ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2005) 1 ΑΑΔ 180
27 Ιανουαρίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΜΩΫΣΗΣ ΜΩΫΣΗ,
Εφεσείων,
v.
1. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑΣ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
2. ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11813)
Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ― Απόδοση αποκλειστικής ευθύνης για πρόκληση τροχαίου ατυχήματος σε οδηγό αυτοκινήτου, ο οποίος μη τηρώντας ασφαλή απόσταση από προπορευόμενο όχημα, κτύπησε πεζή η οποία διασταύρωνε δρόμο ― Δεν επενέβη το Εφετείο.
Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ―Αιτιώδης συνάφεια ― Ανάγκη να καταδεικνύεται πάντοτε η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παραβίασης του καθήκοντος επιμέλειας και της ζημίας που προκύπτει.
Στις 31.7.1997 ο εφεσείων οδηγώντας το αυτοκίνητό του στην οδό Ευαγόρα Παλληκαρίδη στην Πάφο τραυμάτισε ηλικιωμένη πεζή η οποία πέθανε λίγες μέρες μετά το δυστύχημα. Οι κληρονόμοι της, κίνησαν αγωγή εναντίον του εφεσείοντος για αποζημιώσεις. Οι αποζημιώσεις συμφωνήθηκαν στις £3.000 και παρέμεινε ως μόνο επίδικο θέμα ο καταλογισμός ευθύνης.
Από πλευράς εναγόντων κατέθεσαν τρεις μάρτυρες, ο ένας αυτόπτης. Ο εφεσείων δεν προσκόμισε μαρτυρία ούτε κατέθεσε ο ίδιος.
Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου ο δρόμος όπου συνέβηκε το δυστύχημα είχε πλάτος 9,60 μ. και χωριζόταν με διακεκομμένη γραμμή σε δύο λωρίδες αντίθετης κυκλοφορίας. Μπροστά από το αυτοκίνητο του εφεσείοντος οδηγείτο ένα μονοκάμπινο αυτοκίνητο. Σε κάποιο σημείο του δρόμου και ενώ η απόσταση του αυτοκινήτου του εφεσείοντος από το μπροστινό μονοκάμπινο ήταν ένα περίπου μέτρο, το μονοκάμπινο έκαμε ελιγμό αριστερά και δεύτερο δεξιά, οπότε, εμφανίστηκε η πεζή μπροστά στο αυτοκίνητο του εφεσείοντος. Ο εφεσείων κτύπησε τη πεζή δύο φορές παρόλον ότι είχε κάμει ελιγμό δεξιά και άλλο πιο ελαφρύ αριστερά. Το σημείο σύγκρουσης εντοπίστηκε στη λωρίδα που οδηγούσε ο εφεσείων και σε απόσταση 3-4 βημάτων από τη διαχωριστική γραμμή.
Η αμέλεια του εφεσείοντος στοιχειοθετήθηκε στη βάση της διαπίστωσης ότι η απόσταση που διατήρησε από το προπορευόμενο μονοκάμπινο δεν ήταν ασφαλής κάτω από τις δοσμένες συνθήκες του δρόμου και της «αρκετής» τροχαίας κίνησης. Ένεκα της μικρής απόστασης δεν παρεχόταν σ' αυτόν η δυνατότητα αντιμετώπισης οποιουδήποτε έκτακτου περιστατικού, εύλογα προβλεπτού, όπως η παρουσία πεζού στο δρόμο. Το γεγονός ότι έκαμε ελιγμό δεν μπορούσε να τον απαλλάξει από την ευθύνη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος αμελούς οδήγησης και απέδωσε σ' αυτόν αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου και υποστηρίζοντας ότι αυτές είναι αποτέλεσμα πλημμελούς αξιολόγησης της μαρτυρίας και λανθασμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου που διέπει το θέμα.
Το ζήτημα που χρήζει εξέτασης είναι το κατά πόσο υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ενέργειας του εφεσείοντος να οδηγεί το όχημά του τόσο κοντά στο προπορευόμενο μονοκάμπινο, που κρίθηκε ότι συνιστά αμέλεια, και της ζημιάς.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Στην απουσία άλλης λογικής εξήγησης που μόνο ο ίδιος ο εφεσείων μπορούσε να δώσει και δεν έδωσε, η παράλειψή του να δει την πεζή, οφειλόταν σε έλλειψη δέουσας προσοχής και παρατηρητικότητας και αυτό σε συνάρτηση προς τη μικρή απόσταση που κρατούσε από το προπορευόμενο αυτοκίνητο που δεν του επέτρεψε να ασκήσει επαρκώς αυτό το καθήκον. Και εφόσον το Δικαστήριο δεν είχε ενώπιόν του μαρτυρία κατά πόσο η παρουσία της πεζής στο δρόμο δημιούργησε απρόβλεπτο κίνδυνο, ορθά υπό τις περιστάσεις αποφάσισε να μην καταλογίσει σε βάρος της οποιαδήποτε ευθύνη.
2. Η τελική κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου συνάδει με τα γεγονότα όπως έχουν διαπιστωθεί, ύστερα από ενδελεχή αξιολόγηση της μαρτυρίας και ορθής υπαγωγής τους στο νόμο.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Charalambous v. Kassapis (1988) 1 C.L.R. 25,
Χριστοδούλου ν. Γρηγορίου (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 178,
Παυλή ν. Αβραάμ, Π.Ε. 10067, ημερ. 24.2.2002,
Theodoulou v. Pelopida (1981) 1 C.L.R. 230.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου που δόθηκε στις 4/8/03 (Αρ. Αγωγής 3095/99) με την οποία του καταλόγισε την αποκλειστική ευθύνη για το τροχαίο ατύχημα στο οποίο ενεπλάκη το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό και αργότερα το θάνατο ηλικιωμένης γυναίκας και επιδίκασε εναντίον του και υπέρ των εναγόντων-κληρονόμων της το συμφωνηθέν ποσό ειδικών και γενικών αποζημιώσεων ύψους £3.000.-.
Λ. Γεωργίου, για τον Εφεσείοντα.
Χρ. Γεωργιάδης, για τις Εφεσίβλητες.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων ενεπλάκη σε τροχαίο δυστύχημα που συνέβηκε την 31.7.1997 στην οδό Ευαγόρα Παλληκαρίδη στην Πάφο. Από το δυστύχημα τραυματίστηκε η πεζή Αντιγόνη Σωκράτους η οποία ήταν ηλικιωμένη και πέθανε λίγες μέρες μετά το δυστύχημα. Οι κληρονόμοι της, κίνησαν αγωγή εναντίον του εφεσείοντα για αποζημιώσεις. Πριν τη δίκη οι αποζημιώσεις (γενικές και ειδικές), συμφωνήθηκαν στις £3000.- και παρέμεινε ως μόνο επίδικο θέμα ο καταλογισμός της ευθύνης.
Από πλευράς εναγόντων κατέθεσαν τρεις μάρτυρες, ο ένας αυτόπτης. Ο εφεσείων δεν προσκόμισε μαρτυρία ούτε κατέθεσε ο ίδιος. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο αμέλειας και του καταλόγισε αποκλειστική ευθύνη για το δυστύχημα. Υπέρ των εφεσιβλήτων, επιδικάστηκαν οι αποζημιώσεις που είχαν συμφωνηθεί πλέον νόμιμος τόκος και έξοδα.
Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του δικαστηρίου, ο εφεσείων οδηγούσε το αυτοκίνητο ENZ 864 στην οδό Ευαγόρα Παλληκαρίδη με βόρεια κατεύθυνση ακολουθώντας ένα μονοκάμπινο αυτοκίνητο. Ο δρόμος είχε πλάτος 9,60 μ. και χωριζόταν με διακεκομμένη γραμμή σε δύο λωρίδες αντίθετης κυκλοφορίας. Σε κάποιο σημείο του δρόμου μετά την πάροδο της οδού Μπουμπουλίνας και ενώ η απόσταση του αυτοκινήτου του εφεσείοντα από το μπροστινό μονοκάμπινο ήταν ένα περίπου μέτρο, το μονοκάμπινο, έκανε ελιγμό αριστερά και δεύτερο δεξιά, οπότε, εμφανίστηκε μια γυναίκα μπροστά στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα. Ο εφεσείων για να την αποφύγει, έκαμε ένα ελιγμό δεξιά και άλλο πιο ελαφρύ, αριστερά. Η γυναίκα κτυπήθηκε δύο φορές από το αυτοκίνητο του εφεσείοντα. Η λωρίδα στην οποία οδηγούσε ο εφεσείων είχε πλάτος 5,10 μ. το δε σημείο της σύγκρουσης εντοπίστηκε στην ίδια λωρίδα και σε απόσταση 3-4 βημάτων από τη διαχωριστική γραμμή. Ο εφεσείων δεν έκαμε χρήση φρένων. Το αυτοκίνητό του, προχώρησε περίπου 15 μέτρα από το σημείο της σύγκρουσης και σταμάτησε.
Η αμέλεια του εφεσείοντα, στοιχειοθετήθηκε στη βάση της διαπίστωσης ότι η απόσταση που διατηρούσε από το προπορευόμενο μονοκάμπινο δεν ήταν ασφαλής κάτω από τις δοσμένες συνθήκες του δρόμου και της «αρκετής» τροχαίας κίνησης. Ένεκα της μικρής απόστασης δεν παρεχόταν σ' αυτόν η δυνατότητα αντιμετώπισης οποιουδήποτε έκτακτου περιστατικού, εύλογα προβλεπτού, όπως η παρουσία πεζού στο δρόμο. Το γεγονός ότι ο εφεσείων έκανε ελιγμό για να αποφύγει τη σύγκρουση δεν μπορούσε να τον απαλλάξει από την ευθύνη «........... καθότι δεν πρόκειτο περί τήρησης εκ μέρους του μιας κανονικής πορείας, οπότε, εισήλθε απροειδοποίητα και σε πολύ μικρή απόσταση εντός του δρόμου ένας πεζός. Η απόσταση που τηρούσε ο Εναγόμενος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κρατούσε λογική πορεία.»
Το δικαστήριο εξέτασε κατά πόσο η αποθανούσα Αντιγόνη Σωκράτους, συνέτεινε στην πρόκληση του δυστυχήματος με προοπτική ανάλογου επιμερισμού ευθύνης, αν αυτή κρινόταν συνυπεύθυνη. Κατόπιν παράθεσης αποφάσεων από τη νομολογία* που διέπει το θέμα και με αναφορά στα γεγονότα της υπόθεσης όπως είχαν προηγουμένως διαπιστωθεί κρίθηκε πως « ......... δεν δικαιολογείται οποιοδήποτε εύρημα σχετικά με συντρέχουσα αμέλεια της αποβιωσάσης πεζής, και τούτο επειδή από τα γεγονότα που έχουν γίνει αποδεκτά από το δικαστήριο καθώς και επειδή δεν δόθηκε μαρτυρία από μάρτυρες οι οποίοι ίσως θα μπορούσαν να δώσουν στοιχεία για τα πιο κάτω θέματα τα οποία ενόψει της απουσίας τους θεωρώ ότι στερούν την ευχέρεια του Δικαστηρίου να επιρρίψει συντρέχουσα αμέλεια στην πεζή. Αυτά τα στοιχεία είναι η απουσία μαρτυρίας για την ορατότητα της πεζής ως προς τα οχήματα που κινούντο προς τη λωρίδα στην οποία κτυπήθηκε από τον Εναγόμενο. Δεν υπήρξε επίσης μαρτυρία σε ποια απόσταση βρισκόταν κυρίως το προπορευόμενο όχημα του Εναγόμενου όταν η πεζή επιχείρησε να διασταυρώσει. Δεν υπήρξε μαρτυρία για τον τρόπο που διασταύρωσε η πεζή, αν ήταν αργά ή τρέχοντας. Η ύπαρξη της στο δρόμο βέβαια δημιούργησε τον απότομο ελιγμό του πρώτου οχήματος στη σειρά, ωστόσο δεν μπορεί το δικαστήριο, στην απουσία μαρτυρίας να συμπεράνει ότι εισήλθε ξαφνικά στο δρόμο η πεζή. Δεν αποκλείεται να μην την αντιλήφθηκε έγκαιρα ο πρώτος οδηγός, είτε λόγω δικής του αμέλειας είτε λόγω μειωμένης ορατότητας.
Θεωρώ ότι η μη προσκόμιση μαρτυρίας από πλευράς του εναγομένου για τα πιο πάνω στοιχεία, εφόσον δεν συνάγονται με ασφάλεια από τη μαρτυρία των εναγουσών, στερεί από το δικαστήριο την εξουσία να επιρρίψει οποιαδήποτε ευθύνη στην πεζή».
Ο εφεσείων, επιδιώκει την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, εισηγούμενος ότι λανθασμένα κρίθηκε ένοχος αμελούς οδήγησης εφόσον δεν προέκυψε σε βάρος του οποιοδήποτε στοιχείο αμέλειας και ότι η εκκαλούμενη απόφαση ερείδεται σε διαπιστώσεις που προέκυψαν κατόπιν πλημμελούς αξιολόγησης της μαρτυρίας καθώς και σε λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου που διέπει το θέμα. Διαζευκτικά, εισηγείται πως η μη απόδοση συντρέχουσας αμέλειας στην αποθανούσα συνιστά σφάλμα οφειλόμενο σε λανθασμένη εκτίμηση της μαρτυρίας και σε λάθη αναγόμενα στην ερμηνεία και εφαρμογή αρχών της νομολογίας στα γεγονότα της υπόθεσης.
Το δικαστήριο εξέτασε ακροθιγώς κατά πόσο τα γεγονότα της υπόθεσης ήταν τέτοια ώστε να δικαιολογείται η μετακίνηση του βάρους απόδειξης (shifting of evidential burden of proof) από τις ενάγουσες στον εναγόμενο. Έγινε προς τούτο αναφορά στις πρόνοιες του άρθρου 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ. 148 που ενσωματώνει το δόγμα res ipsa loquitur και σε σχετική νομολογία*. Κρίθηκε πως η μαρτυρία του Γ. Χρίστου (ΜΕ3), οδηγού του μοτοποδηλάτου που ακολουθούσε το αυτοκίνητο του εφεσείοντα και αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων, αποτελούσε πηγή γνώσης των περιστατικών της υπόθεσης για τις ενάγουσες και συνεπώς το βάρος απόδειξης εξακολουθούσε να παραμένει στους ώμους τους.
Έχει ήδη ειπωθεί ότι η αμελής ενέργεια του εφεσείοντα να οδηγεί το αυτοκίνητό του, κάτω από τις δοσμένες συνθήκες, σε πολύ κοντινή απόσταση από το προπορευόμενο μονοκάμπινο με περιορισμένη εκ τούτου τη δυνατότητα αντιμετώπισης προβλεπτού κινδύνου όπως η ύπαρξη πεζού στο δρόμο, αποτέλεσε, κατά την κρίση του δικαστηρίου, τη μόνη και αποκλειστική αιτία πρόκλησης του ζημιογόνου γεγονότος, αντικειμένου της αγωγής. Αυτή ακριβώς η διαπίστωση, αποτελεί και τον πυρήνα του σκεπτικού της εκκαλούμενης απόφασης. Το ζήτημα προς εξέταση, οριοθετείται στο κατά πόσο υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πιο πάνω ενέργειας του εφεσείοντα, που κρίθηκε ότι συνιστά αμέλεια, και της ζημιάς. Είναι γεγονός πως δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε άμεση μαρτυρία διαφωτιστική των συνθηκών κάτω από τις οποίες η πεζή βρέθηκε στο δρόμο. Όμως, ανεξάρτητα από αυτό, οι ελιγμοί του μονοκάμπινου έγιναν για να αποφευχθεί προφανώς η σύγκρουσή του με την πεζή. Αυτή ακριβώς η αποτρεπτική ενέργεια του οδηγού του μονοκάμπινου, εκ των πραγμάτων, υπήρξε επιτυχής. Ο εφεσείων όμως, που ακολουθούσε το μονοκάμπινο, δεν είδε την πεζή που ήταν στο δρόμο και γι' αυτό την κτύπησε. Στην απουσία άλλης λογικής εξήγησης που μόνο ο ίδιος μπορούσε να δώσει και δεν έδωσε, η παράλειψή του να δει την πεζή, οφειλόταν σε έλλειψη δέουσας προσοχής και παρατηρητικότητας και αυτό σε συνάρτηση προς τη μικρή απόσταση που κρατούσε από το προπορευόμενο αυτοκίνητο που δεν του επέτρεψε να ασκήσει επαρκώς αυτό το καθήκον. Και εφόσον το δικαστήριο δεν είχε ενώπιόν του μαρτυρία κατά πόσο η παρουσία της πεζής στο δρόμο δημιούργησε απρόβλεπτο κίνδυνο, ορθά υπό τις περιστάσεις, αποφάσισε να μην καταλογίσει σε βάρος της οποιαδήποτε ευθύνη.
Έχουμε τη γνώμη, σε αντίθεση προς ό,τι εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, πως η τελική κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου συνάδει με τα γεγονότα όπως είχαν διαπιστωθεί, ύστερα από ενδελεχή αξιολόγηση της μαρτυρίας και ορθής υπαγωγής τους στο νόμο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.