ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 707
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αίτηση αρ. 30/2007).
13 Ιουνίου, 2007
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ FAZ AVIATION LIMITED, FOUD AL-ZAYAT, SAMATA ENTERPRISES LTD, SAMAYA INVESTMENTS LTD, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ FAZ AVIATION LIMITED, FOUD AL-ZAYAT, SAMATA ENTERPRISES LTD, SAMAYA INVESTMENTS LTD ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟ) ΣΤΙΣ 15.5.2007 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 3210/07, ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΚΑΙ
MINISTRY OF DEFENCE AND SUPPORT OF THE ARMED FORCES FOR THE ISLAMIC REPUBLIC OF IRAN ΑΠΟ ΤΗΝ INCEPTION OF RESALAT EXPRESSWAY AND SHAHID KABOULI STREET, ΚΤΙΡΙΟ VALI-E-AMR, ΤΕΧΕΡΑΝΗ, ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΙΡΑΝ
ΚΑΙ
1. FAZ AVIATION LIMITED (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ ΓΝΩΣΤΗ ΩΣ FN AVIATION LIMITED),
2. FOUAD AL-ZAYAT,
3. SAMATA ENTERPRISES LIMITED,
4. SAMAYA INVESTMENTS LIMITED,
5. SAMATA ENTERPRISES (UK) LIMITED,
6. COEURHOPE PROPERTY INVESTMENT LIMITED,
7. FACTO INVESTMENTS LIMITED,
8. GULF UTILITIES COMPANY LIMITED,
9. AQUA TRANSIT LIMITED,
10. MARFIN POPULAR BANK PUBLIC CO. LTD,
11. CORBY HOLDINGS LTD,
12. MERTON INVESTMENTS LTD,
Εναγόμενοι.
___________________________
Αντ. Ανδρέου με Γ. Γεωργίου και Κ. Καλλή, για τους Αιτητές.
_____________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση οι αιτητές ζητούν την άδεια του Δικαστηρίου για καταχώριση αίτησης για την έκδοση του προνομιακού εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 15.5.07 στην Αγωγή αρ. 3210/07 καθώς επίσης και για έκδοση εντάλματος Prohibition με το οποίο να απαγορεύεται στο εν λόγω Επαρχιακό Δικαστήριο να επιλαμβάνεται και εξετάζει την εν λόγω αγωγή ή οποιαδήποτε αίτηση για χορήγηση προσωρινής ή ενδιάμεσης θεραπείας. Ζητείται επίσης και διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η ισχύς του προσωρινού διατάγματος της 15.5.07 μέχρι την περάτωση της παρούσας διαδικασίας.
Το προαναφερθέν προσωρινό διάταγμα εκδόθηκε στις 15.5.07 μονομερώς και έγινε επιστρεπτέο στις 22.5.07 και ώρα 9.00 π.μ.. Κατά την εν λόγω ημερομηνία υπήρξε εμφάνιση από πλευράς των καθ΄ ων η αίτηση (μεταξύ των οποίων και οι αιτητές στην παρούσα) και δηλώθηκε η πρόθεση ένστασης. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη και το χρόνο που ζητήθηκε για καταχώριση ένστασης από άλλους καθ΄ ων η αίτηση (όχι τους αιτητές στην παρούσα) όρισε την αίτηση για ακρόαση στις 19.6.07 αλλά με αίτημα των συνηγόρων των διαδίκων την όρισε στις 22.6.07 και ώρα 8.30 π.μ., με οδηγίες όπως η ένσταση καταχωρηθεί σε 15 μέρες. Στο μεταξύ καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση.
Tα κριτήρια που πρέπει να ικανοποιούνται για τη χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, έχουν διασαφηνιστεί από όγκο νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1298 σελ. 1303 ο Αρέστης Δ. (όπως ήταν τότε) διατύπωσε το θέμα ως ακολούθως:
«Στο παρόν στάδιο το δικαστήριο κατά την ενάσκηση της διακριτικής του εξουσίας εξετάζει κατά πόσον υπάρχει συζητήσιμη εκ πρώτης όψεως υπόθεση που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας. Δεν χρειάζεται να εμβαθύνει περισσότερο στην υπόθεση. Είναι αρκετό σε αυτό το στάδιο με βάση το υλικό που βρίσκεται ενώπιον του δικαστηρίου να δικαιολογείται η παραχώρηση τέτοιας άδειας: Γενικός Εισαγγελέας ν. Π. Χρίστου (1962) C.L.R. 129, Εξ πάρτε Νίνα Παναρέτου (1972) 1 C.L.R. 165, Kακος (1985) 1 C.L.R. 250, Αργυρίδης (1987) 1 C.L.R. 23, A.L.S. Aircraft Leasing System Ltd., Αίτηση (2000) 1 Α.Α.Δ. 51.
Οι λόγοι για τους οποίους εκδίδονται προνομιακά εντάλματα περιλαμβάνουν:
(α) Έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.
(β) Έκδηλη πλάνη Νόμου προφανής στα πρακτικά.
(γ) Προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση.
(δ) Δόλο ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης.
(ε) Παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.
(Βλ. μεταξύ άλλων, Αναφορικά με το Genaro Perella (1995) 1 A.Α.Δ. 692).»
Στην υπόθεση Base Metal Trading Ltd. v. FASTACT DEVELOPMENTS LTD. κ.α. (2004) 1 (Γ) A.A.Δ. 1535, 1541 ο Γαβριηλίδης Δ. εκδίδοντας την απόφαση του Εφετείου, διατύπωσε το θέμα ως ακολούθως:
«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ. μεταξύ άλλων, R. v Secretary of State (1986) 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ 41, Στ. Μεστάνα, Πολ. Εφ. 9906, 22.9.2000 και Χρ. Μιχαήλ και Στ. Μιχαηλίδη, Αίτηση Αρ. 13/2001, 1.3.2001). Στη Hellenger Trading Ltd, Aίτηση αρ. 94/2000, 30.11.2000, διευκρινίστηκε, ορθά ότι η αρχή αυτή «ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα». Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ. επίσης, Σ. Μαρκίδης κ.α., Αίτηση αρ. 133/03, 20.2.04). Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori λόγο απόρριψης της αίτησης.»
Τα όσα αναφέρονται στην υπόθεση FASTACT DEVELOPMENTS LTD (πιο πάνω) υιοθέτησαν και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών κατά την παρούσα διαδικασία.
Με την αίτηση αλλά και τις αγορεύσεις τους οι αιτητές προβάλλουν τους ακόλουθους λόγους προς υποστήριξη του αιτήματος τους:
(α) Ότι η ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση, δηλαδή αυτή του κ. Morteza Zahraei, δεν συνιστούσε ένορκη δήλωση εντός της έννοιας του Νόμου με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου έγκυρη αίτηση.
(β) Ότι το Δικαστήριο «ήταν ανθρωπίνως αδύνατο στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της καταχώρισης της αίτησης μέχρι την έκδοση του προσωρινού διατάγματος έχοντας υπόψη τον όγκο των τεκμηρίων και της ένορκης δήλωσης να μελετήσει και να αξιολογήσει το ογκώδες υλικό που είχε τεθεί ενώπιον του». Αποτέλεσμα τούτου είναι η μη αξιολόγηση του μαρτυρικού υλικού, που ήταν ενώπιον του Δικαστηρίου, κάτι που ισοδυναμεί με αναιτιολόγητη απόφαση κατά παράβαση του άρθρου 30.2 του Συντάγματος.
(γ) Το Δικαστήριο κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος επέβαλε στην ενάγουσα τρεις εναλλακτικούς όρους αναφορικά με την εγγύηση ως ακολούθως:
(ι) Εγγύηση με δύο αξιοχρέους εγγυητές, ή
(ιι) Κατάθεση τραπεζικής εγγύησης ύψους £500.000.-, ή
(ιιι) Κατάθεση στον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ποσό ύψους £200.000.-
΄Ηταν η εισήγηση τους ότι ενόψει του ότι ο όρος (ι) είναι στην ουσία ανεφάρμοστος αφού το Δικαστήριο δεν καθόρισε το ύψος της εγγύησης, καθώς επίσης και του γεγονότος ότι το ποσό των £200.000.- είναι ουσιωδώς μικρότερο του ποσού των £500.000.- που έκρινε το Δικαστήριο ότι ήταν η ορθή εγγύηση, οδηγούν σε άκυρη εγγύηση.
(δ) Το Δικαστήριο έσφαλε ως προς το Νόμο και τη σχετική νομολογία αφού παρέλειψε να συμπεριλάβει στο προσωρινό διάταγμα ημερ. 15.5.07 πρόνοια που να επιτρέπει στους αιτητές να έχουν πρόσβαση στους λογαριασμούς τους για το διορισμό δικηγόρου ή δικηγόρων για την υπεράσπιση τους, τόσο στην εν λόγω αγωγή όσο και στη διαδικασία ακρόασης του προσωρινού διατάγματος, παράλειψη που αποτελεί νομικό σφάλμα που προκύπτει από το πρακτικό (error of law on the face of the record) και παράβαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτητών όσον αφορά το δικαίωμα τους στην ελεύθερη πρόσβαση τους στο Δικαστήριο, το οποίο διασφαλίζεται από το άρθρο 30 του Συντάγματος.
Προχωρώ στην εξέταση της αίτησης με τη σειρά που προώθησαν τους πιο πάνω λόγους οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών. Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι το πρωτόδικο δικαστήριο όφειλε να προβεί σε πρόνοια στο εν λόγω προσωρινό διάταγμα με βάση την οποία οι αιτητές στην παρούσα θα είχαν το δικαίωμα να αποσύρουν χρήματα για διορισμό δικηγόρου ή δικηγόρων, δεν έχει τεθεί ενώπιον μου οτιδήποτε, ούτε και έγινε αναφορά σε οποιαδήποτε αυθεντία, που να υποστηρίζει τη θέση ότι κατά την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος μονομερώς, το Δικαστήριο θα πρέπει να προβαίνει και σε πρόνοια ότι θα πρέπει να αφήνει εκτός του διατάγματος και το ποσό των χρημάτων που θα χρειαστεί ο καθ΄ ου η αίτηση-εναγόμενος για σκοπούς υπεράσπισης της εναντίον του αγωγής και αίτησης για προσωρινό διάταγμα. Άλλωστε το Δικαστήριο, στο στάδιο εξέτασης της μονομερούς αίτησης, δεν έχει οτιδήποτε ενώπιον του που να δείχνει, (α) την ανάγκη για τέτοιο όρο στο προσωρινό διάταγμα, και (β) το ύψος του ποσού που θα χρειαστεί ο καθ΄ ου η αίτηση για υπεράσπιση της αγωγής και του προσωρινού διατάγματος. Επί του προκειμένου, εκ πρώτης όψης, συμφωνώ με την άποψη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι το θέμα αυτό μπορεί να εγερθεί στην ένσταση στην αίτηση για προσωρινό διάταγμα και να εξεταστεί κατά τη διαδικασία αν θα συνεχίσει ή όχι αυτό. Άλλωστε παρά το ότι στο λεκτικό ενός προσωρινού διατάγματος που γίνεται επιστρεπτέο υπάρχει η φράση ότι ο καθ΄ ου η αίτηση μπορεί να εμφανιστεί και δείξει λόγο γιατί να μη συνεχίσει αυτό να ισχύει, σύμφωνα με τη νομολογία (βλ., μεταξύ άλλων, In re Φεσσάς (1990) 1 Α.Α.Δ. 704, σελ. 719 και Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1453, σελ. 1462), το βάρος είναι στους αιτητές για να δικαιολογήσουν ότι καλώς εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα και ότι αυτό θα πρέπει να παραταθεί. Το πρωτόδικο δικαστήριο προέβηκε σε πρόνοια για κάποια ποσά που δυνατό να χρειάζονταν για την λειτουργία των καθ΄ ων η αίτηση, που είναι νομικά πρόσωπα, όπως και για την διαβίωση του εναγόμενου-καθ΄ ου η αίτηση 2, κάτι που σύμφωνα με τη νομολογία πρέπει να επιτρέπεται σε τέτοιου είδους διατάγματα. Τώρα αν τα ποσά αυτά είναι αρκετά ή όχι, είναι θέμα που θα εξεταστεί κατά την ακρόαση της αίτησης για προσωρινό διάταγμα. Στη διαδικασία για συνέχιση του διατάγματος μπορεί να εξεταστεί και το θέμα που αφορά την αμοιβή των δικηγόρων. Καταλήγω λοιπόν ότι το παράπονο ότι το Δικαστήριο δεν έκανε πρόνοια, σ΄ αυτό το στάδιο, για δικηγορικά έξοδα δεν δικαιολογεί την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.
Στρέφομαι τώρα στην ένορκη δήλωση του Morteza Zahraei που είναι ο ένας από τους ενόρκως δηλούντες (ο βασικός) για υποστήριξη της μονομερούς αίτησης για προσωρινό διάταγμα αφού υπήρχε και η ένορκη δήλωση του Νίκου Μαρκίδη. Το παράπονο των αιτητών είναι ότι η ένορκη δήλωση του Zahraei είναι στα Αγγλικά και όχι στην Ελληνική γλώσσα ή τη μητρική γλώσσα του εν λόγω ενόρκως δηλούντα, με μετάφραση στα Ελληνικά. Σημειώνω ότι ο ενόρκως δηλών δηλώνει στην εν λόγω ένορκη δήλωση (στα Αγγλικά) ότι τα Αγγλικά δεν είναι η μητρική του γλώσσα αλλά διαβεβαιεί ότι γνωρίζει να μιλά και να διαβάζει την Αγγλική γλώσσα και κατανοεί πλήρως το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης στην οποία προβαίνει. Επομένως δεν έχουμε περίπτωση που να υπήρχε ένορκη δήλωση στη μητρική του γλώσσα και να μην της έγινε πιστοποιημένη μετάφραση, αλλά μια πρωτογενή ένορκη δήλωση στα Αγγλικά και σε καταληπτή από τον ενόρκως δηλούντα γλώσσα. Νομικά είναι επιτρεπτή τέτοια ένορκη δήλωση, στην Αγγλική δηλαδή γλώσσα, αλλά το Δικαστήριο έχει και εξουσία να δώσει οδηγίες όπως αυτή μεταφραστεί στα Ελληνικά (Βλ. τον περί των Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμο του 1988 - Ν 67/88, όπως τροποποιήθηκε με το Ν 154/90). Δεν έχω λοιπόν ικανοποιηθεί περί ύπαρξης, έστω και εκ πρώτης όψης, τέτοιου νομικού σφάλματος που να συνηγορεί υπέρ της παραχώρησης της αιτούμενης άδειας γι΄ αυτό το λόγο.
Άλλος λόγος στον οποίο βασίζονται οι αιτητές είναι ο ισχυρισμός τους ότι ενόψει του όγκου των εγγράφων που ήσαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ήταν ανθρωπίνως αδύνατο για το Δικαστήριο να τα μελετήσει, παρόλο που ανάφερε στην απόφαση του ότι μελέτησε όλο το ενώπιον του μαρτυρικό υλικό. Τόνισαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι τον όγκο των εγγράφων που συνόδευαν την αίτηση, που είναι 3425 σελίδες. Εξέτασα και αυτό τον ισχυρισμό. Καταρχήν σημειώνω ότι η αίτηση καταχωρήθηκε από τις 14.5.07 και το προσωρινό διάταγμα εκδόθηκε στις 15.5.07, που υπήρχε αρκετός χρόνος για το Δικαστήριο να εξετάσει την αίτηση. Το πρωτόδικο δικαστήριο στην απόφαση του να εγκρίνει το προσωρινό διάταγμα αναφέρει συγκεκριμένα τα εξής: «Αφού έχω εξετάσει την αίτηση, την ένορκη δήλωση και όλο το υλικό ενώπιον του Δικαστηρίου, κρίνω ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ..». Δεν αναφέρει το Δικαστήριο ότι διάβασε μια προς μια όλες τις σελίδες των ενώπιον του εγγράφων, για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι δεν το έχει πράξει, αφού τούτο θα ήταν ανθρωπίνως αδύνατο, όπως το θέτουν οι αιτητές, στο χρόνο που είχε από της καταχώρησης της αίτησης. Επίσης έχω την άποψη ότι ούτε ήταν υπόχρεο το Δικαστήριο να μελετήσει όλες ανεξάρτητα τις 3425 σελίδες μια προς μια. Είναι αρκετό αν από τα όσα μελέτησε το Δικαστήριο δικαιολογείτο η έκδοση του προσωρινού διατάγματος. Αν θα συνεχίσει αυτό ή όχι είναι θέμα που θα συζητηθεί κατά την ακρόαση της αίτησης που είναι ορισμένη σύντομα. Ότι δεν είναι υπόχρεο το Δικαστήριο να μελετήσει όλα τα έγγραφα ένα προς ένα, προκύπτει και από την απόφαση στην υπόθεση In re Argyrides (1987) 1 C.L.R. 30, που έγινε παρόμοιος ισχυρισμός σε υπόθεση παραπομπής σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Και εκεί το παραπέμπον Δικαστήριο είχε αναφέρει ότι μελέτησε το μαρτυρικό υλικό και ο ισχυρισμός από πλευράς του κατηγορούμενου ήταν ότι στο σύντομο διάλειμμα, στο οποίο προέβηκε το Δικαστήριο, ήταν αδύνατο να το πράξει.
Ο τελευταίος λόγος που προβάλλουν οι αιτητές είναι η μορφή της εγγύησης που διέταξε το Δικαστήριο τους αιτητές-ενάγοντες να δώσουν. Τους έδωσε τρεις διαζευκτικές εγγυήσεις: μια για τραπεζική εγγύηση στο ποσό των £500.000.-, μια για υπογραφή εγγύησης με δύο αξιόχρεους εγγυητές και τρίτη με κατάθεση £200.000.- στο Δικαστήριο και οι αιτητές προτίμησαν την τελευταία. Και αν ακόμα δεχθούμε ότι η μια μορφή εγγύησης που προέβλεπε με υπογραφή εγγύησης με δύο αξιόχρεους εγγυητές δεν ανέφερε ποσό και είναι άκυρη, υπάρχουν οι δυο άλλες διαζευκτικές μορφές εγγύησης που είναι καθόλα έγκυρες. Όμως είμαι της άποψης ότι, όπως είναι διατυπωμένη η απόφαση του Δικαστηρίου, το ποσό των £500.000.- πρέπει να αναφέρεται και στην εγγύηση με δύο αξιόχρεους εγγυητές και όχι μόνον στην τραπεζική εγγύηση. Εν πάση περιπτώσει η εγγύηση που δόθηκε είναι έγκυρη. Αν είναι ανεπαρκής είναι άλλο θέμα, ανεξάρτητο από την ουσία του διατάγματος, και μπορεί να συζητηθεί κατά την ακρόαση της αίτησης, αν χρειαστεί. Αν δηλαδή η αίτηση για συνέχιση του προσωρινού διατάγματος επιτύχει μπορεί το Δικαστήριο με αίτημα των καθ΄ ων η αίτηση (αιτητών στην παρούσα) να αυξήσει το ποσό. Αν καταλήξει το Δικαστήριο να τερματίσει το διάταγμα, τότε δεν τίθεται θέμα εγγύησης. Με το ίδιο σκεπτικό το γεγονός ότι στην περίπτωση κατάθεσης χρημάτων στο Δικαστήριο, καθορίστηκε στο ποσό των £200.000.- αντί £500.000.- που ήταν η τραπεζική εγγύηση, δεν επηρεάζει την εγκυρότητα του διατάγματος (βλ. Seamark Consultancy Services Limited v. Joseph P. Lasala κ.α., Π.Ε. 71/2006, 74/2006 και 92/2006, ημερ. 16.2.2007), αφού μπορεί να ζητηθεί η αύξηση του ποσού.
Εν όψει όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι όλα τα θέματα που ήγειραν ενώπιον μου οι συνήγοροι των αιτητών μπορούν να εγερθούν στην ένσταση στην αίτηση για προσωρινό διάταγμα και να εξεταστούν σε εκείνη τη διαδικασία. Σε περίπτωση που η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ενάντια των καθ΄ ων η αίτηση-εναγομένων (αιτητών στην παρούσα) τότε θα υπάρχει η θεραπεία της έφεσης. Δεν υπάρχουν καθόλου εξαιρετικές περιστάσεις που να θέτουν την υπόθεση στην εξαίρεση από τον κανόνα ότι όπου υπάρχει άλλη θεραπεία, δεν εκδίδονται διατάγματα αυτής της φύσης.
Με βάση τα πιο πάνω δεν έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει καλός λόγος για παραχώρηση της αιτούμενης άδειας και η αίτηση απορρίπτεται.
Μ. ΦΩΤΙΟΥ,
Δ.
/ΕΑΠ.