ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Ritchie Russell και Άλλοι (2008) 1 ΑΑΔ 639
Σιδέρης Νικόλας και Άλλοι (2010) 1 ΑΑΔ 286
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΣΙΔΕΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 81/2009, 3 Μαρτίου 2010
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ RUSSELL RITCHIE κ.α., Αίτηση Αρ. 12/2008, 19 Μαΐου 2008
(2004) 1 ΑΑΔ 866
23 Απριλίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
2. ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΡΟΔΟΣΘΕΝΟΥΣ,
ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ
ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΙΡΗΣ (ΜΑΡΙΑΣ)
ΓΙΑΝΝΗ ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΟΥ,
Εφεσείοντες,
v.
1. ΣΧΟΛΑΙ ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΟΥ ΛΤΔ,
2. ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11434)
Εταιρείες ― Διόρθωση του μητρώου των μελών εταιρείας ― Διαδικασία που προβλέπεται στο Άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 ― Το Δικαστήριο αρνείται τη χορήγηση θεραπείας στα πλαίσια της προβλεπόμενης από το Άρθρο 111 συνοπτικής διαδικασίας όπου εγείρεται σοβαρή αμφισβήτηση ως προς τα γεγονότα και/ή ως προς τα δικαιώματα επί των μετοχών ή/και διεκδικήσεις.
Οι διαχειριστές της περιουσίας της αποβιωσάσης Μαίρης Γ. Φρειδερίκου εξασφάλισαν έγκριση του δικαστηρίου για τη μεταβίβαση 10.000 μετοχών της αποβιωσάσης στην εταιρεία Σχολαί Φρειδερίκου Λίμιτεδ στα δύο τέκνα της ανά 5.000 μετοχές στον καθένα. Η εταιρεία παρέλειψε να προβεί στην εγγραφή των πιο πάνω κληρονόμων στο μητρώο των μελών της σε αντικατάσταση της αποθανούσας. Τότε οι διαχειριστές με εναρκτήρια κλήση στηριζόμενη στις πρόνοιες του Άρθρου 53 του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Νόμου, Κεφ. 189 και του Άρθρου 111 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, ζήτησαν την έκδοση διατάγματος για τη διαγραφή του ονόματος της αποθανούσας από το μητρώο των μελών της εταιρείας και την εγγραφή των δύο κληρονόμων της ως νέων μετόχων για 5.000 μετοχές ο καθένας.
Η εταιρεία καταχώρησε ένσταση. Προβλήθηκε ισχυρισμός ότι η αποθανούσα κατείχε τις 10.000 υπό μορφή καταπιστεύματος (on trust) προς όφελος των άλλων δύο μετόχων της εταιρείας και κατατέθηκαν δύο έγγραφα καταπιστεύματος προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού που αφορούσαν τους άλλους δύο μετόχους της εταιρείας για 5.000 μετοχές στον καθένα αντίστοιχα, τα οποία εφέρετο να είχε υπογράψει η αποθανούσα.
Η εκδοχή των διαχειριστών ήταν ότι η εγγραφή των 10.000 μετοχών στο όνομα της αποθανούσας έγινε σε αντάλλαγμα των πολλών υπηρεσιών της προς την εταιρεία και ότι η υπογραφή της στα έγγραφα καταπιστεύματος ήταν προϊόν πλαστογραφίας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι το αίτημα για διόρθωση (rectification) του μητρώου μελών της εταιρείας με βάση το Άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί με συνοπτική διαδικασία στα πλαίσια εναρκτήριας κλήσης αφενός, λόγω της ύπαρξης διαφοράς στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των επίδικων μετοχών και της σοβαρής αμφισβήτησης των γεγονότων που σχετίζονται με την πιο πάνω διαφορά και αφετέρου, γιατί η χρήση τέτοιας διαδικασίας περιορίζεται σε περιπτώσεις όπου το προς επίλυση ζήτημα είναι αμιγώς νομικό.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και ζητούν την ανατροπή της.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά άντλησε καθοδήγηση από την αγγλική νομολογία εφόσον το Άρθρο 359 της αγγλικής Companies Act 1985 είναι ταυτόσημο με το Άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.
