ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 1 ΑΑΔ 923

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

Αίτηση αρ. 50/2005

 

 

29 Ιουνίου, 2005

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

- και -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ IVAN KOLESNIKOV ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

 

- και -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ AΙΤΗΣΗ ΤΟΥ IVAN KOLESNIKOV ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ PROHIBITION

 

- και -

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΟΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 23/6/2005 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΡ. 2/05

 

- και -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟ 97/70

 

- και -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΟΥ IVAN KOLESNIKOV

--------------------------------------

Αλ. Μαρκίδης με Α. Ανδρέου,  για τον αιτητή

------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Στις 31/1/05 ο αιτητής, που κατάγεται από τη Ρωσσία, συνελήφθηκε με προσωρινό ένταλμα σύλληψης το οποίο εξέδωσε ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας με βάση τα άρθρα 8(1)(β) και 8(2) των περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμων του 1970 - 1990 για σκοπούς διαδικασίας έκδοσης του στη Ρωσία.  Για το σκοπό αυτό καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας η αίτηση έκδοσης αρ. 2/05 η οποία τέθηκε για εκδίκαση ενώπιον του Eπαρχιακού Δικαστή Θ. Θωμά.  Για τον καθού η αίτηση (αιτητή στην παρούσα) είχε αρχικά εμφανιστεί ο δικηγόρος κ. Α. Κλαϊδης, ο οποίος κατά τη διαδικασία της 12/4/05 ζήτησε «μετάφραση όλων των καταθέσεων και όλων των τεκμηρίων που έχουν κατατεθεί από τις Ρωσικές Αρχές».  Σε ερώτηση του δικαστηρίου κατά πόσο δεν τους έχουν δοθεί τα εν λόγω έγγραφα ο κ. Κλαϊδης ανάφερε ότι τους έχουν δοθεί αλλά όχι η ορθή μετάφραση των εγγράφων.  Η πλευρά της Δημοκρατίας (αιτητή στην εν λόγω αίτηση) δήλωσε ότι είχαν ήδη προβεί σε μετάφραση των εν λόγω εγγράφων και παράδωσε αυτά στον καθού η αίτηση έκδοσης, αλλά προχώρησε να αναφέρει ότι δεν έχουν ένσταση, αν θέλουν η πλευρά του αιτητή νέα μετάφραση από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία όμως να γίνει με έξοδα του καθού η αίτηση.  Η εισήγηση της δικηγόρου της Δημοκρατίας έγινε δεκτή με αποτέλεσμα να εκδοθεί το ακόλουθο διάταγμα από το δικαστήριο:

 

«Εκ συμφώνου εκδίδεται διάταγμα με το οποίο επιτρέπεται η μετάφραση όλων των εγγράφων τα οποία έχουν κατατεθεί στην παρούσα υπόθεση από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όλα τα έξοδα για την μετάφραση των εγγράφων θα τα επιβαρυνθεί η πλευρά του καθ' ου η αίτηση η οποία θα έχει και την πρωτοβουλία να σταλούν τα έγγραφα για μετάφραση.  Όσον αφορά την παράγραφο Β της αίτησης θα παραμείνει για οδηγίες στις 10/5/2005 η ώρα 10.30 π.μ. Ένσταση να καταχωρηθεί μέχρι τότε.»

 

Κατά την επόμενη δικάσιμο που ήταν η 10/5/05, η πλευρά του καθού η αίτηση ανάφερε στο δικαστηριο ότι το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών με επιστολή τους ημερ. 19/4/05 τους πληροφορούσε ότι θα χρειαστούν 4 περίπου μήνες για να μεταφραστούν τα εν λόγω έγγραφα που ήταν κάπου 200 σελίδες.  Έτσι ζήτησαν αναβολή μέχρι να ολοκληρωθεί η μετάφραση.  Το Δικαστήριο ανάφερε ότι δεν μπορούσε να αναβάλει την υπόθεση για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα και όρισε αυτή για ακρόαση για τις 30/5/05. 

 

Στις 30/5/05 για τον καθού η αίτηση εμφανίστηκαν τώρα 3 δικηγόροι.  Ο κ. Κλαϊδης και επιπρόσθετα οι κ.κ. Α. Μαρκίδης και Α. Ανδρέου οι οποίοι όπως ανάφεραν, ανέλαβαν ως επιπρόσθετοι δικηγόροι στις 26/5/05.  Έτσι ζήτησαν αναβολή για 10 εβδομάδες (α) για να ετοιμασθούν για την ακρόαση της υπόθεσης και (β) για να συμπληρωθεί και η μετάφραση των εγγράφων.  Το δικαστήριο ενέκρινε το αίτημα αλλά για λιγότερο χρόνο και όρισε την υπόθεση για ακρόαση για τις 16, 17, 21, 22 και 23/6/05. 

 

Κατά τη νέα ημερομηνία που ήταν ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση υποβλήθηκαν από πλευράς του καθού η αίτηση (αιτητή στην παρούσα) 3 ξεχωριστά αιτήματα:  (1)  για αναστολή της διαδικασίας επ' αόριστον για να εξεταστεί πρώτα το αίτημα του καθού η αίτηση για πολιτικό άσυλο (2) για προσαγωγή πληροφοριών και/ή εγγράφων από τη Ρωσία και (3) για αναβολή της ακρόασης μέχρι την ετοιμασία της μετάφρασης των εγγράφων, σύμφωνα με το διάταγμα του δικαστηρίου.  Το πρωτόδικο δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση ημερ. 23/6/05 απέρριψε όλα τα πιο πάνω αιτήματα με το ακόλουθο, πολύ περιληπτικά, σκεπτικό.

 

Αναφορικά με το πρώτο αίτημα που ήταν για αναστολή της διαδικασίας έκδοσης μέχρι την αποπεράτωση του αιτήματος του καθού για παραχώρηση πολιτικού ασύλου από την αρμόδια αρχή, το δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω διαδικασία δεν μπορεί να υπερφαλαγγίσει ούτε και να παραγκωνίσει την παρούσα διαδικασία η οποία βασίζεται σε διεθνείς υποχρεώσεις που ανέλαβε η Κυπριακή Δημοκρατία.  Παράλληλα το δικαστήριο σχολίασε και το γεγονός ότι ο αιτητής ενώ ήταν εδώ στην Κύπρο από το 2003 δεν αποτάθηκε ενωρίτερα για πολιτικό άσυλο. 

 

Για το θέμα των συμπληρωματικών εγγράφων ή πληροφοριών από τη Ρωσία, το δικαστήριο έκρινε ότι δεν έχει καταδειχθεί πώς επηρεάζεται ο καθού η αίτηση με την απουσία των εν λόγω εγγράφων η οποία εν πάση περιπτώσει,  αν είναι αναγκαία με βάση το νόμο, θα επενεργήσει υπέρ του.  Έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαίες οι εν λόγω πληροφορίες για σκοπούς της ενώπιον του διαδικασίας αλλά θα ήσαν σχετικές για το Ρωσικό δικαστήριο που θα εκδίκαζε τα αδικήματα, αν τελικά διατασσόταν η έκδοση του καθού η αίτηση. 

 

Αναφορικά με το θέμα της μετάφρασης των εγγράφων, το πρωτόδικο δικαστήριο ανάφερε ότι ο σκοπός του διατάγματος που είχε εκδώσει στις 12/4/05 «με το οποίο επιτρέπετο η μετάφραση των ρηθέντων εγγράφων από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών ήταν να βοηθήσει τον καθού η αίτηση στην προετοιμασία της Υπεράσπισης του, σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να υπερφαλαγγίσει την επιβεβλημένη νομολογιακά υποχρέωση για αποπεράτωση της παρούσας διαδικασίας το συντομότερο δυνατό».   Άφησε όμως ανοικτό το ενδεχόμενο προώθησης του θέματος της ορθότητας της μετάφρασης των σχετικών εγγράφων στο στάδιο της ακρόασης της αίτησης έκδοσης. 

 

Αποτέλεσμα της πιο πάνω ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου, ήταν η καταχώρηση της παρούσας αίτησης με την οποία ζητείται άδεια για καταχώρηση αιτήσεων της φύσης certiorari και prohibition

 

Tα κριτήρια που πρέπει να ικανοποιούνται για τη χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, έχουν διασαφηνιστεί από όγκο νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Στην υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1298 σελ. 1303 ο Αρέστης Δ. (όπως ήταν τότε) διατύπωσε το θέμα ως ακολούθως:

 

