ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 1 ΑΑΔ 145

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                       

                                                            (Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 301/2005)

 

11 Φεβρουαρίου, 2008

 

 

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

 

                                                           

ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ

ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ APAK AGRO INDUSTRIES LTD,

 

                                                                        Εφεσείοντες,

v.

 

 

 

  1. ΛΑΙΚΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΛΤΔ,
  2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΛΤΔ,

                                                                        Εφεσιβλήτων.

― ― ― ― ―

 

Ε. Πουλλά, για τους Εφεσείοντες.

 

Χ. Αγαπίου με Στ. Πολυβίου και Μ. Ναθαναήλ, για τους Εφεσίβλητους.

 

― ― ― ― ―

 

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής  Κραμβής.


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο Επίσημος Παραλήπτης, ως εκκαθαριστής της Apak Agro Industries Ltd, είναι ο εναγόμενος 1 στην αγωγή αρ. 1201/92 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου και εφεσείων στην παρούσα έφεση. Αντικείμενο της έφεσης είναι η εκδοθείσα στα πλαίσια της προαναφερόμενης αγωγής ενδιάμεση απόφαση ημερ. 30.9.2005 με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του εφεσείοντα για παράταση του χρόνου κατάθεσης ασφάλειας εξόδων σύμφωνα με προηγούμενη διαταγή. Η αίτηση απορρίφθηκε ως καταχρηστική της δικαστικής διαδικασίας.

 

Κατά την έναρξη της ακρόασης της έφεσης, η δικηγόρος της εφεσίβλητης, εναγομένης 1 στην αγωγή 1201/92, υπέβαλε ότι η ενδιάμεση απόφαση δεν είναι εφέσιμη καθότι δεν είναι καθοριστική των δικαιωμάτων των διαδίκων, κατά τα οριζόμενα στη νομολογία που άπτεται του θέματος. Αντίθετη είναι η θέση της δικηγόρου του εφεσείοντα η οποία υποστήριξε ότι η ενδιάμεση απόφαση είναι εφέσιμη επειδή, ως εκ του αποτελέσματος, επηρεάζονται καθοριστικά τα δικαιώματα του εφεσείοντα, η ανταπαίτηση του οποίου, οδηγήθηκε σε απόρριψη.

 

Το θέμα όπως έχει τεθεί, άπτεται της δικαιοδοσίας του Εφετείου και η εξέτασή του πρέπει να προηγηθεί.  Πρώτα όμως θα παραθέσουμε με κάθε δυνατή συντομία τα γεγονότα τα οποία θα αποτελέσουν το υπόστρωμα της εξέτασης.

 

Στις 28.11.2003, κατόπιν ακρόασης, εγκρίθηκε αίτηση των εναγόντων για παροχή ασφάλειας εξόδων και εκδόθηκε διαταγή η οποία προνοούσε:

 

«. Η ασφάλεια να παρασχεθεί από τον Επίσημο Παραλήπτη ή από οποιοδήποτε άλλο άτομο που θα υποδείξει είτε με την κατάθεση του πιο πάνω ποσού των 15.000 στον Πρωτοκολλητή είτε με την παροχή στους αιτητές τραπεζικής εγγύησης από Κυπριακή Τράπεζα για το ίδιο ποσό μέσα σε 30 μέρες από σήμερα. Αντίγραφο της εγγύησης να κατατεθεί στο δικαστήριο μέσα στην πιο πάνω προθεσμία.  Μέχρι την καταβολή του ποσού σύμφωνα με τα πιο πάνω ή την εκπνοή του χρόνου που έχει ορισθεί και μετά την ανάγνωση της ενδιάμεσης απόφασης στη δεύτερη αίτηση, η διαδικασία της αγωγής αναστέλλεται. Αν ο Εναγόμενος 1 - Καθ΄ ου η Αίτηση παραλείψει να παράσχει την ορισθείσα ασφάλεια μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, η ανταπαίτηση θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα.»

 

 

 

 

Ο εφεσείων δεν συμμορφώθηκε με τη διαταγή και πριν από την εκπνοή του χρόνου που είχε οριστεί για την κατάθεση της ασφάλειας εξόδων κλπ, καταχώρησε αίτηση για παράταση του χρόνου για περίοδο ενός μηνός. Η εφεσίβλητη, Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ (εναγομένη 2), καταχώρησε ένσταση. Μετά από ακρόαση, η αίτηση εγκρίθηκε και δόθηκε (30.4.2004) παράταση 20 ημερών από τις 30.4.2004 για κατάθεση της ασφάλειας των εξόδων. Η παράταση του χρόνου κατάθεσης της ασφάλειας των εξόδων συναρτήθηκε προς ό,τι αναφέρεται στο πιο κάτω απόσπασμα της ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 30.4.2004.

 

«Εχοντας υπόψη τον χρόνο που ήδη διέρρευσε από της καταχώρησης της αίτησης μέχρι σήμερα και ότι οι Αιτητές αρχικά ζητούσαν παράταση για ένα μήνα, περιορίζω την παράταση του χρόνου σε 20 μέρες από σήμερα. Μέχρι τότε η διαδικασία σε ότι αφορά τον εναγόμενο 1 αναστέλλεται. Σε περίπτωση που παρέλθει ο χρόνος χωρίς να υπάρξει συμμόρφωση, τότε η ανταπαίτηση του Αιτητή-Εναγόμενου 1 θα θεωρείται ως απορριφθείσα.

 

.Πέραν των όσων ανωτέρω προβλέπονται, οι υπόλοιπες πρόνοιες του διατάγματος του Δικαστηρίου ημερ. 28.11.03 σε ότι αφορά την ασφάλεια εξόδων, συνεχίζουν να ισχύουν.»

 

 

 

 

Και πάλι δεν υπήρξε συμμόρφωση προς ό,τι το δικαστήριο καθόρισε και ο εφεσείων αποτάθηκε ξανά για νέα παράταση του χρόνου κατάθεσης της ασφάλειας των εξόδων. Η εφεσίβλητη καταχώρησε ένσταση και κατόπιν ακρόασης, εκδόθηκε στις 30.9.2005 η ενδιάμεση απόφαση, αντικείμενο της  έφεσης. Παρενθετικά σημειώνουμε ότι η ακρόαση της υπόθεσης (συνεκδ. αγωγές αρ. 1201/92 και 2087/93), συνεχίζεται ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου και καθώς οι ευπαίδευτοι δικηγόροι ανέφεραν, κοντεύει να συμπληρωθεί αφού προηγήθηκαν περισσότερες από 150 δικάσιμες.

 

Στη Χάσικος κα ν. Χαραλαμπίδη (1990) 1 ΑΑΔ 389  εξετάστηκε το θέμα του εφέσιμου των ενδιάμεσων αποφάσεων υπό το πρίσμα του όρου «απόφαση του δικαστηρίου» στο άρθρο 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/60). Σχετικό με το υπό συζήτηση θέμα είναι το πιο κάτω απόσπασμα από τη Χάσικος (ανωτέρω).

 

«Κατά τη συζήτηση της έφεσης υποδείξαμε στον κ. Χατζηϊωάννου ότι η έφεση δε στρέφεται εναντίον απόφασης ή διαταγής του Δικαστηρίου και, συνεπώς, δε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο έφεσης. Δικαίωμα έφεσης παρέχεται από το άρθρο 25 του Περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/60) εναντίον αποφάσεων του Δικαστηρίου. Ο όρος «απόφαση του δικαστηρίου» χρησιμοποιείται στη νομική ορολογία με δυο έννοιες:

 

Η πρώτη περιλαμβάνει την ολότητα του κειμένου της απόφασης του Δικαστηρίου, δηλαδή το σκεπτικό και το δηλωτικό μέρος ως προς το αποτέλεσμα. Η δεύτερη περιορίζεται σε εκείνο το μέρος που είναι καθοριστικό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των διαδίκων.

 

Είναι με τη δεύτερη έννοια που ταυτίζεται ο όρος «απόφαση», έννοια συνυφασμένη με την αποστολή της δικαστικής λειτουργίας για την επίλυση των επίδικων θεμάτων. Ούτε ο Περί Δικαστηρίων Νόμος, ούτε οποιοδήποτε άλλο νομοθέτημα, περιλαμβανομένων και των θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας, παρέχει ή αναγνωρίζει δικαίωμα έφεσης ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα ή το δηλωτικό ως προς τα δικαιώματα των διαδίκων μέρος της απόφασης.»

