ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Χάσικος κ.α. ν. Χαραλαμπίδη (1990) 1 ΑΑΔ 389
Resola (Cyprus) Ltd. ν. Xάρη Xρίστου (1998) 1 ΑΑΔ 598
Χαρούς Λουκία Χρίστου ν. Βασιλικής Χρίστου Χαρούς (συζύγου Ηλία Καγιά) (2003) 1 ΑΑΔ 1530
Χατζηγαβριήλ Κώστας και Άλλη ν. Τραπέζης Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. (2006) 1 ΑΑΔ 1176
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2007) 1 ΑΑΔ 879
12 Ιουλίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Εφεσείοντες,
ν.
1. ΧΑΜΠΗ ΒΑΣΟΥ ΧΑΜΠΟΥ,
2. ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΒΑΣΟΥ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 258/2005)
Έφεση ? Δύναται να ασκηθεί μόνο εναντίον ενδιάμεσης ή τελικής απόφασης καθοριστικής των δικαιωμάτων των διαδίκων ? Ενδιάμεση απόφαση με την οποία απορρίφθηκε μονομερής αίτηση για έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος ? Δεν είναι εφέσιμη ? Αρχές που υιοθετήθηκαν από την πλειοψηφία της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χαρούς v. Χαρούς ? Εφαρμόστηκαν και στην παρούσα υπόθεση.
Εφετείο — Παρατήρηση Εφετείου αναφορικά με το στοιχείο του ????Ι???????? για την παροχή μονομερούς θεραπείας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε αίτηση των εφεσειόντων - εναγόντων με την οποία ζητούσαν παρεμπίπτον διάταγμα δεσμεύον ακίνητο του πρώτου εναγόμενου - πρώτου εφεσίβλητου επειδή, μεταξύ άλλων, δεν είχε αποδειχθεί το στοιχείο του κατεπείγοντος.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση. Οι εφεσίβλητοι ήγειραν προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εφέσιμη καθότι δεν εμπίπτει στην ερμηνεία του όρου «απόφαση» σύμφωνα με το Άρθρο 25 (1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60).
?Ι?????????? ???:
Η απόφαση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χαρούς v. Χαρούς (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1530, η οποία και αποτελεί δεσμευτικό προηγούμενο, καθορίζει ότι μόνο ενδιάμεσες αποφάσεις που έχουν άμεσες επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων, μπορεί να αποτελέσουν το αντικείμενο έφεσης. Εδώ, η ενδιάμεση απόφαση δεν έχει άμεσες επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων δεδομένου ότι οι εφεσείοντες θα μπορούσαν να καταχωρήσουν νέα αίτηση δια κλήσεως, υποστηριζόμενη από πληρέστερη και επαρκέστερη ένορκη δήλωση, κάτι που δεν είχαν πράξει στην μονομερή αίτησή τους για την έκδοση του προαναφερθέντος παρεμπίπτοντος διατάγματος, οπότε πιθανόν να μην αντιμετώπιζαν τα προβλήματα που αντιμετώπισαν σε σχέση με την μονομερή τους αίτηση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.
Παρατηρήσεις Εφετείου:
Η καθυστέρηση των 16 μηνών στην καταχώρηση της μονομερούς αιτήσεως των εφεσειόντων, για παρεμπίπτον διάταγμα, δεν ικανοποιούσε το στοιχείο του κατεπείγοντος, που αποτελεί δικαιοδοτικό όρο για παροχή μονομερούς θεραπείας σύμφωνα με το Άρθρο 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χαρούς v. Χαρούς (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1530,
Χάσικος κ.ά. v. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389,
Χατζηγαβριήλ κ.ά. v. Τραπέζης Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2006) 1 ?.?.?. 1176,
Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Υπόθ. Αρ. 658/05), ημερομ. 20.7.05.
Γ. Ζαχαρίου, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Ζ. Γεωργίου, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Οι ενάγοντες-εφεσείοντες καταχώρισαν μονομερή αίτηση, εκκρεμούσης της αγωγής ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου, με την οποία ζητούσαν παρεμπίπτον διάταγμα δεσμεύoν ένα ακίνητο του πρώτου εναγόμενου-πρώτου εφεσίβλητου, έτσι ώστε να διασφαλίσουν το λαβείν τους σε περίπτωση που θα πετύχαιναν την έκδοση απόφασης υπέρ τους. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής απέρριψε την αίτηση τους και με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Οι τρεις λόγοι για τους οποίους ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής απέρριψε την αίτηση ήταν:
(α) Επειδή θεώρησε την ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση ως ανεπαρκή καθότι δεν περιλάμβανε ουσιαστικές αναφορές απαραίτητες για τη θεμελίωση του αγωγίμου δικαιώματος.
