ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 193
1 Φεβρουαρίου, 2005
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ MANDAMUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 10.12.2004 ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 261/2004.
(Αίτηση Αρ. 202/2004)
Πολιτική Δικονομία ― Απόρριψη αγωγής στα πλαίσια διαδικασίας μονομερούς αίτησης δυνάμει της Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για έκδοση απόφασης λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης ― Κατά πόσο αποτελούσε την ορθή διαδικασία.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Mandamus ― Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία απορρίφθηκε τόσο η αίτηση για απόφαση λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως όσο και η αγωγή ― Αίτηση για έκδοση των αιτούμενων προνομιακών ενταλμάτων έγινε δεκτή, επειδή το Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας.
Το θέμα που εξετάζεται στην παρούσα αίτηση για έκδοση των προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Mandamus αφορά το κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο απορρίπτει αίτηση για απόφαση λόγω παραλείψεως του εναγομένου να καταχωρήσει σημείωμα εμφανίσεως, ενεργεί εντός των πλαισίων της δικαιοδοσίας του εάν απορρίψει και την ίδια την αγωγή.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το πνεύμα των προνοιών της Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με βάση τις οποίες υποβάλλονται αιτήσεις για απόφαση λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως δεν δικαιολογεί την απόρριψη της ίδιας της αγωγής σε περίπτωση που ο ενάγων - στα πλαίσια αίτησής του για απόφαση λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως - αποτύχει να αποδείξει είτε ολόκληρή του την αξίωση είτε μέρος της αξίωσής του. Αυτό που μπορεί να συμβεί είναι είτε η απόρριψη της αίτησης για απόφαση, εκεί όπου ο ενάγοντας αποτύχει παντελώς να αποδείξει την αξίωσή του είτε η έκδοση απόφασης υπέρ του ενάγοντα, με βάση την αίτηση, για το ποσό που θα επιτύχει να αποδείξει και η απόρριψη του υπολοίπου μέρους της αίτησης αναφορικά με το ποσό που ο ενάγοντας αποτυγχάνει να αποδείξει.
2. Σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.17, θ.14(1), γίνεται περιοδικός έλεγχος από τον Πρωτοκολλητή, υπό την εποπτεία του Δικαστηρίου, αναφορικά με αγωγές στις οποίες δεν καταχωρήθηκε σημείωμα εμφανίσεως και ο ενάγοντας δεν προώθησε την αγωγή του σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.17. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αγωγή υπόκειται σε απόρριψη από το Δικαστήριο, λόγω μη προωθήσεως, χωρίς αυτό να συνιστά κώλυμα για καταχώρηση νέας αγωγής σύμφωνα με τη Δ.17, θ.14(2).
3. Στην προκείμενη περίπτωση αν η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για απόρριψη της αγωγής ήταν ορθή και δεδομένου ότι δόθηκε απόφαση επί της ουσίας, αυτό θα συνιστούσε κώλυμα για την καταχώρηση νέας αγωγής από την εφεσείουσα, στοιχείο που επίσης έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα της Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Εκδόθηκαν τα αιτούμενα προνομιακά
εντάλματα Certiorari και Mandamus.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Αθανασίου ν. Τούλουπου (2005) 1 Α.Α.Δ. 31.
Αίτηση.
Αίτηση από την αιτήτρια Τράπεζα Κύπρου για έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στις 10.12.2004 στην Αγωγή Αρ. 261/2004 με την οποία απέρριψε την μονομερή αίτησή της ημερ. 6/7/04 για απόφαση εναντίον του εναγομένου λόγω μη καταχώρισης εκ μέρους του εμφάνισης σε δεόντως επιδοθέν κλητήριο ένταλμα και για έκδοση εντάλματος Mandamus με το οποίο να καλείται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να εξετάσει εκ νέου την αίτηση της αιτήτριας ημερομηνίας 6.7.2004 στην Αγωγή Αρ. 261/2004.
Στ. Πολυβίου, για την Αιτήτρια.
Cur. adv. vult.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 13.1.2004 η αιτήτρια καταχώρησε στο Ε.Δ. Λευκωσίας, ως ενάγουσα, κλητήριο ένταλμα ειδικώς οπισθογραφημένο με αρ. 261/2004 εναντίον του Νίκου Νικολάου, από το Στρόβολο. Με την αγωγή η αιτήτρια αξίωνε από τον εναγόμενο οφειλόμενο προς αυτήν ποσό, καθώς επίσης και δικηγορικά έξοδα. Το κλητήριο ένταλμα επιδόθηκε δεόντως προς τον εναγόμενο στις 26.6.2004 αλλά ο εναγόμενος δεν καταχώρησε εμφάνιση. Στις 6.7.2004, η αιτήτρια καταχώρησε μονομερή αίτηση με βάση τη Δ.17, με την οποία αξιούσε απόφαση εναντίον του εναγόμενου λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης. Η αίτηση ορίστηκε προς ακρόαση στις 9.7.2004. Την ημερομηνία αυτή, καταχωρήθηκε ένορκος δήλωση του Χρ. Παπαλαμπριανού, ημερομηνίας 6.7.2004, προς υποστήριξη της αίτησης. Κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου καταχωρήθηκε στις 17.9.2004 συμπληρωματική ένορκος δήλωση του Χρ. Παπαλαμπριανού, ημερομηνίας 6.9.2004, προς περαιτέρω υποστήριξη της αίτησης ημερομηνίας 6.7.2004. Στις 2.12.2004 και στις 6.12.2004 η αίτηση ημερομηνίας 6.7.2004 εξετάστηκε από το Δικαστήριο. Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση στις 10.12.2004. Με την απόφαση απέρριψε τόσο την αίτηση ημερομηνίας 6.7.2004 όσο και την αγωγή.
Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια ζητά:
(α) Την έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στις 10.12.2004 στην Αγωγή Αρ. 261/2004.
(β) Την έκδοση εντάλματος Mandamus με το οποίο να καλείται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να εξετάσει εκ νέου την αίτηση της αιτήτριας ημερομηνίας 6.7.2004 στην Αγωγή Αρ. 261/2004.
Οι λόγοι για τους οποίους η αιτήτρια ζητά τα πιο πάνω διατάγματα είναι οι ακόλουθοι:
(α) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, απορρίπτοντας την αγωγή αρ. 261/2004 στα πλαίσια εξέτασης ενδιάμεσης αίτησης για απόφαση λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης, ενήργησε καθ' υπέρβαση των εξουσιών του και/ή κάτω από νομική πλάνη. Ο πρωτόδικος Δικαστής έλαβε υπόψη του στοιχεία όπως τη συμπεριφορά της αιτήτριας και τη συμπεριφορά του εναγομένου τα οποία δεν υπήρχαν στο φάκελο του Δικαστηρίου και τα οποία τον οδήγησαν σε νομική πλάνη που είχε ως αποτέλεσμα την απόρριψη τόσο της αίτησης όσο και εξ ολοκλήρου της αγωγής, καθ' ότι η αιτήτρια εκ του νόμου δικαιούτο σε έκδοση απόφασης υπέρ της στο βαθμό που δικαιούτο από το νόμο.
(β) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, απορρίπτοντας την αίτηση ημερομηνίας 6.7.2004, ενήργησε καθ' υπέρβαση των εξουσιών του και/ή κάτω από νομική πλάνη καθ'ότι δεν υπήρχε εμφάνιση εκ μέρους του εναγομένου.
(γ) Η αυτεπάγγελτη επίκληση και/ή εφαρμογή από το Δικαστήριο της αρχής της ολιγωρίας (laches), η οποία μπορεί να εγερθεί μόνον ως υπεράσπιση, έχει γίνει καθ΄ υπέρβαση των εξουσιών του Δικαστηρίου και/ή κάτω από νομική πλάνη και χωρίς να έχει εγερθεί ως υπεράσπιση από τον εναγόμενο.
(δ) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κάτω από νομική πλάνη και/ή καθ' υπέρβαση εξουσίας, ενήργησε, τόσο κατά την εξέταση της αίτησης ημερομηνίας 6.7.2004, εν τη απουσία του εναγομένου, όσο και στην απόφασή του ημερομηνίας 10.12.2004, ως συνήγορος του εναγόμενου.
(ε) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας καθ' υπέρβαση των εξουσιών του και ενεργώντας κάτω από νομική πλάνη έχει αδικαιολόγητα καταλήξει σε αυθαίρετα και/ή ατεκμηρίωτα συμπεράσματα αναφορικά με τη συμπεριφορά και τις προθέσεις της αιτήτριας σε σχέση με την προώθηση του αγώγιμού της δικαιώματος.
(στ) Ο πρωτόδικος Δικαστής καθ' υπέρβαση της εξουσίας του και/ή κάτω από νομική πλάνη έκρινε ότι η αιτήτρια όφειλε να καταγγείλει τη σύμβαση και να καταχωρήσει την αγωγή από το 1996, όταν ο λογαριασμός παρουσιάστηκε χρεωστικός, παρόλο που υπάρχουν νομοθετικές πρόνοιες ότι κατά τους επίδικους χρόνους ήταν σε ισχύ ο περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμος (Ν.57/64).
Έχω διεξέλθει την επίδικη ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Θεωρώ ότι, πράγματι, το πρωτόδικο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τόσο την αίτηση όσο και την αγωγή, ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας ακριβώς για τους λόγους που προβάλλονται εκ μέρους της αιτήτριας. Όσον αφορά, ειδικότερα, το κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία, στα πλαίσια εξέτασης της μονομερούς αίτησης για απόφαση λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης, να απορρίψει τελικά και την αγωγή, σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στη Γεωργία Αθανασίου ν. Νίκου Τούλουπου (2005) 1 Α.Α.Δ. 31:
"Η Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας προνοεί τη διαδικασία που ακολουθείται όταν δεν καταχωρηθεί σημείωμα εμφανίσεως. Ο θ.5 της Δ.17 προνοεί ότι όταν με το κλητήριο ένταλμα διεκδικούνται μεταξύ άλλων οικονομικές αποζημιώσεις και ο εναγόμενος ή οι εναγόμενοι δεν καταχωρήσουν σημείωμα εμφανίσεως, ο ενάγων δικαιούται να υποβάλει μονομερή αίτηση για απόφαση και το Δικαστήριο έχει εξουσία να διαπιστώσει το ποσό των αποζημιώσεων στο οποίο δικαιούται ο ενάγοντας και να εκδώσει ανάλογη απόφαση. Η ανάλογη Αγγλική Δικονομική Πρόνοια είναι η Παλιά Διαταγή 13. Σχετικοί είναι η Θεσμοί 3-5 αλλά και ο Θεσμός 17 της Παλιάς Αγγλικής Διαταγής 13, οι οποίοι επεξηγούνται στο The Annual Practice του 1958, Τόμος 1 στις σελ. 217 και επόμενες.
Η Δ.17, θ.13 των Κυπριακών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας προνοεί ότι σε όλες τις υποθέσεις στις οποίες ζητείται απόφαση λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως το Δικαστήριο έχει εξουσία, όπου αυτό κρίνεται ως αναγκαίο ή επιθυμητό, να καλέσει τον ενάγοντα να αποδείξει την αξίωσή του και είτε ο ενάγοντας κληθεί γι' αυτό το σκοπό είτε όχι το Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδώσει απόφαση μόνο στην έκταση που ενάγοντας δικαιούται (σε απόφαση) σύμφωνα με το Νόμο.
Στην υπόθεση Lombank Ltd v. Cook [1962]3 All E.R., 491 Αγγλικό Δικαστήριο εξέτασε αίτηση για απόφαση λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως, δυνάμει της παλιάς Αγγλικής Διαταγής 13, σε υπόθεση ενοικιαγοράς. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο ενάγοντας απέδειξε μέρος μόνο της αξίωσης του και εξέδωσε απόφαση υπέρ του για το ποσό που αφορούσε το μέρος της αξίωσης που αποδείκτηκε και προχώρησε και απέρριψε την αίτηση του ενάγοντα για απόφαση, ως προς το υπόλοιπο της αξιώσεως του, το οποίο ο ενάγοντας απέτυχε να αποδείξει, χωρίς να απορρίψει και το αντίστοιχο μέρος της αγωγής.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι το πνεύμα των προνοιών της Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με βάση τις οποίες υποβάλλονται οι αιτήσεις για απόφαση λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως, όπως συνέβηκε στην προκείμενη περίπτωση, δεν δικαιολογεί την απόρριψη της ίδιας της αγωγής σε περίπτωση που ο ενάγοντας, στα πλαίσια αίτησης του για απόφαση λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως, αποτύχει να αποδείξει είτε ολόκληρη του την αξίωση είτε μέρος της αξίωσης του. Αυτό που μπορεί να συμβεί είναι είτε η απόρριψη της αίτησης για απόφαση, εκεί όπου ο ενάγοντας αποτύχει παντελώς να αποδείξει την αξίωσή του είτε η έκδοση απόφασης υπέρ του ενάγοντα, με βάση την αίτηση, για το ποσό που θα επιτύχει να αποδείξει και η απόρριψη του υπολοίπου μέρους της αίτησης αναφορικά με το ποσό που ο ενάγοντας αποτυγχάνει να αποδείξει.
Θεωρούμε δηλαδή ότι στην παρούσα υπόθεση όπου ο ενάγοντας, μετά από μονομερή αίτηση του δυνάμει της Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, κλήθηκε να αποδείξει την υπόθεση του και απέτυχε να παρουσιάσει αποδεκτή μαρτυρία για να ικανοποιήσει το Δικαστήριο, η ορθή διαδικασία την οποία θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει το Πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν η απόρριψη της μονομερούς αιτήσεως του για απόφαση αλλά όχι η απόρριψη της αγωγής του. Δεν υπήρχε ενώπιον του Δικαστηρίου οποιοδήποτε αίτημα για απόρριψη της αγωγής και δυνάμει της Δ.17, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας δεν παρείχετο διακριτική ευχέρεια στο Πρωτόδικο Δικαστήριο να απορρίψει την ίδια την αγωγή αλλά μόνο τη μονομερή αίτηση για απόφαση (λόγω μη καταχωρήσεως σημειώματος εμφανίσεως) για το λόγο ότι η αίτηση δεν τεκμηριώθηκε. Βέβαια, ο ενάγοντας έχει υποχρέωση προώθησης της αγωγής του και αν δεν το πράξει η αγωγή υπόκειται σε απόρριψη, σύμφωνα με τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.17, θ.14(1), γίνεται περιοδικός έλεγχος από τον Πρωτοκολλητή, υπό την εποπτεία του Δικαστηρίου, αναφορικά με αγωγές στις οποίες δεν καταχωρήθηκε σημείωμα εμφανίσεως και ο ενάγοντας δεν προώθησε την αγωγή του σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.17. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αγωγή υπόκειται σε απόρριψη από το Δικαστήριο, λόγω μη προωθήσεως, χωρίς αυτό να συνιστά κώλυμα για καταχώριση νέας αγωγής σύμφωνα με τη Δ.17 θ.14(2).
Στην προκείμενη περίπτωση αν η απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου για απόρριψη της αγωγής ήταν ορθή και δεδομένου ότι δόθηκε απόφαση επί της ουσίας, αυτό θα συνιστούσε κώλυμα για την καταχώριση νέας αγωγής από την εφεσείουσα, στοιχείο που επίσης έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα της Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας."
Η αίτηση επιτυγχάνει.
Εκδίδεται ένταλμα Certiorari με το οποίο ακυρώνεται η απόφαση του Ε.Δ. Λευκωσίας της 10.12.2004 στην Αγωγή Αρ. 261/2004. Εκδίδεται, επίσης, ένταλμα Mandamus για να εξεταστεί εκ νέου η αίτηση της αιτήτριας της 6.7.2004 στην Αγωγή Αρ. 261/2004 από άλλο Δικαστή του Ε.Δ. Λευκωσίας.
Εκδίδονται τα αιτούμενα προνομιακά εντάλματα Certiorari και Mandamus.