ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 464
28 Μαρτίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
1. PAMBOS ZENIOS TRADING LTD,
2. ZENIOS CLOSURES LTD,
Εφεσείοντες,
v.
1. ΜΙΧΑΛΗΣ Τ. ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΟΣ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ,
2. ΒΑΣΟΥ ΑΡΓΥΡΙΔΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ
ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΜΙΧΑΛΗ
ΤΑΚΗ ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΟΥ,
ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11841)
Πολιτική Δικονομία ― Εξουσία Δικαστηρίου για παραμερισμό απόφασης ή διαταγής δικαστηρίου ίδιας δικαιοδοσίας ― Ρυθμίζεται περιοριστικά από τους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς ― Παραμερισμός κατ' έφεση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία ακυρώθηκε απόφαση Δικαστηρίου της ίδιας δικαιοδοσίας.
Στις 19.1.99 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε απόφαση υπέρ των εναγόντων και εναντίον του εφεσίβλητου 2, αποθανόντα Μιχάλη Χατζηπαύλου για ποσά που ξεπερνούσαν τις £122.000,00 πλέον τόκους και έξοδα. Το Δικαστήριο προώθησε την αγωγή εναντίον του αποθανόντα «χωρίς την αντιπροσώπευση της περιουσίας του» και κατέληξε στην έκδοση της πιο πάνω απόφασης, στη βάση ένορκης δήλωσης του διευθυντή των εναγουσών εταιρειών ο οποίος παρέθεσε στοιχεία που κατ' ισχυρισμό, επιμαρτυρούσαν την έλλειψη ενδιαφέροντος των κληρονόμων για υπεράσπιση. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο διαχειριστής της περιουσίας του αποθανόντα καταχώρησε αίτηση διά κλήσεως για παραμερισμό της απόφασης στην έκταση που η απόφαση αφορούσε στην επιδίκαση του ποσού της αξίωσης. Υποστήριξε ότι κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης ο αποθανών ήταν από πολλού νεκρός γεγονός το οποίο δεν αποκαλύφθηκε προηγουμένως στο Δικαστήριο ούτε ζητήθηκε από τις ενάγουσες ο διορισμός διαχειριστή για σκοπούς προώθησης της διαδικασίας κατά της περιουσίας του αποβιώσαντος το δε Δικαστήριο εστερείτο υπό τις περιστάσεις εξουσίας να εκδώσει την εν λόγω απόφαση.
Οι ενάγοντες καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση για παραμερισμό. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα με το οποίο ακυρώνετο η απόφαση εναντίον του αποθανόντα Μιχάλη Χατζηπαύλου.
Με την παρούσα έφεση οι ενάγοντες επιδιώκουν τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης υποστηρίζοντας ότι το Δικαστήριο δεν είχε εξουσία να ακυρώσει την απόφαση εφόσον δεν επρόκειτο για εξ υπαρχής άκυρη απόφαση και ότι η απόφαση θα μπορούσε να παραμεριστεί μόνο με έφεση ή με την έκδοση προνομιακού εντάλματος.
Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο ο πρωτόδικος δικαστής είχε εξουσία, υπό τις περιστάσεις να υπεισέλθει στην εξέταση της ουσίας της αίτησης για ακύρωση της απόφασης ημερ. 19.1.99 που εκδόθηκε από άλλο δικαστή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απάντησε αρνητικά το ερώτημα και αποφάνθηκε ότι:
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση εξουσίας ως Εφετείο, ελέγχοντας ουσιαστικά την ορθότητα της απόφασης δικαστηρίου της ίδιας δικαιοδοσίας και εκδοθείσας κατόπιν άσκησης διακριτικής ευχέρειας, στη βάση γεγονότων και διαδικαστικού κανονισμού, γνωστών στο δικαστήριο που την εξέδωσε. Εξάλλου, στην αίτηση παραμερισμού δεν διαλαμβάνεται αίτημα για την ακύρωση του σκέλους της απόφασης ημερομηνίας 19.1.99 στην έκταση που αυτή αφορούσε στη διαταγή του δικαστηρίου για προώθηση της αγωγής εναντίον του εναγόμενου 2 (αποβιώσαντα) «χωρίς την αντιπροσώπευση της κληρονομιάς του».
