ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 1 ΑΑΔ 17

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11552)

 

19 Ιανουαρίου, 2006

 

 

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

 

 

ΙΩΑΝΝΗΣ  ΠΑΤΣΑΛΙΔΗΣ

Εφεσείων/Αιτητής,

 

και

 

ΑΒΡΑΑΜ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΔΙΣΠΥΡΟΥ

Εφεσίβλητος/Καθ΄ου η αίτηση.

-  - - - - - - -

 

Γ. Γεωργίου, για τον Εφεσείοντα

Κ. Μούσκος, για τον Εφεσίβλητο

 

-------- ----------- --------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Ο εφεσείων καταχώρισε την αίτηση υπ΄αριθμό Ε7/98 ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λάρνακας-Αμμοχώστου, τμήμα Αμμοχώστου, στην οποία ζητούσε διάφορες θεραπείες, που δε θα μας απασχολήσουν, γιατί δεν αφορούν καθόλου το επίδικο ζήτημα.  Στις 12.1.1999, όταν η αίτηση ήταν ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου, ο δικηγόρος του εφεσείοντα, δήλωσε τα εξής όπως καταγράφεται στο πρακτικό:  «την αποσύρω άνευ βλάβης των δικαιωμάτων του αιτητή».  Ο δικηγόρος του καθ΄ου η αίτηση, εφεσίβλητος, είπε:  «Δεν έχω ένσταση.  Δεν ζητώ έξοδα».  Το Δικαστήριο σημειώνει «Αποσύρεται και απορρίπτεται χωρίς έξοδα».

 

Ο εφεσείων καταχώρισε στις 15.11.2001 άλλη αίτηση, την υπ΄αριθμό Ε17/99, στην οποία ζητούσε τις ίδιες θεραπείες, όπως στην αποσυρθείσα αίτηση.  Ο εφεσίβλητος ήγειρε με την απάντηση του στην αίτηση θέμα δεδικασμένου, το οποίο απασχόλησε το Δικαστήριο προδικαστικά.  Η απόφαση του Δικαστηρίου που εκδόθηκε στις 19.12.2002, και καταλαμβάνει 50 σελίδες, είναι το αντικείμενο της παρούσας έφεσης, η οποία και απορρίφθηκε αφού ακούσαμε το δικηγόρο του εφεσείοντα που ανέπτυξε τις θέσεις που διατυπώνει στο περίγραμμα αγόρευσης του.  Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου δεν καταχώρισε περίγραμμα αγόρευσης, και σύμφωνα με τον κανονισμό δεν είχε δικαίωμα ακρόασης.  Οι λόγοι της απόρριψης της έφεσης, που ανακοινώσαμε στο τέλος της συζήτησης της είναι οι ακόλουθοι:  Το επίδικο ζήτημα, αν δηλαδή προέκυψε δεδικασμένο από τον τρόπο που αποσύρθηκε η αίτηση διέπεται αποκλειστικά από τη Δ.15.2 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας.  Ο δικηγόρος του εφεσείοντα κατά τη διάρκεια της συζήτησης συμφώνησε πως η ανάλυση της νομολογίας, που κάνει η πρωτόδικος δικαστής είναι ορθή. Πράγματι, η νομολογία μας, που ακολούθησε την αγγλική σε ό,τι αφορά την εμβέλεια και λειτουργία της Δ.15, είναι πλέον σαφής και ευθυγραμμισμένη.  Θα αρκεστούμε, γιατί δεν χρειάζεται τίποτε άλλο να λεχθεί, να παραθέσουμε περικοπή από την υπόθεση Παμπορίδης ν. Κτηματικής Τράπεζας Λτδ (1995) 1 Α.Α.Δ. 670, όπου ο δικαστής Κωνσταντινίδης αναφέρθηκε στη γένεση της νομολογιακής αρχής από το Δικαστήριο μας λέγοντας τα εξής στις σελίδες 675-676

 

   «Το ζήτημα καλύπτεται από τη Δ.15 των Θεσμών περί Πολιτικής Δικονομίας.  Οι προεκτάσεις της εξηγήθηκαν στις υποθέσεις Kypreos (1984) 1 CLR 565 και Eleftheriades v. Cyprus Hotels (1985) 1 CLR 677Με τη θέσπιση της η ελευθερία που αναγνωριζόταν στον ενάγοντα για απόσυρση της αγωγής οποτεδήποτε, διατηρώντας δικαίωμα επαναφοράς της αιτίας της αγωγής που αποτελούσε το αντικείμενο της με νέα αγωγή ή σε μεταγενέστερη διαδικασία, δεν υπάρχει πλέον.  Ο ενάγων μπορεί να αποφασίσει αν θα προωθήσει την αγωγή του ή αν θα την αποσύρει.  Αυτό είναι δικό του προνόμιο και είναι ο κανόνας πως στο βαθμό που η απόσυρση της αγωγής διενεργείται για να οδηγηθεί η ορισμένη αντιδικία σε οριστικό τέλος, ούτε ο εναγόμενος έχει λόγο αλλά ούτε και το Δικαστήριο.  Εκείνο που δεν δικαιούται να κάμει είναι να τερματίσει οποτεδήποτε θέλει τη διαδικασία διατηρώντας μονομερώς το δικαίωμα να επανέλθει στα ίδια.  Οι περιορισμοί εν προκειμένω είναι σαφείς.  Ο ενάγων δικαιούται να διακόψει discontinue) με γραπτή ειδοποίηση την αγωγή, δηλαδή να την τερματίσει με δικαίωμα καταχώρισης νέας, οποτεδήποτε πριν την παραλαβή της υπεράσπισης, ή μετά την παραλαβή της πριν προβεί σε οποιοδήποτε άλλο δικονομικό διάβημα, με επιφύλαξη ως προς οποιανδήποτε ενδιάμεση αίτηση).  Από εκεί και πέρα ο ενάγων παύει να είναι dominus litis.  Η διακοπή της αγωγής τελεί πλέον υπό την αίρεση της εξασφάλισης άδειας από το Δικαστήριο.  Η απόσυρση της αγωγής και η επακόλουθη απόρριψη της χωρίς τέτοια άδεια που εξ ορισμού εμπεριέχει την αναγνώριση στον ενάγοντα δικαιώματος καταχώρισης νέας αγωγής, δημιουργεί δεδικασμένο.  Βλ. Spencer Bower and Turner - the Doctrine of Res Judicata 2η έκδοση σελ.36, παράγραφος 39).» 

Οι υπογραμμίσεις είναι της δικαστού)

 

Ο δικηγόρος του εφεσείοντα κατά την έναρξη της αγόρευσης του έδωσε έμφαση στην αρχή του κοινοδικαίου πως δεδικασμένο υφίσταται μόνο στην περίπτωση όπου το συγκεκριμένο επίδικο ζήτημα έχει επιλυθεί  από το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμούσε.  Για να δεχθεί όμως, πολύ ορθά, στην πρόοδο της συζήτησης πως αυτή η αρχή μεταβλήθηκε με την ερμηνεία και εφαρμογή της Δ.15, όπως υποδείξαμε πιο πάνω.  Προχωρώντας όμως υπέβαλε πως το πρακτικό του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το οποίο η αίτηση αποσύρθηκε και απορρίφθηκε, πρέπει να ερμηνευθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να θεωρείται πως ζητήθηκε, και ακολούθως δόθηκε, άδεια από το Δικαστήριο για την απόσυρση της έφεσης. 

Κρίνουμε πως με κανένα τρόπο δεν μπορεί να γίνει δεκτό κάτι τέτοιο.  Η Δ.15.2 απαιτεί ρητή αίτηση και παροχή άδειας από το Δικαστήριο για απόσυρση υπόθεσης που εκκρεμεί ενώπιον του.  Το Δικαστήριο ασκεί εξουσία, έχει δηλαδή διακριτική ευχέρεια, να εξετάσει το αίτημα και να αποφασίσει αν θα επιτρέψει τέτοια απόσυρση, και ενδεχομένως, υπό ποίους όρους ή όχι. 

 

 

 

 

 

Η έφεση απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.

 

                                                                                    Π.

 

                                                                                    Δ.

 

                                                                                    Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΜΑ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο