ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 944
(Αίτηση Αρ. 54 /2006)
19 Σεπτεμβρίου, 2006
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. MARK MAN LTD,
2. ΑΝΤΩΝΗ ΤΟΣΚΑ ΚΑΙ 3. SERGEI PILIUGIN ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ
ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ
ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ MANDAMUS
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 5.7.2006, ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΡΝΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ ΚΑΙ/Η ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΒΝΡ PARIBAS INTERCONTINENTALE ΝΑ ΔΙΑΛΥΘΕΙ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ, 31.12.2002.
- - - - - -
Ρ. Ερωτοκρίτου, για τους Αιτητές.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση οι αιτητές ζητούν άδεια για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως προς έκδοση εντάλματος mandamus. Το αίτημα για τη χορήγηση της άδειας, όπως αυτό διατυπώνεται στην υπό κρίση μονομερή αίτηση, έχει ως εξής:
«Οι Αιτητές με την Αίτηση αυτή εξαιτούνται:
Α. Αδείας του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος τύπου Mandamus, διατάττον την Κεντρική Τράπεζα, μέσω του Διοικητή της, όπως ανακαλέσει και/ή αναστείλει την Απόφαση, ημερομηνίας 31.12.2202, με την οποία παραχωρήθηκε άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών στην Τράπεζα BNP Paribas (Cyprus) Ltd, υπό τον όρο της διάλυσης της προκατόχου της στις εργασίες της, Banque Nationale de Paris Intercontinentale, και ενόσω δεν διαλύεται, η οποία, Banque Nationale de Paris Intercontinentale, ασκούσε τραπεζικές εργασίες στην Κύπρο, δυνάμει σχετικής αδείας, από τις 29.11.1985 και λόγω, μη εφαρμογής του πιο πάνω προϋποτιθέμενου όρου, από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, μέσω του Διοικητή της.
Περαιτέρω και/ή Εναλλακτικά,
Β. Αδείας του Δικαστηρίου, για την καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος τύπου Mandamus, διατάττον την Banque Nationale de Paris Intercontinentale, από τη Λεμεσό, όπως συμμορφωθεί προς τις διαταγές και/ή οδηγίες και/ή εντολές της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, μέσω του Διοικητή της, ημερ. 31.12.2002, για καταχώρηση Αίτησης στο Δικαστήριο, προς τον σκοπό διάλυσης της (winding up).
Γ. Οπως δοθούν όλες οι αναγκαίες και συνακόλουθες οδηγίες.»
Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου χορήγησε στις 29.11.1985 άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών στην Banque Nationale de Paris Intercontinentale (εφεξής «η ΒΝPI»).
Στις 31.12.2002 οι εργασίες της ΒΝΡΙ μεταβιβάστηκαν, δυνάμει συμφωνίας, στην τράπεζα ΒΝΡ Paribas (Cyprus) Ltd (εφεξής «η Paribas»). Κατά την ίδια ημερομηνία (31.12.2002), η Κεντρική Τράπεζα τροποποίησε την άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών που έδωσε στην ΒΝΡΙ το 1985 διά της προσθήκης των πιο κάτω όρων:
«1. Η ΒΝΡΙ, δεν θα πρέπει να επιδιώξει, από σήμερα και εις το εφεξής, να προκαλέσει την δημιουργία ή να εμπλακεί σε συζητήσεις για την δημιουργία νέας επιχείρησης που θα ασχολείται με την άσκηση τραπεζικών εργασιών στην ή από την Κύπρο και θα περιορίσει τις δραστηριότητες της στην διάλυση (winding - up) του υποκαταστήματος που διαθέτει στην Κύπρο και/ή την μεταβίβαση του καθαρού ενεργητικού της σε άλλη Τράπεζα η οποία είναι κάτοχος αδείας για άσκηση τραπεζικών εργασιών στην Κύπρο.
2. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διάλυσης των λειτουργιών του υποκαταστήματος της ΒΝΡΙ στην Κύπρο, η ΒΝΡΙ, θα πρέπει να δώσει σχετική ειδοποίηση προς την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου.
3. Η ισχύς της άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών, ημερομηνίας 29.11.1985, ως αυτή ετροποποιήθη από σήμερα, θα λήξει αυτόματα, άμα τη ολοκληρώσει της διάλυσης του υποκαταστήματος της ΒΝΡΙ στην Κύπρο.»
Στις 31.12.2002 η Κεντρική Τράπεζα μέσω του Διοικητή της απέστειλε επίσης επιστολή στον τοπικό διευθυντή της ΒΝΡΙ στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Δια της παρούσης, επισυνάπτω, το τροποποιημένο κείμενο της άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών, που παραχωρήθηκε στις 29 Νεομβρίου 2005, προς την Banque Nationale de Paris Intercontinentale S.A., με και βάσει της οποίας, επιτρέπετο προς αυτήν η εγκαθίδρυση υποκαταστήματος στην Κύπρο, υπό την μορφή, Διεθνούς Τραπεζικής Μονάδας.
Δυνάμει αυτής της τροποποίησης, το υποκατάστημα σας, εμποδίζεται από σήμερα, από του να ασκεί τραπεζικές λειτουργίες στην και από την Κύπρο και απαιτείται από εσάς η έναρξη των διαδικασιών διάλυσης (winding - up), συμφώνως προς τα Αρθρα 211, 213 και 362 του Περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, ο οποίος, προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την καταχώρηση Αίτησης στο Δικαστήριο, για Διάλυση του υποκαταστήματος, το οποίο συστάθηκε υπό την μορφή υπεράκτιας εταιρείας στην Κύπρο.»
Σύμφωνα με ό,τι διαλαμβάνεται στην υπό εξέταση αίτηση, η ΒΝΡΙ δεν έπραξε ο,τιδήποτε προς συμμόρφωση με τους όρους, τις οδηγίες και/ή τις εντολές που της είχαν δοθεί από την Κεντρική Τράπεζα, η δε Κεντρική Τράπεζα, παρέλειψε να προβεί, ως όφειλε, στην ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ΒΝΡΙ λόγω των πιο πάνω παραλείψεων της.
Οι αιτητές, οι οποίοι είναι πελάτες της ΒΝΡΙ, καταλογίζουν στην τελευταία ανεπίτρεπτες σε βάρος τους ενέργειες, συνιστώσες παράβαση υποχρεώσεων οι οποίες απορρέουν από το νόμο και τη μεταξύ τους συμβατική σχέση. Λέγουν συναφώς ότι η ΒΝΡΙ, ενεργώντας χωρίς τη συγκατάθεσή τους, αποκάλυψε τους λογαριασμούς τους και την οικονομική τους κατάσταση σε τρίτα πρόσωπα με αποτέλεσμα να υποστούν (οι αιτητές) σημαντικές απώλειες και ζημιές τις οποίες ο ευπαίδευτος συνήγορος τους, προσδιόρισε στην αγόρευσή του σε πολλά εκατομμύρια. Ο κ. Ερωτοκρίτου ανέφερε επίσης ότι οι διαφορές μεταξύ των πελατών του και των Τραπεζών έχουν οδηγηθεί προς επίλυση στα κυπριακά δικαστήρια.
Οι αιτητές, με αφορμή προφανώς τις διαφορές που προέκυψαν μεταξύ αυτών και της ΒΝΡΙ, κάλεσαν το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας όπως εξετάσει θέμα ανάκλησης των αδειών που είχαν χορηγηθεί δηλαδή, της αρχικά δοθείσας άδειας προς την ΒΝΡΙ ημερομηνίας 29.11.1985 και η οποία αργότερα «πέρασε» στην Paribas (κοινοποιήθηκε με ξεχωριστό έγγραφο στις 31.12.2002) και την τροποποιητική άδεια ημερομηνίας 31.12.2002 προς την ΒΝΡΙ η οποία, μεταξύ άλλων, διαλάμβανε τον όρο διάλυσης των λειτουργιών του υποκαταστήματος που διαθέτει στην Κύπρο οπότε θα έληγε αυτόματα και η αρχική άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών ημερομηνίας 29.11.1985.
