ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 888
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11914)
8 Σεπτεμβρίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ (ΜΕΣΙΤΗΣ),
Εφεσείοντα/Ενάγοντα,
v.
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΩΣ ΤΑΜΙΑ ΤΟΥ ΑΡΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ,
ΓΝΩΣΤΟΥ ΩΣ «ΝΕΡΟ ΤΟΥ ΠΑΝΑΟΥ»,
Εφεσίβλητου/Εναγόμενου.
Δ. Καλλής, για τον Εφεσείοντα-Ενάγοντα.
Χρ. Χριστοφόρου για Γ. Λιβέρα, για τον Εφεσίβλητο-Εναγόμενο.
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Μ. Κρονίδη.
----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης ενός κτήματος με αρ. εγγραφής 3685, Φ/Σχ. ΧΧ/62, Τεμάχιο 179 στο χωριό Ακάκι.
Ο εφεσίβλητος εργάζεται ως ταμίας του Αρδευτικού Συνδέσμου γνωστού ως «Νερό του Πανάου».
Με την αγωγή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ο εφεσείων ζητούσε (α) διάταγμα που να εμποδίζει τον εφεσίβλητο να εισέρχεται ή να επεμβαίνει στο πιο πάνω κτήμα του και (β) διάταγμα για την κατεδάφιση της διάτρησης που ανόρυξε ο εφεσίβλητος. Περαιτέρω ο εφεσείοντας ζητούσε αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση και τιμωρητικές αποζημιώσεις.
Στο κτήμα του εφεσείοντα υπάρχει μια διάτρηση νερού η οποία προστατεύεται από μικρό κτίσμα-δωμάτιο. Τόσο η διάτρηση όσο και το κτίσμα δεν είναι εγγεγραμμένο στον τίτλο ιδιοκτησίας του κτήματος του εφεσείοντα. Είναι παραδεκτό γεγονός ότι ο εφεσίβλητος ως ταμίας του Αρδευτικού Συνδέσμου αντλεί νερό από την πιο πάνω διάτρηση με την αντλία που είναι στο δωμάτιο, στο κτήμα του εφεσείοντα, το οποίο νερό το διαμοιράζει στα μέλη του Αρδευτικού, ιδιοκτήτες τεμαχίων γης στο Ακάκι. Επίσης το αντλούμενο νερό χρησιμοποιείται και για οικιακούς σκοπούς στο Ακάκι.
Είναι ο ισχυρισμός του εφεσίβλητου ότι ιδιοκτήτης της διάτρησης και του χώρου γύρω από τη διάτρηση καθώς και του προστατευτικού δωματίου της μηχανής είναι ο Αρδευτικός Σύνδεσμος (ο Σύνδεσμος) του οποίου είναι ο ταμίας. Ισχυρίζεται ότι το έτος 1958 ο Σύνδεσμος συμφώνησε με τον πρώην ιδιοκτήτη του επίδικου κτήματος, τον παππού του εφεσείοντα, να του πωλήσει το εν λόγω μέρος του τεμαχίου έναντι του ποσού των £80 ποσό που κατεβλήθη τότε σ' αυτόν. Έκτοτε δεν έγινε καμιά ενέργεια για την εγγραφή του μέρους αυτού επ' ονόματι του Συνδέσμου. Ούτε επίσης η διάτρηση είναι εγγεγραμμένη στον τίτλο ιδιοκτησίας του εφεσείοντα.
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου κατέθεσε ο εφεσείων και δύο μάρτυρες που κάλεσε. Για τον εφεσίβλητο κατέθεσαν πέντε μάρτυρες.
Το Δικαστήριο αφού μελέτησε και αξιολόγησε την ενώπιον του παρουσιασθείσα μαρτυρία, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα όπως τα καταγράφει στην εκκαλούμενη απόφαση.
«Ο ενάγοντας Αντώνης Γεωργίου Αντωνίου είναι ιδιοκτήτης του κτήματος με αρ. εγγραφής 3658, Φ./Σχ. ΧΧ/62, τεμ. 179 που βρίσκεται στην τοποθεσία Κουλλούρι του χωριού Ακάκι της Επαρχίας Λευκωσίας.