(β) Επειδή το κατ' ισχυρισμό αγώγιμο δικαίωμα προέκυψε στις 11.3.04 ενώ η αγωγή και η μονομερής αίτηση καταχωρίστηκαν στις 19.7.05, δηλαδή μετά την παρέλευση περίπου 16 μηνών, και
(γ) Επειδή οι αιτητές απέτυχαν να στοιχειοθετήσουν άμεσο κίνδυνο ότι ο εναγόμενος 1 θα αποξένωνε το ακίνητο, το οποίο με την αίτηση οι αιτητές ζητούσαν να δεσμεύσουν.
Αναφορικά με το στοιχείο της αδικαιολόγητης καθυστέρησης που αποτέλεσε το δεύτερο λόγο για τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τη μονομερή αίτηση, ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής παρατήρησε πως το στοιχείο του κατεπείγοντος αποτελεί δικαιοδοτικό όρο για την παροχή μονομερούς θεραπείας. Υπήρχε ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου μαρτυρία πως κατά το διάστημα μεταξύ της γένεσης του αγωγίμου δικαιώματος και της καταχώρισης της αγωγής και της αίτησης για παρεμπίπτον διάταγμα, γίνονταν διαπραγματεύσεις με σκοπό τη φιλική διευθέτηση οι οποίες όμως τελικά απέτυχαν. Προφανώς το πρωτόδικο δικαστήριο δεν θεώρησε το λόγο αυτό ως επαρκή για να εγκρίνει την αίτηση μονομερώς, ως κατεπείγουσα.
Οι εναγόμενοι-εφεσίβλητοι ήγειραν προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εφέσιμη καθότι δεν εμπίπτει στην ερμηνεία του όρου «απόφαση» σύμφωνα με το άρθρο 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60).
Όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1530 από την πλειοψηφία της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία υιοθέτησε την Χάσικος κ.ά. ν. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389, μόνον ενδιάμεσες αποφάσεις που έχουν άμεσες επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων μπορεί να αποτελέσουν το αντικείμενο έφεσης. Σχετική είναι και η απόφαση στην υπόθεση Κώστα Χατζηγαβριήλ κ.ά. ν. Τραπέζης Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2006) 1 Α.Α.Δ. 1176. Εφαρμόζοντας το σκεπτικό των προαναφερόμενων αποφάσεων στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά «απόφαση» υπό την έννοια του άρθρου 25(1) του Ν. 14/60 και επομένως δεν είναι εφέσιμη. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα αυτό αφού λάβαμε υπόψη πως εκείνο που ουσιαστικά αποφάσισε το πρωτόδικο δικαστήριο με την προσβαλλόμενη ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 20.7.05 ήταν ότι η αίτηση ημερ. 19.7.05, όπως είχε καταχωριστεί, δηλαδή μονομερώς, και υποστηριζόμενη από ένορκη δήλωση που κρίθηκε ως ανεπαρκής, δεν μπορούσε να επιτύχει. Εκτιμούμε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είχε άμεσες επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων, δεδομένου ότι οι εφεσείοντες, αν επιθυμούσαν, θα μπορούσαν να καταχωρίσουν νέα μονομερή αίτηση υποστηριζόμενη από πληρέστερη και επαρκέστερη ένορκη δήλωση ή ακόμα, και ίσως αυτό να ήταν και το συνετότερο, θα μπορούσαν να καταχωρίσουν νέα αίτηση δια κλήσεως, υποστηριζόμενη από πληρέστερη και επαρκέστερη ένορκη δήλωση, οπότε πιθανόν να μην αντιμετώπιζαν τα προβλήματα που αντιμετώπισαν σε σχέση με τη μονομερή τους αίτηση ημερ. 19.7.05.
Το προαναφερόμενο συμπέρασμα κρίνει την τύχη της παρούσας έφεσης· όμως επιθυμούμε να παρατηρήσουμε πολύ συνοπτικά, κάτι επί της ουσίας. Θεωρούμε πως ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι οι 16 μήνες καθυστέρησης στην καταχώριση της μονομερούς αιτήσεως των εφεσειόντων, για παρεμπίπτον διάταγμα, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, στερούσε από τους εφεσείοντες το στοιχείο του κατεπείγοντος που αποτελεί δικαιοδοτικό όρο για την παροχή μονομερούς θεραπείας σύμφωνα με το άρθρο 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 και την απόφαση στην υπόθεση Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598.
Για τους λόγους που εξηγήσαμε η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.
Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.