ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 827
8 Σεπτεμβρίου, 2006
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΛΛΑΝΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΡΙΣΤΗ ΛΤΔ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη,
v.
P.T.A. FOODLAB & NUTRITIONAL SERVICES LTD,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12180)
Συμβάσεις ― Σύμβαση παροχής υπηρεσιών ― Υποχρέωση συμβαλλομένων ― Η αποκόμιση οφέλους από συμβαλλόμενο μέρος δεν είναι επιτρεπτή χωρίς την ταυτόχρονη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του προς το αντισυμβαλλόμενο μέρος.
Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων ― Αντεξέταση μαρτύρων ― Η σχετικότητα των ερωτήσεων που υποβάλλονται κατά την αντεξέταση μαρτύρων δεν είναι θέμα που να μπορεί να συναρτηθεί με την αξιολόγηση της μαρτυρίας τους.
Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Αντιφάσεις ― Οι μικροαντιφάσεις στη μαρτυρία δεν κλονίζουν την αξιοπιστία μάρτυρος.
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Η αξιολόγηση της μαρτυρίας αποτελεί έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν το πρωτόδικο Δικαστήριο παραλείπει να προβεί σε ένα συγκεκριμένο εύρημα αναφορικά με ουσιώδες θέμα της διαδικασίας όπως επίσης και όταν ένα εύρημα ως προς την αξιοπιστία μάρτυρος δεν ήταν εύλογα επιτρεπτό ― Τα πρωτόδικα Δικαστήρια έχουν υποχρέωση να εξετάζουν και να αξιολογούν το σύνολο της μαρτυρίας και να προβαίνουν σε διαπιστώσεις επί όλων των επιδίκων θεμάτων.
Αντιπροσωπεία ― Φαινομένη εξουσιοδότηση (ostensible authority) ― Πρώην διευθυντές εταιρείας, παρουσιάζονταν και ενεργούσαν ως διευθυντές της, όπως και προηγουμένως, ως να μην είχε γίνει καμιά αλλαγή ― Κρίθηκε ότι είχαν φαινομένη εξουσιοδότηση (ostensible authority) να ενεργούν σαν αντιπρόσωποι της εταιρείας και εδέσμευαν την εταιρεία με τις πράξεις στις οποίες προέβησαν.
Η εφεσίβλητη, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, ασχολούμενη, μεταξύ άλλων, με την επί πληρωμή παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε θέματα υγιεινής τροφίμων και εκπαίδευσης προσωπικού στην υγιεινή τροφίμων, αξίωσε με αγωγή της από την εφεσείουσα, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης παραγωγής αλλαντικών προϊόντων, ποσό £8.008, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., ως αμοιβή για συμβουλευτικές υπηρεσίες που της παρέσχε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας για το ποσό της αγωγής με νόμιμο τόκο, πλέον έξοδα.
Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους έφεσης:
1. Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η πρόταση μελέτης (Τεκμ. 5) αποτελούσε έγκυρη σύμβαση και δέσμευε την εφεσείουσα και τούτο διότι η εφεσείουσα αμφισβήτησε την υπογραφή της επί της σύμβασης και, επομένως, το βάρος της απόδειξης της ταυτότητας του προσώπου που την υπέγραψε μεταφέρθηκε στους ώμους της εφεσίβλητης, η οποία και απέτυχε και/ή παρέλειψε να το αποσείσει ως όφειλε.
2. Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο εύρημα ότι η πρόταση μελέτης (Τεκμ. 5) αποτελούσε έγκυρη σύμβαση, παρά το γεγονός ότι σφραγίστηκε και υπογράφτηκε από πρόσωπα που δεν ήταν διευθυντές της εφεσείουσας επειδή, όπως έκρινε, και αν ακόμη δεν είχαν τη ρητή εξουσιοδότηση της εφεσείουσας, είχαν τουλάχιστον τη σιωπηρή της εξουσιοδότηση να συμβληθούν με την εφεσίβλητη, εν πάση δε περιπτώσει, η εφεσείουσα ανέχθηκε και/ή επέτρεψε στα εν λόγω πρόσωπα να συμβληθούν με την εφεσίβλητη.
3. Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επέτρεψε στο δικηγόρο της εφεσείουσας να υποβάλει κατά την αντεξέταση του ΜΕ6, διευθυντή της εφεσίβλητης, ερώτηση σχετικά με την εταιρεία Investylia Ltd, στην οποία οι μετοχές των εφεσειόντων (των δύο διευθυντών της εφεσείουσας εταιρείας) μεταβιβάστηκαν και οι εν λόγω δύο διευθυντές της εφεσείουσας εταιρείας παραιτήθηκαν.
4. Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας αφού παρέκαμψε ουσιώδεις αντιφάσεις, ιδιαίτερα του ΜΕ6, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να οδηγείται σε ακροσφαλή ευρήματα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν αμφισβητήθηκε στην υπεράσπιση η υπογραφή και/ή γνησιότητά της στην πρόταση μελέτης (τεκμ. 5). Κατά συνέπεια, εφόσον η εφεσείουσα δεν αμφισβήτησε με την υπεράσπιση την υπογραφή και/ή τη γνησιότητα της, δεν μπορούσε να εγείρει τέτοιο θέμα κατά την ακρόαση, η δε εφεσίβλητη δεν είχε οποιοδήποτε βάρος να αποδείξει την εν λόγω υπογραφή και/ή τη γνησιότητά της.
2. Οι δύο διευθυντές της εφεσείουσας, σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία, εξακολουθούσαν να παραμένουν και να εργάζονται στο χώρο της αλλαντοβιομηχανίας της εφεσείουσας και να παρουσιάζονται και ενεργούν ως διευθυντές της, όπως και προηγουμένως, ως να μην είχε γίνει καμιά αλλαγή, η οποία, εν πάση περιπτώσει, εφόσον έγινε, ήταν άγνωστη στον ΜΕ6 και επομένως στην εφεσίβλητη. Ορθά επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι δύο διευθυντές της εφεσείουσας είχαν τουλάχιστον τη σιωπηρή εξουσιοδότηση (ostensible authority), της εφεσείουσας να συμβληθούν με την εφεσίβλητη, εν πάση δε περιπτώσει, η εφεσείουσα ανέχθηκε και /ή επέτρεψε σε αυτούς να συμβληθούν, εκ μέρους της, με την εφεσίβλητη.
3. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επέτρεψε την ερώτηση που αναφέρεται στον λόγο έφεσης υπ' αρ. 3 ανωτέρω εφόσον η Investylia Ltd δεν ήταν διάδικος αλλά απλώς μέτοχος της εφεσείουσας. Η σχετικότητα των ερωτήσεων που υποβάλλονται κατά την αντεξέταση μαρτύρων δεν είναι θέμα που μπορεί να συναρτηθεί με την αξιολόγηση της μαρτυρίας τους.
4. Δεν έχει εντοπισθεί οτιδήποτε που να δικαιολογεί την παρέμβαση του Εφετείου είτε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας είτε στα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ελληνική Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ ν. Ε.Τ. Autospares Enterprises Ltd κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 843,
Ανδρέου κ.ά. ν. Ζήνωνος (2001) 1 (Α) Α.Α.Δ. 472.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπ.�Αρ. 6246/01), ημερ. 7/9/04.
Χ. Γαλανός, για την Εφεσείουσα.
Μ. Βασιλείου, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με αγωγή που καταχώρησε στο Ε.Δ. Λεμεσού η εφεσίβλητη (ενάγουσα) αξίωσε από την εφεσείουσα (εναγόμενη) το ποσό των £8.008, πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα. Η αξίωση στηριζόταν στον ισχυρισμό ότι, κατόπιν οδηγιών και ή εντολών της εφεσείουσας και ή δυνάμει συμφωνίας, η εφεσίβλητη, ως Συμβουλευτικός Οίκος, ετοίμασε μελέτη αναφορικά με την αναδιοργάνωση και αναβάθμιση της αλλαντοβιομηχανίας της εφεσείουσας ώστε αυτή να είναι έτοιμη για την υιοθέτηση του Προτύπου HACCP. Η μελέτη, υπό τον τίτλο "Αναδιοργάνωση βιομηχανίας αλλαντικών και εφαρμογή του Κώδικα Υγειονομικών Λειτουργιών", υποβλήθηκε από την εφεσίβλητη προς έγκριση στο Ίδρυμα Τεχνολογίας Κύπρου (ΙΤΚ). Αφού το ΙΤΚ ενέκρινε τη μελέτη, πράγμα που σήμαινε ότι η εφεσείουσα θα ελάμβανε ως επιδότηση από το ΙΤΚ το 40% του κόστους της μελέτης, ήτοι£2.912, η εφεσίβλητη ζήτησε από την εφεσείουσα να της καταβάλει το ποσό των £8.008, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, ως αμοιβή για τις συμβουλευτικές της υπηρεσίες. Η εφεσείουσα, όμως, αρνήθηκε να καταβάλει το εν λόγω ποσό ή οποιοδήποτε άλλο ποσό στην εφεσίβλητη.
Η υπεράσπιση της εφεσείουσας στηριζόταν, κατά κύριο λόγο, στον ισχυρισμό ότι ουδέποτε έδωσε οδηγίες και ή εντολές και ή συμφώνησε με την εφεσίβλητη όπως η τελευταία εκπονήσει και προωθήσει προς το ΙΤΚ οποιαδήποτε μελέτη για αναδιοργάνωση και αναβάθμιση της αλλαντοβιομηχανίας της. Εκείνο που έγινε, κατά την εφεσείουσα, ήταν ότι η εφεσίβλητη, με σκοπό να εξασφαλίσει την επιδότηση από το ΙΤΚ, πρότεινε σε διευθυντή της εφεσείουσας, η οποία, στις 27.4.2000, εξαγοράστηκε από την εταιρεία Investylia Ltd, να εκπονήσει μελέτη για την αναδιοργάνωση κλπ της εφεσείουσας με αμοιβή μόνο το ποσό της επιδότησης. Όμως, η Investylia Ltd, ως νέα ιδιοκτήτρια της εφεσείουσας, δεν αποδέχτηκε την πρόταση και, συνακόλουθα, δεν ενδιαφέρθηκε για την εκπόνηση της μελέτης. Διαζευκτικά, η εφεσείουσα προέβαλε τη θέση ότι η μελέτη που εκπονήθηκε δεν ανταποκρινόταν στη δική της βιομηχανία, αλλά ήταν αντιγραφή άλλης, επιπλέον δε ήταν υπερχρεωμένη.
Προς απόδειξη της υπόθεσής της η εφεσίβλητη κάλεσε οκτώ μάρτυρες, η δε εφεσείουσα εννέα. Κατατέθηκαν και 67 τεκμήρια. Αφού συμπληρώθηκε η ακρόαση, το Δικαστήριο, αφού, πρώτα, αξιολόγησε την εκατέρωθεν μαρτυρία, στη συνέχεια, στηριζόμενο στη μαρτυρία που αποδέχθηκε, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα:
Η εφεσίβλητη είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετόχους τον Παύλο Ασπρή και την Ανδρούλα Ασπρή. Ο Παύλος Ασπρή είναι διευθυντής της, η δε Ανδρούλα Ασπρή γραμματέας της. Η εφεσίβλητη ασχολείται, μεταξύ άλλων, με την επί πληρωμή παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε θέματα υγιεινής τροφίμων και εκπαίδευσης προσωπικού στην υγιεινή τροφίμων.
Η εφεσείουσα είναι επίσης εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Ασχολείται, ως βιομηχανία, με την παραγωγή αλλαντικών προϊόντων. Μέχρι τις 27.4.2004 μέτοχοι και διευθυντές της εφεσείουσας ήταν οι αδελφοί Κυριάκος Κώστα και Κρίστης Κώστα.
Το ΙΤΚ είναι οργανισμός υπαγόμενος στο Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού. Μεταξύ άλλων, το ΙΤΚ επιδοτεί, με βάση προβλεπόμενα σχέδια, μελέτες για την αναδιοργάνωση και αναβάθμιση βιομηχανιών και την εκ μέρους τους υιοθέτηση Προτύπου HACCP.
Από τις 4.3.1994 η εφεσίβλητη ήταν διαπιστευμένη σύμβουλος στο ΙΤΚ για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών αναφορικά, μεταξύ άλλων, με βιομηχανίες τροφίμων. Με επιστολή της ημερομηνίας 10.3.1998 η εφεσίβλητη πληροφόρησε το ΙΤΚ ότι οι τιμές που θα χρέωνε για την ανάληψη μελετών θα κυμαίνονταν μεταξύ £210 και £500 την ημέρα.
Κατά ή περί τις 2.12.1999, αφού ο Παύλος Ασπρή ενημέρωσε τον Κυριάκο Κώστα για τα σχέδια του ΙΤΚ, ο δε τελευταίος επέδειξε ενδιαφέρον, ο Λειτουργός του ΙΤΚ Κώστας Τριγγίδης επισκέφθηκε την αλλαντοβιομηχανία της εφεσείουσας και ενημέρωσε τον Κυριάκο Κώστα για τη διαδικασία που ακολουθείται, προκειμένου να ετοιμαστούν και επιδοτηθούν μελέτες για την αναδιοργάνωση και αναβάθμιση αλλαντοβιομηχανιών, όπως εκείνη της εφεσείουσας. Την επόμενη μέρα, 3.12.1999, η εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση προς το ΙΤΚ για την αναδιοργάνωση και αναβάθμισή της, όπως και για την υιοθέτηση Προτύπου HACCP. Η αίτηση, όμως, για τους λόγους που ο Κώστας Τριγγίδης εξήγησε στον Κυριάκο Κώστα, δεν μπορούσε να προωθηθεί ως είχε. Συνακόλουθα, η εφεσείουσα, στις 17.3.2000, υπέβαλε και δεύτερη αίτηση με σύμβουλο τον Παύλο Ασπρή, ήτοι την εφεσίβλητη. Στην αίτηση τέθηκε η σφραγίδα της εφεσείουσας. Αυτή δε υπογράφτηκε, όπως και η αίτησή της 3.12.1999, από τον Κυριάκο Κώστα. Η εφεσείουσα δήλωνε, και στις δύο αιτήσεις, ως διεύθυνσή της την οδό Ματθαίου Ματθαίου αρ. 66, Βιομηχανική Περιοχή Αγίου Αθανασίου, P.O. Box 54502. Οι δύο αιτήσεις λήφθηκαν από το ΙΤΚ στις 23.3.2000. Με δύο επιστολές του προς την εφεσείουσα, στη διεύθυνση που η τελευταία δήλωσε στις δύο αιτήσεις, ημερομηνίας 21 και 24.4.2000, τις οποίες υπέγραφε ο Κώστας Τριγγίδης, με κοινοποίηση στον Παύλο Ασπρή για την εφεσίβλητη, το ΙΤΚ γνωστοποιούσε ότι οι δύο αιτήσεις έγιναν αποδεκτές. Περαιτέρω, ενημέρωνε την εφεσείουσα ότι η εφεσίβλητη ήταν διαπιστευμένη σύμβουλος στο ΙΤΚ και ότι η εφεσείουσα μπορούσε να προχωρήσει στη σύναψη συμφωνίας μεταξύ τους, δηλαδή μεταξύ εφεσίβλητης και εφεσείουσας, η δε πρόταση θα υποβαλλόταν με το έντυπο 4.2. Για κάθε μία από τις δύο αιτήσεις η εφεσείουσα θα κατέβαλλε ως τέλος το ποσό των £97,20. Για τα ποσά αυτά εκδόθηκαν τιμολόγια από το ΙΤΚ.
Στις 27.4.2000 ο Κυριάκος Κώστα και Κρίστης Κώστα πώλησαν τις μετοχές τους. Οι μεν μετοχές του Κυριάκου Κώστα μεταβιβάστηκαν στην εταιρεία Investylia Ltd, οι δε μετοχές του Κρίστη Κώστα στους Ανδρέα Μαθηκολώνη και Παναγιώτη Τσαγγάρη από κοινού, ως εμπιστευματούχων της Investylia Ltd. Αργότερα, οι Μαθηκολώνης και Τσαγγάρης μεταβίβασαν τις εν λόγω μετοχές στην Investylia Ltd. Την ίδια μέρα, 27.4.2000, οι διευθυντές της εφεσείουσας Κυριάκος Κώστα και Κρίστης Κώστα παραιτήθηκαν. Την ίδια μέρα, 27.4.2000, διορίστηκαν ως νέοι διευθυντές ο Πανίκος Χριστοφή και ο Κώστας Γεωργίου. Ο Κώστας Γεωργίου παραιτήθηκε από διευθυντής της εφεσείουσας στις 4.6.2000. Την ίδια μέρα, 4.6.2000, διορίστηκε στη θέση του ο Ξενοφών Πρωτοπαπάς. Την ίδια, επίσης, μέρα, 4.6.2000, διορίστηκε ως διευθυντής της εφεσείουσας και ο Κυριάκος Κώστα. Ο Κυριάκος Κώστα παραιτήθηκε από διευθυντής της εφεσείουσας την 1.8.2000.
Στις 5.5.2000 ο Παύλος Ασπρή επισκέφθηκε το εργοστάσιο της εφεσείουσας με σκοπό να υπογραφεί η πρόταση μελέτης μεταξύ της εφεσείουσας και της εφεσίβλητης η οποία, ουσιαστικά, συνιστούσε συμφωνία μεταξύ τους για την προσφορά υπηρεσιών από την εφεσίβλητη προς την εφεσίουσα με σκοπό η μελέτη να υποβληθεί στο ΙΤΚ προς έγκριση. Εκεί, συναντήθηκε με τον Κυριάκο Κώστα και Κρίστη Κώστα και, επίσης, γνωρίστηκε με τον Κώστα Γεωργίου. Ο Κυριάκος Κώστα και Κρίστης Κώστα ανέφεραν στον Παύλο Ασπρή ότι πώλησαν τις μετοχές τους στην Investylia Ltd. Δεν του ανέφεραν, όμως, ότι δεν ήταν πλέον διευθυντές της εφεσείουσας. Στη συνέχεια, ο Παύλος Ασπρή, αφού εξήγησε το σκοπό της επίσκεψής του και άφησε την πρόταση μελέτης στον Κυριάκο Κώστα και Κρίστη Κώστα, αναχώρησε. Η πρόταση ήταν σφραγισμένη από την εφεσίβλητη και υπογραμμένη, σε όλες τις σελίδες της, από τον Παύλο Ασπρή (Τεκμ. 5).
Στις 17.5.2000 ο Παύλος Ασπρή παρέλαβε την πρόταση μελέτης σφραγισμένη με τη σφραγίδα της εφεσείουσας και υπογραμμένη ή μονογραμμένη, δεν έχει σημασία ο χαρακτηρισμός, σε όλες της τις σελίδες από τον Κυριάκο Κώστα. Η σφραγίδα της εφεσείουσας και η υπογραφή ή μονογραφή του Κυριάκου Κώστα, η οποία τέθηκε πάνω από τη σφραγίδα της εφεσείουσας, τέθηκε στην πρόταση μελέτης μετά τις 5.5.2000, ημερομηνία κατά την οποία ο Παύλος Ασπρή είχε αφήσει την πρόταση μελέτης στον Κυριάκο Κώστα και Κρίστη Κώστα, και πριν ή κατά την 17.5.2000, οπότε ο Παύλος Ασπρή την παρέλαβε από την εφεσείουσα.
Η πρόταση μελέτης με το έντυπο 4.2, που φέρει ημερομηνία 17.5.2000 υποβλήθηκαν, στη συνέχεια, στο ΙΤΚ, από το οποίο λήφθηκαν στις 23.5.2000.
Η πρόταση μελέτης, αφού αξιολογήθηκε από το ΙΤΚ, εγκρίθηκε, η δε έγκριση γνωστοποιήθηκε στην εφεσείουσα, με κοινοποίηση στην εφεσίβλητη με επιστολή ημερομηνίας 14.6.2000. Η επιστολή του ΙΤΚ έφερε τον λανθασμένο τίτλο "Σχέδιο Υιοθέτησης Εντύπων". Το λάθος εντοπίστηκε από τον Παύλο Ασπρή ο οποίος και ενημέρωσε το ΙΤΚ το οποίο, με τη σειρά του, το διόρθωσε με επιστολή του προς την εφεσείουσα ημερομηνίας 13.9.2000.
Στη συνέχεια, μεταξύ της 1.6.2000 και της 5.8.2000 ο Παύλος Ασπρή, αφού πήρε αριθμό συνεντεύξεων από αρμόδια πρόσωπα της εφεσείουσας, και αφού επισκέφθηκε το εργοστάσιο της εφεσείουσας και επιθεώρησε τους χώρους του, ετοίμασε την τελική έκθεση - μελέτη (Τεκμ. 8) η οποία, αφού εγκρίθηκε από την εφεσείουσα, υποβλήθηκε, στις 12.9.2000, στο ΙΤΚ προς έγκριση. Η παρουσίαση της τελικής έκθεσης - μελέτης στο ΙΤΚ έγινε από τον Παύλο Ασπρή στις 13.9.2000, το δε ΙΤΚ, αφού την αξιολόγησε, την ενέκρινε την επομένη, 14.9.2000.
Με την έγκριση της μελέτης, ο Παύλος Ασπρή αποτάθηκε στον Κυριάκο Κώστα και Κρίστη Κώστα για την πληρωμή του. Οι αδελφοί Κώστα, αν και δεν του αρνήθηκαν, τον παρέπεμψαν στην Investylia Ltd, αυτή δε στους αδελφούς Κώστα. Για να πραγματοποιηθεί, τελικά, για πρώτη φορά, περί τις 14.9.2000, συνάντηση του Παύλου Ασπρή με τον Στέλιο Στυλιανού, Πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνοντα σύμβουλο της Investylia Ltd, για συζήτηση του θέματος με σκοπό τη διευθέτησή του. Η συνάντηση οδηγήθηκε σε αποτυχία εξαιτίας της άρνησης του Στέλιου Στυλιανού, να καταβάλει η εφεσείουσα το ποσό των £8.008 συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ που ζητούσε η εφεσίβλητη.
Ακολούθως, το πρωτόδικο Δικαστήριο, στηριζόμενο στα ευρήματά του, έκρινε ότι, για τους λόγους που εξήγησε, οι Κυριάκος Κώστα και Κρίστης Κώστα, παρά το γεγονός ότι μεταξύ της 5.5.2000 και της 17.5.2000, οπότε σφραγίστηκε και υπογράφηκε η πρόταση μελέτης (Τεκμ. 5), δεν ήταν διευθυντές της εφεσείουσας, εν τούτοις, και αν ακόμη ήθελε θεωρηθεί ότι δεν είχαν τη ρητή εξουσιοδότηση της εφεσείουσας, είχαν τουλάχιστον τη σιωπηρή εξουσιοδότησή της να συμβληθούν με την εφεσίβλητη, εν πάση δε περιπτώσει, η εφεσείουσα ανέχθηκε και ή επέτρεψε στους αδελφούς Κώστα, κατά κύριο λόγο στον Κυριάκο Κώστα, να συμβληθούν με την εφεσίβλητη, εξού και ο Κυριάκος Κώστα υπέγραψε την πρόταση μελέτης (Τεκμ. 5). Συνακόλουθα, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης για το ποσό των £8.008 με νόμιμο τόκο, πλέον έξοδα.
Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η πρόταση μελέτης (Τεκμ. 5) αποτελούσε έγκυρη σύμβαση και δέσμευε την εφεσείουσα· και τούτο διότι η εφεσείουσα αμφισβήτησε την υπογραφή επί της εν λόγω σύμβασης και, επομένως, το βάρος της απόδειξης της ταυτότητας του προσώπου που την υπέγραψε μεταφέρθηκε στους ώμους της εφεσίβλητης, η οποία και απέτυχε και ή παρέλειψε να το αποσείσει ως όφειλε.
Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί. Με την έκθεση απαιτήσεως η εφεσίβλητη προέβαλε τον ισχυρισμό ότι η πρόταση μελέτης (Τεκμ. 5) που δόθηκε στους αδελφούς Κώστα, ως εκπροσώπους της εφεσείουσας, στις 5.5.2000, παρελήφθη από τον Παύλο Ασπρή, εκ μέρους της εφεσίβλητης, στις 17.5.2000, υπογραμμένη και σφραγισμένη εκ μέρους της εφεσείουσας. Με τις παραγράφους 4, 5 και 7 της υπεράσπισης η εφεσείουσα αρνήθηκε γενικά το περιεχόμενο της εκθέσεως απαιτήσεως, χωρίς να προβάλει οποιαδήποτε σαφή θέση αναφορικά με την υπογραφή της πρότασης. Δεν υπήρχε, με άλλα λόγια, οπουδήποτε στην υπεράσπιση, αμφισβήτηση της υπογραφής και ή της γνησιότητάς της. Κατά συνέπεια, εφόσον η εφεσείουσα δεν αμφισβήτησε με την υπεράσπιση την υπογραφή και ή τη γνησιότητά της, δεν μπορούσε να εγείρει τέτοιο θέμα κατά την ακρόαση, η δε εφεσίβλητη δεν είχε οποιοδήποτε βάρος να αποδείξει την εν λόγω υπογραφή και ή τη γνησιότητά της. Η υπόθεση Ελληνική Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ. ν. Ε.Τ. Autospares Enterprises Ltd. κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 843, την οποία επικαλείται ο δικηγόρος της εφεσείουσας προς υποστήριξη της θέσης του, διαφοροποιείται από την παρούσα διότι εκεί προβλήθηκε ρητά, με τα δικόγραφα, ο ισχυρισμός για πλαστογραφία.
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο εύρημα ότι η πρόταση μελέτης (Τεκμ. 5) αποτελούσε έγκυρη σύμβαση, παρά το γεγονός ότι, όταν σφραγίστηκε και υπογράφτηκε, οι αδελφοί Κώστα δεν ήταν διευθυντές της εφεσείουσας, επειδή, όπως έκρινε, και αν ακόμη δεν είχαν τη ρητή εξουσιοδότηση της εφεσείουσας, είχαν τουλάχιστον τη σιωπηρή της εξουσιοδότηση να συμβληθούν με την εφεσίβλητη, εν πάση δε περιπτώσει, η εφεσείουσα ανέχθηκε και ή επέτρεψε στους αδελφούς Κώστα να συμβληθούν με την εφεσίβλητη.
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Σύμφωνα με τη μαρτυρία που αποδέχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, οι αδελφοί Κώστα εξακολούθησαν να παραμένουν και να εργάζονται στο χώρο της αλλαντοβιομηχανίας της εφεσείουσας και να παρουσιάζονται και ενεργούν ως διευθυντές της, όπως και προηγουμένως, ως να μην είχε γίνει καμιά αλλαγή, η οποία, εν πάση περιπτώσει, εφόσον έγινε, ήταν άγνωστη στον Παύλο Ασπρή και, επομένως, στην εφεσίβλητη. Ο Κυριάκος Κώστα, ειδικότερα, βρισκόταν συνεχώς στο χώρο της αλλαντοβιομηχανίας, χρησιμοποιούσε τα έγγραφα και τη σφραγίδα της εφεσείουσας, υπέγραφε διάφορα έγγραφα που αφορούσαν την εφεσείουσα και έδιδε εντολές στο προσωπικό. Ο δε Κρίστης Κώστα, επίσης υπέγραφε διάφορα έγγραφα που αφορούσαν την εταιρεία, κατήρτιζε καταστάσεις του προσωπικού και λάμβανε μέρος σε σεμινάρια που έκαμνε ο Παύλος Ασπρή μέχρι τις αρχές Αυγούστου του 2000. Ορθά, επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι αδελφοί Κώστα είχαν τουλάχιστον τη σιωπηρή εξουσιοδότηση εννοώντας, προφανώς, τη φαινομένη εξουσιοδότηση (ostensible authority), της εφεσείουσας να συμβληθούν με την εφεσίβλητη, εν πάση δε περιπτώσει, η εφεσείουσα ανέχθηκε και ή επέτρεψε στους αδελφούς Κώστα να συμβληθούν, εκ μέρους της, με την εφεσίβλητη.
Άλλος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επέτρεψε τη μαρτυρία του ΜΥ5 Αστυφύλακα Παναγιώτη Μαυρίδη, ότι ο ΜΥ9 Στέλιος Στυλιανού προέβη, μετά τη μαρτυρία του ΜΥ2 Κρίστη Κώστα, που ήταν επιβαρυντική για την υπόθεση της εφεσείουσας, σε καταγγελία εναντίον του στην αστυνομία. Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Η ερώτηση ήταν προφανώς άσχετη με τα επίδικα θέματα.
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επέτρεψε στο δικηγόρο της εφεσείουσας να υποβάλει, κατά την αντεξέταση του ΜΕ6 Παύλου Ασπρή, ερώτηση σχετικά με την εταιρεία Investylia Ltd. Σύμφωνα με το δικηγόρο της εφεσείουσας "το πρωτόδικο Δικαστήριο έπρεπε να άφηνε το ΜΕ6 να δώσει τη μαρτυρία του και το κατά πόσο ήταν σχετική ή όχι με την όλη υπόθεση, ήταν θέμα αξιολόγησης αργότερα". Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επέτρεψε την ερώτηση εφόσον η Investylia Ltd δεν ήταν διάδικος αλλά απλώς μέτοχος της εφεσείουσας. Η σχετικότητα των ερωτήσεων που υποβάλλονται κατά την αντεξέταση μαρτύρων δεν είναι θέμα που μπορεί να συναρτηθεί με την αξιολόγηση της μαρτυρίας τους.
Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης που προβάλλονται αναφέρονται στην αξιολόγηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο και "το διαχωρισμό των μαρτύρων σε αξιόπιστους και αναξιόπιστους". Επικρίνεται η αξιολόγηση ως εσφαλμένη και αυθαίρετη, ότι παρακάμπτει ουσιώδεις αντιφάσεις, ιδιαίτερα του ΜΕ6 Παύλου Ασπρή, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να οδηγείται σε ακροσφαλή ευρήματα και συμπεράσματα.
Οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει στην αξιολόγηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο και τα συνακόλουθα ευρήματά του αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων είναι γνωστές. Το ζήτημα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και της εκατέρωθεν αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν η αξιολόγηση της μαρτυρίας ή τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του. Όσο δε αφορά τις αντιφάσεις στη μαρτυρία, το Εφετείο επεμβαίνει μόνον όπου αυτές είναι τέτοιες που να δημιουργούν ρήγμα στην υπόθεση. Πρέπει να είναι ουσιαστικής μορφής, δηλαδή να πλήττουν καίρια την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ή να φανερώνουν διάθεσή του να ψευσθεί. (Βλ., μεταξύ άλλων, Ανδρέου κ.ά. ν. Ζήνωνος (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 472).
Έχουμε διεξέλθει την επιχειρηματολογία του δικηγόρου της εφεσείουσας. Δεν εντοπίσαμε οτιδήποτε που να δικαιολογεί την παρέμβασή μας είτε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας είτε στα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.