2. Στην προκείμενη περίπτωση όπου υπήρξε έντονη αμφισβήτηση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στις επίδικες μετοχές και συνάμα, προβλήθηκε ισχυρισμός περί πλαστογραφίας εγγράφων που σχετίζονται άμεσα με τα υπό αμφισβήτηση δικαιώματα ιδιοκτησίας των εν λόγω μετοχών, η άρνηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να χορηγήσει τη ζητηθείσα θεραπεία και η απόφασή του να αφήσει το θέμα να κριθεί σε τακτική διαδικασία αγωγής, είναι το αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης της διακριτικής εξουσίας του και συνεπώς δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβαση του Εφετείου.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Re Powers [1881-5] All E.R. Rep. 971,
Re Carlyon [1886] 56 Ld Ch. 219,
Re Davies [1888] 57 LJ Ch. 759,
Re Royle [1889] 59 LJ Ch. 1,
Re Bridge [1887] 56 LJ Ch. 779,
Dowse v. Gorton [1891-4] All E.R. Rep. 1230,
Re Greater Britain Insurance Corp. Ltd [1920] 124 LT 194,
Punton v. Ministry of Pensions and National Insurance [1963] 1 All E.R. 272,
Re Sir Lindsay Parkinson & Co Ltd Trust Deed [1965] 1 All E.R. 609.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες - διαχειριστές της περιουσίας της αποβιώσασας Μαίρης Φρειδερίκου κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 14/6/02 (Αρ. Αγωγής 326/97) με την οποία απέρριψε το υποβληθέν από αυτούς με εναρκτήρια κλήση αίτημα για διαγραφή του ονόματος της αποβιώσασας από το μητρώο των μελών της εταιρείας Σχολαί Φρειδερίκου Λτδ και την εγγραφή των τριών τέκνων της σε αντικατάσταση της αποθανούσας.
Γ. Ζ. Γεωργίου για Κ. Μιχαηλίδη, για τους Εφεσείοντες.
Π. Ιωαννίδης με Χ. Αρτέμη, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η Μαίρη ή Μαρία Γιάννη Φρειδερίκου απέθανε το 1989 και κατά το χρόνο του θανάτου της εμφανιζόταν στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών ως η ιδιοκτήτρια δέκα χιλιάδων μετοχών στην εταιρεία Σχολαί Φρειδερίκου Λίμιτεδ. Κατά τον ίδιο χρόνο, οι Μιχαήλ Φρειδερίκου και Θωμάς Φρειδερίκου, αδελφοί της αποθανούσας, κατείχαν από 120.000 μετοχές ο καθένας στην ίδια εταιρεία. Η προμνησθείσα κατάσταση αναφορικά με τους μετόχους και τις μετοχές που ο καθένας κατείχε είναι μέχρι σήμερα αναλλοίωτη τόσο στο μητρώο του Εφόρου όσο και στο μητρώο των μελών της εταιρείας.
Τον Ιούλιο 1995 χορηγήθηκαν τα έγγραφα διαχείρισης και στη συνέχεια οι διαχειριστές εξασφάλισαν έγκριση του δικαστηρίου για τη μεταβίβαση των πιο πάνω 10.000 μετοχών της αποθανούσας στα τέκνα της Γεώργιο Ζαχαρά Φρειδερίκο Α.Ζ. Γεωργίου και Αναστασία Α.Ζ. Γεωργίου ανά 5.000 μετοχές στον καθένα. Η έγκριση κοινοποιήθηκε στην εταιρεία η οποία όμως παρέλειψε να προβεί στην εγγραφή των πιο πάνω κληρονόμων στο μητρώο των μελών της σε αντικατάσταση της αποθανούσας. Ενόψει τούτου, οι διαχειριστές με εναρκτήρια κλήση στηριζόμενη στις πρόνοιες του άρθρου 53 του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Νόμου Κεφ. 189 και του άρθρου 111 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, ζήτησαν την έκδοση διατάγματος για τη διαγραφή του ονόματος της αποθανούσας από το μητρώο των μελών της εταιρείας και την εγγραφή των δύο πιο πάνω κληρονόμων ως νέων μετόχων για 5.000 μετοχές ο καθένας.