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τις ενάγουσες εταιρείες κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 24/7/05 (Αρ. Αγωγής 6752/96) με την οποία αποδέκτηκε την αίτηση του διαχειριστή της περιουσίας του αποθανόντα-εναγόμενου 2 και διέταξε τον παραμερισμό και τη διακήρυξη ως εξυπαρχής άκυρης της απόφασης ημερ. 19/1/99 με την οποία, κατόπιν μονομερούς αίτησης των εναγουσών, το Δικαστήριο προχώρησε στην έκδοση διατάγματος για προώθηση της διαδικασίας και απόφασης εναντίον του αποθανόντα στην απουσία αντιπροσώπου της κληρονομιάς κατ' εφαρμογή των προνοιών της Δ.9, θ.13(γ), σε όση έκταση η απόφαση αφορούσε στην επιδίκαση του ποσού της αξίωσης των εναγουσών.
Χρ. Πουργουρίδης, για τους Εφεσείοντες.
Χρ. Νικολάου, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι εφεσείουσες εταιρείες καταχώρησαν την αγωγή με αριθμό 6752/96 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εναντίον των 1. Μιχάλης Χατζηπαύλου & Υιός Λτδ και 2. Μιχάλη Χατζηπαύλου. Η αγωγή επιδόθηκε στις 5.2.97 και ο εναγόμενος 2, καταχώρησε μέσω του δικηγόρου του κ. Χ"Λοΐζου σημείωμα εμφάνισης. Λίγες μέρες μετά (21.2.97), ο εναγόμενος 2 απέθανε. Αφού πέρασε από τότε αρκετός καιρός οι ενάγουσες καταχώρησαν (25.11.98), αίτηση για απόφαση εναντίον αμφοτέρων των εναγομένων λόγω παράλειψης της μεν εταιρείας να καταχωρήσει εμφάνιση του δε εναγόμενου 2, να καταχωρήσει έκθεση υπεράσπισης. Η αίτηση ορίστηκε για ακρόαση στις 8.1.99 και επιδόθηκε στο δικηγόρου κ. Χ"Λοΐζου. Κατά την ορισθείσα δικάσιμο ο κ. Χ"Λοΐζου δήλωσε ότι ο εναγόμενος 2 απέθανε και ότι δεν είχε οδηγίες από τους κληρονόμους του για οτιδήποτε σχετικά με την υπόθεση.
Στις 11.1.99 οι ενάγουσες εταιρείες καταχώρησαν μονομερή αίτηση με αίτημα την έκδοση διαταγής για την προώθηση της αγωγής στην απουσία οποιουδήποτε προσώπου, αντιπρόσωπου της κληρονομιάς του αποθανόντα και/ή διάταγμα με το οποίο να διορίζεται διαχειριστής της περιουσίας του ο πρωτοκολλητής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Η Διαταγή 9, θ.13(γ) αποτέλεσε τη νομική βάση της αίτησης.
Κατά την ορισθείσα δικάσιμο της αίτησης (15.1.99), εμφανίστηκε εκ μέρους του κ. Χ"Λοΐζου η κα Ζήνωνος η οποία, δήλωσε ότι οι κληρονόμοι του αποθανόντα δεν ενδιαφέρονταν για την υπόθεση. Ο δικηγόρος των εναγουσών εταιρειών, κάλεσε το δικαστήριο να προχωρήσει στην έκδοση διατάγματος για προώθηση της διαδικασίας και απόφασης εναντίον του αποθανόντα στην απουσία αντιπροσώπου της κληρονομιάς κατ' εφαρμογή των προνοιών της Δ.9, θ.13(γ). Η ακρόαση της αίτησης για κάποιο άγνωστο λόγο αναβλήθηκε στις 19.1.99 και κατ' αυτήν εμφανίστηκε ο κ. Χ"Λοΐζου ο οποίος επανέλαβε πως δεν είχε οδηγίες ή εξουσιοδότηση από τους κληρονόμους του αποθανόντα σχετικά με την υπόθεση ενώ από την άλλη, ο δικηγόρος των εναγουσών ζήτησε την έκδοση διαταγής ως η αίτηση ημερ. 11.1.99. Ο πρωτόδικος δικαστής προφανώς θεώρησε ως δεδομένη την έλλειψη ενδιαφέροντος από τους κληρονόμους του αποθανόντα και εξέδωσε διάταγμα προώθησης της αγωγής εναντίον του εναγόμενου 2 «χωρίς την αντιπροσώπευση της περιουσίας του». Και στη βάση προγενέστερης αίτησης, εξέδωσε απόφαση υπέρ των εναγόντων και εναντίον του αποθανόντα ως η απαίτηση στην αγωγή δηλαδή, για ποσά που στο σύνολό τους ξεπερνούσαν τις £122.000,00 πλέον τόκους και έξοδα.
Η μονομερής αίτηση πάνω στην οποία το δικαστήριο ενήργησε και εξέδωσε τη διαταγή για προώθηση της αγωγής εναντίον του αποθανόντα «χωρίς την αντιπροσώπευση της περιουσίας του», συνοδευόταν από ένορκη δήλωση του διευθυντή των εναγουσών εταιρειών ο οποίος, παρέθεσε στοιχεία που κατ΄ ισχυρισμό, επιμαρτυρούσαν την έλλειψη ενδιαφέροντος των κληρονόμων για υπεράσπιση.
Ύστερα από τέσσερα και πλέον χρόνια από τότε που εκδόθηκε η προμνησθείσα απόφαση, ο διαχειριστής της περιουσίας του αποθανόντα, κάποιος κ. Βάσος Αργυρίδης, καταχώρησε στις 3.4.2003 αίτηση διά κλήσεως για παραμερισμό ή/και ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 19.1.99 στην έκταση που η απόφαση αφορούσε στην επιδίκαση του ποσού της αξίωσης. Στην ένορκη δήλωσή του προς υποστήριξη της αίτησης μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι αρχικά διορίστηκε ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποθανόντα κάποια κα Κυριακή Χριστοδούλου η οποία στις 21.11.2001 αντικαταστάθηκε από την κα Στέλλα Χ"Παύλου που και αυτή, αντικαταστάθηκε από τον ίδιο με διάταγμα του δικαστηρίου στις 15.2.2002. Κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης ημερομηνίας 19.1.99 της οποίας ζητείται ο παραμερισμός, ο αποθανών ήταν προ πολλού νεκρός γεγονός το οποίο δεν αποκαλύφθηκε προηγουμένως στο δικαστήριο ούτε ζητήθηκε από τις ενάγουσες ο διορισμός διαχειριστή για σκοπούς προώθησης της διαδικασίας κατά της περιουσίας του αποβιώσαντος. Ήταν η θέση του διαχειριστή ότι η απόφαση ημερομηνίας 19.1.99 η οποία εκδόθηκε με αίτηση χωρίς ειδοποίηση δύο χρόνια μετά το θάνατο του αποθανόντα είναι άκυρη και αντικανονική. Η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε στα πλαίσια αίτησης που καταχωρήθηκε και προωθήθηκε εσφαλμένα εναντίον του αποβιώσαντα, με εσφαλμένο τίτλο και διαδικασία, το δε δικαστήριο εστερείτο υπό τις περιστάσεις εξουσίας να εκδώσει την εν λόγω απόφαση.
Οι ενάγοντες καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση για παραμερισμό. Κατόπιν ακρόασης και αφού το πρωτόδικο δικαστήριο παρέθεσε με λεπτομέρεια τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και αναφέρθηκε σε διαδικαστικούς κανονισμούς αλλά και σε πληθώρα νομικών αυθεντιών, διακήρυξε ότι η απόφαση ημερομηνίας 19.1.99 εναντίον του αποθανόντα Μιχ. Χ"Παύλου ήταν εξ υπαρχής άκυρη και εξέδωσε διάταγμα ακυρωτικό της απόφασης εναντίον του αποθανόντα Μιχ. Χ"Παύλου.
Με την παρούσα έφεση, οι ενάγουσες εταιρείας («οι εφεσείοντες»), επιδιώκουν τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης. Εισηγούνται ότι το δικαστήριο δεν είχε εξουσία να ακυρώσει την απόφαση εφόσον δεν επρόκειτο για εξ υπαρχής άκυρη απόφαση ή «ένα τίποτε» όπως αποφάνθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο. Εισηγούνται επίσης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι ο δικηγόρος του αποβιώσαντα συνέχισε να εκπροσωπεί τον πελάτη του και μετά το θάνατο του τελευταίου. Ο εν λόγω δικηγόρος εμφανίστηκε για να πληροφορήσει για το γεγονός του θανάτου του πελάτη του και την έλλειψη ενδιαφέροντος των κληρονόμων του για διορισμό διαχειριστή της περιουσίας του. Οι εφεσείοντες λέγουν επίσης ότι η απόφαση ημερομηνίας 19.1.99 θα μπορούσε να παραμεριστεί μόνο με έφεση ή με την έκδοση προνομιακού εντάλματος από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η απόφαση ημερομηνίας 19.1.99 η οποία, καθώς έχει ειπωθεί, κρίθηκε ως εξ υπαρχής άκυρη με την εκκαλούμενη απόφαση, διαλαμβάνει:
«.............. Με γνώμονα την ένορκη δήλωση, τη δηλωθείσα έλλειψη ενδιαφέροντος από τους κληρονόμους του αποβιώσαντος εναγόμενου 2 και τη θέση του τέως δικηγόρου, εκδίδεται διάταγμα για την προώθηση της αγωγής εναντίον του εναγόμενου 2 χωρίς την αντιπροσώπευση της κληρονομιάς του.
Περαιτέρω με γνώμονα την κατατεθείσα ένορκο δήλωση ημερ. 11.12.98, βρίσκω ότι οι ενάγοντες απέδειξαν την υπόθεση τους εναντίον του εναγόμενου 2 για Α)109.859,24 με νόμιμο τόκο και Β) £13.385,24 με νόμιμο τόκο. Εξοδα £498.- ως η απαίτηση εναντίον των εναγομένων 1 και £168 έξοδα αίτησης.»
Η Δ.9, θ.13(γ) πάνω στην οποία στηρίχθηκε βασικά η αίτηση των εναγόντων για προώθηση της αγωγής τους εναντίον του αποθανόντα, εναγόμενου 2 χωρίς την αντιπροσώπευση της κληρονομιάς του προνοεί, (σε μετάφραση):
«13. Αν σε οιονδήποτε ζήτημα ή διαδικασία φανεί στο Δικαστήριο ή Δικαστή ότι οιονδήποτε πρόσωπο που απέθανε και που ενδιαφέρεται στο πιο πάνω ζήτημα ή τη διαδικασία δεν έχει προσωπικό αντιπρόσωπο στην Κύπρο, το Δικαστήριο ή ο Δικαστής μπορεί, στις περιπτώσεις που αναφέρονται πιο κάτω, να προχωρήσει αν δεν υπάρχει οιονδήποτε πρόσωπο που να αντιπροσωπεύει την περιουσία για όλα τα ζητήματα στη διαδικασία με ειδοποίηση σε τέτοια πρόσωπα (αν υπάρχουν) όπως το Δικαστήριο ή ο Δικαστής θα θεωρήσει πρέπον, είτε με ειδική ή γενική ειδοποίηση δια δημοσιεύσεως στον τύπο, και το τοιούτο διάταγμα και οιονδήποτε κατοπινό, θα είναι δεσμευτικό για την περιουσία του αποθανόντος καθ' ολοκληρίαν ωσάν να διορίστηκε κανονικός προσωπικός αντιπρόσωπος για την περιουσία του αποθανόντος και έγινε διάδικος στο θέμα ή ζήτημα ή τη διαδικασία.
Οι περιπτώσεις που αναφέρονται πιο πάνω είναι:
(α) Όπου υπάρχουν άλλοι διάδικοι στην αγωγή με το ίδιο συμφέρον με τον αποθανόντα,
(β) Όπου ο αποθανών ήτο λογοδοτών διάδικος και χωρίς επωφελές συμφέρον και απέθανε αναξιόχρεος,
(γ) Όπου το συμφέρον του αποθανόντος στη διαδικασία ήτο μικρό και αμφισβητούμενο ή όπου θα δημιουργηθεί καθυστέρηση και έξοδα με το διορισμό προσώπου που να αντιπροσωπεύσει την περιουσία,
(δ) Όπου ο αποθανών απέθανε μετά την εμφάνιση ή ο χρόνος εμφανίσεως παρήλθεν και άφησε κληρονόμους στο εξωτερικό.»
Κατά την έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 19.1.99 είναι φανερό ότι ο δικαστής έλαβε υπόψη κάποια στοιχεία, ανάμεσα στα οποία και το γεγονός του θανάτου του αποθανόντα, στη βάση των οποίων άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ των εναγόντων/αιτητών.
Τίθεται θέμα κατά πόσο ο πρωτόδικος δικαστής είχε εξουσία, κάτω από τις δοσμένες περιστάσεις, να υπεισέλθει στην εξέταση της ουσίας της αίτησης για ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 19.1.99 που εκδόθηκε από άλλο δικαστή. Ο γενικός κανόνας είναι ότι κανένα δικαστήριο δεν έχει εξουσία, εκτός δι' εφέσεως ή όπου οι κανονισμοί προβλέπουν, να επανεκδικάζει, αναθεωρεί, τροποποιεί ή μεταβάλλει οποιαδήποτε απόφαση ή διαταγή μετά την έκδοση ή τη σύνταξή της. Οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί, ρυθμίζουν περιοριστικά τις περιπτώσεις στις οποίες ένα δικαστήριο έχει εξουσία παραμερισμού απόφασης ή διαταγής δικαστηρίου ίδιας δικαιοδοσίας.
Στην προκείμενη περίπτωση, ο πρωτόδικος δικαστής θεώρησε την απόφαση ημερομηνίας 19.1.99 ως άκυρη εξ υπαρχής και προς επιβεβαίωση της διαπίστωσης, προχώρησε στην ακύρωσή της προφανώς λόγω πλάνης ως προς την ερμηνεία και τις περιστάσεις εφαρμογής της πιο κάτω περικοπής από τους Halsbury' s Laws of England, 3rd ed., vol. 22, para. 1665 που παρατίθεται στην εκκαλούμενη απόφαση:
"A court will also treat as a nullity and set aside, of its own motion, if necessary, a judgment entered against a person who was dead or a non existent company."
Η εκκαλούμενη απόφαση περιέχει σφάλμα αναγόμενο στην άσκηση της εξουσίας του δικαστηρίου που την εξέδωσε. Το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση εξουσίας ως εφετείο, ελέγχοντας ουσιαστικά την ορθότητα της απόφασης δικαστηρίου της ίδιας δικαιοδοσίας και εκδοθείσας κατόπιν άσκησης διακριτικής ευχέρειας, στη βάση γεγονότων και διαδικαστικού κανονισμού, γνωστών στο δικαστήριο που την εξέδωσε. Εξάλλου, στην αίτηση ημερομηνίας 3.4.03 δεν διαλαμβάνεται αίτημα για την ακύρωση του σκέλους της απόφασης ημερομηνίας 19.1.99 στην έκταση που αυτή αφορούσε στη διαταγή του δικαστηρίου για προώθηση της αγωγής εναντίον του εναγόμενου 2 (αποβιώσαντα) «χωρίς την αντιπροσώπευση της κληρονομιάς του».
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.