 

 

Στη Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 ΑΑΔ 1530 η πλειοψηφία της Πλήρους Ολομέλειας υιοθέτησε ουσιαστικά το ratio decidendi προηγούμενων αποφάσεων* που αφορούσαν στο εφέσιμο των ενδιάμεσων αποφάσεων συμπεριλαμβανομένης  της Χάσικος (ανωτέρω) και επανέλαβε τη γενική αρχή ότι μόνο ενδιάμεσες αποφάσεις που έχουν καθοριστικές επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο έφεσης.

 

Το κατά πόσο μια ενδιάμεση απόφαση είναι ή όχι καθοριστική των δικαιωμάτων των διαδίκων είναι ζήτημα κυρίως νομικό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο προσδιορισμός είναι εύκολος όταν η ύπαρξη ή ανυπαρξία επιπτώσεων καθοριστικών των δικαιωμάτων είναι σαφής και ευδιάκριτη. Η δυσκολία εμφανίζεται στις περιπτώσεις όπου το τοπίο είναι θολό δηλαδή όταν δεν μπορεί να διαπιστωθεί με την πρώτη ματιά αν η συγκεκριμένη ενδιάμεση απόφαση είναι ή όχι καθοριστική των δικαιωμάτων των διαδίκων.

 

Η απόρριψη της αίτησης για παράταση του χρόνου κατάθεσης της ασφάλειας των εξόδων οδήγησε ως ήταν επόμενο, κατ΄ εφαρμογή της προηγούμενης διαταγής του δικαστηρίου ημερ. 30.4.2004 (ανωτέρω), στην απόρριψη της ανταπαίτησης του εφεσείοντα, γεγονός το οποίο επηρεάζει καθοριστικά τα δικαιώματά του, καθώς ισχυρίζεται, χωρίς όμως και να προσδιορίζει, έστω και σε αδρές γραμμές, ποια είναι τα δικαιώματα που επηρεάζονται, το βαθμό και τη φύση του επηρεασμού. Από την άλλη, δεν προκύπτει ότι η απόρριψη της ανταπαίτησης δημιουργεί νομικό κώλυμα έγερσης νέας αγωγής εναντίον των εφεσιβλήτων με αντικείμενο ταυτόσημο προς το αντικείμενο της ανταπαίτησης. Όταν η δικηγόρος των εφεσιβλήτων επιχειρηματολογώντας εισηγήθηκε ότι ο εφεσείων θα μπορεί να επανέλθει με νέα αγωγή σε βάση ταυτόσημη προς τη βάση της ανταπαίτησης, η δικηγόρος του εφεσείοντα δεν αντέταξε κανένα βάσιμο λόγο ο οποίος να δικαιολογεί νομική ή πραγματική αδυναμία προώθησης ενός τέτοιου διαβήματος. Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι ενδεχόμενος νέος δικαστικός αγώνας, συνεπάγεται ταλαιπωρία και έξοδα πλην όμως αυτή η παράμετρος συνιστά παράγοντα που δεν έχει σχέση με το καθιερωμένο κριτήριο.

 

Καταλήγουμε ότι η ενδιάμεση απόφαση δεν είναι εφέσιμη. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €1500 περιλαμβανομένου του ΦΠΑ σε βάρος του εφεσείοντα.

 

                                                                                           ΧΡ. ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.

                                                                                           Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

                                                                                           Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.

ΣΦ.

                                                      

 

 



* Χάσικος ν. Χαραλαμπίδη (1990) 1 ΑΑΔ 389

  Apak Agro v. Union des Cooperatives (Αρ. 1) (1992) 1 ΑΑΔ 1166

  Πάφος Στόουν Εστ. Λτδ κα ν. Βαλαωρίτη κα (1997) 1 ΑΑΔ 220

  Παπακόκκινου κα ν. Δήμου Πάφου (1997) 1 ΑΑΔ 1290

  Evand Promotions Ltd v. Rutman (1997) 1 ΑΑΔ 1787


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο