ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 909
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση αρ. 1/06
12 Ιουλίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ Δ/στές]
SIGMA RADIO TV LTD,
Εφεσείοντες/Εναγόμενοι
- ν. -
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
Εφεσίβλητης/ενάγουσας
----------------------------
Α.Σ. Αγγελίδης για τους εφεσείοντες
Χρ. Μάρκου (κα), για την εφεσίβλητη
-----------------------
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου
θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου
----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Στις 29/9/04 η εφεσίβλητη καταχώρησε την αγωγή αρ. 9191/2004 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εναντίον των εφεσειόντων με την οποία αξίωνε το ποσό των £15.000 που αποτελούσε διοικητικό πρόστιμο που η εφεσίβλητη είχε επιβάλει στους εφεσείσοντες για παράβαση των προνοιών του άρθρου 33 (2) (δ) του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν. 7(1)/98 ως έχει τροποποιηθεί) σχετικά με συγκαλυμμένες διαφημίσεις. Αφού υπήρξε εμφάνιση στην αγωγή και καταχωρήθηκε η έκθεση υπεράσπισης στις 19/10/04, στις 23/2/05 η εφεσίβλητη (ενάγουσα) καταχώρησε αίτηση βασιζόμενη στη Δ.18 κκ 1 και 2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών για συνοπτική απόφαση εναντίον των εφεσειόντων.
Οι εφεσείοντες καταχώρησαν ένσταση στην εν λόγω αίτηση και το πρωτόδικο δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 20/12/05 δέχθηκε την αίτηση και εξέδωσε συνοπτική απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης για το προαναφερθέν ποσό των £15.000 πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα, με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας έφεσης. Στο εφετήριο περιέχονται 4 λόγοι έφεσης που περιληπτικά έχουν ως ακολούθως:
Με τον πρώτο λόγο γίνεται ισχυρισμός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της αίτησης ημερ. 23/2/05 και να εκδώσει κατά συνοπτικό τρόπο απόφαση για το υπέρογκο ποσό των £15.000 διότι δεν υπήρξε αυστηρή τήρηση των προνοιών της Δ.18 Κ.1.
Με το δεύτερο λόγο προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν άσκησε τη δικαστική του αρμοδιότητα αλλά θεώρησε τον εαυτό του ως δέσμιο της διοικητικής απόφασης.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται παρόμοια θέση. Ότι δηλαδή η εφεσιβαλλόμενη απόφαση πάσχει ως δέσμια μιας διοικητικής κρίσης αφού δεν εξέτασε το δικαστήριο τις υπερασπίσεις που ήγειραν οι εφεσείοντες.
Με τον τέταρτο λόγο οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε ως ικανοποιητική μαρτυρία την απλή παρουσίαση των τεκμ. 1 και 2.
Κατά την πρωτόδικη διαδικασία αντεξετάστηκε ο ενόρκως δηλών για υποστήριξη της αίτησης για συνοπτική απόφαση Άνθιμος Παπανδρέου, Αρχιλογιστής της εφεσίβλητης Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου και υπεύθυνος για την είσπραξη των διοικητικών προστίμων που επιβάλλει η Αρχή. Επισύναψε στην ένορκη δήλωση του ως τεκμήρια τόσο την απόφαση με την οποία επιβλήθηκε το διοικητικό πρόστιμο των £15.000 όσο και επιστολές με βάση τις οποίες κλήθηκαν οι εφεσείοντες να καταβάλουν το πρόστιμο αλλά αρνήθηκαν να το πράξουν.
Με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση δεν προβάλλεται ισχυρισμός ότι δεν επιβλήθηκε το πρόστιμο των £15.000 ή ότι το έχουν πληρώσει. Προβάλλονται νομικοί λόγοι, ότι δηλαδή η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για συνοπτική απόφαση δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις τη Δ.18 Κ.1 και Δ.39 Κ.10 και ότι το εν λόγω πρόστιμο επιβλήθηκε παράνομα, για διάφορους λόγους, όπως για παράδειγμα λόγω πάσχουσας σύνθεσης του συλλογικού οργάνου που έλαβε την απόφαση και ότι η απόφαση στηρίζεται σε νόμο που είναι αντισυνταγματικός, με αποτέλεσμα οι εφεσείοντες να είχαν καλή υπεράσπιση.
Προχωρούμε στην εξέταση των λόγων έφεσης οι οποίοι είναι συναφείς και θα εξεταστούν μαζί. Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί αντικανονικότητας της ένορκης δήλωσης, αυτός απορρίπτεται χωρίς καμιά δυσκολία. Η ουσία της ένορκης δήλωσης ήταν ότι εκδόθηκε η απόφαση της επιβολής του διοικητικού προστίμου από την εφεσίβλητη, ότι κοινοποιήθηκε στους εφεσείοντες και ότι οι τελευταίοι δεν είχαν συμμορφωθεί. Με την επισύναψη της απόφασης και των λοιπών τεκμηρίων στην ένορκη δήλωση του Άνθιμου Παπανδρέου, ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία που πληρούσε τις προϋποθέσεις για έκδοση συνοπτικής απόφασης. Ήταν ο ενόρκως δηλών σε θέση να ορκιστεί θετικά επί των γεγονότων, όπως απαιτείται από τη νομολογία. Όσον αφορά το βάρος απόδειξης που είχε η εφεσίβλητη, αυτό εκπληρωνόταν με τη μαρτυρία που παρουσίασε στο δικαστήριο και αυτό που χρειαζόταν για εξέταση είναι αν οι εφεσείοντες είχαν καλή υπεράσπιση ή αποκάλυπταν τέτοια γεγονότα στην υπεράσπιση τους, που να επιβαλλόταν όπως τους δοθεί η ευκαιρία να υπερασπιστούν. Το πρωτόδικο δικαστήριο, με την εμπεριστατωμένη απόφαση του, κατάληξε στο ότι τα θέματα που εγείρονταν με την υπεράσπιση των εναγομένων, όπως αποκαλύπτονταν και στην ένορκη δήλωση που υποστήριζε την ένσταση, ήταν θέματα τα οποία το ίδιο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει και αποφασίσει, αφού αυτά εμπίπτουν, ως θέματα διοικητικού δικαίου, στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος. Προχώρησε λοιπόν και εξέδωσε συνοπτική απόφαση, εφόσον τα όσα είχαν εγερθεί από τους εφεσείοντες δεν αποτελούσαν, έστω και εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση.
Σύμφωνα με νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου όταν πρόκειται για χρηματικές απαιτήσεις τέτοιας φύσης που αποτελούν εκτελεστή διοικητική πράξη, το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει τη νομιμότητα τους αφού αποκλειστική δικαιοδοσία έχει το Ανώτατο Δικαστήριο (βλ. μεταξύ άλλων Pouros & others v. Attorney General (1980) 1 C.L.R. 411, Director of Customs and Excise v. Grecian Hotel (1985) 1 C.L.R. 476, Χρίστου ν. Ε.Τ.Ε.Κ. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1847 και Κυριάκου κ.α. ν. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων (2000) 1 (Α) Α.Α.Δ 589). Τα νομικά θέματα που εγείρονταν με την ένσταση (αλλά και με την έκθεση υπεράσπισης που είχε ήδη καταχωρηθεί) όπως για παράδειγμα η αντισυνταγματικότητα του Νόμου, η πάσχουσα σύνθεση του συλλογικού οργάνου και γενικά όλοι οι λόγοι για τους οποίους γινόταν ισχυρισμός ότι η επιβολή του προστίμου είναι παράνομη, ήταν κάτι που το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει, επειδή αφορούσε εκτελεστή διοικητική πράξη που αναγόταν στη σφαίρα της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. (Βλ. Sigma Radio T.V. Ltd. κα v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, (2004) 3 Α.Α.Δ. 134, απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας, όπου εξετάστηκαν τα θέματα που εγείρονται από τους εφεσείοντες για το παράνομο της απόφασης επιβολής του διοικητικού προστίμου, και στην παρούσα). Από τα ενώπιον μας γεγονότα δε φαίνεται αν οι εφεσείοντες είχαν προσβάλει με προσφυγή την απόφαση της εφεσίβλητης να τους επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο των £15.000. Εν παση περιπτώσει, σύμφωνα με τον Καν. 47 των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000), «τα τέλη ή διοικητικά πρόστιμα ή οποιεσδήποτε άλλες οφειλές καταβάλλονται στην Αρχή ανεξάρτητα από οποιαδήποτε ένσταση ή προσφυγή.»
Η πιο πάνω κατάληξη μας υποστηρίζεται και από την υπόθεση Sigma Radio Tv ν. Aρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Π.Ε. 12186 ηεμρ. 23/2/06 που αφορούσε έφεση εναντίον απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία διέγραψε την έκθεση υπεράσπισης για το λόγο ότι δεν αποκάλυπτε λογική υπεράσπιση και εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης αρχής. Το Εφετείο έκρινε ότι εφόσον τα όσα εγείρονταν με την υπεράσπιση ενέπιπταν στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν είχε εξουσία να τα εξετάσει, με αποτέλεσμα να μην υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου λογική υπεράσπιση.
Σχετική με το θέμα που εξετάζουμε και αντίθετη με τη θέση των εφεσειόντων, είναι και η υπόθεση Sigma Radio TV Ltd. V. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 1 (Α) Α.Α.Δ. 408, όπου, πάνω σε πανομοιότυπα γεγονότα, το εφετείο έκρινε ότι ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε συνοπτική απόφαση.
Στρεφόμενοι στη δική μας υπόθεση, η ορθότητα και νομιμότητα της επιβολής του διοικητικού προστίμου των £15.000 είναι θέμα διοικητικού δικαίου και μπορεί να αμφισβητηθεί μόνο ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου στα πλαίσια προσφυγής με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος. Αν η προσφυγή επιτύχει τότε θα υπάρχει η θεραπεία της αποζημίωσης των αιτητών, είτε με ικανοποίηση τους από την εφεσίβλητη με την επιστροφή των χρημάτων (προστίμου) ή με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 146.6 του Συντάγματος, αν η εφεσίβλητη αρνηθεί να ικανοποιήσει την απαίτησή τους. Όπως είχαν τα ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου γεγονότα, όχι μόνο δεν έδειχναν ότι υπήρχε εκ πρώτης όψης υπεράσπιση, αλλά ούτε και ήσαν τέτοια που να ενδείκνυτο η παραχώρηση άδειας υπεράσπισης της υπόθεσης.
Ως αποτέλεσμα η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ της εφεσίβλητης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή.
Δ. Δ. Δ.