Το παράπονο των αιτητών είναι ότι η Κεντρική Τράπεζα, παρά τις αρχικές της διαβεβαιώσεις ότι το θέμα εξεταζόταν και ότι θα λαμβάνονταν τα αναγκαία μέτρα, εντούτοις δεν έπραξε ο,τιδήποτε με αποτέλεσμα να διατηρείται αναλλοίωτη η υπάρχουσα κατάσταση δηλαδή, η ΒΝΡΙ και η Paribas να μη συμμορφώνονται προς τους όρους της άδειας τους χωρίς η Κεντρική Τράπεζα να επεμβαίνει προς επιβολή και/ή αποκατάσταση της νομιμότητας.
Η αξίωση των αιτητών προς την Κεντρική Τράπεζα για άμεση ανάκληση των πιο πάνω αδειών επαναλήφθηκε πρόσφατα με επιστολή του δικηγόρου των αιτητών ημερομηνίας 14.6.2006 προς το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Οι αιτητές ζήτησαν, μεταξύ άλλων, όπως ληφθούν ταυτόχρονα όλα τα αναγκαία μέτρα που προβλέπει η σχετική νομοθεσία για την καταφρόνηση των όρων της τροποποιητικής άδειας που δόθηκε στην ΒΝΡΙ από το 2002.
Η Κεντρική Τράπεζα με επιστολή του Διοικητή της ημερομηνίας 5.7.2006 απάντησε στην προαναφερόμενη επιστολή του δικηγόρου των αιτητών. Στην επιστολή, μεταξύ άλλων, αναφέρονται και τα εξής:
«Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, στα πλαίσια των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων, όντως επανεξέτασε την όλη υπόθεση και ειδικά την τήρηση του όρου (1) της τροποποιητικής άδειας της "Banque Nationale de Paris Intercontinentale SA ("BNPI") ημερομηνίας 31 Δεκεμβρίου, 2002, ο οποίος ανέφερε τα εξής:
"With effect from this date hereof, BNPI shall not seek to generate or canvass any new banking business in or from within Cyprus and shall restrict its activities to the winding up of the operations or its branch in Cyprus and/or the transfer of all its net assets to another bank licensed to operate in Cyprus" (δική μας η υπογράμμιση).
Το τέως κυπριακό υποκατάστημα της ΒΝΡΙ είχε, την 31η Δεκεμβρίου, 2002, μεταφέρει όλα τα καθαρά περιουσιακά του στοιχεία σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα που λειτουργεί στην Κύπρο ("ΒΝΡ Paribas Cyprus Ltd") και, συνεπώς, δεν τίθεται θέμα παράβασης οποιουδήποτε όρου της ως άνω τροποποιητικής τραπεζικής άδειας, που να επισύρει οποιαδήποτε κύρωση, σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 έως 2005. Η πιο πάνω θέση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, έχει προφανώς, γίνει πλήρως κατανοητή και αποδεκτή από το Δικηγορικό Γραφείο των κκ Μαρκίδη, Μαρκίδη & Σία, εξ ου και δεν επανήλθαν επί του θέματος. Οσον αφορά την ανάκληση άδειας τράπεζας, επισύρω την προσοχή σας στο άρθρο 30 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997-2005. Δεν θα προβώ σε οποιοδήποτε σχόλιο επί των ισχυρισμών / συλλογισμών σας για τα τραπεζικά θέσμια.»