«Στο παρόν στάδιο το δικαστήριο κατά την ενάσκηση της διακριτικής του εξουσίας εξετάζει κατά πόσον υπάρχει συζητήσιμη εκ πρώτης όψεως υπόθεση που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.  Δεν χρειάζεται να εμβαθύνει περισσότερο στην υπόθεση.  Είναι αρκετό σε αυτό το στάδιο με βάση το υλικό που βρίσκεται ενώπιον του δικαστηρίου να δικαιολογείται η παραχώρηση τέτοιας άδειας:  Γενικός Εισαγγελέας ν. Π. Χρίστου (1962) C.L.R. 129, Εξ πάρτε Νίνα Παναρέτου (1972) 1 C.L.R. 165, Kακος (1985) 1 C.L.R. 250, Αργυρίδης (1987) 1 C.L.R. 23, A.L.S. Aircraft Leasing System Ltd., Αίτηση (2000) 1 Α.Α.Δ. 51.

 

Οι λόγοι για τους οποίους εκδίδονται προνομιακά εντάλματα περιλαμβάνουν:

(α) Έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.

 (β) Έκδηλη πλάνη Νόμου.

 (γ) Προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση.

 (δ) Δόλο ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης.

 (ε) Παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.

(Βλ. μεταξύ άλλων, Αναφορικά με το Genaro Perella (1995) 1 A.Α.Δ. 692).»

 

Πιο πρόσφατα στην Π.Ε 11353 Αναφορικά με την αίτηση των εταιρειών FASTACT DEVELOPMENTS LTD κ.α. ημερ. 13/9/04 ο Γαβριηλίδης Δ. εκδίδοντας την απόφαση του Εφετείου, διατύπωσε το θέμα ως ακολούθως:

 

«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα.  (Βλ. μεταξύ άλλων, R. v Secretary of State (1986) 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ 41, Στ. Μεστάνα, Πολ. Εφ. 9906, 22.9.2000 και Χρ. Μιχαήλ και Στ. Μιχαηλίδη, Αίτηση Αρ. 13/2001, 1.3.2001)Στη Hellenger Trading Ltd, Aίτηση αρ. 94/2000, 30.11.2000, διευκρινίστηκε, ορθά ότι η αρχή αυτή «ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα».  Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.  (Βλ. επίσης, Σ. Μαρκίδης κ.α., Αίτηση αρ. 133/03, 20.2.04)Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori λόγω απόρριψης της αίτησης.»

 

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι εκεί που προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο, αίτηση αυτής της φύσης δε δικαιολογείται εκτός αν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις (Βλ. περαιτέρω Αναφορικά με την αίτηση του Χριστόδουλου Μεττή (2003) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1909, Αναφορικά με την αίτηση των Αδάμου Μανώλη κ.α. αίτηση αρ. 114/04 ημερ. 22/7/04 και την προαναφερθείσα Π.Ε. 11353).

 

Το ερώτημα που τίθεται στην παρούσα είναι κατά πόσο η πιο πάνω απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου εμπεριέχει έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή έκδηλη πλάνη νόμου που να είναι καταφανής στο πρακτικό του δικαστηρίου ή παράβαση κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.

 

Παρόλο που είμαστε στο στάδιο αίτησης για άδεια, όπου είναι αρκετό να αποκαλύπτεται εκ πρώτης συζητήσιμη υπόθεση και όχι στο στάδιο εξέτασης της ουσίας μιας αίτησης για certiorari και/ή prohibition, το θεωρώ ορθό να αναφερθώ και στο σκοπό έκδοσης τέτοιων διαταγμάτων με παραπομπή στο σύγγραμμα ΠΕΤΡΟΣ ΑΡΤΕΜΗΣ, ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΑ ΕΝΤΑΛΜΑΤΑ, ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ (2004) ΣΕΛ. 246, 247. Διατυπώνεται εκεί η άποψη, με αναφορά σε σχετική νομολογία, ότι τέτοια διατάγματα δεν εκδίδονται εκεί όπου ασκείται διακριτική ευχέρεια για θέματα για τα οποία το δικαστήριο έχει δικαιοδοσία.  Παρέχονται παραδείγματα μεταξύ των οποίων είναι και η απόρριψη αιτήματος για αναβολή μιας υπόθεσης ή η απόρριψη αιτήματος για επανακλήτευση μάρτυρα κ.λ.π.  Στο ίδιο σύγγραμμα σελ. 160-165, διατυπώνεται ξανά ότι η άσκηση διακριτικής ευχέρειας γενικά δεν ελέγχεται με προνομιακά εντάλματα, εκτός βέβαια αν η άσκηση αυτή έγινε με τρόπο, που είναι εμφανή στο πρακτικό, ότι καταλήγει σε παραβίαση συνταγματικού δικαιώματος ή των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.  Έτσι σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να ελεχθεί η διακριτική ευχέρεια όπως για παράδειγμα για αναβολή μιας υπόθεσης. (βλ. ιδιαίτερα τις παραγραφους 4.62 και 4.63 σελ. 161-162).

