ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 624
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 12227)
25 Μαΐου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
MARKETRENDS FINANCE LTD,
Εφεσείοντες,
ν.
1. ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ,
2. ΕΛΕΝΑΣ Χ" ΒΑΣΙΛΗ,
Εφεσιβλήτων.
________________________
Ν. Κυπραίος, για Λ. Παπαφιλίππου, για τους Εφεσείοντες.
Ν. Παπαθεοχάρους, για τους Εφεσίβλητους.
________________________
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Αθέτηση γραπτής συμφωνίας ανοίγματος λογαριασμού περιθωρίου - (Margin Account) - είχε ως αποτέλεσμα την καταχώριση, στις 4/10/2002, εκ μέρους των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων, αγωγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, με την οποία αξιωνόταν ποσό £9.603,77, πλέον τόκοι και έξοδα.
Οι εφεσίβλητοι, στις 21/3/2003, με την Υπεράσπισή τους, ήγειραν ανταπαίτηση ύψους £30.000,00, με αποτέλεσμα η κλίμακα της αγωγής να αυξηθεί, έτσι ώστε η εκδίκασή της να εμπίπτει στη δικαιοδοσία Ανώτερου Επαρχιακού Δικαστή. Η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 13/5/2004, ημερομηνία, όμως, που ο φάκελός της, εκ παραδρομής, δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστή που θα την εκδίκαζε, σύμφωνα με το πρόγραμμα εργασίας, αλλά ενώπιον του Δικαστή που την επιλαμβανόταν προηγουμένως. Αποτέλεσμα ήταν η ακρόαση να αναβληθεί για τις 4/10/2004 και ώρα 11.00 π.μ. Το Πρωτοκολλητείο ειδοποιήθηκε ώστε, στη νέα ημερομηνία, να θέσει την υπόθεση ενώπιον του Ανώτερου Επαρχιακού Δικαστή που θα την εκδίκαζε.
Κατά την ημερομηνία της ακρόασης, και επειδή μέχρι τις 11.25 π.μ. δεν υπήρξε εμφάνιση από πλευράς των εφεσειόντων ενώπιον του Δικαστή που θα εκδίκαζε την υπόθεση, ο συνήγορος των εφεσιβλήτων ζήτησε απόρριψη της αγωγής. Την υστάτη εμφανίστηκε η συνήγορος κ. Χλ. Τοφαρίδου εκ μέρους των εφεσειόντων και ζήτησε αναβολή της υπόθεσης για μιάμιση ώρα, έτσι ώστε να εμφανιστεί στο Δικαστήριο συνήγορος από το γραφείο των συνηγόρων των εφεσειόντων. Στις 12.45 μ.μ. εμφανίστηκε εκ μέρους των εφεσειόντων άλλος συνήγορος, ο οποίος υπέβαλε αίτημα αναβολής της ακρόασης για δύο λόγους: Πρώτο, επειδή ο συνήγορος κ. Χριστοδούλου, που χειριζόταν την υπόθεση, δεν επέστρεψε από το εξωτερικό, όπως ήταν προγραμματισμένο, και, δεύτερο, επειδή δεν υπήρχαν μάρτυρες, αφού λίγες μέρες προηγουμένως συνήγορος εκ μέρους των εφεσειόντων, ο οποίος επισκέφθηκε το Δικαστή που είχε προηγουμένως ορίσει την υπόθεση για ακρόαση, σχημάτισε την εντύπωση ότι η υπόθεση δε θα εκδικαζόταν, λόγω άλλης συνεχιζόμενης υπόθεσης ενώπιόν του. Το αίτημα για αναβολή απορρίφθηκε. Ο συνήγορος, στη συνέχεια, ζήτησε ανεπιτυχώς άδεια να αποσυρθεί. Δεν υπήρχαν διαθέσιμοι μάρτυρες και η αγωγή απορρίφθηκε. Η υπόθεση προχώρησε σε σχέση με την ανταπαίτηση, για να αποσυρθεί, όμως, άνευ βλάβης, μετά την ολοκλήρωση της κυρίως εξέτασης του πρώτου μάρτυρα των εφεσιβλήτων, και να απορριφθεί.
Την απόρριψη της αγωγής ακολούθησε, από μέρους των εφεσειόντων, καταχώριση αίτησης επαναφοράς της, στη βάση των Δ.33, θ.1, 4 και 5 και Δ.26, θ. 4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η αίτηση συνοδευόταν από μακροσκελή ένορκο δήλωση, με τους λόγους οι οποίοι, κατά τους εφεσείοντες, δικαιολογούσαν την επαναφορά της αγωγής. Τους συνοψίζουμε:-
Επειδή, ισχυρίζονται οι εφεσείοντες, οι συνήγοροί τους ήταν με την εντύπωση ότι την υπόθεση θα εκδίκαζε ο Δικαστής που την όρισε για ακρόαση, η συνήγορος κ. Τοφαρίδου, στις 30/9/2004, τον επισκέφτηκε και ζήτησε να πληροφορηθεί εάν η υπόθεση, στις 4/10/2004, θα ακουγόταν. Καίτοι το Δικαστήριο δεν μπορούσε να δώσει οριστική απάντηση, γεγονότα που ακολούθησαν - καθυστέρηση επιστροφής από το εξωτερικό του συνηγόρου κ. Χριστοδούλου που χειριζόταν την υπόθεση, αδυναμία του συνηγόρου κ. Ν. Κυπραίου, ο οποίος θα την χειριζόταν, να βρίσκεται στο Δικαστήριο Πάφου την καθορισμένη ώρα, λόγω άλλης εργασίας μέχρι τις 10.00 π.μ. στη Λευκωσία - ανάγκασαν τους συνηγόρους τους, το πρωί της 4/10/2004, να ζητήσουν από συνήγορο στην Πάφο να πληροφορηθεί κατά πόσο η υπόθεση θα ακουγόταν. Στη συνήγορο κ. Τοφαρίδου, η οποία εμφανίστηκε ενώπιον του Δικαστή Π. Μιχαηλίδη στις 9.30 π.μ., αναφέρθηκε ότι προηγούντο άλλες υποθέσεις να ακουστούν και να «... βρει τον αντίδικο δικηγόρο και να έλθουν ενώπιον του με αίτημα αναβολής το οποίο θα ενέκρινε ένεκα της σχεδόν βέβαιης πιθανότητας η ακρόαση της υπόθεσης να μην ξεκινούσε ...» Η κ. Τοφαρίδου ενημέρωσε τους συνηγόρους των εφεσειόντων, οι οποίοι, με τη σειρά τους, ειδοποίησαν τον ενόρκως δηλούντα ότι η ακρόαση της υπόθεσης θα αναβαλλόταν.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά από εκτενή αναφορά στη νομολογία, σε σχέση με την ερμηνεία της Δ.33, θ.5[1], ανάλυση και σχολιασμό του περιεχομένου της ενόρκου δηλώσεως των εφεσειόντων, κατέληξε, ασκώντας τη διακριτική του εξουσία, να απορρίψει την αίτηση. ΄Εκρινε τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν με την ένορκο δήλωση, σε διάφορα σημεία, ασυμβίβαστους με τα όσα ενώπιόν του, κατά την ημέρα απόρριψης της αγωγής, αναφέρθηκαν. Απέρριψε τον ισχυρισμό ότι την υπόθεση χειριζόταν ο συνήγορος κ. Χριστοδούλου, ο οποίος αναπάντεχα καθυστέρησε να επιστρέψει από το εξωτερικό, ως ασυμβίβαστο με το αίτημα, στις 4/10/2004, για σύντομη αναβολή, ώστε να φτάσει στο Δικαστήριο συνήγορος από το γραφείο των εφεσειόντων στη Λευκωσία. Ασυμβίβαστους έκρινε και τους ισχυρισμούς της ένορκης δήλωσης ότι ο Δικαστής Π. Μιχαηλίδης προέτρεψε τη συνήγορο να ζητήσει αναβολή, αφού κάτι τέτοιο ενώπιόν του εκείνη δεν ισχυρίστηκε. Ούτε αποδέχτηκε τον ισχυρισμό ότι οι μάρτυρες ειδοποιήθηκαν να μην παρουσιαστούν στο Δικαστήριο, γιατί η υπόθεση θα αναβαλλόταν, στη βάση και πάλι της απουσίας ενώπιόν του τέτοιου ισχυρισμού. Εάν, καταλήγει το πρωτόδικο Δικαστήριο:-
«... τα όσα καταγράφονται στην ένορκη δήλωση ήταν αληθινά η αίτηση θα επιτύγχανε. Τα αναφερθέντα νέα στοιχεία για την εμπλοκή του συναδέλφου θα δικαιολογούσαν την θεραπεία. ΄Ομως η βάση της αίτησης αποδεικνύεται αναληθής. Καταρρίπτεται από το πρακτικό της 4.10.2004.»
Με τρεις λόγους έφεσης, οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τους ισχυρισμούς τους για επαναφορά της αγωγής. Χωρίς να ακουστούν, απώλεσαν το δικαίωμα να διεκδικήσουν τα οφειλόμενα σ' αυτούς ποσά. Περαιτέρω, και αν ακόμη τα γεγονότα της ένορκης δήλωσης δεν ευθυγραμμίζονταν με αναφορές στο πρακτικό της 4/10/2004, δεν εδικαιολογείτο απόρριψη της αγωγής, αφού οι συνήγοροί τους, με την ενημέρωση που έτυχαν, είχαν την εντύπωση ότι η υπόθεση δε θα εκδικαζόταν. Μαρτυρία περί του αντιθέτου δεν υπήρχε και, συνεπώς, το Δικαστήριο δεν μπορούσε να θεωρήσει ότι ο Δικαστής Π. Μιχαηλίδης δεν προέτρεψε τη συνήγορο κ. Τοφαρίδου να ζητήσει αναβολή.
Το δικαστήριο, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας σε αιτήσεις αυτής της φύσεως, προσπαθεί να εξισορροπήσει δύο παράγοντες: Αφ' ενός, την ανάγκη διασφάλισης του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεσή του και, αφ' ετέρου, την ανάγκη ταχείας διεκπεραίωσης των δικαστικών υποθέσεων.
΄Εχουμε εξετάσει με προσοχή τα όσα το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη του, προτού καταλήξει στην απόρριψη της αίτησης. Θεωρούμε τα ευρήματά του εύλογα, ενόψει όλων όσων είχε ενώπιόν του. Ο ισχυρισμός ότι η άλλη πλευρά δεν αμφισβήτησε γεγονότα της ένορκης δήλωσης των εφεσειόντων, ή ότι δεν υπήρχε περί του αντιθέτου μαρτυρία, δεν οδηγεί, άνευ ετέρου, σε αποδοχή τους. Στην παρούσα περίπτωση, τα γεγονότα τα οποία επικαλούνται οι εφεσείοντες ανατρέπονται από προηγούμενες αναφορές των συνηγόρων τους ενώπιον του Δικαστηρίου. Το Εφετείο είναι καλά γνωστό ότι δεν υποκαθιστά το πρωτόδικο δικαστήριο στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που ο νόμος του παρέχει, εφόσον οι διάφοροι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη εύλογα οδηγούν στα ευρήματά του. Εδώ, δεν παρέχεται έδαφος για επέμβαση. ΄Ολα όσα με λεπτομέρεια παρατίθενται από το πρωτόδικο Δικαστήριο εύλογα οδήγησαν στην απόρριψη της αίτησης.
Η έφεση απορρίπτεται, με £700,00 έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Γ. Νικολάου, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
/ΜΠ
[1] Mesolongitis v. Koutas (1986) 1 C.L.R. 161
Toumbouros Est. Ltd v. Ιωαννίδου κ.á. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1512
Γεωργίου κ.á. ν. Επάρχου Λεμεσού (2000) 1 Α.Α.Δ. 79
Χαραλάμπους ν. K. & T. Andreou Ltd κ.á. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1296