θα ήταν τυπική αλλά θα μπορούσαν να προβάλουν όλα τα επιχειρήματά τους και τους ισχυρισμούς τους για παρανομία, τόσο όσον αφορά τις συνταγματικές πρόνοιες στις οποίες βασίζουν τη θέση τους, όσο και τον ισχυρισμό τους για την ακυρότητα των Κανονισμών.  Σε τέτοια περίπτωση, το Επαρχιακό Δικαστήριο θα μπορούσε να εγγράψει την απόφαση μόνο αν θα απέρριπτε τις θέσεις και τα επιχειρήματα των Αιτητών.  Το γεγονός ότι δεν ισχύουν οι πρόνοιες που αφορούν τον παραμερισμό Διαιτητικής απόφασης, σε αυτή την περίπτωση δεν αποκλείει το Δικαστήριο, ασχέτως των προνοιών αυτών και χωρίς να βασίζεται σε αυτές, να κρίνει κατά πόσο θα πρέπει να εγγραφεί ή όχι η απόφαση.

Οι Καθ' ων η Αίτηση, μόνο με την εγγραφή της απόφασης θα μπορούσαν να προβούν σε εκτέλεση. Χωρίς αυτή, θα μπορούσαν βεβαίως να εγείρουν αγωγή εναντίον των Αιτητών, αξιούντες εύλογη αμοιβή για την εξωδικαστηριακή εργασία που τους πρόσφεραν.  Το εύλογο δε της αμοιβής θα μπορούσε να αποφασισθεί, έχοντας ως κριτήριο τις προνοούμενες στους Κανονισμούς αμοιβές, καθώς και το ποσόν της πιστοποίησης, κάτι που θα μπορούσε να δοθεί ως μαρτυρία προς υποστήριξη της αξίωσής τους. Χωρίς όμως την εγγραφή, δεν θα μπορούσε η πιστοποίηση να αποτελέσει η ίδια τη βάση της αγωγής και της απαίτησης εναντίον των Αιτητών.

Κρίνω, κατά συνέπεια, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής δεν ήταν οριστική και τελική πράξη, που καθόριζε και επηρέαζε τελεσίδικα τα δικαιώματα των διαδίκων.  Η τελική πράξη θα ήταν η εγγραφή της απόφασης.  (Δέστε, κατ' αναλογία, Pugachev (2006) 1 Α.Α.Δ. 353).

Είναι για τους πιο πάνω λόγους που έχω καταλήξει ότι η αίτηση είναι πρόωρη και θα πρέπει να απορριφθεί. Εν όψει της κατάληξής μου αυτής δεν υπάρχει πλέον λόγος να εξετάσω τα επιχειρήματα ουσίας που προβλήθηκαν στην ενώπιόν μου διαδικασία.

Η αίτηση απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα εναντίον των αιτητών, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο