ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 145
6 Φεβρουαρίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
1. N.S.K. LEATHER PLAST LTD,
2. DYNASTY SHOES LTD,
3. ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΤΕΛΙΟΥ ΚΥΘΡΑΙΩΤΗ,
4. ΜΑΡΙΑ ΣΑΒΒΑ ΤΙΜΟΘΕΟΥ,
Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,
ν.
ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτων - Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 162/2005)
Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων ? Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων εντός ευλόγου χρόνου ? Κατά πόσο η αναστολή της παραγραφής του δικαιώματος αγωγής των εναγόντων στη βάση συναλλαγματικών συνιστούσε παραβίαση του δικαιώματος των εναγομένων για εκδίκαση της υπόθεσής τους εντός εύλογου χρόνου.
Παραγραφή ? Δικαίωμα αγωγής με βάση συναλλαγματικές ? Κατά πόσο παραγράφηκε μετά πάροδο πέντε ετών από την ημερομηνία λήξης τους.
Δικαιοδοσία Δικαστηρίων ? Διάταγμα πώλησης ενυποθήκων κτημάτων ? Δικαιοδοσία έκδοσης ? Κατά πόσο τέτοια δικαιοδοσία έχει το Δικαστήριο που εξέδωσε το διάταγμα ή το Δικαστήριο όπου βρίσκονται τα ενυπόθηκα κτήματα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε συνοπτική απόφαση εναντίον των εφεσειόντων - εναγομένων (οι εφεσείοντες) στη βάση δύο συναλλαγματικών για συνολικό ποσό £1.253,44 πλέον τόκο προς 9%. Επιπρόσθετα εξέδωσε και διάταγμα για πώληση ακινήτων που είχαν υποθηκευθεί ως εγγύηση από τους εφεσείοντες.
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου εγέρθηκε και το θέμα ότι το δικαίωμα αγωγής με βάση τις συναλλαγματικές είχε παραγραφεί, αφού με το Άρθρο 94 του περί Συναλλαγματικών Νόμου, Κεφ. 262, καμία αγωγή για συναλλαγματική ή γραμμάτιο σε διαταγή δεν εγείρεται μετά την πάροδο 5 ετών από την ημερομηνία λήξης του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στο γεγονός ότι το Άρθρο 94 δεν ίσχυε μετά την εφαρμογή του περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμου του 1964 και στη συνέχεια των Νόμων 36/82 και 217/90. Όταν δε ψηφίστηκε ο Νόμος περί Αναστολής του Χρόνου Παραγραφής (Προσωρινές Διατάξεις) του 2002 και καταργήθηκαν οι περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμοι, με βάση την επιφύλαξη στο Άρθρο 4(1) νέος χρόνος παραγραφής άρχισε να προσμετρά μετά την έναρξη της ισχύος του νέου Νόμου και έτσι ο χρόνος των 5 ετών δεν είχε παρέλθει.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση υποστηρίζοντας ότι:
1. Η αναστολή της παραγραφής παραβιάζει και είναι αντίθετη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ειδικότερα με το Άρθρο 6 της Σύμβασης, καθόσον παραβιάζει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη και συγκεκριμένα για δίκη εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.
2. Δικαιοδοσία για έκδοση του διατάγματος πώλησης των υποθηκευθέντων ακινήτων είχε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εντός της οποίας βρίσκονταν τα ακίνητα και όχι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας που το εξέδωσε.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το Άρθρο 94 του Κεφ. 262 και τους περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμους, είναι ορθή.
2. Ο εύλογος χρόνος αναφέρεται στο χρόνο κατά τον οποίο διαρκεί η δικαστική διαδικασία, άρχεται δε με την καταχώρηση της αγωγής και τελειώνει με την έκδοση απόφασης. Δεν έχει προβληθεί οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι υπήρξε οποιαδήποτε καθυστέρηση στη διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Έτσι, το γεγονός ότι ίσχυε αναστολή παραγραφής προηγουμένως, ουδόλως επηρεάζει το δικαίωμα των εναγομένων για διάγνωση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος των δικαιωμάτων τους.
3. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας είχε δικαιοδοσία να εκδώσει το διάταγμα πώλησης των ακινήτων με βάση τις πρόνοιες του εδαφίου 1 του Άρθρου 21 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Τσιακλίδης ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ. 1031,
Τσιακλίδης ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (2005) 1 Α.Α.Δ. 768.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθ.�Αρ. 9538/04), ημερ. 24.4.05.
Γ. Χριστοφίδης, για τους Εφεσείοντες.
Θ. Μίτλεττον με Δαμιανού, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ..
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Μετά από αίτηση για συνοπτική απόφαση, ο πρωτόδικος Δικαστής εξέδωσε απόφαση εναντίον των εναγομένων 1 και 2 και εναντίον των εναγομένων 3 και 4 ως εγγυητών, στη βάση δύο συναλλαγματικών για συνολικό ποσό £1.253,44, πλέον τόκο προς 9%. Επιπρόσθετα, εξέδωσε και διάταγμα για πώληση ακινήτων που είχαν υποθηκευθεί ως εγγύηση από τους εναγομένους.
Το Δικαστήριο κατέληξε στην απόφασή του, αφού έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ενώπιόν του ότι οι εναγομένοι είχαν καλή υπεράσπιση, βασισμένη σε τέτοια γεγονότα που να θεωρηθεί από το Δικαστήριο ότι ήταν επαρκή για να τους δοθεί το δικαίωμα να υπερασπισθούν.