Το κτήμα είναι χωράφι και ο ενάγοντας το απόκτησε με δωρεά από τον παππού του Αντώνη Μεσίτη.
Στον τίτλο ιδιοκτησίας του κτήματος (Τεκμήριο 1 της υπόθεσης) δεν υπάρχουν δικαιώματα προς όφελος οποιουδήποτε προσώπου ή αρχής ή οργάνου.
Ο ενάγοντας δεν υπέβαλε αίτηση για να καθοριστούν τα σύνορα του κτήματός του τα οποία δεν γνωρίζει.
Στο χωράφι του ενάγοντα υπάρχει διάτρηση για την οποία δεν παρουσιάστηκε στο κτηματολόγιο άδεια ανόρυξης (βλ. τεκμήριο 4 της υπόθεσης). Δεν έγινε αίτηση για να γραφτεί η διάτρηση στον τίτλο ιδιοκτησίας.
Ο τίτλος ιδιοκτησίας εκδόθηκε το 1924 και ο προηγούμενος ιδιοκτήτης γράφτηκε στις 22/12/1944.
Για να γίνει διάτρηση σε ξένο κτήμα χρειάζεται η συγκατάθεση του ιδιοκτήτη του κτήματος.
Κατά τη γενική χωρομετρία που έγινε το 1924 υπήρχαν τα λεγόμενα λαούμια δηλαδή σειρά λάκκων που φαίνονται στο σχέδιο-τεκμήριο 2 της υπόθεσης, και περνούν από το κτήμα του ενάγοντα, φαίνονται επίσης στο Τεκμήριο 5.
Στο τεμάχιο του ενάγοντα υπάρχει διάτρηση μαζί με υποστατικό για τη διάτρηση.
Για να πάει κάποιος στη διάτρηση χρησιμοποιεί το τεμάχιο του ενάγοντα. Γίνεται άντληση νερού από τη διάτρηση που εξυπηρετεί τις ανάγκες του εναγομένου Αρδευτικού Συνδέσμου και άλλα πρόσωπα όπως ιδιοκτήτες ακινήτων στο Ακάκι και επίσης χρησιμοποιείται για οικιστικούς σκοπούς στο Ακάκι.
Ο εναγόμενος Αρδευτικός Σύνδεσμος υπέβαλε αίτηση στην αρμόδια αρχή για τις διατρήσεις, που είναι η Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας και ανοίχθηκε ο φάκελος WM230/60 και εκδόθηκε η σχετική άδεια. Ο αρχικός φάκελος έμεινε στη Μόρφου μετά την τουρκική εισβολή και ανοίχθηκε προσωρινός στην Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας. Το έτος 1977 έγινε αίτηση και ζητείτο από τον ενάγομενο άδεια για εκβάθυνση και καθαρισμό της διάτρησης που υπήρχε και εκδόθηκε σχετική άδεια στις 17/12/1977 (βλέπε τεκμήριο 6 της υπόθεσης). Η άδεια εκδόθηκε στο όνομα του εναγομένου. Ο εναγόμενος Αρδευτικός Σύνδεσμος ενάγεται με βάση τον περί Αρδευτικών Συνδέσμων (Ιδιωτικόν Ύδωρ) Νόμο, Κεφ. 115 όπως αναγράφεται στην παράγραφο 2 της Έκθεσης Απαίτησης του ενάγοντα και γίνεται παραδεχτό στην παράγραφο 4 της Έκθεσης Υπεράσπισης.
Ο εναγόμενος Αρδευτικός Σύνδεσμος ενεργεί για εγγεγραμμένους ιδιοκτήτες γης στο Ακάκι στους οποίους διατίθεται το νερό της διάτρησης σε μερίδια. Ο Αρδευτικός Σύνδεσμος έχει την ευθύνη της διαχείρισης του νερού.»
Με βάση τα ευρήματα αυτά το Δικαστήριο προέβη σε εξαγωγή των πιο κάτω έξι συμπερασμάτων:-
«(Α) Ότι η διάτρηση και το υποστατικό της ευρίσκονται μέσα στο κτήμα του ενάγοντα χωρίς να μπορεί να καθοριστεί η έκταση, το μέγεθος τους και η ακριβής απόστασή τους από το σύνορο του κτήματος του ενάγοντα.