Η θέση των αιτητών είναι ότι η στάση της Κεντρικής Τράπεζας και γενικά ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε το θέμα μετά την αξίωση τους για συμμόρφωση προς το νόμο και τους όρους που έχουν τεθεί, συνιστά υπέρβαση εξουσίας και παράβαση δημοσίου καθήκοντος. Εισηγούνται πως μόνο με την έκδοση εντάλματος mandamus θα καταστεί δυνατή η εφαρμογή των όρων που έχουν επιβληθεί προς αποκατάσταση της νομιμότητας και εξειδικεύουν προς τούτο τις συντρέχουσες υπό τις περιστάσεις προϋποθέσεις για τη χορήγηση της ζητούμενης άδειας.
Αξονας της διοικητικής λειτουργίας στο δημόσιο τομέα είναι η προαγωγή των σκοπών του δικαίου για τους οποίους παρέχεται η εξουσία σε κρατική αρχή ή όργανο. Antoniou and Others v. Republic (1984) 3 CLR 623 και Machlouzarides v. Republic (1985) 3 CLR 2342.
Ο περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμος του 1997 (Ν. 66(1)/1997) παρέχει εξουσία στην Κεντρική Τράπεζα να χορηγεί άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών, με όρους ή χωρίς όρους, σε νομικά πρόσωπα. Ανάλογη εξουσία παρέχεται στην Κεντρική Τράπεζα για ανάκληση χορηγηθείσας άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών ή τροποποίησης κλπ όρων που τυχόν έχουν τεθεί στη χορηγηθείσα άδεια. Αυτή η εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας αποτελεί αναπόσπαστη πτυχή της διοικητικής λειτουργίας του συγκεκριμένου οργάνου, συνυφασμένη με την έκδοση εκτελεστής απόφασης στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Η χορήγηση άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών όπως και η ανάκληση τέτοιας άδειας που έχει χορηγηθεί δεν είναι πράξη διοικητικού οργάνου αναγόμενη στο ιδιωτικό δίκαιο. Συνιστά μονομερή κυριαρχική (imperium) πράξη της διοίκησης, δηλωτική της βούλησης της.
Στο ερώτημα κατά πόσο μια απόφαση ή παράλειψη διοικητικής αρχής εμπίπτει στον ιδιωτικό ή το δημόσιο τομέα του δικαίου η απάντηση δεν είναι πάντοτε εύκολη όσο και αν το κριτήριο είναι σαφές λόγω του απόλυτου διαχωρισμού με την αναθεωρητική δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Αυτό συμβαίνει σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο τομέων του δικαίου εμφανίζεται λεπτή. Στη Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 ΑΑΔ 218 υπογραμμίζεται αυτή η λεπτή γραμμή η οποία υπάρχει μεταξύ των δύο τομέων του δικαίου. Σχετική είναι η πιο κάτω περικοπή:
«Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο τομέων του δικαίου, του δημόσιου και του ιδιωτικού, είναι λεπτή και δεν είναι πάντοτε εύκολο να συρθεί. Η εγγενής φύση της πράξης, σε συνδυασμό με το συμφέρον του κοινού στο συγκεκριμένο τομέα λειτουργίας δημόσιας αρχής ή οργάνου, αποτελεί το βασικό κριτήριο για την οριοθέτηση των αντίστοιχων τομέων του δικαίου.»
Στην προκείμενη περίπτωση η εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας κατά την έκταση που αυτή αφορά στη χορήγηση άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών ή στην ανάκληση τέτοιας άδειας ή στην τροποποίηση όρων που έχουν τεθεί, θεωρώ ότι ανάγεται αποκλειστικά στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Αυτή η εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας σχετίζεται άμεσα με ζητήματα τα οποία υπερβαίνουν τα όρια του συμφέροντος μεμονωμένου πελάτη της τράπεζας όπως είναι η περίπτωση των αιτητών. Ανάγεται αποκλειστικά στο ρυθμιστικό και εποπτικό ρόλο της Κεντρική Τράπεζα επί εκείνων των νομικών προσώπων που ασκούν τραπεζικές εργασίες στην Κύπρο και έχει συμφέρον το κοινό γενικά.
Αποφαίνομαι ότι το ζήτημα όπως έχει τεθεί δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 155.4 του Συντάγματος.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.