Η εταιρεία καταχώρισε ένσταση υποστηριζόμενη από ένορκη δήλωση του Θωμά Φρειδερίκου. Προβλήθηκε ισχυρισμός ότι η αποθανούσα κατείχε τις 10.000 μετοχές υπό μορφή καταπιστεύματος (on trust) προς όφελος των άλλων δύο μετόχων. Προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού, η εταιρεία κατέθεσε δύο έγγραφα καταπιστεύματος που αφορούσαν τους Θωμά Φρειδερίκου και Μιχαήλ Φρειδερίκου για 5.000 μετοχές στον καθένα αντίστοιχα. Υπογραφέας των εν λόγω εγγράφων, ημερομηνίας 15.10.1983 φέρεται η αποθανούσα. Ο κ. Φρειδερίκου αναφέρει στη δήλωσή του ότι η μεταβίβαση των 10.000 μετοχών στο όνομα της αποθανούσας έγινε κατόπιν παράκλησης του συζύγου της κ. Γεωργίου ο οποίος, κατ΄ εκείνο το χρόνο ήταν δημόσιος υπάλληλος, για να δικαιολογείται η ενεργός ανάμιξή του στη διοίκηση της εταιρείας. Ωστόσο, δεν είχαν ποτέ πρόθεση να καταστήσουν την αδελφή τους (αποθανούσα) απόλυτη ιδιοκτήτρια των μετοχών και γι΄ αυτό ακριβώς το λόγο, έγιναν τα καταπιστεύματα. Ο κ. Φρειδερίκου αναφέρει επίσης πως μετά το θάνατο της αδελφής του ζητήθηκε, μέσω δικηγόρου, από τους διαχειριστές της περιουσίας της, η μεταβίβαση των μετοχών στους προμνησθέντες κληρονόμους, πλην όμως, οι διαχειριστές αρνήθηκαν να τις μεταβιβάσουν.
Αντίθετη είναι η εκδοχή των διαχειριστών. Ο κ. Γεωργίου, σύζυγος της αποθανούσας, ισχυρίστηκε ότι η εγγραφή των 10.000 μετοχών στο όνομα της αποθανούσας έγινε σε αντάλλαγμα των πολλών υπηρεσιών που αυτή πρόσφερε στην οικογενειακή, όπως την αποκάλεσε, εταιρεία. Ο κ. Γεωργίου ισχυρίστηκε επίσης ότι η υπογραφή της συζύγου του στα έγγραφα καταπιστεύματος είναι προϊόν πλαστογραφίας και ότι κατά το φερόμενο χρόνο της υπογραφής των καταπιστευμάτων, η κατάσταση της υγείας της ήταν τόσο κακή που δεν της επέτρεπε να υπογράψει στην απουσία του ιδίου ή των θεραπόντων ιατρών της οποιοδήποτε έγγραφο.
Το γνήσιο ή μη της υπογραφής της αποθανούσας επί των προμνησθέντων εγγράφων αναδείχθηκε μείζον θέμα. Το πρωτόδικο δικαστήριο επέτρεψε περιορισμένη αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων η οποία, σύμφωνα με σχόλιο του δικαστηρίου, ανέδειξε ακόμα περισσότερο το υφιστάμενο χάσμα μεταξύ των δύο εκδοχών αναφορικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των επίδικων μετοχών.
Το δικαστήριο, κατόπιν ορθής αξιολόγησης της μαρτυρίας, διαπίστωσε την ύπαρξη σοβαρής διαφοράς στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των 10.000 μετοχών την κυριότητα των οποίων διεκδικούν οι προαναφερθέντες μέτοχοι Μιχαήλ Φρειδερίκου και Θωμάς Φρειδερίκου οι οποίοι δεν ήταν διάδικοι ούτε έλαβαν μέρος στη διαδικασία. Διαπιστώθηκε επίσης η ύπαρξη σοβαρής διαφωνίας καθόσον αφορά στα γεγονότα που σχετίζονται με τη διαφορά με σοβαρότερο τον ισχυρισμό για πλαστογραφία.
Με βάση τις πιο πάνω διαπιστώσεις και με αναφορά στην αγγλική επί του θέματος νομολογία* καθώς και σε άλλες νομικές αυθεντίες, το δικαστήριο αποφάσισε ότι το αίτημα για διόρθωση (rectification) του μητρώου μελών της εταιρείας με βάση το άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113 δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί με συνοπτική διαδικασία στα πλαίσια εναρκτήριας κλήσης αφενός, λόγω της ύπαρξης διαφοράς στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των επίδικων μετοχών και της σοβαρής αμφισβήτησης των γεγονότων που σχετίζονται με την πιο πάνω διαφορά και αφετέρου, γιατί η χρήση τέτοιας διαδικασίας συνήθως περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου το προς επίλυση ζήτημα είναι αμιγώς νομικό. Βλ. Re Powers [1881-5] All E.R. Rep. 971 per Lindley Ld στη σελίδα 973 και Dowse v. Gorton [1891-4] All E.R. Rep. 1230 per Lord Macnaghten στη σελίδα 1235.
Καταληκτικά, κρίθηκε πως δεν παρεχόταν εξουσία εξέτασης των επίδικων θεμάτων που προέκυψαν στο πλαίσιο της διαδικασίας που άρχισε με την εναρκτήρια κλήση στη βάση του άρθρου 53 του Νόμου Κεφ. 189 και η εναρκτήρια κλήση απορρίφθηκε.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και ζητούν την ανατροπή της. Οι εφεσείοντες εισηγούνται πως κατ' ουσίαν δεν υπήρχαν αμφιλεγόμενα γεγονότα μεταξύ των διαδίκων και ότι το θέμα, ως καθαρά νομικό, έπρεπε να είχε αποφασιστεί πλήρως από το πρωτόδικο δικαστήριο στα πλαίσια της αίτησης. Οι λόγοι της έφεσης συγκλίνουν στο ότι το δικαστήριο όφειλε μόνο να εξετάσει την υποχρέωση των διαχειριστών να μεταβιβάσουν τις επίδικες μετοχές στους κληρονόμους της αποθανούσας για να κλείσει η διαχείριση η οποία είναι ανοικτή εδώ και επτά χρόνια. Οι όποιες διαφορές υπάρχουν μεταξύ των κληρονόμων και τρίτων σε σχέση με την κυριότητα των μετοχών δεν αφορούν και δεν επηρεάζουν τους διαδίκους δηλαδή, τους διαχειριστές και την εταιρεία. Η υποχρέωση της εταιρείας για μεταβίβαση των μετοχών στους κληρονόμους της αποθανούσας εκπηγάζει από το νόμο και το ίδιο το καταστατικό της εταιρείας χωρίς να λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε καταπιστεύματα προς τρίτους. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των μετόχων είναι ζήτημα που αφορά αποκλειστικά τους κατ΄ ισχυρισμό δικαιούχους οι οποίοι, είχαν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους (την κυριότητα των μετοχών) από τους κληρονόμους της αποθανούσας μετά τη μεταβίβαση τους σε αυτούς (τους κληρονόμους). Το δικαστήριο συνεπώς δεν έπρεπε να λάβει υπόψη την ύπαρξη της συγκεκριμένης διαφοράς αλλά όφειλε να αποδεχθεί την αίτηση και με βάση τις πρόνοιες των άρθρων 53 του περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμου Κεφ. 189 και 111(2) του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, να διατάξει τη διόρθωση του μητρώου των μετόχων της εταιρείας. Οι εφεσείοντες λέγουν επίσης ότι είναι λανθασμένο το συμπέρασμα ότι επηρεάζονται τα συμφέροντα των διεκδικητών των μετοχών εφόσον δεν έχει προβληθεί τέτοιος ισχυρισμός από τους προμνησθέντες διεκδικητές. Αναφορικά δε με το θέμα της πλαστογραφίας, οι εφεσείοντες λέγουν πως άνκαι σοβαρό εντούτοις είναι άσχετο και παρεμφερές στη διαδικασία και ως τέτοιο δεν έπρεπε να είχε απασχολήσει και να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο.
Η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113 για διόρθωση του μητρώου των μελών εταιρείας είναι συνοπτική και το δικαστήριο ασκεί διακριτική εξουσία για τη χορήγηση ή μη θεραπείας. Όπου εγείρεται σοβαρή αμφισβήτηση ως προς τα γεγονότα και/ή ως προς τα δικαιώματα επί των μετοχών ή/και διεκδικήσεις, το δικαστήριο αρνείται τη χορήγηση θεραπείας στα πλαίσια της προβλεπόμενης από το άρθρο 111 συνοπτικής διαδικασίας και οι αιτητές αφήνονται να επιζητήσουν θεραπεία με αγωγή.
Στην προκείμενη περίπτωση η αμφισβήτηση που προέκυψε αναφορικά με την ιδιοκτησία των επίδικων μετοχών είναι έκδηλη. Ο ισχυρισμός για πλαστογραφία των εγγράφων του καταπιστεύματος προβλήθηκε από τους εφεσείοντες η δε συζήτηση που ακολούθησε, ανέδειξε όντως το μέγεθος της διαφοράς καθώς και την ύπαρξη σοβαρών υπό αμφισβήτηση γεγονότων. Η απόδειξη των εκατέρωθεν ισχυρισμών που είχαν προβληθεί είναι φανερό ότι θα καθιστούσε τη διαδικασία δύσκολη και περίπλοκη εκτρέποντας την από τα όρια του σκοπού τον οποίο η διάταξη θεσπίστηκε για να εξυπηρετήσει.
Το πιο κάτω απόσπασμα από το σύγγραμμα Pennigton's Company Law, 7th ed., σελ. 421 είναι σχετικό με το θέμα και παρατίθεται στην εκκαλούμενη απόφαση:
«The court may in its discretion refuse to rectify the register on a summary application under the Companies Act 1985. Where the facts are admitted and the question is simply one of law, or where the facts can easily be ascertained, the court will entertain the application, but if the facts are complex and in dispute, or if there is pending litigation about the same question between one of the parties to the application and a third person, the court will always refuse to give a decision on a summary application, and will leave the application to seek rectification in an action commenced by writ. Furthermore, an application for rectification will be rejected if it is made for an improper purpose (e g to prevent votes being cast in respect of shares contrary to the wishes of an applicant who claims no beneficial interest in them).»
Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά άντλησε καθοδήγηση από την αγγλική νομολογία* εφόσον το άρθρο 359 της αγγλικής Companies Act 1985 είναι ταυτόσημο με το άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113.
Στο σύγγραμμα Mayson, French & Ryan On Company Law, 18th ed. 2001-2003, para 14.3.3., σελ. 387 αναφέρεται:
«An application under s. 359 for rectification of a company's register of members may be made by any member of the company or by the company itself (s. 359(1)). The court's power to order rectification under s. 359 is discretionary and rules of court have always made the procedure summary, so the court will not act under the section if there is a complicated question to be tried (Re Leon Needham Ltd [1966] 110 SJ 652) or if injustice would be caused to other members who have not been represented (Re Sussex Brick Co. [1904] 1 Ch 598 per Vaughan Williams LJ at pp. 606-7). Under the new Civil Procedure Rules, which is intended for claims which are unlikely to involve a substantial dispute of fact (Practice Direction 49B (supplementing the Civil Procedure Rules 1998), para. 2). However, r. 8.1(3) of the Civil Procedure Rules 1998 permits the court to order that a claim started under Part 8 should proceed as if it had been started in the usual way under Part 7, which would allow for a full trial of disputed facts. This may now enable the court to deal with a wider range of claims under s. 359 than before (see Re Hoicrest Ltd [2000] 1 WLR 414).»