(Β) Ότι η διάτρηση και το υποστατικό της έγιναν στο κτήμα του ενάγοντα όταν ιδιοκτήτης ήταν ο παππούς του ενάγοντα και με βάση το Τεκμήριο 6 της υπόθεσης (άδεια διεύρυνσης και εκβάθυνσης υφιστάμενης διάτρησης) αυτά έγιναν σίγουρα πολύ πιο πριν από τις 17/12/1977 και με βάση τον αριθμό φακέλου (WM230/60) γύρω στο 1960.
(Γ) Η διάτρηση και το υποστατικό που σίγουρα είναι ορατά ευρίσκω ότι έγιναν με την πλήρη γνώση και συγκατάθεση και συμφωνία του τότε ιδιοκτήτη του κτήματος, παππού του ενάγοντα, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.
(Δ) Εφόσον η άδεια για διεύρυνση και εκβάθυνση της διάτρησης (Τεκμήριο 6) εκδόθηκε στο όνομα του εναγομένου συμπεραίνω, με βάση και την υπόλοιπη ενώπιόν μου μαρτυρία, ότι και η αρχική άδεια για ανόρυξη της διάτρησης είχε εκδοθεί στο όνομα του εναγομένου.
(Ε) Ο εναγόμενος Αρδευτικός Σύνδεσμος είναι «αρδευτικός σύνδεσμος» με την έννοια του άρθρου 2 του Κεφ. 115.
(ΣΤ) Ο εναγόμενος Αρδευτικός Σύνδεσμος χρησιμοποιεί το νερό της διάτρησης που ευρίσκεται στο χωράφι του ενάγοντα συνεχώς και κατά τα τελευταία 40 χρόνια περίπου.»
Το Δικαστήριο ακολούθως, αφού προβαίνει σε θεώρηση της νομικής πλευράς της υπόθεσης, καταλήγει στην απόρριψη της αγωγής με το εξής σκεπτικό:-
«Στην υπόθεση αυτή ο εναγόμενος υπόβαλε αίτηση στον Έπαρχο Λευκωσίας το έτος 1960 και ανοίχθηκε ο φάκελος με αρ. WM230/60. Ο αρχικός φάκελος έμεινε στη Μόρφου μετά την Τουρκική εισβολή. Η άδεια για τη διάτρηση όμως είναι καθαρό ότι εκδόθηκε και η άδεια που δόθηκε στις 17/12/1977 για εκβάθυνση και διεύρυνση της διάτρησης (βλ. Τεκμήριο 6 της υπόθεσης), επιβεβαιώνει την ύπαρξη άδειας για τη διάτρηση προς όφελος του εναγομένου. Πρόσθετα, αφού ο εναγόμενος δεν ήταν και δεν είναι ο ιδιοκτήτης της γης, πάνω στην οποία δόθηκε η άδεια για τη διάτρηση, και αφού ο Έπαρχος Λευκωσίας έδωσε τη σχετική άδεια, εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο τότε ιδιοκτήτης της γης, ο παππούς του ενάγοντα Αντώνης Μεσίτης, έδωσε γραπτή άδεια πιστοποιημένη από πιστοποιούντα υπάλληλο, αφού αυτό απαιτεί ο νόμος και συγκεκριμένα η επιφύλαξη του άρθρου 3(1) του Κεφ. 351.
Με την άδεια που χορήγησε στον εναγόμενο ο Έπαρχος Λευκωσίας, ουσιαστικά επιβλήθηκε περιορισμός στο δικαίωμα της απόλαυσης της ακίνητης ιδιοκτησίας του ενάγοντα για σκοπό δημόσιας ωφέλειας σύμφωνα με το άρθρο 23(3) του Συντάγματος. Οποιαδήποτε σχετικά παράπονα του ιδιοκτήτη της γης ή/και του ενάγοντα, γι' αυτό το θέμα, θα μπορούσαν κατά τη γνώμη μου να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος. Ή μπορούσε να καταχωρηθεί αγωγή με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 8 του Κεφ. 351 μέσα σε δύο χρόνια από τη συμπλήρωση της ανόρυξης ή κατασκευής του φρέατος κάτω από τις περιστάσεις που περιγράφονται στο άρθρο τούτο.