Ένα από τα θέματα που εγέρθηκαν πρωτόδικα ήταν ότι το δικαίωμα αγωγής με βάση τις συναλλαγματικές είχε παραγραφεί, αφού με το άρθρο 94 του περί Συναλλαγματικών Νόμου, Κεφ. 262, καμμία αγωγή για συναλλαγματική ή γραμμάτιο σε διαταγή δεν εγείρεται μετά την πάροδο 5 ετών από την ημερομηνία λήξης του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά αναφέρθηκε στο γεγονός ότι το άρθρο 94 δεν ίσχυε μετά την εφαρμογή του περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμου του 1964 και στη συνέχεια των Νόμων 36/82 και 217/90. Όταν δε ψηφίστηκε ο Νόμος περί Αναστολής του Χρόνου Παραγραφής (Προσωρινές Διατάξεις) του 2002 και καταργήθηκαν οι περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμοι, με βάση την επιφύλαξη στο άρθρο 4(1) νέος χρόνος παραγραφής άρχισε να προσμετρά μετά την έναρξη της ισχύος του νέου Νόμου και έτσι ο χρόνος των 5 ετών δεν είχε παρέλθει.
Με την έφεσή τους οι εφεσείοντες-εναγόμενοι ουσιαστικά δεν προσβάλλουν κανένα από τα ευρήματα και τα συμπεράσματα που εξέτασε πρωτοδίκως το δικαστήριο, αλλά θέτουν δύο νέα θέματα.
Πρώτον, ισχυρίζονται ότι η αναστολή της παραγραφής παραβιάζει και είναι αντίθετη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ειδικότερα με το άρθρο 6 της Σύμβασης, καθόσον παραβιάζει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη και συγκεκριμένα για δίκη εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.
Δεύτερον, ισχυρίζονται ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας δεν είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπόθεση, αφού το διάταγμα πώλησης, που εξέδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο ακίνητης ιδιοκτησίας, που είχε υποθηκευθεί ως ασφάλεια, ήταν εκτός της δικαιοδοσίας του και ενέπιπτε στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Επαρχίας εντός της οποίας βρίσκονταν τα ακίνητα, δηλαδή εντός της Επαρχίας Λάρνακας.
Αναφορικά με τον πρώτο λόγο έφεσης δεν έχουμε κανένα ενδοιασμό να τον απορρίψουμε. Η αναφορά σε δίκαιη δίκη και συγκεκριμένα στο δικαίωμα εκδίκασης εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στην περίπτωση. Ο εύλογος χρόνος αναφέρεται στο χρόνο κατά τον οποίον διαρκεί η δικαστική διαδικασία, άρχεται δε με την καταχώρηση της αγωγής και τελειώνει με την έκδοση απόφασης. Δεν υπάρχει ενώπιον μας ισχυρισμός ότι υπήρξε οποιαδήποτε καθυστέρηση στη διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Έτσι, το γεγονός ότι ίσχυε αναστολή παραγραφής προηγουμένως, ουδόλως επηρεάζει το δικαίωμα των εναγομένων για διάγνωση εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος των δικαιωμάτων τους.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να απορριφθεί και ο δεύτερος λόγος έφεσης. Σχετικές είναι οι αποφάσεις Τσιακλίδης ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ. 1031 και Τσιακλίδης ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (2005) 1 Α.Α.Δ. 768, όπου με βάση επιφύλαξη που εισάχθηκε στον περί Δικαστηρίων Νόμο 14/60 με το άρθρο 2 του Τροποποιητικού Νόμου 102(Ι)/92 κρίθηκε ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία σχετικά με ακίνητα, έστω και αν αυτά δεν βρίσκονταν εντός της επαρχίας του εκδικάσαντος Δικαστηρίου.
Στη δεύτερη πιο πάνω απόφαση λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Επίσης η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τη δικαιοδοσία για διάταγμα πώλησης των κτημάτων, μας βρίσκει και πάλι απόλυτα σύμφωνους. Αυτή κρίθηκε ως ορθή και από το Εφετείο στην Π.Ε. 11326 κατά της απόφασης στην Αγωγή 1196/98.
Το άρθρο 21(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, προνοεί τα ακόλουθα:
(1) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
(2) Οσάκις η αγωγή αφορά εις διανομήν ή πώλησιν οιασδήποτε ακινήτου ιδιοκτησίας ή οιονδήποτε άλλο θέμα αφορών εις ακίνητον ιδιοκτησίαν, αύτη θα εισάγηται εν τω Επαρχιακώ Δικαστηρίω της επαρχίας εντός της οποίας κείται η τοιαύτη ιδιοκτησία.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου ειδικού Νόμου, απαίτηση για απόδοση καθυστερημένων μισθωμάτων που προκύπτει από σύμβαση μισθώσεως ακινήτου ή απαίτηση για καταβολή αποζημιώσεως ένεκα αθέτησης πωλητηρίου ή ενοικιαστηρίου εγγράφου ή άλλης σύμβασης που αφορά την ακίνητη ιδιοκτησία δύναται να εισαχθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του παρόντος Νόμου.
(3) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Η φράση «ένεκα αθέτησης . . . άλλης σύμβασης που αφορά την ακίνητη ιδιοκτησία» καλύπτει πλήρως και την παρούσα περίπτωση και έτσι δίδεται δικαιοδοσία στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας με βάση τις πρόνοιες του εδαφίου (1) του άρθρου 21. Και αυτός ο λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί.»
Η τελευταία παράγραφος του πιο πάνω αποσπάσματος έχει απόλυτη εφαρμογή και στην παρούσα περίπτωση, αφού και τα γεγονότα των πιο πάνω υποθέσεων ήταν ουσιαστικά παρόμοια με τα της υπό κρίση υπόθεσης.
Εν όψει των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.