Ανάλογη είναι και η προσέγγιση η οποία εντοπίζεται στα συγγράμματα που αναφέρουν στην αγόρευσή τους οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των εφεσιβλήτων 1 ήτοι, BOYLE & BIRDS COMPANY LAW 2nd ed., p. 436, para 15.6 και HALSBURY'S LAWS OF ENGLAND 4th ed., vol. 7(1) p. 254 para 373.
Από τις πιο πάνω αυθεντίες καθίσταται σαφές ότι σε κάθε περίπτωση όπου διαπιστώνεται ότι υπάρχουν αμφισβητούμενα θέματα ιδιοκτησίας ή/και τέτοιες αμφισβητήσεις κλπ, το δικαστήριο δεν αποφασίζει και δεν χορηγεί θεραπεία όταν το δίκαιο της υπόθεσης και η ορθή απονομή της δικαιοσύνης άλλως απαιτούν.
Στην προκείμενη περίπτωση υπήρξε πράγματι έντονη αμφισβήτηση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας που αφορούν στις επίδικες μετοχές και συνάμα, προβλήθηκε ισχυρισμός περί πλαστογραφίας εγγράφων που άμεσα σχετίζονται με τα υπό αμφισβήτηση δικαιώματα ιδιοκτησίας των εν λόγω μετοχών. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις το πρωτόδικο δικαστήριο, κατόπιν ορθής εκτίμησης των πραγμάτων και ορθής εφαρμογής των αρχών δικαίου που διέπουν το θέμα αποφάσισε ότι θα ήταν απρόσφορο να προχωρήσει περαιτέρω στην εξέταση του θέματος για χορήγηση της ζητούμενης θεραπείας και άφησε το θέμα να αποφασισθεί σε διαδικασία αγωγής.
Δεν θα ήταν επιτρεπτό για το δικαστήριο, έχοντας υπόψη την προαναφερθείσα νομική θέση σε ό,τι αφορά το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 111 να διατάξει την εγγραφή των μετοχών επ' ονόματι των κληρονόμων στη βάση ύπαρξης τίτλου ιδιοκτησίας παραγνωρίζοντας ισχυρισμούς και μαρτυρίες ότι ο συγκεκριμένος τίτλος ερείδεται επί καταπιστεύματος. Η άρνηση του πρωτόδικου δικαστηρίου να χορηγήσει τη ζητηθείσα θεραπεία και η απόφασή του να αφήσει το θέμα να κριθεί σε τακτική διαδικασία αγωγής είναι το αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης της διακριτικής εξουσίας του και συνεπώς δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβαση του Εφετείου.
Αποτέλεσε κοινό έδαφος ότι η διαχείριση της περιουσίας της αποθανούσας δεν έχει ακόμα συμπληρωθεί προφανώς λόγω της εκκρεμότητας της διαφοράς που αφορά στις επίδικες μετοχές. Ενόψει του αποτελέσματος της παρούσας έφεσης θεωρούμε σκόπιμο, με βάση τη διακριτική ευχέρεια που παρέχουν η Διαταγή 38 θ. 8 και το άρθρο 25(3) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης Νόμου, να διατάξουμε όπως σε περίπτωση που θα καταχωρηθεί αγωγή από την εταιρεία Σχολαί Φρειδερίκου Λτδ ή οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο με αντικείμενο την επίλυση της διαφοράς που έχει σχέση με τις μετοχές η αγωγή αυτή να καταχωρηθεί εντός δύο μηνών από σήμερα. Αν όμως δεν καταχωρηθεί τέτοια αγωγή μέσα στην πιο πάνω ταχθείσα προθεσμία, διατάσσουμε τους διαχειριστές της περιουσίας της αποθανούσας ή/και την εταιρεία να προβούν χωρίς χρονοτριβή στα δέοντα για την εγγραφή των επίδικων 10.000 μετοχών στα ονόματα των δικαιούχων κληρονόμων της αποθανούσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.