Με βάση την ενώπιόν μου αποδεχτή μαρτυρία ευρίσκω ότι η άδεια που δόθηκε για ανόρυξη νερού από το χωράφι του ενάγοντα, είναι άδεια που ευρίσκεται σε ισχύ εφόσον δεν ανακλήθηκε από την αρμόδια αρχή. Το γεγονός ότι στο τεκμήριο 6 της υπόθεσης αναφέρεται ότι η άδεια ισχύει για ένα (1) χρόνο καθαρά αφορά την άδεια για διεύρυνση και εκβάθυνση της υφιστάμενης διάτρησης και όχι την ισχύ και εγκυρότητα της αρχικής άδειας.
........................................................................................................................................................................................................................................ ............................................................................
Με βάση όλα όσα ανέφερα προηγουμένως η αγωγή του ενάγοντα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Ευρίσκω ότι απέτυχε να δείξει στο Δικαστήριο ότι ο εναγόμενος επεμβαίνει παράνομα στο χωράφι του και δεν δικαιούται στις αξιώσεις του, ή οποιαδήποτε από αυτές, όπως περιγράφονται στην έκθεση απαίτησής του. Κατά συνέπεια η αγωγή του ενάγοντα αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του και υπέρ των εναγόντων όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου.»
Με 13 λόγους έφεσης ο εφεσείων επιδιώκει ανατροπή της επίδικης απόφασης του Δικαστηρίου. Οι λόγοι έφεσης συνδέονται μεταξύ τους και αλληλοστηρίζονται. Μπορούν να καταταχθούν σε τρεις γενικούς λόγους που αφορούν την αξιολόγηση της μαρτυρίας, τα ευρήματα και τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου.
Όσον αφορά την αξιολόγηση της μαρτυρίας σπεύδουμε από την αρχή να δηλώσουμε ότι οι λόγοι έφεσης που αναφέρονται σ' αυτή ευσταθούν. Κατ' αρχή στην απόφαση του το Δικαστήριο αποδέχεται ένα πολύ μικρό μέρος της μαρτυρίας του ενάγοντα και απορρίπτει συλλήβδην το υπόλοιπο χωρίς να δίδει καμιά αιτιολογία. Απλώς αναφέρει στην απόφαση του ότι το υπόλοιπο μέρος της μαρτυρίας του δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αναφέροντας «αφού τον είδα και τον παρακολούθησα προσωπικά». Είναι γεγονός ότι η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιτρέπει την αποδοχή μέρους μιας μαρτυρίας και την απόρριψη άλλου μέρους. Η ευχέρεια αυτή όμως του Δικαστηρίου δεν είναι απόλυτη και ανεξέλεγκτη. Είναι αναγκαίο όπως μια τέτοια προσέγγιση να αιτιολογείται πλήρως. (Βλέπε: Ομήρου ν. Δημοκρατία (2001) 2 Α.Α.Δ. 506). Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Αεροπόρος κ.ά. ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 362:-
«Η πεποίθηση του Δικαστή πως ένας μάρτυρας λέγει την αλήθεια, ασφαλώς είναι το καλύτερο εχέγγυο της ετυμηγορίας του. Η πεποίθηση όμως αυτή δεν αρκεί να βεβαιώνεται αλλά και να αιτιολογείται με συγκεκριμένα στοιχεία της υπόθεσης όταν σ' αυτήν υπάρχουν γεγονότα που καθιστούν αναγκαία την αιτιολόγηση.»
Το Δικαστήριο σε μια μόνο μικρή παράγραφο της απόφασης του αποδέχεται ως ορθή και αληθή τη μαρτυρία όλων των μαρτύρων υπεράσπισης χωρίς και πάλι να δίδει οποιαδήποτε αιτιολογία, ούτε και διαχωρίζει την μη αποδεκτή μαρτυρία των μαρτύρων. Παρατηρούμε ότι ουσιώδης μαρτυρία στην οποία στηρίχθηκε το Δικαστήριο ήταν απαράδεκτη ως εξ ακοής μαρτυρία, ή μαρτυρία που βασιζόταν σε έγγραφα τα οποία δεν παρουσιάσθησαν ενώπιον του.
Είναι αλήθεια, σύμφωνα με τη νομολογία, ότι μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις επεμβαίνει το Εφετείο στα ευρήματα στα οποία καταλήγει το Δικαστήριο με βάση την αξιοπιστία των μαρτύρων που κατέθεσαν ενώπιον του. Επεμβαίνει όμως το Εφετείο όπου υπάρχει πλημμελής παράλειψη στην αξιολόγηση αυτή και ιδιαίτερα όταν είναι δεδομένη και μη αποδεκτή μαρτυρία. Στην υπόθεση Κακόψητος ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 200 έχουν λεχθεί τα εξής:-
«Είναι μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις που επεμβαίνει το εφετείο στα ευρήματα στα οποία καταλήγει το πρωτόδικο Δικαστήριο με βάση την αξιοπιστία των μαρτύρων που κατάθεσαν ενώπιον του. Για τις ανάγκες της υπόθεσης αυτής είναι αρκετό να σημειώσουμε πως η εσφαλμένη καθοδήγηση αναφορικά με τη μαρτυρία, η παράλειψη λήψης υπόψη περιστάσεων ουσιωδών για την αξιολόγηση της μαρτυρίας αλλά και η ανεπαρκής αιτιολογία της κρίσης αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων, αποτελούν περιπτώσεις η διαπίστωση των οποίων επιβάλλει την επέμβαση του Εφετείου (Βλέπε Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 CLR 321, Kkafa v. Kalorkotis (1982) 1 CLR 372, Polycarpou v. Polycarpou (1982) 1 CLR 182, Ramez Maranouh v. Μάρω Αγαπίου και Άλλου (1989) 1 ΑΑΔ 377, Μόδεστου Πίτσιλλου ν. Δημητράκη Ευγενίου (1989) 1 ΑΑΔ 691, Φοίβος Μαυρίδης ν. Rima J. Dharaghji και Άλλου, Πολιτική Έφεση 7617 της 30.11.90).»
Όλοι οι λόγοι έφεσης που αφορούν την αξιολόγηση της μαρτυρίας και τα ευρήματα επ' αυτής ευσταθούν και οδηγούν φυσικά αναπόφευκτα στην αποδοχή της έφεσης. Μεταξύ άλλων το ουσιώδες εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος «υπέβαλε (προφανώς το 1960) αίτηση στην αρμόδια αρχή για τις διατρήσεις, που είναι η Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας και ανοίχθηκε ο φάκελος WM230/60 και εκδόθηκε η άδεια» δεν βασίζεται ούτε υποστηρίζεται από αποδεκτή μαρτυρία. Εξάλλου και το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει το Δικαστήριο ότι «η διάτρηση και το υποστατικό, που σίγουρα είναι ορατά, ευρίσκω ότι έγιναν με την πλήρη γνώση και συγκατάθεση και συμφωνία του τότε ιδιοκτήτη του κτήματος, παππού του ενάγοντα, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης» είναι αυθαίρετο και δεν συνάδει με αποδεκτή μαρτυρία που παρουσιάστηκε ενώπιον του. Αυθαίρετο επίσης είναι και το τελικό συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι ο τότε ιδιοκτήτης του κτήματος έδωσε γραπτή συγκατάθεση και άδεια, «πιστοποιημένη από πιστοποιούντα υπάλληλο, αφού αυτό απαιτεί ο νόμος και συγκεκριμένα η επιφύλαξη του άρθρου 3(1) του Κεφ. 351».
Έχουμε καταλήξει ότι η έφεση πρέπει να επιτύχει. Ένεκα όμως της απόφασης μας ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας και τα ευρήματα που βασίστηκαν σ' αυτή είναι πλημμελής και λανθασμένη, το Εφετείο δεν μπορεί πρωτογενώς να αξιολογήσει τη μαρτυρία για να εκδώσει οποιαδήποτε ετυμηγορία. Αναπόφευκτα, κατά συνέπεια, η υπόθεση πρέπει να οδηγηθεί σε επανεκδίκαση, ενώπιον άλλου Δικαστή.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. Διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον άλλου Δικαστή. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας να είναι έξοδα δίκης.
Δ. Δ. Δ.
/ΕΠσ