ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 1438
21 Ιουλίου, 2004
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 155(4), 28(1) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΝΟΜΟ 39/62, ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 21(1) ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 14/60 ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΛΤΔ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ CERTIORARI,
KAI
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΤΗΝ 6.7.04 ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓ.6525/04 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟΛΥΤΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥΣ 2 ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΤΑΙ Η ΠΛΗΡΩΜΗ ΠΙΣΤΩΣΕΩΣ (DOCUMENTARY CREDIT) ΥΠ΄ΑΡ. DC/017715/104 ΗΜΕΡ. 4.5.04 ΜΕΧΡΙ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΤΔ ΔΙΑΤΑΣΣΕΤΑΙ ΟΠΩΣ ΑΡΝΗΘΕΙ ΚΑΙ/Ή ΑΝΑΣΤΕΙΛΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟ 1 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΤΩΝ US$25.077,60 ΚΑΙ/Ή ΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ ΠΟΣΟΥ ΜΕΧΡΙ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΥΜΦΩΝΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΩΣ ΑΝΩ ΠΙΣΤΩΣΗ.
(Αίτηση Αρ. 112/2004)
Προνομιακά Εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari εναντίον διατάγματος ex parte το οποίο έγινε απόλυτο λόγω της μη έγκαιρης εμφάνισης της εναγόμενης 2-αιτήτριας και/ή των δικηγόρων της την ημέρα και ώρα που είχε ορισθεί επιστρεπτέο ― Άρνηση άδειας επειδή δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις που να καθιστούν συζητήσιμο ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι εφόσον προσφερόταν ή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή μέσα ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο θέμα.
Προνομιακά Εντάλματα ― Certiorari ― Η διαδικασία του Certiorari δεν έχει τεθεί για να έχουν επιπλέον θεραπείες άτομα τα οποία παραμελούν ή παραλείπουν να εξασφαλίσουν τα δικαιώματά τους.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε διάταγμα σε ex parte αίτηση εναντίον της εναγόμενης 2-αιτήτριας στην παρούσα αίτηση, στην αγωγή 6525/2004 με το οποίο ανέστειλε την πληρωμή πιστώσεως (documentary credit) και διέταξε την εναγόμενη 2-αιτήτρια όπως αρνηθεί και/ή αναστείλει την καταβολή στον εναγόμενο 1 στην αγωγή, του ποσού των US$25.077,060 και/ή οιουδήποτε ποσού μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
Οι δικηγόροι της εναγόμενης 2-αιτήτριας εκ παραδρομής δεν σημείωσαν την ημερομηνία στο ημερολόγιό τους κατά την οποία είχε οριστεί το διάταγμα και δεν εμφανίστηκαν έγκαιρα στο Δικαστήριο την ημέρα που είχε οριστεί επιστρεπτέο. Κατόπιν τούτου το Δικαστήριο κατέστησε το διάταγμα απόλυτο λόγω της μη έγκαιρης εμφάνισης της αιτήτριας και/ή των δικηγόρων της.
Η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari με σκοπό την ακύρωσή του ρηθέντος διατάγματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε ότι υπήρχαν συζητήσιμα ζητήματα ιδιαίτερης σοβαρότητας. Απέρριψε όμως την αίτηση επειδή δεν ικανοποιήθηκε ότι συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις που να καθιστούν συζητήσιμο ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι εφόσον προσφερόταν ή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή μέσα, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο θέμα. Το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρθηκε στην υπόθεση Σεργίου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1917 στην οποία τονίσθηκε ότι: "Η διαδικασία του Certiorari δεν έχει τεθεί για να έχουν επιπλέον θεραπείες άτομα τα οποία παραμελούν ή παραλείπουν να εξασφαλίσουν τα δικαιώματά τους".
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Σεργίου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1917.
Αίτηση.
Αίτηση από την αιτήτρια, εναγόμενη 2 Ελληνική Τράπεζα, για άδεια έκδοσης διατάγματος Certiorari προς ακύρωση του διατάγματος ημερομηνίας 6/7/04 το οποίο κατέστη απόλυτο στις 13/7/04 και με το οποίο διατάχθηκε η αναστολή της πληρωμής πιστώσεως (documentary credit) υπ' αρ. DC/017715/104, ημερομηνίας 4.5.2004, μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και διατάχθηκε η εναγόμενη 2-αιτήτρια όπως αρνηθεί και/ή αναστείλει την καταβολή στον εναγόμενο 1 στην Αγωγή του ποσού των US$25.077,60 και/ή οιουδήποτε ποσού μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου
Μ. Κωνσταντίνου, για την Εναγομένη 2-Αιτήτρια.
Cur. adv. vult.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 6.7.2004 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε διάταγμα σε ex parte αίτηση εναντίον της εναγομένης 2-αιτήτριας στην παρούσα αίτηση στην Αγωγή 6525/2004, με το οποίο ανέστειλε την πληρωμή πιστώσεως (documentary credit) υπ' αρ. DC/017715/104, ημερομηνίας 4.5.2004, μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και διέταξε την εναγόμενη 2-αιτήτρια όπως αρνηθεί και/ή αναστείλει την καταβολή στον εναγόμενο 1 στην Αγωγή του ποσού των US$25.077,60 και/ή οιουδήποτε ποσού μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου. Το διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 13.7.2004 και ώρα 9.00π.μ. Επιδόθηκε στην εναγόμενη 2-αιτήτρια στις 9.7.2004. Την ίδια μέρα, η εναγόμενη 2-αιτήτρια έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους της να εμφανιστούν στο Δικαστήριο την ημέρα και ώρα που είχε οριστεί. Στις 13.7.2004 οι δικηγόροι της εναγόμενης 2-αιτήτριας δεν εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο. Κατόπιν τούτου το Δικαστήριο κατέστησε το διάταγμα απόλυτο λόγω, δηλαδή, της μη έγκαιρης εμφάνισης της αιτήτριας και/ή των δικηγόρων της.
Σύμφωνα με την ένορκο δήλωση του κ. Ανδρέα Δημητρίου, που υποστηρίζει την αίτηση, ο λόγος για τον οποίο οι δικηγόροι δεν εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο στις 9.7.2004 ήταν ότι, εκ παραδρομής, η εν λόγω ημερομηνία δεν περάστηκε στο ημερολόγιο του δικηγορικού τους γραφείου. Στις 13.7.2004, όταν οι δικηγόροι αντιλήφθηκαν το λάθος τους, εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο στις 11.00π.μ., όμως ήταν ήδη αργά. Το Δικαστήριο είχε διεκπεραιώσει την υπόθεση καθιστώντας, όπως ανέφερα, το διάταγμα απόλυτο.
Με την ενώπιόν μου αίτηση ζητείται άδεια για την έκδοση διατάγματος certiorari για να αχθεί ενώπιόν μου με σκοπό να ακυρωθεί το διάταγμα της 6.7.2004, ως έγινε απόλυτο στις 13.7.2004, και με το οποίο διατάχθηκε η αναστολή της πληρωμής της πιστώσεως, ημερομηνίας 4.5.2004, στην οποία έχω αναφερθεί. Οι λόγοι στη βάση των οποίων στηρίζεται η αιτούμενη θεραπεία επί της ουσίας της αναπτύχθηκαν εκτενώς στην αίτηση και έχουν, επίσης, αναπτυχθεί ενώπιόν μου από την ευπαίδευτη δικηγόρο της εναγόμενης 2-αιτήτριας. Υποστηρίζονταν δε από την ένορκο δήλωση του κ. Ανδρέα Δημητρίου.
Σύμφωνα με τη νομολογία άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού διατάγματος, εν προκειμένου certiorari, παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση που προσφερόταν ή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις που να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία ο αιτητής δε θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα.
Στη βάση των στοιχείων τα οποία έχω ενώπιόν μου ως λόγους που δικαιολογούν την αιτούμενη θεραπεία, έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα. Κατ' ακρίβεια συζητήσιμα ζητήματα ιδιαίτερης σοβαρότητας. Δεν έχω, όμως, ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις που να καθιστούν συζητήσιμο ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι εφόσον προσφερόταν ή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή μέσα, ο αιτητής δε θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. Η εναγόμενη 2-αιτήτρια δεν ενέστει στο ex parte διάταγμα λόγω σφάλματος των δικηγόρων της. Το σφάλμα αυτό ναι μεν στέρησε την εναγόμενη 2-αιτήτρια από το ένδικο μέσο της ένστασης, δεν μπορεί, όμως, κατά την άποψή μου, να θεωρηθεί ότι αποτελεί εξαιρετική περίσταση που να δικαιολογεί την παροχή άδειας για certiorari. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο συνάδελφος Δικαστής Νικολαϊδης στην Σεργίου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1917, "Η διαδικασία του Certiorari δεν έχει τεθεί για να έχουν επιπλέον θεραπείες άτομα τα οποία παραμελούν ή παραλείπουν να εξασφαλίσουν τα δικαιώματά τους". Στο σημείο αυτό οφείλω να τονίσω ότι η ευπαίδευτη δικηγόρος της εναγόμενης 2-αιτήτριας δεν επικαλέσθηκε το σφάλμα των δικηγόρων ως εξαιρετική περίσταση. Είναι όμως το σφάλμα εκεί. Και δεν είναι δυνατό να παραβλεφθεί.
Η ευπαίδευτη δικηγόρος της εναγόμενης 2-αιτήτριας επικέντρωσε την επιχειρηματολογία της περί ύπαρξης επαρκώς εξαιρετικών περιστάσεων που να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από το γενικό κανόνα στο ότι, (α) πιθανότατα η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου να καταστεί απόλυτο το διάταγμα να μην είναι εφέσιμη, λόγω ακριβώς του γεγονότος ότι η εναγόμενη 2-αιτήτρια δεν εμφανίστηκε δια των δικηγόρων της στην πρωτόδικη διαδικασία για να προβάλει οποιαδήποτε ένσταση και ή επιχειρηματολογία για να μη γίνει απόλυτο το διάταγμα, (β) με το διάταγμα επηρεάζεται αρνητικά όχι μόνο η φήμη της εναγόμενης 2-αιτήτριας Τράπεζας, αλλά και οι εν γένει τραπεζικές συναλλαγές στην Κύπρο. Τόνισε συναφώς ότι κλονίζεται η εμπιστοσύνη προς το τραπεζικό σύστημα γενικά σε βαθμό που να άπτεται αυτού τούτου δημόσιου συμφέροντος, και, (γ) υπάρχει πληθώρα εμφανών νομικών σφαλμάτων του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Όπως έχω ήδη αναφέρει, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι τα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να χορηγήσω την αιτηθείσα άδεια. Δε θα αποφανθώ επί του εφέσιμου ή μη της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Το θέμα είναι καθαρά ακαδημαϊκής σημασίας εφόσον το παράλληλο ένδικο μέσο της ένστασης στο ex parte διάταγμα απωλέσθη από την εναγόμενη 2-αιτήτρια για λόγο τον οποίο δεν μπορεί να αποδεχθεί το Δικαστήριο ως εξαιρετική περίσταση. Αν δε λόγω της μη υποβολής ένστασης η απόφαση ήθελε θεωρηθεί ως μη εφέσιμη, η απώλεια του δικαιώματος έφεσης δεν είναι παρά το αποτέλεσμα του αρχικού σφάλματος των δικηγόρων. Όσον αφορά τα υπόλοιπα σημεία τα οποία θίγησαν από την ευπαίδευτη δικηγόρο της εναγόμενης 2-αιτήτριας, ήτοι της φήμης της Τράπεζας, των εμφανών σφαλμάτων κλπ, επαναλαμβάνω απλώς ότι αυτά ανάγονται στο πρώτο σκέλος του τι πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ο αιτητής, ήτοι στο κατά πόσο υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και όχι στο δεύτερο σκέλος, εκείνο, δηλαδή, σύμφωνα με το οποίο, ανεξάρτητα του κατά πόσο ο αιτητής έχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα, θα πρέπει, για να εξασφαλίσει άδεια, να πείσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να καθιστούν συζητήσιμο ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από το γενικό κανόνα.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.