 

Από τα θέματα που ανάπτυξαν ενώπιον μου οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του αιτητή, με απασχόλησε περισσότερο το κατά πόσο υπάρχει υπέρβαση εξουσίας ή καταφανής πλάνη αναφορικά με το νόμο ή ακόμη παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, σχετικά με το θέμα της μετάφρασης των εγγράφων της διαδικασίας έκδοσης.

 

Από τα γεγονότα, όπως αυτά φαίνονται στην όψη του πρακτικού και ιδιαίτερα στην ίδια την απόφαση, εκ πρώτης όψης παρουσιάζεται μια ουσιώδης αντίφαση στην όλη αντίκρυση του θέματος από το πρωτόδικο δικαστήριο άμεσα συνυφασμένη με το συνταγματικό δικαίωμα του καθού η αίτηση στη διαδικασία έκδοσης (αιτητή στην παρούσα) να υπερασπιστεί κατάλληλα στην εναντίον του διαδικασία.  Κατ' επέκταση, εκ πρώτης πάντοτε όψης, φαίνεται να παραβιάζονται και οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης και συγκεκριμένα η αρχή ότι πρέπει να ακούονται και οι δυο πλευρές.  Ενώ το πρωτόδικο δικαστήριο με το διάταγμα που εξέδωσε τεκμαίρεται ότι θεώρησε αναγκαία την ετοιμασία νέας, ορθής μετάφρασης, αφού ο σκοπός έκδοσης του διατάγματος, όπως αναφέρει σε άλλο στάδιο της απόφασης του, ήταν «να βοηθήσει τον καθού η αίτηση στην προετοιμασία της υπεράσπισης του», με την τελική κατάληξη να υποχρεώσει τον καθού η αίτηση να υπερασπιστεί χωρίς τα εν λόγω έγγραφα, φαίνεται να ανατρέπει τον σκοπό για τον οποίο διατάχθηκε η μετάφραση των εγγράφων.  Η εκδίκαση μιας υπόθεσης μέσα σε εύλογο χρόνο είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη.  Όμως τούτο δε θα πρέπει να γίνεται με παραβίαση άλλου συνταγματικού δικαιώματος.  Κρίνω λοιπόν ότι υπάρχει εκ πρώτης όψης συζητήσιμη υπόθεση ούτως ώστε να είναι κατάλληλη περίπτωση για χορήγηση της αιτούμενης άδειας.  Σημειώνω ότι η περίπτωση είναι τέτοια που δεν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, όπως για παράδειγμα το δικαίωμα έφεσης.

 

Αναφορικά με την άρνηση του πρωτόδικου δικαστηρίου να παραχωρήσει την αιτούμενη αναβολή και/ή αναστολή της διαδικασίας για τους άλλους δυο λόγους που είχαν υποβληθεί, κρίνω ότι αυτοί δεν είναι τέτοιας φύσης που να αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψης συζητήσιμη υπόθεση για τους σκοπούς παραχώρησης της αιτούμενης άδειας.  Είναι μέσα στα πλαίσια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου που δε φαίνεται, εκ πρώτης όψης, να παραβιάζει κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, όπως στην περίπτωση της μετάφρασης των εγγράφων, καθότι εκεί λήφθηκε υπόψη και ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε η μετάφραση, όπως το διατύπωσε το πρωτόδικο δικαστήριο.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η αίτηση εγκρίνεται μερικώς.  Παραχωρείται άδεια για καταχώρηση αιτήσεων της φύσης prohibition και certiorari.  Η εν λόγω αίτηση να καταχωρηθεί σε 8 μέρες από σήμερα και να οριστεί στις 11 Ιουλίου 2005 και ώρα 9.00 π.μ.

 

Στο μεταξύ η διαδικασία στο πρωτόδικο δικαστήριο αναστέλλεται μέχρι αποπεράτωσης της διαδικασίας της αίτησης που θα καταχωρηθεί και/ή μέχρι νεώτερης διαταγής.

 

                                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

 

 

/ΚΑς

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο